Η νέα γερμανική κυβέρνηση θα διατηρήσει την ίδια γραμμή απέναντι στην Τουρκία, με προτεραιότητα την αποκλιμάκωση στην Ανατολική Μεσόγειο, εκτιμά ο Ρόναλντ Μαϊνάρντους.
Γράφει ο Ρόναλντ ΜαϊνάρντουςΠολλά έχουν γραφτεί και ειπωθεί για την πολιτική της νέας γερμανικής κυβέρνησης. Οι άνδρες και οι γυναίκες γύρω από τον Όλαφ Σολτς δεν έχουν το προνόμιο μιας περιόδου χάριτος. Η πανδημία και η απειλή πολέμου στην Ανατολική Ευρώπη έχουν ρίξει τη νέα ομάδα στα βαθιά. Μέρος του νέου αφηγήματος είναι ότι, παρά τις ανακοινώσεις για ριζικές αλλαγές, πολλά πράγματα θα παραμείνουν ίδια. Η συνέχεια είναι χαρακτηριστικό γνώρισμα της γερμανικής πολιτικής. Τελικά ο καγκελάριος είναι αυτός που αποφασίζει. Και ο Όλαφ Σολτς ενσαρκώνει την πολιτική συνέχεια καλύτερα από οποιονδήποτε άλλον. Αυτό ισχύει κυρίως για την εξωτερική πολιτική. Σε τελική ανάλυση δεν αποφασίζει ο υπουργός Εξωτερικών για τα μεγάλα ζητήματα. Τον τελευταίο λόγο έχει ο καγκελάριος. Αυτό συνέβαινε κατά τη διάρκεια των 16 ετών της διακυβέρνησης της Άνγκελα Μέρκελ και θα παραμείνει έτσι και στο μέλλον.
Ένα από τα σημαντικότερα θέματα στην εξωτερική πολιτική της Γερμανίας είναι η Τουρκία. Δεν υπάρχει άλλη χώρα που να διατηρεί τόσο στενές σχέσεις με τη χώρα αυτή, όσο η Γερμανία. Για αυτόν το λόγο, το ζήτημα του μέλλοντος αυτών των σχέσεων και της γερμανικής πολιτικής απέναντι στην Άγκυρα έχει μεγάλο ενδιαφέρον. Ακόμη δεν υπάρχουν συγκεκριμένες δηλώσεις για το πώς θα τοποθετηθεί η νέα κυβέρνηση στο Βερολίνο στα ελληνοτουρκικά ζητήματα. Διαβάζοντας τα προεκλογικά προγράμματα, ξεχώρισε το αίτημα των Πρασίνων να απαγορευθεί η εξαγωγή γερμανικών υποβρυχίων στην Τουρκία και να τερματιστεί η συμφωνία της ΕΕ με την Τουρκία για το προσφυγικό του 2015. Αυτές είναι προεκλογικές υποσχέσεις. Αξίζει να σημειωθεί ότι κανένα από τα δύο αυτά σημεία δεν περιλαμβάνεται στο νέο κυβερνητικό πρόγραμμα, το οποίο άλλωστε από 177 σελίδες και κατά τα άλλα περιέχει πολλές λεπτομέρειες για διάφορα ζητήματα.
Έλλειψη χρόνου για ενημέρωση;
Πρώτες ενδείξεις για τη μελλοντική πολιτική της Γερμανίας βρίσκει κανείς στα πρακτικά της πρόσφατης συνόδου των υπουργών Εξωτερικών της ΕΕ, η οποία ασχολήθηκε μεταξύ άλλων με την Τουρκία και την Κύπρο. Κανονικά οι διαβουλεύσεις των υπουργών είναι εμπιστευτικές. Ως εκ τούτου η δημοσίευση των πρακτικών της συνάντησης των Βρυξελλών στον κυπριακό (και ελλαδικό) Τύπο αποτελεί εξαιρετικό γεγονός. Μεταξύ των σημαντικότερων σημείων είναι ότι η γερμανική κυβέρνηση τάχθηκε κατά των κυρώσεων κατά της Τουρκίας. Σύμφωνα με τα πρακτικά, η νέα υπουργός Εξωτερικών δικαιολόγησε την στάση της με έλλειψη χρόνου για να μελετήσει τα έγγραφα. Εαν αληθεύει, πρόκειται για μια αδύναμη και -τελικά- ανέντιμη δικαιολογία. Η απόρριψη των κυρώσεων κατά της Τουρκίας είναι μια σταθερά της γερμανικής πολιτικής. Το Βερολίνο δεν ήταν υπέρ της τιμωρίας της Τουρκίας για τη συμπεριφορά της στο παρελθόν και -όπως βλέπουμε- δεν είναι ούτε τώρα.
Η τελευταία φορά που το θέμα των κυρώσεων κατά της Τουρκίας βρέθηκε στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος ήταν το 2020 κατά τη διάρκεια της κρίσης στην Ανατολική Μεσόγειο. Τότε η Άνγκελα Μέρκελ διαμεσολάβησε μεταξύ Άγκυρας και Αθήνας και πέτυχε μια χαλάρωση της έντασης, χωρίς την επιβολή τιμωρητικών μέτρων. Η διατήρηση της αποκλιμάκωσης στην Ανατολική Μεσόγειο παραμένει πρώτη προτεραιότητα της γερμανικής πολιτικής στα ελληνοτουρκικά. Στο θέμα αυτό, το Βερολίνο (και οι Βρυξέλλες) είναι ικανοποιημένο με την παρούσα κατάσταση. Στο κοινό ανακοινωθέν τους στα μέσα Δεκεμβρίου, οι υπουργοί Εξωτερικών «καλωσορίζουν» ρητώς την αποκλιμάκωση στην Ανατολική Μεσόγειο. Και όντως, η κατάσταση το 2021 είναι πολύ καλύτερη σε σχέση με το 2020, παρά τις λεκτικές προκλήσεις.
Η εποχή μετά τον Ερντογάν
Και ενώ η κυβέρνηση δεν εχει κάνει καμία επίσημη ανακοίνωση για την Τουρκία, οι πολιτικοί αναλυτές αναζητούν τη σωστή πολιτική για το μέλλον. Μια συμβουλή που ακούγεται συχνά αυτές τις μέρες θέλει το Βερολίνο να κοιτάζει στο μέλλον και να σχεδιάζει από τώρα για την εποχή μετά τον Ερντογάν. Τα σενάρια βασίζονται σε υποθέσεις, κανείς δεν ξέρει πως θα είναι το μέλλον. Είναι πρόωρο, αν όχι και αφελές, να υποθέσουμε ότι μια άλλη κυβέρνηση στην Τουρκία θα ακολουθήσει πιο ήπια, μετριοπαθή πολιτική. Τέλος, υπάρχει ακόμα πολύς χρόνος μέχρι τις εκλογές.
Η ιστορία δείχνει ότι όταν οι κυβερνώντες στην Τουρκία δέχονται πιέσεις στο εσωτερικό, τους αρέσει να κλιμακώνουν την ένταση στα μέτωπα του εξωτερικού. Η επόμενη ελληνοτουρκική κρίση είναι θέμα χρόνου. Θα ήταν μεγάλη έκπληξη, εάν σε μια τέτοια περίπτωση η κυβέρνηση του Όλαφ Σολτς θα αντιδρούσε διαφορετικά από την Άνγκελα Μέρκελ.
πηγή
Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου.
Δημοσίευση σχολίου