GuidePedia

0


Τάρκας Αλέξανδρος
Νέο κύκλο πιέσεων προς τον πρωθυπουργό εγκαινιάζει η ηγεσία της Κίνας, προβάλλοντας τα υποτιθέμενα πλεονεκτήματα της αναβίωσης της άνευ όρων διμερούς συνεργασίας που είχε υιοθετηθεί κατά τους πρώτους μήνες της θητείας της σημερινής κυβέρνησης. Οι κινεζικές παρεμβάσεις, που θα αρχίσουν με τηλεφωνική επικοινωνία του προέδρου Σι Τζινπίνγκ με τον Κυριάκο Μητσοτάκη και θα συνεχιστούν στο ανεπίσημο (κυρίως επιχειρηματικό) επίπεδο, έχουν δύο επείγοντες στόχους:

Πρώτον, να επιλυθεί η εκκρεμότητα της μεταβίβασης ποσοστού 16% των μετοχών του ΟΛΠ στην Cosco μέσα στις επόμενες εβδομάδες, φθάνοντας στην πλειοψηφία που θα παρέχει μέγιστη ελευθερία κινήσεων στην κινεζική πλευρά. Το θέμα συνδέεται εμμέσως και με τις εισηγήσεις επιβολής προστίμων στην Cosco, λόγω των καθυστερήσεων εκτέλεσης έργων που προβλέπονται από τις σχετικές συμβάσεις, αν και η εταιρεία απαντά πως οι πρωτοβουλίες της εξουδετερώνονται από τις καθυστερήσεις του Ελληνικού Δημοσίου.

Δεύτερον, να αξιοποιηθεί η αγωνία της Αθήνας για άμεσες ξένες επενδύσεις, ώστε η κυβέρνηση να πρωτοστατήσει στις προσπάθειες “ξεπαγώματος” της “Συνολικής Επενδυτικής Συμφωνίας” μεταξύ της ΕΕ και της Κίνας. Η διαπραγμάτευση της “Συνολικής Επενδυτικής Συμφωνίας” ολοκληρώθηκε μόλις τον περασμένο Δεκέμβριο, αλλά έπεσε σχεδόν αμέσως θύμα της επιδείνωσης των σχέσεων Δύσης-Πεκίνου, λόγω της επιβολής των ευρωπαϊκών κυρώσεων και των κινεζικών αντιμέτρων. Η “Συνολική Επενδυτική Συμφωνία” είναι πλέον απίθανο να κυρωθεί από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο πριν από τα τέλη του έτους, ή και του πρώτου εξαμήνου του 2022.

Σε αυτό το πλαίσιο και κρίνοντας ότι η Ελλάδα αποτελεί τον αδύναμο κρίκο των ευρωατλαντικών θεσμών, η παρέμβαση του προέδρου Σι προς τον πρωθυπουργό θα είναι πολύ πιο πιεστική συγκριτικά με τις επικοινωνίες του με άλλους Ευρωπαίους ηγέτες. Ήδη ο Κινέζος πρόεδρος είχε προχθές τριμερή τηλεδιάσκεψη με τον Γάλλο πρόεδρο Εμμανουέλ Μακρόν και τη Γερμανίδα καγκελάριο Άνγκελα Μέρκελ για το διεθνές εμπόριο, το κλίμα, τη βιοποικιλότητα και την επανάληψη των πτήσεων μετά την πανδημία, αλλά το Παρίσι και το Βερολίνο δεν υποχώρησαν στο ζήτημα της “Συνολικής Επενδυτικής Συμφωνίας”.

To μήνυμα του Πεκίνου

Αντίθετα, το κινεζικό μήνυμα προς την ελληνική κυβέρνηση είναι πιο λιτό και κυνικό. Αρχίζει από την ευγενική παραδοχή ότι η Αθήνα δεν πρωταγωνιστεί στην επιβολή κυρώσεων, περνά στις υποσχέσεις για επενδύσεις, διευκόλυνση των εξαγωγών και ενίσχυση του τουρισμού και καταλήγει σε μία “αθώα” διαπίστωση: ότι όλα εξαρτώνται από τη διευκόλυνση της Cosco, τη στήριξη στην “Πρωτοβουλία 16+1” (πρώην “17+1” για θέματα υποδομών, εμπορίου και επενδύσεων στην Ευρώπη), καθώς και από τη γενικότερη επίδειξη ευελιξίας εκ μέρους της Ελλάδας.

Πάντως, πρέπει να σημειωθεί ότι και ο Κυριάκος Μητσοτάκης ευθύνεται για την κινεζική εκτίμηση ότι είναι δεκτικός σε πιέσεις. Αν και δεν επανέλαβε μείζονα λάθη προκατόχων του (όπως του Γιώργου Παπανδρέου το 2011 με την αλόγιστη επέκταση της σύμβασης της Cosco και του Αντώνη Σαμαρά το 2014 με πρόσκληση στον πολεμικό στόλο της Κίνας για επισκευές σε ελληνικά ναυπηγεία), ο σημερινός πρωθυπουργός είχε αποδεχθεί την άνευ όρων διμερή οικονομική συνεργασία.

Συγκεκριμένα, ο Κυριάκος Μητσοτάκης, κατά την επίσκεψη του προέδρου Σι το Νοέμβριο του 2019, δεσμεύθηκε «στην περαιτέρω ανάπτυξη της επένδυσης» της Cosco, χωρίς προϋποθέσεις. Σταδιακά, ο πρωθυπουργός άλλαξε τακτική, λαμβάνοντας υπόψη και τις (ιδιωτικές και δημόσιες) προειδοποιήσεις των ΗΠΑ για στρατηγικές και στρατιωτικές στοχεύσεις πίσω από τις ελκυστικές οικονομικές προτάσεις της Κίνας.

Η πρόταση-παγίδα

Η κυβέρνηση δεν ενέδωσε στις απαιτήσεις για απόλυτο κινεζικό έλεγχο των ελληνικών τηλεπικοινωνιών (5G, αναβάθμιση υφιστάμενων δικτύων και νέες υποδομές) και υπενθύμισε στην Cosco ότι «και οι δύο πλευρές έχουν υποχρεώσεις και πρέπει και αυτή να προβεί σε κάποιες επενδύσεις». Επίσης, θα έλεγε κανείς ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης, στη Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ προ μηνός, έφτασε… στο άλλο άκρο, τονίζοντας δημοσίως τις θεμελιωμένες ανησυχίες της Συμμαχίας για «τις υβριδικές απειλές, τις προκλήσεις ασφαλείας από την πανδημία του Covid και την κλιματική αλλαγή» και τα άλλα προβλήματα που προκαλούνται «από αυταρχικά καθεστώτα».

Ενδεικτικό, εξάλλου, της σκληρότητας του Πεκίνου είναι το γεγονός ότι οι ιθύνοντες του Κομμουνιστικού Κόμματος Κίνας ανακάλεσαν, τον Μάρτιο, την ως τότε πρέσβειρα στην ελληνική πρωτεύουσα Τσανγκ Τσιγιουέ. Αν και η συγκεκριμένη διπλωμάτης είχε ξεπεράσει τα όρια, απαιτώντας με εριστικό ύφος άμεση συμμόρφωση της κυβέρνησης σε πλήθος θεμάτων, οι παρεμβάσεις κρίθηκαν ανεπαρκείς από τους προϊσταμένους της. Ειδικά όταν το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών απέρριψε την πρόταση-παγίδα για διοργάνωση στην Αθήνα, το 2022, της Συνόδου Κορυφής των “16+1”.

πηγή


Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου.

Δημοσίευση σχολίου

 
Top