Τσιλιόπουλος Ευθύμιος
Τα υποβρύχια είναι οι κορυφαίοι θηρευτές σε μια θαλάσσια σύγκρουση. Χρησιμοποιούν μια ποικιλία εξαιρετικά θανατηφόρων όπλων, συνήθως χωρίς προειδοποίηση. Τα υποβρύχια μπορούν να τοποθετήσουν νάρκες γύρω από τα εχθρικά λιμάνια και στις θαλάσσιες οδούς, να βυθίσουν πλοία επιφανείας με τορπίλες ή με αντιπλοϊκούς πυραύλους και βέβαια να εκτοξεύσουν πυραύλους εναντίον χερσαίων στόχων.
Επίσης μπορούν να εισάγουν και να ανακτήσουν ομάδες ειδικών δυνάμεων για αποστολές αναγνώρισης ή επιδρομές μικρής κλίμακας στην ξηρά. Μπορούν επίσης να λειτουργήσουν ως συλλέκτες πληροφοριών, πλέοντας έξω από την ακτή ενός αντιπάλου για να ακούσουν τις κινήσεις του εχθρού και να παρακολουθήσουν το ηλεκτρομαγνητικό φάσμα για εχθρικά σήματα και μεταδόσεις αισθητήρων.
Τα υποβρύχια λειτουργούν μόνα τους, αλλά παίζουν σημαντικούς ρόλους σε άλλες θαλάσσιες επιχειρήσεις. Μπορούν να πραγματοποιήσουν αναγνώριση πριν η δύναμη επιφανείας εισέλθει σε μια περιοχή, χρησιμοποιώντας τους δικούς τους αισθητήρες για να επιβεβαιώσουν ότι είναι μακριά από αντίπαλες μονάδες και ασφαλείς για την προβλεπόμενη επιχείρηση. Μπορούν να λειτουργήσουν ως εμπόδιο, το οποίο ο εχθρός πρέπει να υπερβεί για να επιτεθεί στους στόχους του. Μπορούν να παρέχουν εκ των προτέρων προειδοποίηση για τις κινήσεις του εχθρού όταν βρίσκονται έξω από την ακτή του αντιπάλου όχι μόνο για εχθρικά πλοία αλλά και για αεροσκάφη.
Στο κατάλληλο χρόνο, οι δικές τους επιθέσεις όχι μόνο μπορούν να αποδυναμώσουν ή ακόμη και να σταματήσουν τις εχθρικές επιχειρήσεις εντελώς, αλλά και να αναγκάσουν τον εχθρό να εκτρέψει δυνάμεις μακριά από τις αρχικές επιθετικές επιχειρήσεις του. Η ικανότητά τους να επιχειρούν κρυφά επιτρέπει στα υποβρύχια να πραγματοποιούν αυτές τις αποστολές. Επειδή παραμένουν κάτω από την επιφάνεια και επειδή οι θάλασσες και οι ωκεανοί είναι ένα εξαιρετικά σύνθετο και δυναμικό περιβάλλον, τα σκάφη είναι πολύ δύσκολο να εντοπιστούν και σχεδόν εξίσου δύσκολο να ανιχνευθούν μόλις εντοπιστούν.
Τα σύγχρονα υποβρύχια, ιδίως όσα έχουν συστήματα αναερόβιας πρόωσης (όπως τα Type 214 του ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού) πλέουν σχεδόν πάντα κάτω από την επιφάνεια και εμφανίζονται μόνο για να μπουν σε λιμάνι. Σπάνια μεταδίδουν στον ασύρματο και σχεδόν ποτέ δεν χρησιμοποιούν ενεργό ραντάρ ή σόναρ, κάτι που μπορεί να αποκαλύψει τη θέση τους. Είναι πιο αποτελεσματικά όταν έχουν πρόσβαση σε πληροφορίες και δεδομένα αισθητήρων από άλλες πηγές. Αυτό τους επιτρέπει να τοποθετηθούν για να εντοπίσουν και να καταστρέψουν τους στόχους τους.
Θα γίνει “διαφανής” η θάλασσα;
Κάποιοι διατείνονται ότι τα υποβρύχια ενδέχεται να ξεπεραστούν μέχρι τα μέσα αυτού του αιώνα, καθώς πιστεύουν ότι ο ωκεανός μπορεί να γίνει “διαφανής”. Ακόμα κι αν αυτό συμβεί δεν θα συμβεί σύντομα και ούτε ξαφνικά. Είναι πιθανό μελλοντικά ότι οι εξελίξεις στην τεχνητή νοημοσύνη (AI), στα συστήματα ανίχνευσης και στην επεξεργασία σήματος, σε συνδυασμό με τα σμήνη αυτόνομων μη επανδρωμένων συστημάτων, να καταστήσουν ουσιαστικά αδύνατο για τα υποβρύχια να διατηρήσουν κρυφή την παρουσία τους.
Για παράδειγμα, συστήματα κβαντικής ανίχνευσης ικανά να συλλέγουν εξαιρετικά λεπτά μαγνητικά σήματα θα μπορούσαν να αναπτυχθούν σε μεγάλο αριθμό μη επανδρωμένων επιφανειακών σκαφών, όλα δικτυωμένα μεταξύ τους για να παρέχουν έναν ουσιαστικό χάρτη σε πραγματικό χρόνο του μαγνητικού πεδίου σε μια εκτεταμένη θαλάσσια περιοχή. Η χρήση ηχητικών κυμάτων για τον εντοπισμό και την αναγνώριση αντικειμένων κάτω από την επιφάνεια παραμένει ο κύριος τρόπος με τον οποίο πλοία και αεροσκάφη κυνηγούν υποβρύχια.
O ανθυποβρυχιακός πόλεμος έχει να κάνει με τον διαχωρισμό έγκυρων πληροφοριών από σήματα που στέλνει το περιβάλλον. Αυτός μπορεί να βελτιωθεί με μια αναβάθμιση λογισμικού σε ένα ψηφιοποιημένο σύστημα, πράγμα το οποίο εξελίσσεται συνεχώς. Οι αναβαθμίσεις λογισμικού μπορούν να δώσουν νέα ζωή στα υπάρχοντα συστήματα και να προσφέρουν έναν προσιτό τρόπο στα πλοία επιφανείας να συμβαδίζουν με τις αντίστοιχες προόδους στις δυνατότητες των υποβρυχίων.
Εξελιγμένα σόναρ
Υπάρχουν σόναρ που βελτιώνονται συνεχώς, βασιζόμενα στην αυξημένη δυνατότητα επεξεργασίας των μικροσκοπικών ψηφιακών στοιχείων. Το Σόναρ Συνθετικού Διαφράγματος (Synthetic Aperture Sonar) μετρά τις μικρές διαφορές σε μια δέσμη ακουστικών “ping” από την ίδια τοποθεσία για να μαζέψει λεπτομέρειες σχετικά με το τι βρίσκεται κάτω από την επιφάνεια.
Μια άλλη νέα τεχνική χρησιμοποιεί σόναρ χαμηλής συχνότητας (λιγότερο από 1000 Hz) για να αυξήσει το εύρος του συστήματος (αν κι αυτό σημαίνει ότι θυσιάζεται η ακρίβεια που προσφέρουν ηχητικά κύματα μικρότερης εμβέλειας και υψηλότερης συχνότητας. Οι εξελίξεις στην επεξεργασία υπολογιστών θα ενισχύσουν αυτές τις πληροφορίες για τους στόχους, με τον ίδιο τρόπο με τον οποίο μπορούν να βελτιωθούν οι φωτογραφίες. Αυτό πιθανότατα θα κάνει το σόναρ LF χρήσιμο ως ανθυποβρυχιακό αισθητήρα τακτικού ή επιχειρησιακού επιπέδου.
Εάν η προβολή δύναμης κατά του υποβρυχίου (και η άρνηση θαλάσσιας περιοχής) δεν μπορεί να γίνει από την επιφάνεια, τότε πρέπει να γίνει από το διάστημα, από τον αέρα ή και κάτω από την επιφάνεια. Το γεγονός ότι δεν εντοπίζεται εύκολα καθιστά το υποβρύχιο πολύτιμο όπλο. Από την άλλη πλευρά, τα υποβρύχια δεν έχουν χρησιμότητα σε μη-πολεμικές επιχειρήσεις και δεν έχει νόημα να έχει κανείς υποβρύχια, χωρίς αυτά να διαθέτουν υψηλές δυνατότητες μάχης.
Υποβρύχια drones
Ακόμη και αν οι τεχνολογικές τάσεις δεν οδηγήσουν σε μία επανάσταση όσον αφορά τις δυνατότητες του υποβρυχίου, θα αλλάξουν τον τρόπο λειτουργίας τους. Τα υποβρύχια του μέλλοντος πιθανότατα θα χρησιμοποιούν το δικό τους σμήνος μη επανδρωμένων υποβρύχιων οχημάτων-drones (UUV), τα οποία συλλέγουν δεδομένα, εκτοξεύουν τορπίλες και ενεργούν σαν δολώματα, δημιουργώντας μαγνητικές και ακουστικές υπογραφές που γεμίζουν το περιβάλλον και περιπλέκουν τη ζωή όσων διεξάγουν ανθυποβρυχιακή επιχείρηση.
Το υποβρύχιο drone θα είναι η λύση για επιχειρήσεις σε περιοχές με σημαντικό κίνδυνο, όπως σε κλειστά θαλάσσια ύδατα, περάσματα και στενά, όπου ο αντίπαλος μπορεί να εστιάσει τις ανθυποβρυχιακές δυνάμεις του. Οι μεγάλοι κίνδυνοι για τα υποβρύχια θα ξεπεράσουν κάθε όφελος που θα μπορούσαν να προσφέρουν επιχειρώντας σε τέτοιες θαλάσσιες περιοχές.
Εάν τα υποβρύχια drones επωμίζονται το βάρος επιχειρήσεων σε επικίνδυνα μέρη, γιατί ένα Πολεμικό Ναυτικό να μην φτιάξει έναν στόλο από αυτά και να παρακάμψει τα υποβρύχια εντελώς; Αυτό ίσως να καταστεί δυνατό στο μέλλον. Ένα αυτόνομο σκάφος με δυνατότητα τεχνητής νοημοσύνης θα μπορούσε να λάβει όσες πληροφορίες και οδηγίες χρειάζεται για την αποστολή του πριν ξεκινήσει. Αλλά, η ανάγκη για μεγάλη εμβέλεια και για υψηλή αντοχή σε επιχειρησιακές ταχύτητες, απαιτούν πολλά καύσιμα. Αυτό σημαίνει μεγάλα drones. Αν πρέπει να φέρουν οπλισμό ή κάποιο άλλο ωφέλιμο φορτίο αυτό αυξάνει περαιτέρω το απαιτούμενο μέγεθός τους.
Υποβρύχια και υποβρύχια drones
Έχουμε συνηθίσει να σκεφτόμαστε τα drones ως σχετικά μικρές μηχανές, αλλά αν θέλουμε να δρουν ως υποβρύχια πρέπει έχουν σχεδόν το μέγεθος υποβρυχίου, ιδίως αν θέλουμε να εκτελούν ένα ευρύ φάσμα εξελιγμένων επιχειρήσεων. Παρόλο που απέχει πολύ από το να είναι ισοδύναμο με ένα μη επανδρωμένο υποβρύχιο όσον αφορά τα αποτελέσματα που μπορεί να προσφέρει, το Echo Voyager UUV της Boeing έχει μήκος πάνω από 15 μέτρα και ζυγίζει 50 τόνους.
Εάν δεν θέλουμε να θέσουμε το ακριβό επανδρωμένο υποβρύχιο σε κίνδυνο από βελτιωμένες ανθυποβρυχιακές τεχνολογίες, για τον ίδιο λόγο δεν θα θέλουμε να θέσουμε σε κίνδυνο και μεγάλα, εξελιγμένα και επομένως ακριβά υποβρύχια drones. To ανθρώπινο πλήρωμα είναι ένας παράγοντας που συνυπολογίζεται, ο άλλος είναι το κόστος. Η επιτυχία μίας αποστολής θα μπορούσε πιθανότατα να προέλθει από την ικανότητα κορεσμού ανιχνευτών και ανθυποβρυχιακής άμυνας σε μία περιοχή με μια δέσμη υποβρύχιων drones χαμηλού κόστους και ουσιαστικά αναλώσιμων. Θα πετύχαιναν την αποστολή τους μέσω του αριθμού τους και όχι με την ικανότητα καθενός ξεχωριστά.
Μικρά μη-επανδρωμένα υποβρύχια οχήματα μπορούν να το κάνουν αυτό. Το μικρό τους μέγεθος θα βοηθούσε στην αποφυγή της ανίχνευσης, αλλά θα περιορίσει επίσης τις αποστάσεις, από τις οποίες θα εκκινήσουν. Χρειάζεται μια πλατφόρμα “μητρικού πλοίου” που να είναι αρκετά μεγάλη για να φτάσει φορτωμένο στο επιθυμητό σημείο και να είναι αρκετά κρυφό για να αποφύγει τον εντοπισμό. Οπότε το συμβατικά μεγάλο υποβρύχιο έχει ακόμα μέλλον. Φυσικά, το μητρικό πλοίο μπορεί κάποια ημέρα να είναι ένα μεγάλο μη επανδρωμένο υποβρύχιο.
Έχουμε συνηθίσει να σκεφτόμαστε τα drones ως σχετικά μικρές μηχανές, αλλά αν θέλουμε να δρουν ως υποβρύχια πρέπει έχουν σχεδόν το μέγεθος υποβρυχίου, ιδίως αν θέλουμε να εκτελούν ένα ευρύ φάσμα εξελιγμένων επιχειρήσεων. Παρόλο που απέχει πολύ από το να είναι ισοδύναμο με ένα μη επανδρωμένο υποβρύχιο όσον αφορά τα αποτελέσματα που μπορεί να προσφέρει, το Echo Voyager UUV της Boeing έχει μήκος πάνω από 15 μέτρα και ζυγίζει 50 τόνους.
Εάν δεν θέλουμε να θέσουμε το ακριβό επανδρωμένο υποβρύχιο σε κίνδυνο από βελτιωμένες ανθυποβρυχιακές τεχνολογίες, για τον ίδιο λόγο δεν θα θέλουμε να θέσουμε σε κίνδυνο και μεγάλα, εξελιγμένα και επομένως ακριβά υποβρύχια drones. To ανθρώπινο πλήρωμα είναι ένας παράγοντας που συνυπολογίζεται, ο άλλος είναι το κόστος. Η επιτυχία μίας αποστολής θα μπορούσε πιθανότατα να προέλθει από την ικανότητα κορεσμού ανιχνευτών και ανθυποβρυχιακής άμυνας σε μία περιοχή με μια δέσμη υποβρύχιων drones χαμηλού κόστους και ουσιαστικά αναλώσιμων. Θα πετύχαιναν την αποστολή τους μέσω του αριθμού τους και όχι με την ικανότητα καθενός ξεχωριστά.
Μικρά μη-επανδρωμένα υποβρύχια οχήματα μπορούν να το κάνουν αυτό. Το μικρό τους μέγεθος θα βοηθούσε στην αποφυγή της ανίχνευσης, αλλά θα περιορίσει επίσης τις αποστάσεις, από τις οποίες θα εκκινήσουν. Χρειάζεται μια πλατφόρμα “μητρικού πλοίου” που να είναι αρκετά μεγάλη για να φτάσει φορτωμένο στο επιθυμητό σημείο και να είναι αρκετά κρυφό για να αποφύγει τον εντοπισμό. Οπότε το συμβατικά μεγάλο υποβρύχιο έχει ακόμα μέλλον. Φυσικά, το μητρικό πλοίο μπορεί κάποια ημέρα να είναι ένα μεγάλο μη επανδρωμένο υποβρύχιο.
Αργεί το τέλος του υποβρυχίου
Αν και αναδυόμενες τεχνολογίες θα αυξήσουν τις πιθανότητες ανίχνευσης υποβρυχίων, δεν έχουν ακόμη απειλήσει την ικανότητα των σύγχρονων, αθόρυβων υποβρυχίων να λειτουργούν κρυφά. Τα σύγχρονα υποβρύχια έχουν σχεδιαστεί ώστε να έχουν τη μικρότερη δυνατή υπογραφή σε όλο το ακουστικό φάσμα, σε σημείο που να είναι “σιωπηλά” σε χαμηλή ταχύτητα. Η ικανότητα των υποβρυχίων, μάλιστα, να αποκτήσουν τα δικά τους υποβρύχια drones θα τους δώσουν νέες επιλογές με μειωμένο κίνδυνο για τον εαυτό τους. Οι δυνατότητές τους ως υποθαλάσσιων φονιάδων, λοιπόν, παραμένουν υψηλές.
Η αναδυόμενη τεχνολογία αντιτορπιλικών συστημάτων, δηλαδή τορπίλες που θα εκτοξεύονται από πλοία ή υποβρύχια για να αναχαιτίσουν εχθρικές τορπίλες θα περιορίσουν την αποτελεσματικότητα των υποβρυχιακών επιθέσεων. Η θυγατρική της ThyssenKrupp Marine Systems subsidiary, Atlas Elektronik δοκίμασε ένα τέτοιο σύστημα με επιτυχία το 2017. Παρ’ όλα αυτά, το υποβρύχιο θα παραμείνει ένα πολύ αποτελεσματικό οπλικό σύστημα στο ορατό μέλλον, ιδίως για μικρότερες ναυτικές δυνάμεις με περιορισμένους προϋπολογισμούς.
Υ.Γ.: Όσον αφορά τις ναρκοθετικές ικανότητες των υποβρυχίων, φωτογραφίες που δημοσίευσε ο 6ος Αμερικανικός Στόλος δείχνουν ότι πριν μερικές μέρες το επιθετικό υποβρύχιο USS Montpelier διεξήγαγε ασκήσεις με ομοίωμα νάρκης Mk 67 (Submarine Launched Mobile Mines ή SLMM) στη Μεσόγειο. Οι ασκήσεις SLMM πραγματοποιήθηκαν από το USS Montpelier στον κόλπο της Σούδα.
πηγή
Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου.
Δημοσίευση σχολίου