Λυκοκάπης Γιώργος
Στις πρώτες του δηλώσεις μετά το πέρας των διευρευνητικών επαφών Τουρκίας και Αιγύπτου, ο Τούρκος πρόεδρος Ταγίπ Ερντογάν δήλωσε χαρακτηριστικά πως «μας στεναχωρεί που είναι αλληλέγγυες η Ελλάδα και η Αίγυπτος», σημειώνοντας πως «υπάρχει ιστορική συνέχεια του αιγυπτιακού και του τουρκικού έθνους». Ο Τούρκος πρόεδρος εμμένει στις “επιθέσεις φιλίας” προς την Αίγυπτο του Σίσι, τον οποίο μερικά χρόνια πριν αποκαλούσε «δικτάτορα».
Οι διερευνητικές με την Αίγυπτο πραγματοποιήθηκαν σε επίπεδο υφυπουργών Εξωτερικών και ήταν οι πρώτες επίσημες διπλωματικές επαφές των δύο χωρών από το 2013, δείγμα της διπλωματικής απομόνωσης της γείτονος από τον αραβικό κόσμο. Αυτή προκλήθηκε από τις νεοοθωμανικές φιλοδοξίες του Ερντογάν, οι οποίες προκαλούν “ανατριχίλα” στην πλειονότητα των αραβικών καθεστώτων. Οι διερευνητικές με την Αίγυπτο ολοκληρώθηκαν χτες Πέμπτη και οι δύο χώρες ανέφεραν πως είχαν «ειλικρινείς και σε βάθος συνομιλίες» για μία σειρά θεμάτων και (μεταξύ άλλων) «την κατάσταση στην Συρία, το Ιράκ, την Λιβύη και την ανάγκη για ειρήνη και ασφάλεια στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου», δηλαδή το σύνολο της νεοοθωμανικής ατζέντας του Ερντογάν, την οποία η Αίγυπτος αντιστρατεύεται.
Η Τουρκία προσπαθεί να βρει σημεία σύγκλισης με την Αίγυπτο στο ζήτημα των θαλάσσιων ζωνών, αν και η “στεναχώρια” του Ερντογάν φαίνεται να σημαίνει πως το Κάιρο δεν είναι διατεθειμένο (τουλάχιστον την δεδομένη στιγμή) για “παζάρια” στα πλαίσια του ενός νέου μνημονίου θαλασσίων ζωνών, σαν αυτό που υπέγραψε ο Ερντογάν με τον εγκάθετο του Σαράτζ στην Τρίπολη, όπου διαμοίραζαν την ελληνική ΑΟΖ. Όμως να σημειώσουμε πως η ακύρωση του μνημονίου Άγκυρας-Τρίπολης δεν ανήκει στις προτεραιότητες της Αιγύπτου, ενώ υπέρ της εφαρμογής του τάχθηκε και ο (φιλότουρκος) Λίβυος μεταβατικός πρωθυπουργός, γεγονός που πανηγύρισαν δεόντως τα ΜΜΕ της γείτονος.
Το ζήτημα που “καίει” το Κάιρο είναι αυτό των τζιχαντιστών και των φιλότουρκων συμμοριών που έχει μεταφέρει ο Ερντογάν στην Λιβύη, μαζί με τις τακτικές δυνάμεις δυνάμεις του τουρκικού στρατού. Η Αίγυπτος εμμένει στην αποχώρηση του συνόλου των δυνάμεων αυτών, όπως επίσης η διεθνής κοινότητα και οι Αμερικανοί, με τον Ερντογάν να προτιμά να “παίζει καθυστερήσεις” στο ζήτημα. Είναι χαρακτηριστική η δήλωση του Τσαβούσογλου που αναφέρθηκε στην ανάγκη παραμονής των τακτικών τουρκικών στρατευμάτων, με (το γνώριμο πλέον επιχείρημα) πως έχει υπογραφεί αμυντική συμφωνία με την “νόμιμη” κυβέρνηση Σαράτζ.
Μέτωπο και με το Ιράκ
Ένα άλλο σημείο τριβής είναι η τουρκική υποστήριξη στην Μουσουλμανικής Αδελφότητα, την κυβέρνηση της οποίας ανέτρεψε το 2013 ο σημερινός πρόεδρος της χώρας, στρατηγός Αμπνέλ Φατάχ αλ Σίσι. Η Τουρκία προσπαθεί να “δελεάσει” την Αίγυπτο περιορίζοντας την στήριξη της στην Μουσουλμανική Αδελφότητα, την οποία είχε εργαλειοποιήσει απόλυτα για την επίτευξη των νεοοοθωμανικών φιλοδοξιών της, μία πολιτική που τελικώς την έφερε αντιμέτωπη με τα αραβικά κράτη, με την εξαίρεση φυσικά του εμιράτου του Κατάρ, που έχει μετατραπεί σε κανονικό χρηματοδότη της Τουρκίας.
Δεν αποτέλεσε, λοιπόν, έκπληξη που το Κατάρ υποστήριξε την πρωτοβουλία της Τουρκίας να εξομαλύνει τις σχέσεις της με τον αραβικό κόσμο, με την Ντόχα να ελπίζει πως η Άγκυρα θα πετύχει μία αντίστοιχη συμφωνία εξομάλυνσης με τις αραβικές χώρες, όπως ακριβώς κατάφερε το εμιράτο (σπάζοντας από την πλευρά του τον πολυετή αποκλεισμό του στον αραβικό κόσμο). Όμως στην άρση του εμπορικού αποκλεισμού του Κατάρ είχαν πιέσει και οι Αμερικανοί, ήδη από την κυβέρνηση Τραμπ, κάτι το οποίο δεν φαίνεται να επιδιώκουν για τις σχέσεις Τουρκίας και αραβικών κρατών, καθώς η σημερινή κυβέρνηση των Δημοκρατικών, ουδόλως θεωρεί την Τουρκία ως χώρα πρότυπο του πολιτικού Ισλάμ, που όφειλε να μιμηθεί ο αραβικός κόσμος.
Ανοιχτό μέτωπο όμως απέκτησε η Τουρκία και με το Ιράκ, το οποίο έσπευσε να περιορίσει ο Τούρκος υπουργός Άμυνας, επικοινωνώντας με τον Ιρακινό ομόλογο του και διαβεβαιώνοντας τον πως «η Τουρκία σέβεται την εδαφική ακεραιότητα και τα σύνορα του Ιράκ» και πως αποκλειστική επιδίωξη της είναι η «εξόντωση των τρομοκρατών του PKK που έχουν διαπράξει εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας», θέλοντας να καθησυχάσει τις ανησυχίες της Βαγδάτης, από την σπουδή του Σουλεϊμάν Σοϊλού να ανακοινώσει νέα στρατιωτική βάση στο Ιράκ, δείγμα της “βουλιμίας” του καθεστώτος Ερντογάν.
Ένα άλλο σημείο τριβής είναι η τουρκική υποστήριξη στην Μουσουλμανικής Αδελφότητα, την κυβέρνηση της οποίας ανέτρεψε το 2013 ο σημερινός πρόεδρος της χώρας, στρατηγός Αμπνέλ Φατάχ αλ Σίσι. Η Τουρκία προσπαθεί να “δελεάσει” την Αίγυπτο περιορίζοντας την στήριξη της στην Μουσουλμανική Αδελφότητα, την οποία είχε εργαλειοποιήσει απόλυτα για την επίτευξη των νεοοοθωμανικών φιλοδοξιών της, μία πολιτική που τελικώς την έφερε αντιμέτωπη με τα αραβικά κράτη, με την εξαίρεση φυσικά του εμιράτου του Κατάρ, που έχει μετατραπεί σε κανονικό χρηματοδότη της Τουρκίας.
Δεν αποτέλεσε, λοιπόν, έκπληξη που το Κατάρ υποστήριξε την πρωτοβουλία της Τουρκίας να εξομαλύνει τις σχέσεις της με τον αραβικό κόσμο, με την Ντόχα να ελπίζει πως η Άγκυρα θα πετύχει μία αντίστοιχη συμφωνία εξομάλυνσης με τις αραβικές χώρες, όπως ακριβώς κατάφερε το εμιράτο (σπάζοντας από την πλευρά του τον πολυετή αποκλεισμό του στον αραβικό κόσμο). Όμως στην άρση του εμπορικού αποκλεισμού του Κατάρ είχαν πιέσει και οι Αμερικανοί, ήδη από την κυβέρνηση Τραμπ, κάτι το οποίο δεν φαίνεται να επιδιώκουν για τις σχέσεις Τουρκίας και αραβικών κρατών, καθώς η σημερινή κυβέρνηση των Δημοκρατικών, ουδόλως θεωρεί την Τουρκία ως χώρα πρότυπο του πολιτικού Ισλάμ, που όφειλε να μιμηθεί ο αραβικός κόσμος.
Ανοιχτό μέτωπο όμως απέκτησε η Τουρκία και με το Ιράκ, το οποίο έσπευσε να περιορίσει ο Τούρκος υπουργός Άμυνας, επικοινωνώντας με τον Ιρακινό ομόλογο του και διαβεβαιώνοντας τον πως «η Τουρκία σέβεται την εδαφική ακεραιότητα και τα σύνορα του Ιράκ» και πως αποκλειστική επιδίωξη της είναι η «εξόντωση των τρομοκρατών του PKK που έχουν διαπράξει εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας», θέλοντας να καθησυχάσει τις ανησυχίες της Βαγδάτης, από την σπουδή του Σουλεϊμάν Σοϊλού να ανακοινώσει νέα στρατιωτική βάση στο Ιράκ, δείγμα της “βουλιμίας” του καθεστώτος Ερντογάν.
Η “στεναχώρια” του Ερντογάν
Περισσότερο σοβαρότερο είναι το μέτωπο με την Σαουδική Αραβία, με την Τουρκία να ποντάρει πολλά στην επικείμενη επίσκεψη Τσαβούσογλου, του πρώτου Τούρκου υπουργού στην χώρα από το 2018. Δεν αποκλείεται όμως η πολιτική του σουνιτικού βασιλείου να “στεναχωρήσει” και πάλι τον Ερντογάν, ειδικά όταν οι πληροφορίες διεθνών μέσων ενημέρωσης αναφέρουν ότι το βασίλειο σχεδιάζει την εξομάλυνση των σχέσεων του με τον Μπασάρ αλ Άσαντ, όπως έχουν ήδη κάνει τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, με πολλαπλά δημοσειύματα για μυστικές συναντήσεις Σαουδαράβων και Σύριων αξιωματούχων.
Το βασίλειο είχε “στεναχωρήσει” παλαιότερα τον Ερντογάν, με την συμμετοχή του στην άσκηση “Ηνίοχος”, ενώ ήταν αυτό που έδωσε την “χαριστική βολή” στην εργαλειοποίηση του Παλαιστινιακού από την Τουρκία, καθώς ήταν ο “ιθύνων νους” των Συμφωνιών του Αβραάμ, των συμφωνιών εξομάλυνσης που υπέγραψαν τέσσερα αραβικά κράτη με το Ισραήλ, ερήμην της Τουρκίας (την στιγμή που η Τουρκία αναγνωρίζει το εβραϊκό κράτος). Στο μόνο που έχει να ελπίζει ο Ερντογάν είναι πως το Ριάντ θα περιορίσει την αντιτουρκική πολιτική του σε επιμέρους ζητήματα (για παράδειγμα στην άρση της απαγόρευσης λειτουργίας των τουρκικών σχολείων).
Η Τουρκία μοιάζει να προσπαθεί να επαναφέρει την πολιτική των “μηδενικών προβλημάτων” του δόγματος Νταβούντογλου, ή καλύτερα έναν “τρίτο δρόμο προς τον νεοοθωμανισμό”. Είναι όμως τόσο πολλά τα μέτωπα που έχει ανοίξει ο Ερντογάν, που πρέπει να διαβεί ακόμα μακρύ δρόμο για να τα “κλείσει”. Πλέον δεν φαίνεται να αρκούν τα συνήθη “νεοοθωμανικά” του κόλπα, όπως η τελευταία υποκριτική του έκκληση στους Έλληνες της Πόλης να επιστρέψουν στην Κωνσταντινούπολη, θέλοντας να “πλασάρει” την Τουρκία ως πρότυπο “ανεκτικότητας”, με σημείο αναφοράς το “κοινό οθωμανικό παρελθόν”, μία ρητορική που φυσικά απέχει πολύ από την πραγματικότητα.
Δημοσίευση σχολίου