Γράφει ο Δημήτρης Σταυρόπουλος
Η τουρκική επεκτατικότητα, η εμπρηστική, ανιστόρητη και προκλητική πολιτική του Ερντογαν, οι παραβιάσεις των εθνικών μας συνόρων και τα επικίνδυνα «επεισόδια» μέσα στα ελληνικά νερά, εξακολουθούν να αποτελούν το καυτό θέμα της επικαιρότητας καθώς το τουρκικό «σενάριο», όχι μόνο δεν τελειώνει αλλά αναβαθμίζεται ολοέν με περισσότερη ένταση…
Είναι αλήθεια ότι δεν υπήρξε ποτέ μακρά περίοδος αγαστών σχέσεων ανάμεσα στην Ελλάδα και την Τουρκία κατά τη νεότερη Ιστορία.
Από τη σύσταση του Ελληνικού κράτους, με την υπογραφή του Πρωτοκόλλου του Λονδίνου το 1830 και μετά, οι πόλεμοι ανάμεσα στην Ελλάδα και την γείτονα χώρα, οι εντάσεις, οι μικρές ή μεγάλες συγκρούσεις ήταν και είναι παγιωμένο φαινόμενο.
Με την καταστροφή της Σμύρνης ακολούθησε η ανταλλαγή των πληθυσμών μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας.
Και οι δύο χώρες εντάχθηκαν στο ΝΑΤΟ το 1952.
Οι κατ’ επίφαση καλές σχέσεις επιδεινώθηκαν κατά τη δεκαετία του ‘50, λόγω του πογκρόμ των Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης το 1955 και των απελάσεων των Ελλήνων από την Κωνσταντινούπολη το 1960.
ΠΟΤΕ ΑΝΟΙΞΕ Η ΟΡΕΞΗ ΤΩΝ ΤΟΥΡΚΩΝ
Τα προβλήματα στο Αιγαίο μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας παρουσίασαν έξαρση κατά τη δεκαετία του 1970 και σχετίζονται σε μεγάλο βαθμό με τη λήξη του Ψυχρού Πολέμου.
Μέχρι τότε η επιχειρησιακή ευθύνη της Ελλάδος στο Αιγαίο ήταν συγκεκριμένη και δεν είχε αμφισβητηθεί.
Ζητήματα όπως αυτά της υφαλοκρηπίδας, του FIR και της δυσαρμονίας μεταξύ του ορίου των 10 μιλίων του εναερίου χώρου της Ελλάδας και του ορίου των 6 μιλίων των χωρικών της υδάτων, τέθηκαν από τη Τουρκία και οδήγησαν σε μία σειρά κρίσεων ανάμεσα στις δύο χώρες και συνεχίζουν να αποτελούν θέματα προς επίλυση, σε ένα δυναμικά μεταβαλλόμενο γεωστρατηγικό περιβάλλον.
Η εισβολή στην Κύπρο το 1974 αποτέλεσε σημείο καμπής στην Τουρκική εξωτερική πολιτική.
Το συμπέρασμα ότι ο πόλεμος μπορεί να οδηγήσει στην επίτευξη στόχων της εξωτερικής πολιτικής έκανε βαθιά εντύπωση στο κεμαλικό στρατιωτικό και διπλωματικό κατεστημένο.
Η εισβολή άνοιξε και την όρεξη της Τουρκίας για τη διεκδίκηση του Αιγαίου. Η οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας στο Αιγαίο έφερε τις δύο χώρες κοντά στον πόλεμο το 1976 και το 1987, ενώ ο έλεγχος της εναέριας κυκλοφορίας πάνω από τη θάλασσα και η ανάθεση της επιχειρησιακής ευθύνης για το Αιγαίο και τον εναέριο χώρο του στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ υπήρξαν πηγή προβλημάτων.
Από το 1973 ως σήμερα, πολλά έχουν γραφεί για το αν και πόσο πετρέλαιο υπάρχει στο Αιγαίο.
Ορισμένοι αναλυτές υποστηρίζουν ότι το Αιγαίο κρύβει μια δεύτερη Κασπία, ενώ μερικοί καθηγητές της Γεωλογίας εξακολουθούν να υποστηρίζουν ότι στο Αιγαίο πετρέλαιο δεν υπάρχει.
Από την πλευρά της Ελλάδας, κατά την περίοδο της δικτατορίας, ξεκινούν έρευνες στην ευρύτερη θαλάσσια περιοχή μεταξύ Θάσου και Καβάλας για τα πρώτα κοιτάσματα πετρελαίου.
Γίνονται πολλές έρευνες και ανακαλύπτονται πέντε πετρελαιοφόροι ορίζοντες, τέσσερις εντός των Ελληνικών χωρικών υδάτων των 6 μιλίων και ένας εκτός των 6 μιλίων, αλλά εντός της θεωρούμενης ελληνικής υφαλοκρηπίδας.
Την ίδια εποχή η Άγκυρα αρχίζει να δείχνει έμπρακτα σε διπλωματικό επίπεδο το ενδιαφέρον της για την περιοχή του Αιγαίου, αφού το πρόβλημα του πετρελαίου βασανίζει εδώ και δεκαετίες την Τουρκία.
Η ανακάλυψη λοιπόν, αξιοποιήσιμων κοιτασμάτων πετρελαίου στο Αιγαίο, είναι η αιτία για την οποία η Τουρκία μετατοπίζει το ενδιαφέρον της από την Κύπρο και στη συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή.
Με σκοπό την αμφισβήτηση των ελληνικών δικαιωμάτων από την Τουρκία στο χώρο του Αιγαίου την 1η Νοεμβρίου 1973, εντελώς ξαφνικά δημοσιεύεται χάρτης στην τουρκική εφημερίδα της Κυβερνήσεως που δίνει δικαιώματα ερευνών και εκμετάλλευσης της υφαλοκρηπίδας του Αιγαίου στην κρατική τουρκική εταιρείας πετρελαίων TRAO.
Στις 10 Ιανουαρίου του 1974, ο Τούρκος υπουργός Άμυνας, Ιλχάν Σαντάρ δίνει το στίγμα της νέας τουρκικής στρατηγικής, δηλώνοντας πως το μέλλον της Τουρκίας είναι πλέον η θάλασσα.
Η επόμενη τουρκική κίνηση είναι μελετημένη και έχει συμβολικό χαρακτήρα.
Στις 29 Μαΐου 1974, το τουρκικό ωκεανογραφικό σκάφος «Τσανταρλί» βγαίνει στο Αιγαίο για έρευνες, σε μια απροκάλυπτη προσπάθεια δημιουργίας τετελεσμένων γεγονότων και έμπρακτης αμφισβήτησης της κατοχυρωμένης με Διεθνείς Συνθήκες ελληνικής κυριαρχίας στο Αιγαίο.
«ΤΟ ΑΙΓΑΙΟ ΜΑΣ ΑΝΗΚΕΙ!»
Η ενέργεια αυτή συνοδεύεται από δηλώσεις αμφισβήτησης:
«Η Τουρκία ποτέ δεν θα επιτρέψει να γίνει το Αιγαίο μια ελληνική θάλασσα ούτε και σε άλλους να σφετεριστούν τα τουρκικά δικαιώματα στην περιοχή αυτή» (Τούρκος υπουργός Άμυνας Χασάν Ισίκ, 1 Ιουνίου 1974).
«Δεν θα εκχωρήσω το Αιγαίο σε κανέναν. Το μισό Αιγαίο ανήκει σε μας.
Αυτό θα πρέπει να το μάθει όλος ο κόσμος.
Εάν η τιμή και τα ενδιαφέροντα του τουρκικού έθνους γίνουν αντικείμενο επιθέσεως, θα συντρίψουμε το κεφάλι του εχθρού» (Σαντί Ιρμάκ, Τούρκος υπηρεσιακός πρωθυπουργός, εφημερίδα Χουριέτ, 18/01/1975) .
Η Τουρκία έτσι άρχισε συστηματικά να δημιουργεί το νέο πλαίσιο της διαπραγματεύσεως.
Τα δύο βασικά θέματα που ενδιέφεραν την Τουρκία ήταν η υφαλοκρηπίδα του Αιγαίου και το ενδεχόμενο να επεκτείνει η Ελλάδα μονομερώς τα χωρικά της ύδατα στα 12 μίλια.
Ξεκίνησε με τη διεκδίκηση τμήματος της ελληνικής υφαλοκρηπίδας του Αιγαίου.
Στα μέσα Φεβρουαρίου του 1974 ανακοινώθηκε επισήμως από την Ελλάδα η ανακάλυψη του πετρελαϊκού κοιτάσματος στη Θάσο.
Η εντύπωση που επικρατούσε ήταν ότι επρόκειτο περί εξαιρετικά πλουσίου κοιτάσματος, ικανού να εξασφαλίσει ακόμη και την πετρελαϊκή αυτάρκεια της Ελλάδος.
Η Τουρκία είχε κατά νου το προηγούμενο της ανευρέσεως κοιτασμάτων υδρογονανθράκων στη Βόρεια Θάλασσα. Η συνεχιζόμενη πετρελαϊκή κρίση έπεισε την τουρκική πολιτική ηγεσία, ότι έπρεπε να δράσει άμεσα με κλιμάκωση της κρίσεως, προκειμένου να εμποδίσει την Ελλάδα να προχωρήσει σε έρευνες για πετρέλαια στο Αιγαίο και σε άλλες περιοχές πλην της Θάσου.
Προς τον σκοπό αυτό άρχισε να ασκεί πιέσεις σε διάφορα μέτωπα.
ΟΙ ΠΡΩΤΕΣ ΠΑΡΑΒΙΑΣΕΙΣ
Τον Μάρτιο του 1974, κατά την διάρκεια νατοϊκής ασκήσεως στο Αιγαίο, οι τουρκικές ένοπλες δυνάμεις αποσπάστηκαν και συνέχισαν σε εθνικό επίπεδο τα γυμνάσια.
Τουρκικά μαχητικά παραβίασαν τον εναέριο χώρο πάνω από ελληνικά νησιά του Αιγαίου
Τον Απρίλιο του 1974, το πανίσχυρο Εθνικό Συμβούλιο Ασφαλείας της Τουρκίας, παραβαίνοντας την πάγια τακτική του να μην αναφέρεται στο περιεχόμενο των θεμάτων που εξέταζε, ανέφερε ότι συνεδρίασε με αντικείμενο «όλα τα ελληνοτουρκικά ζητήματα: Κύπρος, μειονότητες, υφαλοκρηπίδα», παρουσία και του τούρκου προέδρου πρεσβευτή στην Αθήνα.
Το βράδυ του Μεγάλου Σαββάτου, τον Απρίλιο του 1974, ένα μεγάλο (αλλά τελικώς ειρηνικό) συλλαλητήριο στην Κωνσταντινούπολη για τα τουρκικά δικαιώματα στο Αιγαίο και στη Κύπρο, ξύπνησε μνήμες των Σεπτεμβριανών του 1955.
Ο ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ ΚΑΙ Η ΧΑΓΗ
Ο πρωθυπουργός, Κωνσταντίνος Καραμανλής στις 27 Ιανουαρίου 1975 προτείνει στην Τουρκία να προσφύγουν οι δύο χώρες στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, για να επιλύσουν τη διένεξή τους σχετικά με την υφαλοκρηπίδα.
Η Τουρκία δέχεται καταρχήν την πρόταση, προτείνοντας ωστόσο την έναρξη συνομιλιών υψηλού επιπέδου μεταξύ των δύο κυβερνήσεων, προκειμένου να επεξεργαστούν τους όρους υπό τους οποίους θα παραπεμφθεί η υπόθεση στο εν λόγω Δικαστήριο.
Την 31η Μαΐου του ίδιου χρόνου σε συνάντηση των πρωθυπουργών Κ. Καραμανλή και Σουλεϊμάν Ντεμιρέλ στις Βρυξέλλες, αυτή η παραπομπή στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης συμφωνείται ρητά και αναφέρεται στη σχετική με τη συνάντηση κοινή ανακοίνωση.
Ωστόσο, ύστερα από τέσσερις μόλις μήνες η Τουρκία υπαναχωρεί.
Η προφορική απάντηση του τουρκικού υπουργείου Εξωτερικών σε σχετικό διάβημα του πρεσβευτή στην Άγκυρα, Δημήτρη Κοσμαδόπουλου είναι ότι «το θέμα της υφαλοκρηπίδας δεν είναι αυθύπαρκτο, αλλά εντάσσεται στο πλαίσιο ευρύτερων ζητημάτων».
Σε αυτά τα ζητήματα οι Τούρκοι θέτουν για πρώτη φορά την παράνομη, όπως την χαρακτηρίζουν, δημιουργία μονίμων στρατιωτικών εγκαταστάσεων στα νησιά του Αιγαίου, ενώ δύο βδομάδες μετά την εισβολή στην Κύπρο, η τουρκική κυβέρνηση εκδίδει την ΝΟΤΑΜ 714, με την οποία απαιτεί να αναφέρονται στην Τουρκία ,όλα τα αεροπλάνα που πετούν πάνω απ’ το μισό Αιγαίο.
Με το τρόπο αυτό επιχειρεί κατάργηση του Flight Information Regions (Περιοχές Πληροφόρησης Πτήσεων) που για ολόκληρη την περιοχή του Αιγαίου υπάγονται στο FIR Αθηνών, σύμφωνα με τις Συμφωνίες των Παρισίων του 1952 και της Γενεύης του 1958.
Παράλληλα, ζητά από το ΝΑΤΟ ειδικό καθεστώς στο Αιγαίο και την εκχώρηση στην Τουρκία του επιχειρησιακού ελέγχου του, επικαλούμενη το κενό λόγω αποχώρησης της Ελλάδας από την Ατλαντική Συμμαχία, μετά την τουρκική εισβολή στην Κύπρο.
ΒΥΘΙΣΑΤΕ ΤΟ ΧΟΡΑ
Τον Αύγουστο του 1976 η τουρκική κυβέρνηση περνά από τις νομικές πράξεις και τα διπλωματικά έγγραφα στη δημιουργία γεγονότων.
Το ερευνητικό πλοίο, Χόρα, που μετονομάστηκε σε Σισμίκ1, επιχειρεί έρευνα στην ελληνική υφαλοκρηπίδα.
Η ελληνική κυβέρνηση διαμαρτύρεται με έντονα διαβήματα στην Άγκυρα, ενώ ο αρχηγός του ΠΑΣΟΚ, Ανδρέας Παπανδρέου ζητά να υπάρξει δυναμική στρατιωτική αντίδραση και αυτή του η θέση, καταχωρείται στον τύπο με τη διατύπωση «βυθίσατε το Χόρα», διατύπωση που όμως δεν χρησιμοποιεί ο Παπανδρέου.
Μέσα σε αυτό το κλίμα, η είσοδος του Χόρα στο Αιγαίο προκαλεί το συναγερμό των ελληνικών δυνάμεων, αφού από τους χάρτες πορείας προκύπτει ότι το τουρκικό σκάφος, θα περνούσε τουλάχιστον σε μία περίπτωση πάνω από την ελληνική υφαλοκρηπίδα, βορειοδυτικά της Λέσβου.
Το βράδυ της 6ης Αυγούστου το Χόρα παραβιάζει για πρώτη φορά την ελληνική υφαλοκρηπίδα…
Τα υπόλοιπα μέχρι σήμερα είναι γνωστά.
Άγνωστο ωστόσο παραμένει τι θα γίνει από δώ και μπρός…
« Οι κρίσεις στις Ελληνοτουρκικές σχέσεις. Ιστορική εμπειρία, πολιτικά και στρατιωτικά διδάγματα »
ΤΑΞΙΑΡΧΟΣ (ΥΙ) Δ. ΜΠΟΥΡΛΟΣ
Δημοσίευση σχολίου