Λυγερός Σταύρος
Μπορεί τα 25 χρόνια από την κρίση στα Ίμια να συμπίπτουν με την επανέναρξη των διερευνητικών επαφών, αλλά οι Τούρκοι δεν χάνουν ευκαιρία για να υπογραμμίζουν αυτό που είχαν τότε κερδίσει: "γκριζάρισαν" τις δύο βραχονησίδες και κυρίως χρησιμοποίησαν αυτό το "γκριζάρισμα" για να αμφισβητήσουν την ελληνική κυριαρχία σε 152 ελληνικών νησιών και νησίδων στο ανατολικό Αιγαίο.
Αυτή την εποχή, άλλωστε, έχουμε και μικροεπεισόδια στην περιοχή των Ιμίων, αφού σκάφη της τουρκικής Ακτοφυλακής εμποδίζουν τα ελληνικά αλιευτικά να ψαρεύουν εκεί. Εκτός αυτού, κάθε χρόνο τέτοιες ημέρες, τα τουρκικά ΜΜΕ, χρησιμοποιώντας πολεμικούς τόνους, θριαμβολογούν που πολεμικά σκάφη τους εμποδίζουν την Ελλάδα από το να προβεί σε "πρόκληση".
Πρόκληση εννοούν να ρίξει κάποιος επίσημος ένα στεφάνι στη βραχονησίδα, ή στη γύρω θαλάσσια περιοχή όπου βρήκαν τότε τον θάνατο τα τρία μέλη του πληρώματος του μοιραίου ελικοπτέρου! Με άλλα λόγια, δεν επιτρέπουν στην Ελλάδα ούτε να τιμήσει επιτόπου τους νεκρούς της! Επιπροσθέτως, παραδοσιακά τέτοιες ημέρες κάθε χρόνο η Άγκυρα ενορχηστρώνει μία επικοινωνιακή επίθεση. Στόχος της να υπενθυμίσει την τουρκική νίκη του 1996 και να δημιουργήσει την εντύπωση ότι είναι σε θέση και σήμερα να ρυθμίζει το τι μπορεί να κάνει και τι όχι η Ελλάδα όχι μόνο στα Ίμια, αλλά συνολικότερα στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο.
Το "μοντέλο Ίμια", δηλαδή η αποβίβαση Τούρκων σε ελληνική νησίδα, μπορεί να έχει μπει στο ράφι ως μέθοδος πρόκλησης ελληνοτουρκικής κρίσης, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι σε συγκυρία που η Άγκυρα θα κρίνει κατάλληλη δεν θα επανενεργοποιηθεί. Η κεμαλική αντιπολίτευση, άλλωστε, κατηγορεί την κυβέρνηση Ερντογάν που επιτρέπει στην Ελλάδα να έχει "υπό κατοχή 152 τουρκικά νησιά"! Όπως φάνηκε και το περασμένο καλοκαίρι, το τωρινό καθεστώς προτιμάει τη μέθοδο των παράνομων σεισμικών ερευνών (Oruc Reis), επόμενο βήμα των οποίων είναι η αποστολή γεωτρύπανου σε δυνάμει ελληνική ΑΟΖ.
Πίσω στο 1996
Ας κάνουμε, όμως, ένα άλμα στο παρελθόν, γιατί εκείνη η κρίση έχει πολλά να μας διδάξει και για το σήμερα. Πριν καλά καλά, λοιπόν, καθίσει στον πρωθυπουργικό θώκο (Ιανουάριος 1996), ο Σημίτης βρέθηκε αντιμέτωπος με την κρίση στα Ίμια. Οι ελληνικοί χειρισμοί οδήγησαν την Ελλάδα σε μία ήττα, που προκάλεσε αίσθημα ταπείνωσης. Η ηγεσία των ενόπλων δυνάμεων είχε σοβαρή ευθύνη, αλλά την κύρια ευθύνη την φέρει πάντα η κυβέρνηση. Με αυτή την κρίση η Άγκυρα δοκίμασε τις αντοχές της τότε νέας ελληνικής κυβέρνησης και έβγαλε επικίνδυνα συμπεράσματα.
Οι Τούρκοι παγίως εγείρουν επεκτατικές διεκδικήσεις και στη συνέχεια καλούν την Αθήνα να διαπραγματευθεί, δηλαδή να μοιράσει ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα. Στα Ίμια, όμως, για πρώτη φορά η Άγκυρα όχι μόνο διεκδίκησε έδαφος, αλλά και δημιούργησε τετελεσμένο. Γι' αυτό και είχε ηχήσει ειρωνικά η διαβεβαίωση Σημίτη στη Βουλή αμέσως μετά την κρίση ότι δεν άλλαξε τίποτα από ό,τι ίσχυε πριν.
Το πρώτο λάθος της ελληνικής πλευράς ήταν ότι στρατιωτικοποίησε την κρίση με την αποστολή αγήματος στα Ίμια. Οι βραχονησίδες και των δύο κρατών είναι πολλές και δεν φυλάσσονται. Θα αρκούσε οι λιμενικοί να αφαιρέσουν την τουρκική σημαία. Από τη στιγμή, που η Αθήνα αποφάσισε να στείλει στρατιώτες, ήταν ολέθριο λάθος που δεν τους τοποθέτησε και στις δύο βραχονησίδες. Τη νύκτα και με κακές καιρικές συνθήκες ήταν σχετικά εύκολο να ξεφύγει της προσοχής μία λέμβος με Τούρκους κομάντος και να δημιουργηθεί η εντύπωση μίας τουρκικής στρατιωτικής επιτυχίας.
Ο συμβιβασμός της ήττας
Εκεί έγειρε η ζυγαριά. Εάν μετά την αποβίβαση των Τούρκων, το ελληνικό Ναυτικό επιχειρούσε να εκκαθαρίσει τη δεύτερη βραχονησίδα από τους Τούρκους κομάντος θα κλιμάκωνε καθέτως την αντιπαράθεση με απρόβλεπτες συνέπειες. Και το πιθανό θερμό επεισόδιο θα χρεωνόταν στην Ελλάδα. Υπήρχε, βεβαίως, και η εναλλακτική λύση το ελληνικό Ναυτικό να αποβιβάσει κομάντος σε γειτονική τουρκική βραχονησίδα για να δημιουργήσει ισοδύναμο τετελεσμένο και ως εκ τούτου η Αθήνα να διαπραγματευθεί από ισότιμη βάση με την Άγκυρα την αμοιβαία απόσυρση. Για μία τέτοια κίνηση, όμως, δεν υπήρχε ούτε πρόβλεψη ούτε επιτελικό σχέδιο.
Με τους λάθος χειρισμούς, η κυβέρνηση Σημίτη εγκλωβίσθηκε στο ημιψευδές δίλημμα "πόλεμος ή συμβιβασμός ήττας" και αποδέχθηκε τη φόρμουλα Χόλμπρουκ (όχι στρατιώτες, όχι σημαίες, όχι πλοία). Αξίζει να σημειωθεί, μάλιστα, ότι η φόρμουλα είχε ουσιαστικά γίνει δεκτή από τον τότε υπουργό Εξωτερικών Πάγκαλο πριν ακόμα αποβιβασθούν οι Τούρκοι.
Η κυβέρνηση Σημίτη είχε αιφνιδιασθεί πλήρως. Γι’ αυτό και είχε υποτιμήσει ανεπίτρεπτα το επεισόδιο με την προσάραξη του τουρκικού εμπορικού πλοίου στα Ίμια αρκετές ημέρες πριν. Το αποδεικνύει η σχετική δήλωση Πάγκαλου στο "Βήμα" εκείνες τις ημέρες. Κι όμως, η ποιοτική κλιμάκωση του τουρκικού επεκτατισμού με την προβολή και εδαφικών διεκδικήσεων δεν ήταν κεραυνός εν αιθρία. Απλώς, έπιασε τον ύπνο και την κυβέρνηση και τους αρμόδιους κρατικούς μηχανισμούς, παρότι η Άγκυρα είχε προειδοποιήσει γι' αυτό που σχεδίαζε.
Η προειδοποίηση του Τούρκου ναυάρχου το 1991
Τον Ιούνιο 1991, λίγο πριν την επίσκεψη του τότε Αμερικανού προέδρου Μπους σε Αθήνα και Άγκυρα, ο τότε αρχηγός του τουρκικού στόλου ναύαρχος Ιρφάν Τινάζ είχε δημοσίως ισχυρισθεί ότι οι βραχονησίδες του Αιγαίου δεν είναι ελληνικό έδαφος. Το είχα προσωπικά καταγράψει σε άρθρο μου στην "Καθημερινή". Δεν θα έπρεπε να είχε καταγραφεί και αξιολογηθεί αυτή η δήλωση από τις αρμόδιες ελληνικές υπηρεσίες;
Πολύ περισσότερο που στα τέλη 1989, η Τουρκία είχε χρησιμοποιήσει την ελληνική βραχονησίδα Ζουράφα (ανατολικά της Σαμοθράκης) για βολές κατά τη διάρκεια ναυτικής άσκησης. Τότε, η κυβέρνηση Μητσοτάκη είχε αποφύγει να προβεί σε διάβημα για να μην οξύνει το κλίμα! Στην πραγματικότητα, επιβεβαιώθηκε για μία ακόμα φορά ότι η Άγκυρα σχεδιάζει και προετοιμάζει προσεκτικά κάθε νέα επεκτατική κίνησή της, βολιδοσκοπώντας εμμέσως τις ελληνικές αντιδράσεις.
Τα Ίμια "ξηλώνουν το πουλόβερ'
Με την προβολή της επεκτατικής θεωρίας των "γκρίζων ζωνών", η Τουρκία δεν είχε στόχο να αποσπάσει από την ελληνική επικράτεια δύο βραχονησίδες που βρίσκονται δίπλα στην οριογραμμή. Αυτές καθ' αυτές οι βραχονησίδες Ίμια έχουν αμελητέα σημασία. Απέκτησαν μεγάλη σημασία, επειδή στόχος της Άγκυρας ήταν και παραμένει να επεκτείνει την αμφισβήτηση της ελληνικής κυριαρχίας και να μετατρέψει σε "γκρίζα ζώνη" ένα σημαντικό τμήμα του Αιγαίου. Η δήλωση Τσιλέρ στη Χουριέτ εκείνες τις ημέρες ήταν σαφέστατη.
Ήγειρε διεκδικήσεις για 152 νησιά και βραχονησίδες, ισχυριζόμενη ότι «μέχρι τώρα η Τουρκία υποσυνείδητα αποδεχόταν ότι τα νησιά αυτά έμπρακτα ανήκουν στην Ελλάδα. Εμείς θα το αλλάξουμε αυτό». Ας σημειωθεί ότι με το ιταλοτουρκικό πρωτόκολλο του 1932 για τη χάραξη της μεθοριακής γραμμής μεταξύ Τουρκίας και Δωδεκανήσων, η Άγκυρα είχε επισήμως αναγνωρίσει ότι τα Ίμια ανήκουν στα Δωδεκάνησα. Το καταγράφουν, μάλιστα και επίσημοι τουρκικοί χάρτες εκείνης της εποχής.
Όσο δε για τα νησιά βορειότερα της Δωδεκανήσου, η Συνθήκη της Λωζάννης είναι απολύτως σαφής. Αναφέρει ότι στην Ελλάδα παραχωρούνται τα μεγάλα νησιά (Λήμνος, Λέσβος κ.α.) και οι παρακείμενες νησίδες. Και για να μην αφήσει κανένα περιθώριο αμφισβήτησης, αναφέρει σαφώς ότι στην Τουρκία παραχωρούνται αποκλειστικά και μόνο όσες νησίδες είναι εντός της ζώνης τριών μιλίων από τις μικρασιατικές ακτές.
Και οι "γκρίζες ζώνες" στη Χάγη – Η υπαναχώρηση Σημίτη
Μετά την κρίση στα Ίμια, σύμφωνα με πληροφορίες που ποτέ δεν διαψεύσθηκαν, η Αθήνα είχε ζητήσει από τους Αμερικανούς να εμφανίσουν σαν δική τους την ιδέα για παραπομπή των "γκρίζων ζωνών" στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης. Όταν η Ουάσιγκτον υπέβαλε την πρόταση, η κυβέρνηση Σημίτη είχε σπεύσει να την αποδεχθεί. Την επόμενη ημέρα, όμως, μετά από την εκδήλωση έντονων αντιδράσεων, είχε υπαναχωρήσει, δηλώνοντας ότι η Ελλάδα δεν έχει κανένα λόγο να ζητάει την παραπομπή.
Η αλήθεια είναι ότι κανένα κράτος δεν προτείνει τον τρόπο, με τον οποίο η εχθρική δύναμη θα προωθήσει την αμφισβήτηση της εθνικής του κυριαρχίας. Δεν υπάρχει διεθνώς, άλλωστε, προηγούμενο ένα κράτος να αφήνει στα χέρια κάποιων ξένων δικαστών την εδαφική του ακεραιότητα. Στην περίπτωσή μας να αποφασίσουν εάν οι Φούρνοι, οι Οινούσσες, το Αγαθονήσι, η Ψέριμος και τόσες άλλες και κατοικημένες νησίδες θα παραμείνουν ελληνικές ή θα παραχωρηθούν στην Τουρκία!
Όλα τα παραπάνω μπορεί σε κάποιους να μοιάζουν ιστορικού χαρακτήρα αναφορές, αλλά στην πραγματικότητα είναι η "καρδιά" της ελληνοτουρκικής διένεξης μέχρι και σήμερα. Κι αυτά τα ζητήματα θα εισέλθουν από το "παράθυρο" και στο νέο κύκλο των διερευνητικών που μόλις ξεκίνησε. Γι' αυτό ας αρχίσουμε να διδασκόμαστε από το παρελθόν, όταν μάλιστα αυτό έχει να μας διδάξει πολλά.
Δημοσίευση σχολίου