Του Ιωάννη Αναστασάκη*
Ένα από τα μεγαλύτερα μέσα ενημέρωσης της Βρετανίας, δημοσίευσε πρόσφατα άρθρο που από τον τίτλο του προκαλεί ενδιαφέρον: «Το τουρκικό ταμείο συντάξεων στρατιωτικών αγοράζει τον βρετανικό χάλυβα» (Turkish army pension fund to buy British Steel). Η ενδελεχής εξέταση του θέματος αυτού οδηγεί σε συμπεράσματα στρατηγικής ανάλυσης που αφορούν την ευρύτερη περιοχή, αλλά ιδιαίτερα την Ελλάδα και την Κύπρο.
Το ταμείο συντάξεων των Τούρκων στρατιωτικών που ονομάζεται ATAER, υπάγεται στο ταμείο ενίσχυσης των τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων (Turkish Armed Forces Assistance Fund) που ονομάζεται OYAK. Δηλαδή το ATAER είναι ο επενδυτικός βραχίονας του OYAK.
Σύμφωνα με το δημοσίευμα, το τουρκικό fund ενδιαφέρεται να αγοράσει βρετανική βιομηχανία χάλυβα που αντιπροσωπεύει το 30% της Βρετανικής παραγωγής. Η εταιρεία αυτή, λόγω οικονομικών προβλημάτων βρίσκεται υπό αναγκαστική πώληση.
Βρετανοί υψηλά ιστάμενοι δηλώνουν ότι η προς πώληση βιομηχανία είναι στρατηγικής σημασίας και ότι από τους ενδιαφερόμενους αγοραστές το τουρκικό fund είναι ο προτιμητέος αγοραστής. Δηλώνουν επίσης ότι στην εταιρεία εργάζονται περίπου 5.000 άνθρωποι, ενώ εκτιμάται ότι επιπλέον 20.000 θέσεις εργασίας επηρεάζονται στην αλυσίδα υποστήριξης της λειτουργίας της.
Τούρκοι εκπρόσωποι του στρατιωτικού fund δήλωσαν ότι ήδη ελέγχονται τα οικονομικά της προς πώληση εταιρείας και η αγορά της θα ολοκληρωθεί μέχρι το τέλος του τρέχοντος έτους. Αξίζει να επισημανθεί ότι το BREXIT είναι προγραμματισμένο να συμβεί τον Οκτώβριο.
Επισημαίνεται ότι το ίδιο τουρκικό fund των Ενόπλων Δυνάμεων, ελέγχει επίσης και το 25% της παραγωγής χάλυβα της Τουρκίας που απασχολεί περίπου 11.530 εργαζόμενους. Με την ολοκλήρωση επομένως της αγοράς της Βρετανικής εταιρείας, όπως προαναφέρθηκε, το ταμείο των Τούρκων στρατιωτικών θα είναι μία εμπορική υπερδύναμη στην παραγωγή και εμπορία χάλυβα.
Για να γίνει ευρύτερα κατανοητό το στρατηγικό όφελος που θα επιτύχει η Τουρκία, αρκεί να υπενθυμιστεί ότι ακριβώς η εμπορία του χάλυβα που επηρέαζε τις σχέσεις Ευρώπης και Ηνωμένων Πολιτειών, οδήγησε το 1951 στην ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Άνθρακα και Χάλυβα (ΕΚΑΧ). Η ΕΚΑΧ ήταν στην συνέχεια η μία από τις τρεις συνιστώσες που το 1965 οδήγησαν στην ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας. Για την ιστορία, οι άλλες δύο συνιστώσες ήταν η Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα (ΕΟΚ) και η Ευρωπαϊκή Κοινότητα Ατομικής Ενέργειας (ΕΚΑΕ).
Η πολυδιάστατη στόχευση της τουρκικής επένδυσης
Η προσπάθεια της Τουρκίας να καταστεί υπερδύναμη στην παραγωγή και την εμπορία του χάλυβα, φαίνεται ότι υλοποιεί ένα πολυδιάστατο στρατηγικό σχέδιο σύμφωνα με το οποίο:
Α. Συσφίγγει την στρατηγική σχέση με την Βρετανία, όχι μόνο στην εμπορία του χάλυβα, αλλά στηρίζοντάς την οικονομικά στην δύσκολη περίοδο του επικείμενου BREXIT. Τα αναμενόμενα οφέλη για την Τουρκία εκτός των άλλων εκτιμάται ότι θα είναι τόσο στο Κυπριακό που οι δύο χώρες είναι εγγυήτριες Δυνάμεις, όσο και στην εκμετάλλευση των υδρογονανθράκων στην ανατολική Μεσόγειο. Σχετικά άρθρα έχουν δημοσιευτεί ΕΔΩ και ΕΔΩ.
Η τουρκική πολιτική και στρατιωτική Ηγεσία εκτιμά ότι η Βρετανία μετά το BREXIT, ως αυτόβουλη δεν θα δεσμεύεται από τις αποφάσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως είναι για παράδειγμα η υποστήριξη του αγωγού της Ανατολικής Μεσογείου (EastMed pipeline). Επίσης η Βρετανία δεν θα δεσμεύεται να τηρεί την σκληρή ή έστω επικριτική στάση της ΕΕ έναντι της Τουρκίας. Οι όποιες σχετικές εξελίξεις θα επηρεάσουν τα συμφέροντα της Ελλάδας και της Κύπρου.
Β. Η στρατηγική συνεργασία Τουρκίας – Βρετανίας εκτιμάται ότι θα βοηθήσει ουσιαστικά και την Αμυντική Βιομηχανία της Τουρκίας, το μεγαλύτερο μέρος της οποίας ανήκει επίσης στα στρατιωτικά funds. Ως γνωστόν η τουρκική αμυντική βιομηχανία, στηρίχθηκε για να αναπτυχθεί αρχικά στην συνεργασία με το Ισραήλ και στην συνέχεια με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Λόγω των κακών σχέσεων που έχουν καλλιεργηθεί από την τουρκική εξωτερική πολιτική, η αμυντική βιομηχανία της χώρας πρέπει να βρει νέους συμμάχους. Προς την κατεύθυνση αυτή η Βρετανία φαντάζει ιδανική περίπτωση, ιδίως στους τομείς υψηλής τεχνολογίας και την ανάπτυξη πυρηνικών όπλων που πρόσφατα εκμυστηρεύτηκε ο πρόεδρος Ερντογάν.
Η πιθανή συνεργασία της τουρκικής αμυντικής βιομηχανίας με την Ρωσία στους τομείς αυτούς δεν έχει μέλλον. Ήδη ρωσικά μέσα ενημέρωσης σχολιάζουν ότι δεν είναι δυνατόν να εκχωρηθεί εξειδικευμένη τεχνογνωσία προς την Τουρκία, έναν πιθανό μελλοντικό αντίπαλο. Η Τουρκία γνωρίζει την πραγματικότητα και στοχεύει προς την Βρετανία. Επί του προκειμένου υπενθυμίζεται και η δημοσιοποιημένη Τουρκο-Βρετανική συνεργασία για την κατασκευή του κινητήρα για το νέο τουρκικό μαχητικό αεροσκάφος.
Γ. Όσον αφορά τις Διεθνείς Σχέσεις, η Τουρκία με την απόκτηση σημαντικού μεριδίου της παγκόσμιας παραγωγής χάλυβα, θα μπορεί από θέση ισχύος να διαπραγματεύεται με βιομηχανικές χώρες που έχουν ανάγκη τον χάλυβα για την βιομηχανική παραγωγή τους. Με όχημα τον χάλυβα μπορεί να επιτύχει θετικές για τα ενδιαφέροντά της συνέργειες και υποστήριξη από αυτές τις βιομηχανικές χώρες, σε άλλους τομείς διεθνών σχέσεων ακόμα και πέραν του διεθνούς εμπορίου.
Δ. Οι επενδύσεις του ταμείου αρωγής των Τούρκων στρατιωτικών, προσφέρουν οικονομική ευρωστία. Αυτό έχει ως άμεσο αποτέλεσμα, οι μισθοί και οι συντάξεις τους να μην επηρεάζονται σημαντικά από την άσχημη οικονομική συγκυρία και την κάθετη μείωση του κατά κεφαλή εισοδήματος των υπολοίπων Τούρκων πολιτών. Εκτιμάται ότι η οικονομική ευρωστία των στρατιωτικών ταμείων στην Τουρκία συμβάλει μεν στην διατήρηση του ηθικού, αλλά και είναι ένας μοχλός πίεσης για την διατήρηση της αφοσίωσης του στρατεύματος προς την πολιτική και στρατιωτική Ηγεσία.
Σε συνέχεια των ανωτέρω, η Ελλάδα και η Κύπρος έχουν κάθε λόγο να παρακολουθούν τις εξελίξεις των επενδυτικών σχεδίων της Τουρκίας, καθώς και του διαφαινόμενου ενισχυμένου άξονα συνεργασίας Τουρκίας-Βρετανίας που δημιουργείται.
*Ο κ. Ιωάννης Αναστασάκης είναι αντιπτέραρχος ε.α. που ασχολείται στον τομέα «Ασφάλεια για την οικονομική ανάπτυξη». Έχει εμπειρία στην Διεθνή Αμυντική Συνεργασία και τις Αμυντικές Επενδύσεις και εξοπλισμούς.
πηγή
Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου.
Δημοσίευση σχολίου