Του ΜΙΧΑΛΗ ΙΓΝΑΤΙΟΥ
Η Τουρκία έπαιξε την περασμένη Πέμπτη στη Νέα Υόρκη ένα βρώμικο παιγνίδι εναντίον των Ηνωμένων Πολιτειών και του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ. Ήταν ότι χειρότερο μπορούσε να συμβεί στον Αμερικανό πλανητάρχη, ο οποίος ρίσκαρε με την αναγνώριση της Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσας του Ισραήλ.
Το ρίσκο ήταν όντως μεγάλο και θα έλεγα πως ο Λευκός Οίκος και γενικά η αμερικανική διπλωματία δεν είχαν υπολογίσει τις συνέπειες. Μάλλον, για να είμαι πιο ακριβής δεν περίμεναν την αντίδραση του ισλαμιστή ηγέτη της Τουρκίας, Ταγίπ Ερντογάν, ο οποίος άρπαξε την ευκαιρία για να παρουσιαστεί ως ο αδιαμφισβήτητος ηγέτης του μουσουλμανικού κόσμου. Βεβαίως, κακώς δεν είχαν υπολογίσει την αντίδρασή του και θα έπρεπε μέχρι τώρα να τον είχαν αναλύσει επαρκώς και να τον αντιμετωπίζουν κατάλληλα.
Τις τελευταίες δύο εβδομάδες λάμβαναν στην Ουάσιγκτον πολλά αρνητικά μηνύματα και εκ του αποτελέσματος αποδεικνύεται πως δεν τα ανέλυσαν σωστά. Εκτός αν περίμεναν ότι οι δικές τους διπλωματικές νότες ήταν αρκετές για να τον συνετίσουν. Εάν όντως είχαν βεβαιωθεί ότι οι διαμαρτυρίες τους τον φόβισαν κάνουν …μεσάνυχτα. Διότι τους ρεζίλεψε στο δικό τους γήπεδο, σε ένα Διεθνή Οργανισμό, ο οποίος στηρίζεται αποκλειστικά στην οικονομική ενίσχυση της Αμερικής. Η γενναιοδωρία των Αμερικανών είναι η μηχανή για να λειτουργούν τα Ηνωμένα Έθνη. Χωρίς την αμερικανική οικονομική βοήθεια, ο ΟΗΕ θα είχε οδηγηθεί στην πτώχευση. Παρ’ όλα αυτά, η αμερικανική διπλωματία μπόρεσε να πείσει για τα «δίκαιά» της μόνο 7 χώρες αν εξαιρέσουμε την ίδια την Αμερική και το Ισραήλ. Τραγωδία…
Βέβαια, για να είμαστε ορθοί δεοντολογικά, πρέπει να τονίσουμε ότι όλες αυτές οι χώρες που ψήφισαν εναντίον της πρότασης του κ. Τραμπ, ανάμεσά τους η Κύπρος και η Ελλάδα, δεν πείστηκαν από τον Σουλτάνο. Η παλαιστινιακή υπόθεση είναι ένα ευαίσθητο θέμα για την συντριπτική πλειοψηφία των χωρών και οι περισσότερες ψηφίζουν πάντα υπέρ του παλαιστινιακού λαού για λόγους αρχής. Όπως έπραξαν η Λευκωσία και η Αθήνα χωρίς να υπολογίσουν ότι θα μπορούσαν -για μία φορά στην ιστορία τους- να παίξουν ένα απλό διπλωματικό παιγνίδι, το οποίο θα τους απέφερε πάρα πολλά κέρδη.
Ο ισλαμιστής ηγέτης της Τουρκίας μπορεί να κομπάζει ότι έσυρε 128 χώρες πίσω από το άρμα του, και τις ανάγκασε να ψηφίσουν εναντίον της Αμερικής και του Προέδρου τους. Ας μην κρύβουμε τα λόγια μας. Ήταν μία καταλυτική ήττα για τις ΗΠΑ, παρά το γεγονός ότι υπερδύναμη είναι, και ότι θέλει κάνει. Δεν πρόκειται ο κ. Τραμπ να αλλάξει την απόφασή του, αντίθετα θα επιμείνει περισσότερο από κάθε άλλη φορά, ότι είναι ορθότατη και στο σημείο που οδηγήθηκαν τα πράγματα θα σπεύσει και να την υλοποιήσει πιο γρήγορα απ’ ότι προγραμμάτιζε.
Το μέγα ερώτημα που τίθεται είναι τι θα συμβεί απ’ εδώ και πέρα μεταξύ της Άγκυρας και της Ουάσιγκτον, αν και το παιγνίδι έχει γίνει έντονα προσωπικό μεταξύ του κ. Ερντογάν και του κ. Τραμπ. Είναι δύο ηγέτες που έχουν ομοιότητες, που δεν δέχονται ποτέ τις όποιες ήττες τους. Είναι πέρα για πέρα ανταγωνιστικοί και όταν συναντούν αντίσταση, αντί να κάνουν ένα βήμα πίσω, γίνονται πιο επιθετικοί. Θα δώσουν τόπο στην οργή ή θα ρίξουν περισσότερο λάδι στη φωτιά; Ουδείς αυτή τη στιγμή μπορεί να απαντήσει αυτή την ερώτηση του …εκατομμυρίου, όπως συνηθίζουν να λένε οι Αμερικανοί όταν δυσκολεύονται να την απαντήσουν.
Με τα σημερινά πάντα δεδομένα, δεν μπορεί να δει κανείς φως στο τούνελ των τουρκο-αμερικανικών σχέσεων. Θα είναι η έκπληξη της δεκαετίας εάν υποχωρήσει ο Πρόεδρος Τραμπ, αν και είναι σε ισχύ η στρατηγική σχέση μεταξύ των δύο χωρών και έχουν ανοικτά (κοινά) μέτωπα, αν και ο Ερντογάν δεν χαμπαριάζει και δεν ενδιαφέρεται να μείνει σε μία σχέση την οποία θεωρεί ανύπαρκτη.
Αυτό που δεν έχουν καταλάβει οι Αμερικανοί είναι ότι ο πρόεδρος της Τουρκίας έχει προχωρήσει σε άλλες συμμαχίες και δεν δίνει την παραμικρή σημασία στη σχέση με την Αμερική. Δεν νοιώθει σύμμαχος των Αμερικανών, αντίθετα τους δημιουργεί μύρια προβλήματα. Επίσης, το αρρωστημένο του μυαλό έχει καταλήξει σε ένα εξίσου αρρωστημένο συμπέρασμα: ότι πίσω από τα προσωπικά προβλήματα του, αλλά και τα εθνικά της Τουρκίας βρίσκονται οι Αμερικανοί. Ο …Αλλάχ ο ίδιος να κατέβει στη γη, δεν πρόκειται να πειστεί ότι η Ουάσιγκτον δεν έχει σχέση με το σικέ πραξικόπημα, ούτε ευθύνεται αν είναι βυθισμένος και αυτός και η οικογένειά του στη διαφθορά. Οπότε, θα μπορούσαμε να υποστηρίξουμε ότι το τελευταίο σόου της Τουρκίας στα Ηνωμένα Έθνη, διά του υπουργού Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου, είναι η αρχή ενός νέου δράματος, όπου οι ΗΠΑ και η Τουρκία θα βαδίσουν σε άλλους δρόμους, εχθρικούς αυτή τη φορά. Διότι δεν αντηλλάγησαν μόνο βαριές κουβέντες. Ο κ. Ερντογάν βρέθηκε απέναντι στα αμερικανικά εθνικά συμφέροντα, και αμφισβήτησε τον ίδιο τον ηγέτη της υπερδύναμης. Λέγαν οι σοφοί του χωριού ότι ειπώθηκαν λόγια του καυγά. Εδώ τα πράγματα είναι ακόμα χειρότερα. Η Τουρκία στόχευσε στο διεθνές ρεζίλεμα του κ. Τραμπ και, θα έλεγα, ότι το πέτυχε, αν και πιστεύω ότι τον τελευταίο λόγο τον έχει πάντα η Αμερική.
Ο Αμερικανός Πρόεδρος έχει επιλογές και η κοντόφθαλμη αμερικανική διπλωματία πρέπει να ξεκολλήσει από το παρωχημένο «δόγμα» ότι η Τουρκία είναι ο ακρογωνιαίος λίθος της στρατηγικής της στη γειτονιά. Ούτε είναι, ούτε ήταν ποτέ. Η Τουρκία άρμεγε την Αμερική και η Αμερική το αποδεχόταν με ένα εντελώς βλακώδες τρόπο, με αποτέλεσμα να πικράνει άλλους στενούς της συμμάχους, που δεν της δημιούργησαν ποτέ το παραμικρό πρόβλημα.
Η μεγαλύτερη νίκη των Ηνωμένων Πολιτειών και του κ. Τραμπ είναι η δημιουργία άλλων συμμαχιών και μάλιστα με τους εχθρούς της Τουρκίας, οι οποίοι είναι πάρα πολλοί. Αντί να προδίδουν για δεκαετίες τους Κούρδους, είναι καλύτερα για τα συμφέροντα τους, να τους εγκολπωθούν, και να τους υποστηρίξουν για τη δημιουργία του κουρδικού κράτους. Και στο θέμα αυτό, καλά κάνει ο κ. Τραμπ να ακούσει τη συμβουλή του πρωθυπουργού του Ισραήλ Μπέντζαμιν Νετανιάχου. Εισηγήθηκε τη δημιουργία του «δεύτερου Ισραήλ» στο ενωμένο Κουρδιστάν.
Μετά από την προσβολή του Ερντογάν, θέλω να ελπίζω ότι οι Αμερικανοί διπλωμάτες στη Λευκωσία, οι οποίοι έχουν καταντήσει νεροκουβαλητές της Τουρκίας, θα κάνουν την αυτοκριτική τους. Διότι είναι μη παραδεκτή η επιμονή τους να συνεχίζουν να υποστηρίζουν λύση στο Κυπριακό, που θα δέσει το νησί στο άρμα της Τουρκίας και του Ερντογάν. Έχει και η υπομονή τα όριά της…
ΥΣΤΕΡΟΓΡΑΦΟ: Λόγω των προεδρικών εκλογών στην Κύπρο έχουν δημιουργηθεί ανίερες συμμαχίες, που υποψιάζουν τους πολίτες για το αύριο της Κύπρου. Το 2004, το 76% των Ελληνοκυπρίων απέρριψε το φιλοτουρκικό σχέδιο Ανάν, και ορθά έπραξε. Αν αναλύσει κανείς ορθά τις θέσεις του ΔΗΣΥ και του ΑΚΕΛ, εύκολα καταλαβαίνει ότι την επομένη των εκλογών, εάν κερδίσουν, πράγμα αβέβαιο, θα οδηγηθούμε σε μία λύση εξπρές με τη βοήθεια των δύο αυτών κομμάτων. Βέβαια, θα πάθουν ότι και το 2004. Θα αναζητούν τις ψήφους των οπαδών τους και δεν θα τις βρίσκουν. Οι εκλογές αυτές είναι τόσο κρίσιμες όσο και το δημοψήφισμα εκείνου του Ιούλη, όταν η βροντερή φωνή του λαού νίκησε όσους συμμετείχαν στο ανοσιούργημα εναντίον της Πατρίδας.
πηγή
Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου.
Δημοσίευση σχολίου