GuidePedia

0

Οτιδήποτε συμβαίνει στην γειτονική μας Τουρκία, αναπόφευκτα παρουσιάζει ενδιαφέρον για την Ελλάδα, ιδιαίτερα όταν αυτός ο δύστροπος και αναθεωρητικός γείτονας μας δημιουργεί κλίμα έντασης, με αποτέλεσμα να προκαλείται ανησυχία τόσο στις αρμόδιες κρατικές υπηρεσίες όσο και στην ελληνική κοινή γνώμη. Μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα, το βασανιστικό ερώτημα που τίθεται όλο και πιο επιτακτικά αφορά το πως είναι και «προς τα πού πάει η Τουρκία του Erdogan».

Ο γνωστός αναλυτής –συγγραφέας κ. Χρήστος Μηνάγιας, ο οποίος παρακολουθεί σε επαγγελματικό επίπεδο την Τουρκία για πολλά χρόνια και συνεπώς γνωρίζει όσο λίγοι τη γειτονική χώρα, αποδέχτηκε για ακόμα μία φορά την πρόσκληση να απαντήσει στις ερωτήσεις μας σχετικά με την πορεία της Τουρκίας μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα του περασμένου Ιουλίου σε ιδεολογικό, πολιτικοκοινωνικό και στρατιωτικό επίπεδο. Τον ευχαριστούμε για μία ακόμα φορά από καρδιάς.

Συνέντευξη στον Βασίλη Κοψαχείλη

Κύριε Μηνάγια, ποια είναι η γενική εικόνα που παρουσιάζει σήμερα η Τουρκία;
Την τελευταία δεκαετία, η Τουρκία βρίσκεται σε μια πορεία ευρείας πολιτειακής, πολιτικής και διοικητικής μεταρρύθμισης στη βάση νέων ιδεολογικοπολιτικών στερεοτύπων με ολιγαρχικά χαρακτηριστικά. Εν τω μεταξύ, σύμφωνα με εκτιμήσεις κύκλων που στηρίζουν τον Tayyip Erdoğan, η μεταρρύθμιση αυτή θα περάσει στην πολιτική επιστήμη και την βιβλιογραφία της πολιτικής ιστορίας ως «ερντογανισμός».

Από την άλλη πλευρά, τουρκικοί κύκλοι που διακρίνονται για την ελεύθερη σκέψη τους θεωρούν ότι, τα τελευταία χρόνια και ειδικά μετά την απόπειρα πραξικοπήματος στις 15 Ιουλίου 2016, η Τουρκία βιώνει μια πολύ σοβαρή θεσμική κατάρρευση, η οποία εστιάζεται σε δύο θεωρίες που η μια επικαλύπτει την άλλη: τη θεωρία της «Μεγάλης Αθλιότητας» και τη θεωρία της «Πολιορκίας του Κράτους».

Σύμφωνα με τη θεωρία της «Μεγάλης Αθλιότητας», η κατάσταση εκτάκτου ανάγκης που επιβλήθηκε κατά των γκιουλενιστών, μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα και η οποία παρατείνεται κάθε τρίμηνο, επεκτάθηκε ενσυνείδητα και σε άλλους αντιπάλους του Erdoğan. Αυτό έχει ως στόχο την επιβολή από τον κρατικό μηχανισμό μιας κατάστασης, όπου όλες οι ανεξάρτητες σκέψεις θα ασφυκτιούν από τα νέα ιδεολογικοπολιτικά στερεότυπα που επιβάλει ο Τούρκος πρόεδρος. Η δεύτερη θεωρία της «Πολιορκίας του Κράτους» αναφέρει ότι, μετά την αποπομπή των γκιουλενιστών από τις θέσεις που αυτοί κατείχαν στον κρατικό μηχανισμό, πραγματοποιήθηκε μια ταχεία και ευρεία «ανακατάληψη» της δικαιοσύνης, καθώς επίσης των φορέων άμυνας, ασφάλειας και πληροφοριών. Μάλιστα, τα άτομα που τοποθετήθηκαν στις θέσεις αυτές εντάσσονται σε μια σύνθεση που περιλαμβάνει ευρασιατιστές, ακραίους εθνικιστές και ομάδες του παλαιού βαθέως κράτους. Εκτός τούτου, στις περισσότερες περιπτώσεις μεσαίων και χαμηλόβαθμων στελεχών δεν τέθηκε ως βασικό κριτήριο η αξιολόγηση βάσει προσόντων, αλλά οι συστατικές επιστολές από τον κομματικό μηχανισμό, πρωτίστως του κυβερνώντος κόμματος ΑΚΡ και δευτερευόντως του εθνικιστικού κόμματος ΜΗΡ που στηρίζει τις επιλογές Erdoğan.

Συνεπώς, η κατάσταση που έχει διαμορφωθεί εν όψει όλων των παραπάνω έχει ως εξής: Αφενός ο νέος κρατικός μηχανισμός θεωρεί ότι, η Τουρκία τελεί υπό πολιορκία και ότι συνεχώς αυτός καλείται να αντιμετωπίσει τα νέα σχέδια που συντάσσονται για τον διαμελισμό της χώρας. Αφετέρου, στην κατάσταση του «πολέμου χωρίς τέλος» που έχει περιέλθει η Τουρκία, γίνεται ευρεία χρησιμοποίηση του όρου «εσωτερικός εχθρός», στοχοποιώντας με αυτόν τον τρόπο τις αντιπολιτευόμενες εφημερίδες, δημοσιογράφους και ακαδημαϊκούς, την κοινωνία των πολιτών, καθώς επίσης πολιτικές και πολιτιστικές πρωτοβουλίες, όπως συνέδρια, ημερίδες και συζητήσεις με τη συμμετοχή Τούρκων και αλλοδαπών επιστημόνων-ερευνητών.

Στην κατάσταση αυτή που μας περιγράψατε, τι θα πρέπει να προσέξει η Ελλάδα;

Η ελληνική πλευρά κρίνεται σκόπιμο να λάβει υπόψη δύο θέματα για την ενάσκηση της εξωτερικής της πολιτικής: την ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας και τις αμερικανοτουρκικές σχέσεις.

Αναφορικά με την ευρωπαϊκή προοπτική, αυτή για την Τουρκία πιθανόν έλαβε τέλος και η νέα στρατηγική που θα εφαρμόσει η Άγκυρα θα εστιασθεί στις διμερείς σχέσεις με κάθε ευρωπαϊκό κράτος ξεχωριστά, στο πλαίσιο τριών παραγόντων: φιλικές σχέσεις, εταιρικές σχέσεις και εχθρικές σχέσεις. Μάλιστα, οι πρόσφατες συμφωνίες αμυντικής συνεργασίας σε εξοπλισμούς μεταξύ Τουρκίας, Γαλλίας και Ιταλίας εντάσσονται στο πλαίσιο των εταιρικών σχέσεων. Συνεπώς, μια απομάκρυνση της Τουρκίας από τους ευρωπαϊκούς θεσμούς και προσέγγιση ευρωπαϊκών κρατών ξεχωριστά, με αντάλλαγμα οικονομικές συνεργασίες, δεν νομίζω ότι θα είναι προς όφελος της χώρας μας, ειδικά το αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα.

Σε ό,τι έχει να κάνει με μια ασφαλή εκτίμηση για τις αμερικανοτουρκικές σχέσεις, θεωρώ ότι θα πρέπει να δούμε όλη την εικόνα της Μέσης Ανατολής. Εν προκειμένω, η Τουρκία, μέσα στην «ανεμοθύελλα» που έχει πλήξει τη Μέση Ανατολή «χορεύει» με το Ιράν, διαπληκτίζεται με τις Ηνωμένες Πολιτείες και είναι συγκρατημένη με τη Ρωσία. Σημειωτέον ότι, αυτά υποκρύπτουν, εν δυνάμει, μεγάλες παγίδες και μεγάλες κρίσεις που δεν μπορεί να προβλεφθούν. Και τούτο, διότι η εν λόγω περιοχή βρίσκεται σε μια περίοδο όπου, ο φίλος γίνεται εχθρός και ο εχθρός γίνεται φίλος.

Αναφορικά, με την απόκλιση συμφερόντων μεταξύ Τουρκίας και Ηνωμένων Πολιτειών στη Συρία και το βόρειο Ιράκ, η τουρκική στρατηγική δεν αποσκοπεί σε άμεσα και μεγαλεπήβολα αποτελέσματα. Οι Τούρκοι ξέρουν να περιμένουν και προβαίνουν σε μικρά βήματα κάθε φορά, είτε μέσω εκβιασμών είτε μέσω παραχωρήσεων. Ενδεικτικό παράδειγμα της στρατηγικής της Άγκυρας μέσω εκβιασμών είναι το εξής: Μετά τις πληροφορίες που κυκλοφόρησαν το τελευταίο χρονικό διάστημα για το ενδεχόμενο καθυστέρησης ή ακόμη και ακύρωσης της παράδοσης των αεροσκαφών F-35 στην Τουρκία εξαιτίας της τουρκο-ρωσικής συμφωνίας για τους S-400 που βρίσκεται σε εξέλιξη, ερντογανικοί κύκλοι (εφημερίδα Yeni Safak) ανέφεραν ότι, η Άγκυρα εξετάζει την περίπτωση να ζητήσει από τις Ηνωμένες Πολιτείες να αποσύρει το ραντάρ ΑΝ-ΤΡΥ-2 που βρίσκεται από το 2012 στην περιοχή Kürecik της Malatya στη νοτιοανατολική Τουρκία επισημαίνοντας το εξής:

«H Τουρκία που προέταξε το στήθος της για την ασφάλεια της Ατλαντικής Συμμαχίας, με αποτέλεσμα να κλιμακωθούν οι αντιδράσεις της Μόσχας και της Τεχεράνης, δεν θα σκύψει το κεφάλι της στον εκβιασμό που επιχειρείται για τα F-35 από τις Ηνωμένες Πολιτείες με πρόσχημα τους S-400. Εάν δεν έρθουν τα F-35 στην Τουρκία, το ραντάρ στο Kürecik θα γίνει μια φούσκα (μπαλόνι) και τότε το Ισραήλ θα αποστερηθεί της δυνατότητας έγκαιρης προειδοποίησης σε περίπτωση εκτόξευσης βαλλιστικού πυραύλου από το ανατολικό και βόρειο Ιράν.». Όμως πέραν των F-35, ο τουρκικός εκβιασμός πιθανόν να επεκταθεί και στα F-16. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τον Τούρκο υποπτέραρχο ε.α. Beyazıt Karataş, η Άγκυρα θα ζητήσει από τις Ηνωμένες Πολιτείες την αναβάθμιση των αεροσκαφών αυτών σε F-16 Block 70. Επιπλέον, ο Karataş γνωστοποιεί ότι, η τουρκική πολεμική αεροπορία εκσυγχρόνισε τα F-16 Block 40 και Block 50 σε Block 50+, ενώ ο εκσυγχρονισμός των F-16 Block 30 βρίσκεται στο στάδιο της ολοκλήρωσης.

Ποία είναι η άποψη σας για την Meral Akşener, την οποία μερικοί δημοσιογραφικοί κύκλοι εδώ στην Ελλάδα την αποκαλούν ως τη «Σιδηρά Κυρία» που απειλεί την κυριαρχίαTayyip Erdoğan;


Θεωρώ ότι, στην Τουρκία δεν υπάρχει κάποια άλλη ηγετική προσωπικότητα ικανή να συσπειρώσει όλες τις ανομοιογενείς κοινωνικο-πολιτικές δυνάμεις που τάσσονται κατά του Erdoğan και στη συνέχεια αυτή να αντιπαρατεθεί πολιτικά εναντίον του.

Ο Tayyip Erdoğan δεν ανησυχεί μήπως και δεν εκλεγεί πρόεδρος Δημοκρατίας κατά τις προεδρικές εκλογές του Νοεμβρίου 2019. Αυτό που τον ανησυχεί είναι μήπως δεν εξασφαλίσει το 50%+1 στον πρώτο γύρο των εκλογών. Η ανησυχία του αυτή έχει να κάνει με το γεγονός ότι, το ποσοστό του πρώτου γύρου μπορεί να μην εκλέξει πρόεδρο, ωστόσο αυτό θα κρίνει την κατανομή των βουλευτικών εδρών. Δηλαδή εάν στον πρώτο γύρο ο Ερντογάν λάβει λιγότερο από 51% θα αντιμετωπίζει πρόβλημα με την ψήφιση των νόμων που θα επιθυμεί να περάσει όταν αυτός θα εκλεγεί πρόεδρος στο δεύτερο γύρο. Τούτο μας οδηγεί στην εκτίμηση ότι, είναι δεδομένη η συνεργασία του Erdoğan με το εθνικιστικό κόμμα ΜΗΡ, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις.

Σύμφωνα με τις πρόσφατες δημοσκοπήσεις στην Τουρκία, παρατηρείται μια πτώση των ποσοστών του κυβερνόντος κόμματος ΑΚΡ, η οποία κατά βάσει εστιάζεται στα εξής: Πρώτον, η απώλεια ψηφοφόρων νεαρής ηλικίας είναι σημαντική και ειδικά στους φοιτητές. Μάλιστα, για έναν Τούρκο φοιτητή δεν θεωρείται πολιτική τοποθέτηση με πρεστίζ να λέει κάποιος ότι είναι ερντογανικός, όπως συνέβαινε στο παρελθόν. Ας σημειωθεί ακόμη ότι, ενώ το 2003 στην Τουρκία υπήρχαν 70 πανεπιστήμια, επί διακυβέρνησης Erdoğan αυτά αυξήθηκαν στα 186 με 7.198.987 φοιτητές. Δεύτερον, στα 15 χρόνια που το ΑΚΡ κυβερνά την Τουρκία, για πρώτη φορά εμφανίζεται μια νέα δεξιά εναλλακτική πρόταση εξουσίας. Δηλαδή το İyi Parti (Καλό Κόμμα) που ιδρύθηκε στις 27-10-2017, έχει αρχηγό την Meral Ακşener και αποτελεί το 87ο κόμμα της τουρκικής πολιτικής σκηνής. Και τρίτον, παρατηρείται διαρροή ψηφοφόρων επειδή ο Erdoğan ζήτησε τις παραιτήσεις πολλών δημάρχων που ανήκουν στο κόμμα του, όπως της Άγκυρας, της Κωνσταντινούπολης κ.λπ. χωρίς να διευκρινισθεί η αιτία (είτε κακοδιαχείριση, είτε σχέση με τους γκιουλενιστές κ.λπ.).

Σε ό,τι έχει να κάνει με την Akşener, αυτή αποσκοπεί στο να γίνει μια ανακατανομή της τράπουλας της κοινοβουλευτικής δομής της Τουρκίας, να θέσει εκτός κοινοβουλίου το εθνικιστικό κόμμα ΜΗΡ το οποίο στηρίζει τον Erdoğan, να αποκόψει της αυτοδυναμία του κυβερνώντος κόμματος ΑΚΡ, και να ανοίξει το δρόμο για μια εναλλακτική πρόταση διοίκησης της χώρας μαζί με το ρεπουμπλικανικό κόμμα CHP της αξιωματικής αντιπολίτευσης.

Επιπρόσθετα, τα δυτικά κέντρα ισχύος εκλαμβάνουν το İyi Parti της Ακşener ως ένα μέσο αποδυνάμωσης του Erdoğan και στη συνέχεια απομάκρυνσης του από την εξουσία. Για το λόγο αυτό βλέπουμε δημοσιεύματα για την Ακşener όπως, η «Σιδηρά Κυρία», τα οποία αναδημοσιεύονται στη χώρα μας. Ωστόσο, γεννώνται τα εξής ερωτήματα διότι δημοκρατικοί κύκλοι στην Τουρκία την αποκαλούν ως «πριγκίπισσα τους σκότους»: «Η Meral Ακşener θα αποποιηθεί των σκοτεινών σχέσεων που είχε με το βαθύ κράτος;». «Η Meral Ακşener θα απαρνηθεί την παραδοσιακή πολιτική και ιδεολογική γραμμή του εθνικιστικού κόμματος MHP από το οποίο προέρχεται;». Μάλιστα, για να γίνουν κατανοητά τα εν λόγω ερωτήματα, παρατίθεται ακολούθως η πολιτική διαδρομή της Ακşener.

Το 1995 ήταν μια από τις πιο στενές συνεργάτιδες της Tansu Çiller (σ.σ. πρωθυπουργός που προκάλεσε την κρίση στα Ίμια) στο κόμμα Ορθού Δρόμου DYP και κατόπιν ανέλαβε υπουργός Εσωτερικών εποφθαλμιώντας τη θέση της Çiller. Ως υπουργός Εσωτερικών κατηγορήθηκε για σκάνδαλο υποκλοπών που είχε στόχο το τουρκικό πολεμικό ναυτικό. Ήταν, ενεργό μέλος των Γκρίζων Λύκων και είχε πολιτικό δεσμό με τον Alaatin Çakıcı, ο οποίος αποκαλείται ως αρχηγός της εθνικιστικής μαφίας στην Τουρκία. Όταν ιδρύθηκε το κόμμα AKP, η Ακşener προσέγγισε τον Tayyip Erdoğan για να την εντάξει στο κόμμα του, αλλά ο Erdoğan κράτησε αποστάσεις από αυτήν. Για το λόγο αυτό, στις 02-11-2001 εντάχθηκε στο εθνικιστικό κόμμα MHP και κατόπιν ο αρχηγός του κόμματος την όρισε ως κύρια σύμβουλό του. Στη συνέχεια αφού έγινε βουλευτής, άρχισε να διεκδικεί την αρχηγία του ΜΗΡ, με αποτέλεσμα στις 08-09-2016 να αποπεμφθεί από το κόμμα. Κατόπιν, στο δημοψήφισμα της 16ης Απριλίου 2017 ήταν μια από τους σημαντικότερους πρωταγωνιστές του ΟΧΙ για την αλλαγή του πολιτεύματος της χώρας. Ας σημειωθεί ακόμη ότι, στα ιδρυτικά μέλη του κόμματος της περιλαμβάνεται ο πλοίαρχος ε.α. Ali Türkşen γνωστός ως διοικητής ομάδος Τούρκων βατραχανθρώπων κατά την κρίση στα Ίμια το 1996 και στη συνέχεια κατηγορούμενος στην υπόθεση Βαριοπούλα.

Θεωρητικά το κόμμα της Ακşener αυτοπροσδιορίζεται ως ένα φιλελεύθερο κόμμα με άνοιγμα προς την κεντροαριστερά (σ.σ. πρόκειται για πολιτικά ρεύματα που στήριξαν στο παρελθόν το στρατιωτικό κατεστημένο) προσδοκώντας στη στήριξη των αγανακτισμένων ψηφοφόρων από όλα τα κοινοβουλευτικά κόμματα, πρωτίστως από το ΜΗΡ και κατόπιν από το ΑΚΡ και στη συνέχεια από CHP και το κουρδικό HDP.

Όπως γίνεται κατανοητό, η υποψηφιότητα της Ακşener για ευθεία αντιπαράθεση στον Erdoğan παρουσιάζει πολλά τρωτά σημεία με αβέβαια αποτελέσματα. Το επισημαίνουμε αυτό, διότι στις προεδρικές εκλογές του Νοεμβρίου 2019 οι Τούρκοι ψηφοφόροι δεν θα κληθούν να ψηφίσουν κόμμα, αλλά κατά πόσο εμπιστεύονται τον Tayyip Erdoğan να διαχειρισθεί τα προβλήματα ασφάλειας που αντιμετωπίζει η χώρα λόγω των ευρύτερων γεωπολιτικών εξελίξεων.

Φυσικά, σε ό,τι έχει να κάνει με την ελληνική πλευρά, μια πολιτικός με τη διαδρομή της Ακşener όχι μόνο δεν θα πρέπει να δημιουργεί ελπίδες για επίλυση των ελληνοτουρκικών προβλημάτων, αλλά ανησυχία για περαιτέρω όξυνση των σχέσεων μεταξύ των δύο χωρών. Προς επιβεβαίωση της εκτίμησης αυτής παρατίθεται η δήλωση της Ακşener 10 ημέρες μετά την επίσκεψη του προέδρου της Δημοκρατίας στην Ψέριμο στις 07-03-2017: «Η κυβέρνηση έμεινε θεατής στη μετάβαση του Έλληνα προέδρου στην Ψέριμο (σ.σ. την αποκάλεσε Keçi Adası) που ανήκει στην Τουρκία. Πρέπει επειγόντως να γίνουν τα δέοντα.».

πηγή


Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου.

Δημοσίευση σχολίου

 
Top