Του Νίκου Μελέτη
Τα «κεφάλια επί πίνακι» των οκτώ τούρκων φυγάδων αξιωματικών ζητά ο Tayyip Erdogan, ενώ συγχρόνως η Τουρκία επιμένει στη «σκληρή ατζέντα» παρά τις προσπάθειες του Νίκου Κοτζιά να προβάλει τη «θετική ατζέντα» με τα σχέδια συνεργασίας σε σειρά από τομείς από τον τουρισμό και το εμπόριο μέχρι την ενέργεια και τις μεταφορές.
Το θέμα των οκτώ αλλά και των εκκρεμών υποθέσεων αίτησης ασύλου από τούρκους πολίτες έχει μπει στην κορυφή της ατζέντας των διμερών σχέσεων από την τουρκική πλευρά, που μέσω και του υπουργού Εξωτερικών Μ. Cavusoglu διεμήνυσε σε απειλητικούς τόνους ότι η «Ελλάδα δεν πρέπει να γίνει καταφύγιο μελών της τρομοκρατικής οργάνωσης FETO».
Ο ίδιος ο Erdogan στη σαραντάλεπτη συνάντηση που είχε με το Νικο Κοτζιά στο Προεδρικό Μέγαρο έθεσε με ιδιαίτερη επιμονή το θέμα αυτό, καθώς φαίνεται ότι η τουρκική ηγεσία δεν θέλει να αποδεχθεί την ελληνική θέση, ότι για τα ζητήματα αυτά αποφασίζει η ανεξάρτητη Δικαιοσύνη.
Ο Ν. Κοτζιάς μάλιστα στις δημόσιες δηλώσεις, θέλοντας να δώσει έμφαση στο ότι δεν ελέγχεται η Δικαιοσύνη και επομένως δεν μπορεί να υπάρξει πολιτική παρέμβαση στο ζήτημα, αναφέρθηκε σε σειρά νόμων που ήταν προτεραιότητα της κυβέρνησης, όπως αυτός του «ελέγχου των ολιγαρχών στα ΜΜΕ, που καταργήθηκαν από την Δικαιοσύνη...». Εξήγησε ότι και η Ελλάδα και ο ίδιος προσωπικά είναι αντίθετος σε κάθε μορφή πραξικοπήματος και υπενθύμισε ότι η Ελλάδα ήταν από τις πρώτες χώρες που καταδίκασε την προσπάθεια ανατροπής της νόμιμης δημοκρατικά εκλεγμένης κυβέρνησης.
Η πίεση πάντως που ασκείται στην ελληνική πλευρά αφορά τις 995 αιτήσεις ασύλου από τούρκους που διώκονται από το τουρκικό καθεστώς ως συνεργάτες του F. Gulen, ενώ δημοσίως τέθηκε από τον Μ. Cavusoglu και ζήτημα περιορισμού της δράσης του ΠΚΚ στην Ελλάδα, ενώ συγχρόνως εκφράσθηκε ικανοποίηση για τη συνεργασία στις περιπτώσεις μελών της ακροαριστερής και χαρακτηρισμένης ως τρομοκρατικής οργάνωσής DHKP-C.
Η επίσκεψη του Έλληνα υπουργού Εξωτερικών στην Άγκυρα και οι συνομιλίες του με τον Τ. Erdogan και τον Μ. Cavusoglu πρακτικά επιχειρούν να λειτουργήσουν κατευναστικά απέναντι σε μια αχαλίνωτη και νευρική Τουρκία η οποία είναι μεν στοχοπροσηλωμενη στα νοτιοανατολικά σύνορά της και στην αντιπαράθεση της με τις Βρυξέλλες και την Ουάσιγκτον, όμως καθόλου δεν έχει ατονήσει το ενδιαφέρον της για τη Θράκη, το Αιγαίο και φυσικά με το νέο... κορυφαίο ζήτημα των διμερών σχέσεων, την τύχη των φυγάδων τούρκων αξιωματούχων που αιτούνται άσυλο από την Ελλάδα.
Η ελληνική πλευρά δεν περίμενε κάποια θεαματική στροφή της Τουρκίας ούτε πιστεύει ότι μπορεί να υπάρξει τέτοια κίνηση το επόμενο διάστημα. Αλλά το γεγονός ότι οι σχέσεις ήταν σχεδόν παγωμένες, με τον κ. Cavusoglu να αναβάλει με διαφορά προσκόμματα τη συνάντηση αυτή διαρκώς από τον περασμένο Οκτώβριο, δημιουργούσε ανησυχία παγίωσης μιας τέτοιας κατάστασης «λειψής επικοινωνίας», που αφήνει ανοικτό το δρόμο για κλιμάκωση εντάσεων και μεγέθυνση των «παρεξηγήσεων». Αυτή την αποκατάσταση καναλιών επικοινωνίας επεδίωξε ο Νίκος Κοτζιάς και στο πλαίσιο αυτό συμφωνήθηκε η σύγκληση του Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας το Φεβρουάριο και συγχρόνως προσκλήθηκε επισήμως στην Ελλάδα ο Τ. Erdogan, επίσκεψη που πιθανότατα θα γίνει εντός του 2017.
Ο Τούρκος πρόεδρος έδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον πάντως και για την πορεία κατασκευής του τζαμιού στην Αθήνα, το οποίο ήδη από το 2004 έχει πάρει ως «προσωπική υπόθεση».
Παρά το πολύ φιλικό κλίμα, στο οποίο υποδέχθηκε τον Ν. Κοτζιά και ο Μ. Cavusoglu και ο Τ. Erdogan, είναι δύσκολο να υποβαθμιστεί η διαφορά προσέγγισης που παραμένει σε μείζονα ζητήματα, και τα οποία φυσικά δεν είναι δυνατόν ούτε να ξεπερασθούν ούτε να ατονήσουν, με την ανάπτυξη των εμπορικών σχέσεων ή την αύξηση των τουριστικών ροών μεταξύ των δυο χωρών.
Στο ζήτημα της Θράκης, όπως αναμενόταν, τέθηκε με διαφορετικούς τρόπους η ατζέντα, με προτεραιότητα το εκπαιδευτικό, το οποίο σαφώς και είναι εξαιρετικά σημαντικό καθώς σε αυτό θα κριθεί εάν θα δοθεί η ευκαιρία στους συγκεκριμένου κύκλους στη Θράκη να πετύχουν τον έλεγχο της μειονότητας και την καλλιέργεια του τουρκισμού και στην νέα γενιά.
Εξάλλου, δεν είναι τυχαίο ότι η τουρκική κυβέρνηση (ο πρωθυπουργός B. Yıldırım, ο ΥΠΕΞ Μ. Cavusoglu και ο αναπληρωτής πρωθυπουργός M. Cavusoglu είχαν προσκαλέσει στα μέσα Οκτωβρίου στην Άγκυρα για διαβουλεύσεις όλη την ηγεσία της λεγομένης «Συμβουλευτικής Επιτροπής Τούρκων Δυτικής Θράκης.
Ο κ. Cavusoglu, θέλοντας να κάνει αναφορά στις διαφορετικές προσεγγίσεις που υπάρχουν μεταξύ των δυο χωρών στάθηκε στο θέμα της μειονότητας λέγοντας ότι οι Τούρκοι μιλάνε για »ρωμαίικη» μειονότητα ενώ ο κ. Κοτζιάς για «μουσουλμανική» και έκανε μια αινιγματική επισήμανση αναφέροντας ότι υπάρχουν και άλλες μουσουλμανικές μειονότητες στην Ελλάδα και γι' αυτό πρέπει να αποδεχθούμε ότι η μειονότητα είναι Τούρκοι», ενώ ζήτησε την εφαρμογή των αποφάσεων του ΕΔΑΔ (σ.σ. αυτές που αφορούν τη χρήση του όρου «τουρκικός» στους τίτλους Συλλόγων). Μια αναφορά προκλητική, μιας και προέρχεται από τη χώρα που έχει δεκάδες καταδίκες για μη εφαρμογή αποφάσεων των διεθνών δικαστηρίων και του ίδιου του ΕΔΑΔ και ελέγχεται για αμέτρητες υποθέσεις παραβίασης ατομικών και μειονοτικών δικαιωμάτων. Η ελληνική πλευρά πάντως άκουσε με ενδιαφέρον τις υποσχέσεις για αντιμετώπιση προβλημάτων που αντιμετωπίζει η ελληνική μειονότητα από την Ίμβρο μέχρι την Κωσταντινο΄θπολη.
Στο θέμα της έντασης στο Αιγαίο και πάρα το γεγονός ότι η ελληνική πλευρά θεωρεί θετική κίνηση ότι χθες υπήρξε μηδενική τουρκική πτητική δραστηριότητα στο Αιγαίο, ο κ. Cavusoglu δήλωσε ότι η ένταση δεν προκαλείται μόνο από το ένα μέρος και χρειάζεται προσοχή και από τις δυο πλευρές. Επέρριψε όμως ευθύνη και στις προκλητικές, όπως είπε, δηλώσεις του υπουργού Εθνικής Άμυνας, Π. Καμμένου «που είναι αρχηγός ενός μικρού κόμματος με τον οποίο χρειάσθηκε να συνεργασθούν για να συγκροτηθεί κυβέρνηση» και συμπλήρωσε: «όπως μου λέει ο Νίκος είναι εντάξει άνθρωπος (σ.σ. ο Π. Καμμένος), δεν είναι προσωπικό θέμα, αλλά ζήτημα μεταξύ των δυο χωρών και οι προκλητικές δηλώσεις πρέπει να αποφεύγονται και τα προβλήματα να λύνονται μέσω του διαλόγου».
Οι ελληνοτουρκικές σχέσεις ήταν και παραμένουν δύσκολες έχοντας επιβαρυνθεί με καχυποψία και έλλειψη εμπιστοσύνης, τόσο με το ναυάγιο στο Κυπριακό, όσο και με την επιμονή στην παράδοση των τούρκων που αιτούνται πολιτικό άσυλο στην Ελλάδα αλλά και με τη συνεχιζόμενη και κλιμακούμενη ένταση στο Αιγαίο, η οποία φυσικά δεν μπορεί να αποδοθεί όπως παλιά σε στρατιωτικούς που «δεν ελέγχονται» από τον Erdogan.
Οι προσπάθειες κατευνασμού της Τουρκίας ελάχιστα βοήθησαν στο παρελθόν είτε για την επίλυση των προβλημάτων είτε για τη μείωση των προκλήσεων. Υπάρχει φυσικά και ο αντίλογος. Ότι ο κατευνασμός δεν οδήγησε τουλάχιστον σε μείζονες παραχωρήσεις στην Τουρκία και τελικά απέτρεψαν ένα επικίνδυνο θερμό επεισόδιο...
Με τον Erdogan τουλάχιστον πέντε ελληνικές κυβερνήσεις από το 2002 ήλπισαν ότι θα υπάρξει η ευκαιρία συνολικής διευθέτησης των ελληνοτουρκικών. Μέχρι τώρα οι προσδοκίες αυτές πάντως διαψεύσθηκαν και ίσως πια δεν είναι στο μυαλό και στις προτεραιότητες του Tayyip Erdogan...
Δημοσίευση σχολίου