Του Παναγιώτη Περγαντά*
Η Ευρώπη και κατ’ επέκταση η Ελλάδα, μεταπολεμικά βίωναν μέχρι πρόσφατα, μια παρατεταμένη περίοδο ειρήνης. Τα θετικά της περιόδου αυτής, είναι γνωστά και τα αντιλαμβάνονται ακόμη και οι πολιτικές δυνάμεις, που προσέγγιζαν αρνητικά την Ευρωπαϊκή Ένωση. Το 1950 ο τότε Γάλλος Υπουργός εξωτερικών Robert Schuman παρουσίασε ένα κείμενο γνωστό ως πρόταση Schuman. Ο Schuman υποστήριζε πως, η Ευρώπη δεν θα δημιουργηθεί δια μιας, ούτε σε ένα συνολικό οικοδόμημα, αλλά θα διαμορφωθεί μέσα από συγκεκριμένα επιτεύγματα, που θα δημιουργήσουν πρώτα μια πραγματική αλληλεγγύη. Η πρόταση αυτή που αποτελεί τη γέννηση της Ευρώπης, ξεκινούσε ως εξής:
Η παγκόσμια ειρήνη δεν μπορεί να διατηρηθεί, αν δεν αναληφθούν δημιουργικές προσπάθειες ανάλογες των κινδύνων που την απειλούν.
Οι συγκεκριμένες θέσεις ήταν το ζητούμενο για μια Ευρώπη που έβγαινε κατεστραμμένη, από τον μεγαλύτερο πόλεμο της ανθρώπινης Ιστορίας. Ένα πόλεμο στον οποίο για πρώτη φορά εφαρμόστηκε το δόγμα του Blitzkrieg (πόλεμος εκμηδενίσεως). Η μορφή αυτού του πολέμου προτάθηκε από τον Carl Von Clausewitz τον 19 αιώνα. Η κεντρική ιδέα αυτού του πολέμου, συμπυκνώνεται στο ότι οι όλες οι διαθέσιμες δυνάμεις, πρέπει να έχουν ικανή ισχύ ώστε, σε μια συγκεκριμένη χρονική στιγμή και με μία ενέργεια να επιφέρουν καίριο πλήγμα στον εχθρό. Ο Clausewitz ονόμασε αυτή τη συμπύκνωση δυνάμεων «κέντρο βαρύτητας». Ο ίδιος υποστήριζε πως οι σύγχρονοι πόλεμοι μεταξύ πολιτισμένων λαών, δεν επιτρέπουν την τυφλή βία του αμιγούς πολέμου, που έχει μοναδικό σκοπό την καθυπόταξη του εχθρού. Αντίθετα διεξάγονται μέσα σε ένα ιδιόμορφο πλέγμα σχέσεων, είναι πόλεμος με όρους πολιτικούς, που διεξάγεται μέσα στις συνθήκες του πολιτισμού και όχι στα χαρακώματα. Ο πόλεμος δηλαδή είναι συνέχιση, γέννημα της πολιτικής και όχι η ανεξήγητη διακοπή της.
Ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος τέλειωσε στη Δυτική Ευρώπη το 1945. Το τέλος του πολέμου βρήκε την Ευρώπη χωρισμένη σε κράτη που αποτελούσαν μικρές, μεσαίες ή μεγάλες δυνάμεις. Η διάκριση αυτή, δεν είχε να κάνει μόνο με το οικονομικό μέγεθος της κάθε χώρας. Σημαντικό ρόλο σε αυτή τη διάκριση, διαδραματίζουν επίσης, η γεωπολιτική θέση καθώς και το δημογραφικό δυναμικό της κάθε μιας. Οι τρεις αυτοί παράγοντες ορίζουν το γεωπολιτικό δυναμικό της κάθε χώρας. Στην Ελλάδα το 1945, ξεκινούσε ένας πρωτόγονος αμιγής εμφύλιος πόλεμος, ο οποίος κράτησε μέχρι το 1949. Η Ελλάδα βρισκότανε σε εμπόλεμη κατάσταση, για σχεδόν μια δεκαετία. Αποτέλεσμα αυτού εκτός από την οικονομική καθίζηση της Ελληνικής οικονομίας, ήταν και η ανακοπή της πληθυσμιακής αύξησης της Ελλάδας. Η δημογραφική αυτή στασιμότητα της Ελλάδας, δεν ήταν φαινόμενο μόνο της δεκαετίας του 1940, αλλά ξεκινούσε από την περίοδο της Μικρασιατικής καταστροφής.
Η πρώτη απογραφή μετά την Μικρασιατική καταστροφή ήταν το 1928. Τότε το Ελληνικό κράτος είχε 6.204.684 κατοίκους εκ των οποίων οι 1.221.849 (περίπου 20%) ήταν πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία και τον Πόντο. Την ίδια περίοδο το 1927 το νεοσύστατο Τουρκικό κράτος είχε πληθυσμό 13.648.000, τον διπλάσιο από αυτόν της Ελλάδας. Μέσα σε μια γενιά, 33χρόνια, το 1961 η Ελλάδα είχε πληθυσμό 8.388.553 ενώ σύμφωνα με την απογραφή του 1965, ο πληθυσμός της Τουρκίας είχε ανέλθει σε 31.391.000, δηλαδή σχεδόν τετραπλάσιος της Ελλάδας. Σύμφωνα με τις απογραφές του 2001, η σχέση των πληθυσμών των δύο χωρών έφτασε να έχει μια σχέση 7:1 υπέρ της Τουρκίας, με σαφείς τάσεις μεγέθυνσης τα επόμενα χρόνια. Οι προβολές για την επόμενη δεκαετία είναι η σχέση αυτή να έχει φτάσει 10:1, ενώ παράλληλα η Ελλάδα θα έχει μετατραπεί σε μια χώρα ηλικιωμένων σε αντίθεση με την Τουρκία. Το δεύτερο αυτό στοιχείο, είναι πολύ σημαντικό, γιατί είναι ιστορικά αποδεδειγμένο πως, μόνο στις κοινωνίες που βράζει νεανικό αίμα, μπορούν να γεννηθούν ιδέες που θα κινητοποιήσουν δυναμικές πληθυσμιακές ικανές να επιφέρουν γεωπολιτικές αλλαγές.
Κάνω αυτή την αντιπαραβολή, γιατί θέλω να αναδείξω τους ρόλους που τα τελευταία 70 χρόνια έχει αλλάξει πλήρως η αναλογία γεωπολιτικού δυναμικού μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας. Πριν από 70 χρόνια, οι δύο χώρες είχαν συγκρίσιμα γεωπολιτικά δυναμικά, σήμερα η ισορροπία αυτή έχει διαρραγεί. Το γεωπολιτικό δυναμικό ενός συλλογικού υποκειμένου, ενός έθνους ή μιας χώρας ή μιας ένωσης, γεμίζει έναν ορισμένο γεωγραφικό χώρο μια συγκεκριμένη περίοδο. Ως γνωστόν η φύση απεχθάνεται το κενό και αυτό το κενό σύμφωνα με τον πρώην πρωθυπουργό της Τουρκίας Τουργκούτ Οζάλ, θα το καλύψουν εκατομμύρια μουσουλμάνοι που θα μας στείλει η Τουρκία σύμφωνα με δήλωση του 25 χρόνια πριν!
Σύμφωνα με όλα τα παραπάνω, όλα όσα συμβαίνουν τον τελευταίο καιρό μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας συνιστούν μια μορφή πολέμου εκμηδενίσεως με σκοπό την καθυπόταξη της Ελλάδας. Η Τουρκία φθείρει σταδιακά τις αντοχές και τη δυναμική της Ελλάδας, περιμένοντας την κρίσιμη στιγμή για να διοχετεύσει μεταναστευτικές δυνάμεις με ικανή ισχύ ώστε να επιφέρει καίριο πλήγμα στην Ελλάδα. Η Τουρκία έχει τη δυνατότητα να μεταφέρει το κέντρο βαρύτητας ενός επικείμενου ολοκληρωτικού πληθυσμιακού πολέμου, εντός της Ελλάδας και αυτό κάνει. Δεν μεταφέρει όπλα, μεταφέρει ανθρώπους τους οποίους η Ελλάδα αδυνατεί ακόμη και να φιλοξενήσει, πόσο μάλλον να ενσωματώσει.
Η ιδεολογική πίστη ορισμένων ότι η οικονομική συνεργασία και το προσδοκώμενο κέρδος, θα αμβλύνουν τις επεκτατικές βλέψεις της Τουρκίας, αποδείχτηκε λάθος. Η πίστη πως θα εξημερώσουμε το θηρίο με συνεχείς παραχωρήσεις, μοιάζει με ευχολόγιο και δεν έχει καμία σχέση με την πραγματικότητα. Και αυτό γιατί από στρατιωτική άποψη η καθαρή αμυντική διεξαγωγή πολέμου, στερείται νοήματος και είναι πρακτικά αδύνατη. Η ετεροβαρής γεωπολιτική σχέση Ελλάδας – Τουρκίας προσομοιάζει με την ετεροβαρή πληθυσμιακή τους σχέση.
Πρακτικά βρισκόμαστε στην αρχή ενός μαζικού φαινομένου, που θα εξελιχθεί τις επόμενες δεκαετίες. Οι μεταναστευτικές ροές δεν θα περιοριστούν, αντίθετα θα αυξηθούν με γεωμετρικούς ρυθμούς. Αυτές οι μεταναστεύσεις θα αλλάξουν τον τρόπο που σκαφτόμαστε, θα δημιουργήσουν ήδη δημιουργούν, νέες πολιτικές σε ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο. Οι βομβιστικές επιθέσεις στο Λονδίνο, στη Μαδρίτη, στο Παρίσι, στις Βρυξέλλες, είναι μέρος αυτής της νέας πραγματικότητας που ζούμε. Η παγκοσμιοποίηση δεν είναι μονόπλευρη, όπως διατείνονται ορισμένοι ιδιοτελείς ή αφελείς. Η παγκοσμιοποίηση δεν αφορά μόνο τον κοσμοπολιτισμό, τις οικονομικές ευκαιρίες ή τα ανθρώπινα δικαιώματα. Έχει ήδη επεκταθεί στο οργανωμένο έγκλημα. Κάποιοι θησαυρίζουν ως διακινητές ανθρώπινων ψυχών. Οι άνθρωποι πληρώνουν ότι έχουν και δεν έχουν, προκειμένου να διεκδικήσουν ένα καλύτερο αύριο σε μια Ευρωπαϊκή χώρα. Όσοι από αυτούς τους ανθρώπους δεν ενσωματωθούν στις κοινωνίες των Ευρωπαϊκών χωρών, αργά αλλά σταθερά, σε μία ή δύο γενιές, θα ριζοσπαστικοποιηθούν με αποτέλεσμα νέα αιματοκυλίσματα. Τότε η έννοια του ολοκληρωτικού πολέμου δεν θα αναφέρεται σε πόλεμο μεταξύ κρατών, αλλά μεταξύ ανθρώπων μέσα σε πυκνοκατοικημένες πόλεις. Το αιματοκύλισμα στις Βρυξέλλες και η πορεία του Ρουβίκωνα στα Εξάρχεια δεν είναι εκδηλώσεις τρομοκρατίας, είναι αντάρτικο πόλεων. Η διαφορά τρομοκρατίας και αντάρτικου πόλεων έγκειται στο γεγονός ότι, το αντάρτικο πόλεων είναι μια ένοπλη αμφισβήτηση της κατεστημένης εξουσίας. Οι ισλαμιστές αμφισβητούν το Ευρωπαϊκό ιδεώδες, αμφισβητούν την εξουσία της Ευρώπης και των Ευρωπαϊκών κρατών. Το αντάρτικο πόλεων που πολλοί αριστεροί φαντασιώνονταν δεκαετίες τώρα, είναι μια νέα πραγματικότητα που θα μπορούσε να ονομαστεί ως η «Τρίτη πολιορκία της Βιέννης» .
Μετά το μακελειό των Βρυξελλών η πρόταση Schuman αποτελεί περισσότερο από ποτέ αναγκαιότητα. Σήμερα υπάρχουν πολιτικές δυνάμεις στην Ευρώπη, αριστερές και δεξιές, που υποστηρίζουν την περιχαράκωση και τρέφονται από τους θανάτους αθώων ανθρώπων. Οι δυνάμεις αυτές βασίζονται σε αντιλήψεις και δόγματα, που υποστηρίζουν την διάσπαση της Ευρώπης, παραβλέποντας τα πλείστα θετικά της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι δυνάμεις αυτές πιστεύουν στη διαίρεση, αντιλαμβάνονται το ελάσσων, βλέπουν το δέντρο και χάνουν το δάσος. Σε αυτές τις δυνάμεις, θα πρέπει να σταθούμε απέναντι, όχι με ευχολόγια αλλά με ουσιαστικές πολιτικές που θα λαμβάνουν υπόψη τους τη νέα πραγματικότητα. Θα πρέπει όλοι να κατανοήσουμε πως η ειρήνη στην Ευρώπη δεν μπορεί να διατηρηθεί, αν δεν αναληφθούν δημιουργικές προσπάθειες ανάλογες των κινδύνων που την απειλούν. Και οι προσπάθειες αυτές πρέπει να συντείνουν σε μία κατεύθυνση. Σε μια Ενωμένη Ευρώπη που θα διαμορφωθεί μέσα από συγκεκριμένα επιτεύγματα, που σκοπό θα έχουν να δημιουργήσουν μια πραγματική Ευρωπαϊκή αλληλεγγύη. Σε μια Ευρώπη που θα διαφυλάξει τα εξωτερικά της σύνορα και θα αυξήσει το γεωπολιτικό της δυναμικό με έμφαση στα σύνορα της, στο Νότο και στην Ανατολή.
* Ο κ. Παναγιώτης Περγαντάς είναι βιολόγος.
Δημοσίευση σχολίου