Γράφει ο Ηλίας Κουσκουβέλης
Καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας,
πρώην Πρύτανης, κάτοχος της Έδρας ΓΕΕΘΑ στις Στρατηγικές Σπουδές ‘Θουκυδίδης’.
Η διαχείριση της προηγούμενης κρίσης δεν τελειώνει παρά μόνο με τη διαχείριση της επόμενης.
Οι βασικοί λόγοι είναι τρεις.
Πρώτον, όπως στη ζωή των ανθρώπων, έτσι, πολύ περισσότερο, στη ζωή των κρατών, είναι βέβαιο ότι θα υπάρξει η επόμενη κρίση. Δεύτερον, όλες οι κρίσεις έχουν κάποια κοινά χαρακτηριστικά: πρόκειται για ξαφνικά γεγονότα, εξελίσσονται ταχύτατα, απειλούν συμφέροντα μεγάλης σημασίας, η πιθανότητα σύγκρουσης ή υψηλού κόστους είναι μεγάλη και απαιτούν δύσκολες αποφάσεις σε εξαιρετικά περιορισμένο χρόνο. Τρίτον, πέρα από την κατάσταση πραγμάτων που μπορεί να διαμόρφωσε η προηγούμενη κρίση, η εμπειρία διαχείρισής της και η μελέτη των λαθών συνιστά το κυρίαρχο μέσο στην προετοιμασία για τη διαχείριση της επομένης.
Με την παραπάνω λογική η διαχείριση της κρίσης των Υμίων δεν έληξε! Θα έπρεπε να συνεχίζεται και σήμερα υπό την έννοια της προετοιμασίας μας για τη διαχείριση της επομένης. Ασφαλώς ο βαθμός ή οι λεπτομέρειες της όποιας προετοιμασίας δεν είναι γνωστά και ούτε πρέπει να είναι. Είναι όμως απολύτως βέβαιο ότι η προετοιμασία είναι ο μέγιστος παράγων στη διαχείριση της όποιας κρίσης.
Αυτή είναι η κατασταλαγμένη γνώση αιώνων. Πηγάζει από τον Θουκυδίδη, ο οποίος, διά στόματος Αρχιδάμου, ανδρός «συνετού και σώφρονα» (1.79), μας προσκαλεί:
«ας ετοιμαζόμαστε πραγματικά σαν να είχαμε πάντα να αντιμετωπίσουμε αντιπάλους που σκέφτονται ορθά· και δεν πρέπει να στηρίζουμε τις ελπίδες μας στα λάθη που θα κάνουν εκείνοι, αλλά στη προνοητικότητα για την δική μας ασφάλεια. .. κράτιστος είναι όποιος εκπαιδεύεται για τις μεγάλες ανάγκες» (1.84.4).
Ποια πρέπει να είναι η δική μας προετοιμασία; Είναι προφανής, αν θυμηθούμε τα βασικά αίτια της αποτυχίας των Υμίων: ελάχιστη γνώση εκ μέρους σημαντικών τμημάτων της πολιτικής ηγεσίας ακόμη και της έννοιας της διαχείρισης κρίσεων, έλλειψη στρατηγικής (υπό την έννοια της ανυπαρξίας στόχων), έλλειψη συντονισμού μεταξύ πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας, αλλά και μεταξύ των δυνάμεών μας.
Το στάδιο και το επίπεδο της προετοιμασίας μας δεν είναι γνωστά. Είναι όμως γνωστό ότι τα στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων έχουν εξοικειωθεί με την έννοια και τις αρχές της διαχείρισης κρίσεων μέσα από την εκπαιδευτική διαδικασία, στην οποία και εγώ είχα την ευκαιρία να συμμετάσχω. Είναι επίσης ασφαλές να υποθέσουμε ότι, είκοσι χρόνια μετά, το πολιτικό προσωπικό της χώρας είναι εξοικειωμένο με τη συγκεκριμένη λογική. Ωστόσο, και πάλι, η κατασταλαγμένη γνώση αιώνων μας προειδοποιεί πως πρέπει να ετοιμαζόμαστε όχι μόνο σε επίπεδο σχεδιασμού, αλλά και σε επίπεδο εφαρμογής:
«κανείς δεν δείχνει τόση αυτοπεποίθηση κατά την εκτέλεση ενός σχεδίου όση κατά την σύλληψή του. Διότι συλλαμβάνουμε σχέδια όταν είμαστε ασφαλείς, υστερούμε όμως κατά την εκτέλεση τους εξ αιτίας του φόβου» (1.120.5).
Ας προετοιμαζόμαστε λοιπόν και στον σχεδιασμό αντιμετώπισης της επόμενης κρίσης και στην εφαρμογή του, αλλά και στο τι μπορούμε να πετύχουμε μέσω μίας πετυχημένης διαχείρισης. Η γειτονική μας χώρα μπορεί να αντιμετωπίζει ζητήματα στο εσωτερικό και στα νότια σύνορά της, ωστόσο παραμένει μία χώρα με επιθετική διάρθρωση δυνάμεων, η οποία, αν και δίνω μικρή πιθανότητα για το άμεσο μέλλον, μπορεί και πάλι να επιχειρήσει να εξάγει τα προβλήματά της.
Η προετοιμασία για την καλύτερη διαχείριση της επόμενης κρίσης είναι, τέλος, και η καλύτερη τιμή σ’αυτούς που πρόσφεραν τη ζωή τους πριν από είκοσι χρόνια στα Ύμια. Άλλωστε και πάλι ο Θουκυδίδης μας διδάσκει (2.35.1) ότι:
«άνδρες που με τα έργα τους αναδείχθηκαν γενναίοι, με έργα πρέπει και να τους τιμάμε»!
πηγή
Δημοσίευση σχολίου