Του Marc Pierini
Μέχρι προσφάτως, η Τουρκία είχε προσπαθήσει να διαχειριστεί κάποιου είδους σχέση με το αυτοαποκαλούμενο Ισλαμικό Κράτος. Αλλά η Άγκυρα έχει μόλις προχωρήσει σε μια δραστική προσαρμογή της πολιτικής της προς το Ισλαμικό Κράτος. Ποιες είναι οι επιπτώσεις αυτής της μεταστροφής για την χώρα και για τους δυτικούς της συμμάχους;
Πριν από ένα χρόνο, 46 Τούρκοι όμηροι που κρατούνταν από το Ισλαμικό Κράτος για περισσότερες από εκατό ημέρες, απελευθερώθηκαν μετά από μια μυστική επιχείρηση (βλέπε διαπραγμάτευση). Στη συνέχεια, η Τουρκία έπαιξε έναν πιο διακριτικό ρόλο στην συμμαχία κατά του Ισλαμικού Κράτους, από αυτή που θα εγγυόταν η γεωγραφική θέση της χώρας και η στρατιωτική της ισχύς.
Ως αποτέλεσμα, οι αεροπορικές επιθέσεις προς υποστήριξη εκείνων που πολεμούσαν κατά του Ισλαμικού Κράτους στο έδαφος –κυρίως ο ένοπλος βραχίονας των Κούρδων της Συρίας, τις Μονάδες Λαϊκής Προστασίας (YPG)- αντιμετώπισαν σοβαρά εμπόδια. Η πολεμική αεροπορία των ΗΠΑ, στην οποία η Τουρκία είχε αρνηθεί την χρήση των αεροπορικών βάσεων, έπρεπε να εμπλακεί με assets που δεν είναι επαρκώς προσαρμοσμένα στον τύπο της μάχης που λαμβάνει χώρα, όπως είναι οι στρατηγικοί βομβαρδισμοί αντί των αεροσκαφών στενής υποστήριξης στην μάχη για την συριακή πόλη Kobane.
Αυτή την άνοιξη, οι στρατιωτικές επιτυχίες των Κούρδων της Συρίας στην αντιμετώπιση του Ισλαμικού Κράτους (με την αεροπορική στήριξη των ΗΠΑ), ιδιαίτερα η κατάληψη του περάσματος των συνόρων μεταξύ Συρίας και Τουρκίας (Tell Abyad), ανησύχησε την Άγκυρα ότι τα σύνορά της με την Συρία θα μπορούσαν σε μεγάλο βαθμό να ελέγχονται από την YPG, από την τουρκική επαρχία Χατάι στα δυτικά μέχρι τον ποταμό Τίγρη στα ανατολικά.
Επιπλέον, οι νίκες των Κούρδων της Συρίας ήλθαν μετά από αυτές των ιρακινών Κούρδων και την ίδια στιγμή που οι Κούρδοι της Τουρκίας έμπαιναν στην τουρκική βουλή ως ένα κόμμα –το Λαϊκό Δημοκρατικό Κόμμα (HDP)- για πρώτη φορά.
Για τον Τούρκο πρόεδρο Recep Tayyip Erdogan, ο οποίος ως πρωθυπουργός είχε ξεκινήσει θαρραλέα μια διαδικασία ειρήνευσης με την κουρδική ηγεσία, ενώ ακόμη άρχισε να προωθεί τη βελτίωση των οικονομικών σχέσεων με τους ιρακινούς Κούρδους, ξαφνικά άλλαξαν οι συνθήκες. Οι Κούρδοι της Τουρκίας έγιναν οι βασικοί πολιτικοί αμφισβητίες του στο εσωτερικό, ενώ οι Κούρδοι στο Ιράκ και στη Συρία, μετακινούνταν πιο κοντά προς το όνειρό τους για ένα ανεξάρτητο Κουρδιστάν.
Τώρα, η Τουρκία έχει κάνει μια θεαματική αλλαγή πολιτικής προς το Ισλαμικό Κράτος, επιτρέποντας στις δυνάμεις της συμμαχίας να χρησιμοποιούν τις νοτιοανατολικές αεροπορικές βάσεις της χώρας. Αυτό είναι στα αλήθεια ένα game changer: θα επιτρέψει στη συμμαχία να αρνηθεί στο Ισλαμικό Κράτος την εύκολη πρόσβαση στα τουρκικά σύνορα, τη μόνη δίοδο της οργάνωσης στον κόσμο, μέσω της οποίας μεταφέρει πυρομαχικά, τζιχαντιστές και λαθραίο πετρέλαιο.
Η νέα πολιτική της Τουρκίας θα πρέπει να αναλυθεί ως αποτέλεσμα όχι μόνο της ισχυρής επιμονής της αμερικανικής κυβέρνησης αλλά επίσης και της αποφασιστικότητας της Άγκυρας να αποτρέψει τις δυνάμεις της YPG από το να ελέγχουν το μεγαλύτερο μέρος των συριακών συνόρων.
Επιφανειακά τουλάχιστον, η αμερικανό-τουρκική συμφωνία επιτρέπει στην Άγκυρα να ισχυριστεί ότι δημιουργείται μια ελεύθερη ζώνη από το Ισλαμικό κράτος, μεταξύ των συριακών κουρδικών περιοχών Afrin και Kobane. Αυτός ο τομέας θα μπορούσε θεωρητικά να χρησιμεύσει ως ένα ασφαλές καταφύγιο για τους Σύριους που προσπαθούν να φύγουν από την εμπόλεμη πόλη του Χαλεπίου.
Ωστόσο, η αλλαγή της Τουρκίας δεν σταμάτησε το Ισλαμικό Κράτος. Ταυτόχρονα, η τουρκική κυβέρνηση προχώρησε σε πολλαπλές αεροπορικές επιθέσεις εναντίον της δικής της κουρδικής επανάστασης (εναντίον του ΡΚΚ), το οποίο διακήρυξε ως μια μεγάλη απειλή για την ασφάλεια της χώρας μετά από σειρά ένοπλων επεισοδίων. Οι δυτικοί αναλυτές θεωρούν όλη αυτή την αντίδραση δυσανάλογη, ενώ η ταύτιση που κάνει η Τουρκία του Ισλαμικού Κράτους με το ΡΚΚ, θεωρείται ως τεχνητή.
Η κίνηση της Άγκυρας εναντίον του ΡΚΚ είναι καθαρά πολιτική. Στις εκλογές της 7ης Ιουνίου, το κυβερνών ΑΚΡ έχασε μεγάλο αριθμό εδρών, που κατέληξαν στο κουρδικό HDP. Έκτοτε, το ΑΚΡ έχει δηλώσει ότι το ΡΚΚ είναι ριζικά εχθρικό για την ασφάλεια της χώρας, απειλώντας με διακοπή της ασυλίας που έχουν τα μέλη της Βουλής, στους βουλευτές του HDP, και επιτίθεται εναντίον των Κούρδων γενικότερα. Με τον τρόπο αυτό, το ΑΚΡ ελπίζει να καλύψει τις απώλειες μεταξύ των Κούρδων της Τουρκίας στην επανάληψη των εκλογών που διαφαίνονται στον ορίζοντα.
Ο στόχος του ΑΚΡ είναι να ανακτήσει την ικανότητά του να σχηματίσει μια μονοκομματική κυβέρνηση, την οποία έχασε τον Ιούνιο. Το καλύτερο αποτέλεσμα για τον πρόεδρο θα ήταν το ΑΚΡ να κερδίσει τα τρία πέμπτα της Βουλής, επιτρέποντας την τροποποίηση του συντάγματος και την θέσπιση ενός εκτελεστικού προεδρικού καθεστώτος. Αλλά αυτός είναι μάλλον απατηλός στόχος.
Οι δυτικές κυβερνήσεις έχουν σαστίσει από αυτή την επικίνδυνη τακτική εναντίον του ΡΚΚ και έχουν καλέσει την Τουρκία να διατηρήσει την ειρηνευτική διαδικασία με τους δικούς της Κούρδους. Η συνάντηση της 28ης Ιουλίου του Βορειοατλαντικού Συμβουλίου του ΝΑΤΟ, κατέληξε με μια προβλέψιμη επίδειξη αλληλεγγύης προς την Τουρκία, εξαιτίας των πρόσφατων τρομοκρατικών επιθέσεων, ωστόσο φαινόταν περισσότερο ως κάτι που δεν πρόκειται να συμβεί. Το τελικό ανακοινωθέν του Συμβουλίου ήταν σύντομο και απέφευγε προσεκτικά οποιαδήποτε αναφορά στο ΡΚΚ ή σε μία ασφαλής ζώνη στη Συρία.
Λόγω της γεωγραφικής θέσης της Τουρκίας και της ραγδαίας επέκτασης του Ισλαμικού Κράτους, η Άγκυρα αντιμετωπίζει μια πολύ σοβαρή απειλή, αν όχι αποσταθεροποίηση από το εσωτερικό, από οπαδούς των μαχητών. Η Τουρκία έχει τώρα διαλέξει το στρατόπεδό της και έχει την υποστήριξη του ΝΑΤΟ.
Ωστόσο, η ταυτόχρονη απόφαση να πλήξει το ΡΚΚ δεν θεωρείται σοφή από την Δύση: βάζει την μακροπρόθεσμη συνοχή της Τουρκίας, την οικονομική της ευημερία και τη διεθνή αξιοπιστία σε μεγάλο ρίσκο. Βραχυπρόθεσμα, ο Erdogan παίζει επικίνδυνο παιχνίδι.
πηγή
Δημοσίευση σχολίου