Τέλος δεν έχουν οι παρεμβάσεις σοβαρών διανοουμένων από Αμερική και Ευρώπη, με αφορμή τις πρόσφατες και ραγδαίες πολιτικές εξελίξεις στην Ελλάδα.
Οικονομολόγοι, φιλόσοφοι, πολιτικοί επιστήμονες και βετεράνοι πολιτικοί έστησαν μια άτυπη ιδεολογική διαμάχη γύρω από την Ελλάδα, με επίκεντρο τις περισσότερες φορές τη λιτότητα, το δημόσιο χρέος, το ευρώ, το ρόλο της Γερμανίας και της ΕΕ.
Του Λεωνίδα Βατικιώτη
Κριτική στη Γερμανία
Αυστηρή κριτική στο Βερολίνο για την επίδειξη δύναμης κατά της Ελλάδας άσκησε ο Γιόσκα Φίσερ, υπουργός Εξωτερικών και αντι-καγκελάριος της Γερμανίας από το 1998 ως το 2005 (που έμεινε στην ιστορία ως διαπρύσιος υποστηρικτής της επέμβασης του ΝΑΤΟ στο Κόσοβο το 1999) με άρθρο του που δημοσιεύτηκε στις 23 Ιουλίου, υπό τον τίτλο «Η επιστροφή του άσχημου Γερμανού». (Εδώ το πλήρες άρθρο) Για τον Φίσερ, «κατά τη διάρκεια της μακράς νύχτας των διαπραγματεύσεων για την Ελλάδα στις 12-13 Ιουλίου ράγισε κάτι θεμελιώδες στην ΕΕ. Έκτοτε οι Ευρωπαίοι ζουν σε μια άλλους είδους ΕΕ. Αυτό που άλλαξε εκείνη τη νύχτα ήταν η Γερμανία που οι Ευρωπαίοι γνώρισαν από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Επιφανειακά, οι διαπραγματεύσεις αφορούσαν την αποτροπή της εξόδου της Ελλάδας από την ευρωζώνη… Σε ένα βαθύτερο επίπεδο, αυτό που διακυβευόταν ήταν ο ρόλος στην Ευρώπη της πιο πολυπληθούς και οικονομικά ισχυρότερης χώρας της». Στη συνέχεια, ο ιδρυτής των Πρασίνων και αρχιτέκτονας της πλήρους ενσωμάτωσής τους γίνεται πολύ πιο αυστηρός κατά της Γερμανίας από πολλούς Έλληνες πολιτικούς που δε χάνουν ευκαιρία να εξυμνούν το ρόλο της. «Ο δρόμος που θα ακολουθήσει η Γερμανία τον 21ο αιώνα – προς μια Ευρωπαϊκή Γερμανία ή μια Γερμανική Ευρώπη – ήταν το θεμελιώδες, ιστορικό ερώτημα που βρισκόταν στο επίκεντρο της γερμανικής εξωτερικής πολιτικής για δύο αιώνες. Κι αυτό το ερώτημα απαντήθηκε κατά τη διάρκεια αυτής της μακράς νύχτας στις Βρυξέλλες, με τη Γερμανική Ευρώπη να κυριαρχεί επί της Ευρωπαϊκής Γερμανίας. Ήταν μια μοιραία απόφαση και για τη Γερμανία και για την Ευρώπη». Ο Φίσερ δεν κρύβει την έκπληξή του για τις αποφάσεις που λάμβαναν οι δύο κορυφαίοι πολιτικοί της Γερμανίας γράφοντας: «Απορεί κάποιος αν η καγκελάριος Άντζελα Μέρκελ και ο υπουργός Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε ήξεραν τι έκαναν»… Επομένως τα ερωτηματικά και η αγανάκτηση για το ρόλο της Γερμανίας δεν προέρχονταν μόνο από το εξωτερικό…
Διαγραφή του χρέους
Οι περισσότεροι διανοούμενοι επέκριναν τη συμφωνία και την τακτική των δανειστών ζητώντας την άμεση διαγραφή μέρους τουλάχιστον του ελληνικού δημόσιου χρέους. Ο Γάλλος φιλόσοφος Αλέν Μπαντιού, με άρθρο που δημοσιεύτηκε στις 7 Ιουλίου στην εφημερίδα Λιμπερασιόν υπό τον τίτλο «11 σημεία εμπνευσμένα από την κατάσταση στην Ελλάδα» ερμήνευσε το «Όχι» του ελληνικού λαού στο δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου ως «απόρριψη της Ευρώπης των τραπεζιτών, του αιώνιου χρέους και του παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού». (Εδώ ολόκληρο το άρθρο) Στο έβδομο σημείο της ανάλυσής του αναφέρει πως «το βαρύτερο ιδεολογικό πλήγμα που θα μπορούσε να επιτευχθεί ενάντια στο τρέχον ευρωπαϊκό σύστημα σχετίζεται με το αίτημα της πλήρους διαγραφής του ελληνικού χρέους – ένα τοκογλυφικό χρέος για το οποίο ο ελληνικός λαός δε φέρει καμιά ευθύνη». Στη συνέχεια ο Γάλλος συγγραφέας τονίζει πως τα τραπεζικά λόμπι προτιμούν να τιμωρήσουν το ΣΥΡΙΖΑ και τον ελληνικό λαό, παρά να λύσουν το πρόβλημα του χρέους. Τελειώνει δε την αναφορά του ως εξής: «Ο καλύτερος τρόπος να τιμωρηθούν αυτοί οι τιμωροί θα ήταν μια στάση πληρωμών επί του χρέους, ανεξαρτήτως των συνεπειών. Η Αργεντινή το έκανε πριν μερικά χρόνια και δεν πέθανε – το αντίθετο».
Υπέρ μιας πιο γενναίας πολιτικής για την μείωση του χρέους τάσσεται και ο Τζέφρεϋ Σακς, καθηγητής Βιώσιμης Ανάπτυξης, ειδικός σύμβουλος του γενικού γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών για τους Αναπτυξιακούς Στόχους της Χιλιετίας και κατά το παρελθόν απεσταλμένος διεθνών οργανισμών στην Ανατολική Ευρώπη. (Εδώ το πλήρες άρθρο) «Το χρέος της Ελλάδας είναι μη βιώσιμο. Οι πιστωτές της χώρας θα πρέπει τώρα να διαπραγματευτούν μια συναινετική μείωση του χρέους μέσω ενός συνδυασμού χαμηλότερων (και σταθερών) επιτοκίων, μειωμένης ονομαστικής αξίας του χρέους και πολύ μακρών λήξεων. Υπάρχουν πολλά αντίστοιχα προηγούμενα παραδείγματα. Τα δημόσια χρέη έχουν αναδιαρθρωθεί εκατοντάδες, ίσως και χιλιάδες φορές, συμπεριλαμβανομένου και του χρέους της Γερμανίας. Μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, ωστόσο, η Γερμανία ήταν ο αποδέκτης πολύ πιο σοφών συμβιβασμών από την αμερικανική κυβέρνηση, που κορυφώθηκαν με τη συναινετική διαγραφή χρέους του 1953, μια κίνηση που ωφέλησε σημαντικά τη Γερμανία και τον κόσμο. Η Γερμανία ακόμη έχει αποτύχει να μάθει τα μαθήματα από την ιστορία της», καταλήγει ο Αμερικανός οικονομολόγος, στο άρθρο του που δημοσιεύθηκε στις 3 Ιουλίου, με τίτλο «Μια διέξοδος για την Ελλάδα».
Φυλακή των πιστωτών
Κάθετα αντίθετος με την συμφωνία που υπογράφτηκε με τους δανειστές δηλώνει κι ο βραβευμένος με Νόμπελ, Αμερικανός οικονομολόγος Τζόζεφ Στίγκλιτς, σε άρθρο του που δημοσιεύτηκε στις 25 Ιουλίου. (Εδώ το πλήρες άρθρο) «Είμαι βαθιά πεπεισμένος ότι οι επιβαλλόμενες πολιτικές δε θα δουλέψουν, ότι θα καταλήξουν σε μια κρίση χωρίς τέλος και απαράδεκτα επίπεδα ανεργίας και συνεχώς αυξανόμενης ανισότητας», τονίζει. Σε ό,τι αφορά το δημόσιο χρέος, ο Τζόζεφ Στίγκλιτς, αποκλείει κάθε πιθανότητα να μπορέσει να αποπληρωθεί στο σημερινό του ύψος: «Ανεξαρτήτως αν θα εφαρμοστεί το πρόγραμμα, θα οδηγήσει το χρέος σε μη βιώσιμα επίπεδα, όπως ακριβώς συνέβη στην Αργεντινή: Οι μακρο-οικονομικές πολιτικές που ζητούνται από την Τρόικα θα οδηγήσουν σε μια βαθύτερη ύφεση. Γι’ αυτό το λόγο η επικεφαλής του ΔΝΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, είπε ότι πρέπει να υπάρξει αυτό που κατ’ ευφημισμό αποκάλεσε “αναδιάρθρωση του χρέους” – που είναι με τον ένα τρόπο ή τον άλλο μια διαγραφή ενός σημαντικού τμήματος του χρέους». Σε αντίθεση με την κυρίαρχη άποψη που αποδίδει στην ελλιπή εφαρμογή των προγραμμάτων την ευθύνη για την ύφεση, ο Αμερικανός οικονομολόγος καταδεικνύει την ίδια τη λιτότητα ως αιτία των δεινών: «Η λιτότητα ευθύνεται κατά μεγάλο μέρος για την τρέχουσα ύφεση της Ελλάδας – μια μείωση του ΑΕΠ κατά 25 μονάδες από το 2008, ανεργία στο 25% και διπλάσια επίπεδα νεανικής ανεργίας. Αυτό όμως το πρόγραμμακλιμακώνει ακόμη περαιτέρω την πίεση, με ένα στόχο 3,5% πρωτογενούς πλεονάσματος μέχρι το 2018 (πάνω από περίπου 1% γι’ αυτό το χρόνο)». Σχολιάζοντας ο Στίγκλιτς τις αυτόματες περικοπές που θα ενεργοποιούνται σε περίπτωση δημοσιονομικής απόκλισης τις χαρακτηρίζει «ενσωματωμένους αποσταθεροποιητές» και καταλήγει: «Μοιάζει με τις φυλακές των πιστωτών του 19ου αιώνα. Όπως ακριβώς οι φυλακισμένοι χρεώστες δεν μπορούσαν να δημιουργήσουν το εισόδημα για να αποπληρώσουν, η βαθύνουσα ύφεση στην Ελλάδα θα το κάνει όλο και λιγότερο δυνατό να πληρωθεί.
Τέλος οξύτατη κριτική στους πιστωτές και στο ΣΥΡΙΖΑ άσκησε ο Πέρι Άντερσον (εδώ το άρθρο του), που συμμετέχει στη συντακτική ομάδα του βρετανικού μαρξιστικού περιοδικού Νιου Λεφτ Ριβιού. Ο Π. Άντερσον επικρίνει την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ για επαρχιωτισμό με αφορμή την πολιτική ατολμία που χειρίστηκε το θέμα του ευρώ. Για τον ίδιο τον Άντερσον, μετά το ξέσπασμα της παγκόσμιας κρίσης, «το ευρώ έχει αποδειχθεί καταστροφικό για τις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου που μετέχουν στο ευρώ και συμφέρων για τη Γερμανία, όπου η καθήλωση των μισθών – που συγκαλύπτει την πολύ χαμηλή αύξηση της παραγωγικότητας – εξασφάλισε στη γερμανική βιομηχανία το ανταγωνιστικό της πλεονέκτημα έναντι της υπόλοιπης ΕΕ». Κι όσο για την ίδια την ΕΕ, «αντιμετωπίζεται ευρύτατα ως αυτό που έχει γίνει: μια ολιγαρχική δομή, γεμάτη διαφθορά, θεμελιωμένη στην άρνηση κάθε είδους λαϊκής κυριαρχίας, επιβάλλοντας ένα πικρό καθεστώς προνομίων για τους λίγους και καταπίεσης για τους πολλούς»…
πηγή
Δημοσίευση σχολίου