Το χρηματοπιστωτικό όργιο που παρατηρείται σε πολλές χώρες, λόγω της συνεχούς αύξησης της ποσότητας χρήματος δεν θα έχει αίσιο τέλος, ακόμη και αν τυπωθούν ωκεανοί ρευστότητας – οπότε το παγκόσμιο κραχ είναι νομοτελειακό
«Οι δικτατορίες εμφανίζονται ξανά, από έναν δρόμο που στην κυριολεξία εκπλήσσει – αφού δεν είναι το αποτέλεσμα στρατιωτικών πραξικοπημάτων, όπως συνέβαινε στο παρελθόν, αλλά της ελεύθερης βούλησης των λαών» (πηγή).
Άρθρο
Πρόσφατα, προκάλεσε μεγάλη εντύπωση η ανακοίνωση της Κίνας (πηγή), σχετικά με την αγορά άνω των 600 τόνων χρυσού, η οποία όμως δεν εμπόδισε την τιμή του κίτρινου μετάλλου να καταρρεύσει – επίσης, η μείωση των συνολικών συναλλαγματικών αποθεμάτων της κατά 17,1 δις $ στα 3,694 τρις $, η οποία συνοδεύθηκε από τη μαζική πώληση ομολόγων του αμερικανικού δημοσίου, συνολικού ύψους 143 δις $ μέσα σε τρεις μόνο μήνες (πηγή).
Την ίδια στιγμή συσσωρεύονται οι αρνητικές ειδήσεις για την οικονομία του πλανήτη, όπως η υποτίμηση του νομίσματος του Μεξικού κατά -23,5% απέναντι στο δολάριο (πηγή) , μέσα σε ένα μόλις έτος – η οποία ουσιαστικά σηματοδοτεί έναν σεισμό στις αναδυόμενες αγορές που θα μπορούσε να προκαλέσει μία παγκόσμια πυρκαγιά. Το ισχυρό δολάριο αυξάνει τα χρέη τους, τα οποία είναι σε μεγάλο βαθμό σε δολάρια, οπότε η νομισματική καταιγίδα που μαίνεται (ανάλυση), θα έχει πάρα πολλά θύματα.
Περαιτέρω, το χρηματοπιστωτικό όργιο που παρατηρείται σε πολλές χώρες, λόγω της συνεχούς αύξησης της ποσότητας χρήματος από τις κεντρικές τράπεζες, δεν πρόκειται να έχει αίσιο τέλος, ακόμη και αν τυπωθούν ωκεανοί ρευστότητας – γεγονός το οποίο μας έχει οδηγήσει στο συμπέρασμα ότι, το κραχ είναι μία νομοτέλεια (ανάλυση) που δεν πρόκειται να αποφευχθεί, όσο και αν καθυστερήσει.
Ακόμη δε και αν δεν είναι το επακόλουθο της αναμενόμενης αύξησης των βασικών επιτοκίων από τη Fed ή της κατάρρευσης της Κίνας (τριπλή φούσκα ακινήτων, τραπεζών και χρηματιστηρίου), θεωρούμε πως θα συμβεί το αργότερο εντός του 2016 – ενώ θα είναι κατά πολύ οδυνηρότερο, συγκριτικά με όλα όσα έχουν συμβεί στο παρελθόν.
Την ίδια στιγμή, φαίνεται πως οι Αμερικανοί Πολίτες έχουν χρεωθεί ξανά, όπως συνέβαινε πριν από τη χρηματοπιστωτική κρίση – με άλλες όμως μορφές δανείων, όπως για την αγορά αυτοκινήτου με μέση εξόφληση τους 67 μήνες και 28.711 $ ανά αυτοκίνητο (ρεκόρ), για τη χρηματοδότηση των σπουδών (φοιτητικά δάνεια) κοκ.
Στην Ευρώπη, η Ελλάδα συνεχίζει να είναι στο επίκεντρο της δημοσιότητας, με τη χρεοκοπία της να καθυστερεί για μία ακόμη φορά – αν και το μεγάλο πρόβλημα παραμένει η Ιταλία, ακολουθούμενη από την Ισπανία και τη Γαλλία. Έχει δε προστεθεί ένας καινούργιος ασθενής, η Μάλτα, ο χρηματοπιστωτικός κλάδος της οποίας είναι περισσότερο διογκωμένος, από ότι της Κύπρου στο παρελθόν – αφού το 2012 ήταν κατά 7,9 φορές μεγαλύτερος από το ΑΕΠ της (γράφημα).
Στα πλαίσια αυτά, δεν προκαλεί εντύπωση η προειδοποίηση της κεντρικής τράπεζας των κεντρικών τραπεζών, της BIS, όσον αφορά τους κινδύνους για το σύστημα (πηγή) – όπως ακριβώς συνέβη πριν το 2008, όπου πρόβλεψε πρώτη τη χρηματοπιστωτική κρίση.
Σύμφωνα με την τράπεζα, τα αρνητικά επιτόκια πολλών ομολόγων (ύψους 2 τρις $ στην Ευρωζώνη) έχουν φτάσει στα όρια του παραλόγου, αποτελώντας το εμφανές σύμπτωμα μίας μεγάλης «αδιαθεσίας» – γεγονός που σημαίνει ότι, το σύστημα αργά ή γρήγορα θα εκραγεί, με ανυπολόγιστες συνέπειες.
Οι κεντρικές τράπεζες
Είναι πλέον φανερό ότι, οι κεντρικές τράπεζες δεν είναι σε θέση να επιτύχουν ανάπτυξη, ούτε αύξηση των θέσεων εργασίας – ενώ κατά τη διάρκεια της χρηματοπιστωτικής κρίσης, καθώς επίσης της κρίσης χρέους της Ευρωζώνης, ανέλαβαν πολλές υπευθυνότητες, έχοντας γίνει εξαιρετικά ισχυρές, οπότε θα προκαλέσουν μία μακροοικονομική καταστροφή.
Η ΕΚΤ έχει αναδειχθεί στο «δικαστή» της Ελλάδας, όσον αφορά την έξοδο της από την Ευρωζώνη, έχοντας καταπατήσει τους κανόνες του Δικαίου με το κλείσιμο των τραπεζών (ανάλυση). Είχαν προηγηθεί βέβαια οι εκβιασμοί της Κύπρου, καθώς επίσης της Ιρλανδίας, οι οποίοι κάθε άλλο παρά νόμιμοι ήταν – παρά το ότι πρόκειται για έναν μη εκλεγμένο Θεσμό, ο οποίος δεν έχει το δικαίωμα να λαμβάνει πολιτικές αποφάσεις.
Το ίδιο ισχυρές, με δικτατορικά δικαιώματα είναι πολλές άλλες κεντρικές τράπεζες, όπως η κεντρική τράπεζα της Ελβετίας, η οποία αποφάσισε την αποσύνδεση του φράγκου από το ευρώ – βυθίζοντας στην ύφεση τη χώρα και προκαλώντας τεράστιες ζημίες στις επιχειρήσεις της. Το γεγονός αυτό είναι εξαιρετικά παράδοξο για ένα κράτος, το πολίτευμα του οποίου είναι η άμεση δημοκρατία – με εξαίρεση τη νομισματική πολιτική, στην οποία δεν συμμετέχει κανένας Πολίτης και κανένας δημοκρατικός θεσμός.
Κάτι ανάλογο συμβαίνει και με τη Fed, η οποία αποφασίζει απολυταρχικά για το μέλλον των Αμερικανών, συχνά για ολόκληρο τον πλανήτη, με την Τράπεζα της Αγγλίας, καθώς επίσης με αυτήν της Ιαπωνίας – μία διαδικασία που ξεκίνησε μετά την έξοδο από τον κανόνα του χρυσού, όπου δημιουργήθηκε το σύστημα των ευέλικτων ισοτιμιών, καθώς επίσης μετά το τέλος της συμφωνίας του Bretton Woods.
Στη συνέχεια, οι κεντρικές τράπεζες «προικίσθηκαν» με πολλές άλλες υπευθυνότητες, εκτός από τη νομισματική πολιτική – όπως με τη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος, με την εποπτεία των εμπορικών τραπεζών, την οποία υιοθέτησε πλέον και η ΕΚΤ για τις μεγάλες τράπεζες της Ευρωζώνης, καθώς επίσης με μακροοικονομικές πρωτοβουλίες, όπως η αύξηση της ζήτησης για την καταπολέμηση της ανεργίας.
Το μεγάλο πεδίο των δραστηριοτήτων τους, σε συνδυασμό με τη διευρυμένη ισχύ τους, είχε σαν αποτέλεσμα την κλιμάκωση της πολιτικής τους δύναμης – παρά το ότι είναι αντίθετη με την ουδετερότητα που απαιτούν οι ενέργειες τους. Έτσι οι κεντρικές τράπεζες, οι οποίες είχαν ανέκαθεν το προνόμιο της ανεξαρτησίας από την Πολιτική, μετατράπηκαν στους κυρίαρχους του σύμπαντος – καθιστώντας την Πολιτική υπηρέτη τους, από εντολοδόχο στο ξεκίνημα τους.
Η κεντρικά κατευθυνόμενη οικονομία των ελίτ
Συνεχίζοντας οι κεντρικές τράπεζες, για να μπορέσουν να ανταπεξέλθουν με το νέο ρόλο τους, λαμβάνουν αποφάσεις μη συμβατικές, μεγάλου ρίσκου – όπως τα τεράστια πακέτα ποσοτικής διευκόλυνσης, τα μηδενικά βασικά επιτόκια για ένα ασυνήθιστα μεγάλο χρονικό διάστημα, τα αρνητικά επιτόκια για τις καταθέσεις των εμπορικών τραπεζών στις ίδιες, τις συνεχείς επεμβάσεις στις αγορές συναλλάγματος για τη διατήρηση της ισοτιμίας του νομίσματος της χώρας τους κοκ.
Ως εκ τούτου, προκάλεσαν την ουτοπία, σύμφωνα με την οποία είναι εφικτή η ανάπτυξη με τη δημιουργία συνεχώς μεγαλύτερων χρεών – παραπλανώντας την Πολιτική και τις κοινωνίες, οι οποίες πίστεψαν πως η αύξηση της ανταγωνιστικότητας, ως προϋπόθεση ενός καλύτερου βιοτικού επιπέδου, είναι εφικτή χωρίς κόπο και επώδυνες μεταρρυθμίσεις. Το αποτέλεσμα ήταν να αυξηθούν κατακόρυφα τα παγκόσμια χρέη (γράφημα), οπότε οι κίνδυνοι μίας μακροοικονομικής καταστροφής άνευ προηγουμένου.
Περαιτέρω, αντί οι κεντρικές τράπεζες να εκλογικευθούν, περιορίζοντας το ρίσκο, ενέτειναν τις επεμβάσεις τους στις ελεύθερες αγορές, διαστρεβλώνοντας τες εντελώς – όπου, εκτός από τη ραγδαία αύξηση των χρεών, καθώς επίσης τα εξτρεμιστικά χαμηλά επιτόκια δανεισμού, προκάλεσαν τη μείωση του ρυθμού ανάπτυξης παγκοσμίως, καθιστώντας ουσιαστικά αδύνατη την εξυπηρέτηση των χρεών (αυξάνονται συνεχώς ως προς το ΑΕΠ).
Αυτό ακριβώς τονίζει στην έκθεση της η BIS, κατηγορώντας ανοιχτά τις κεντρικές τράπεζες, οι οποίες ούτε εκλέγονται, ούτε ελέγχονται δημοκρατικά, έχοντας πάρει αυθαίρετα τη θέση του Θεού, στο σημερινό καπιταλιστικό σύστημα – χωρίς όμως να έχουν θεϊκές ικανότητες, οπότε θα οδηγήσουν τον πλανήτη στην απόλυτη καταστροφή.
Η συνεχώς αυξανόμενη ανασφάλεια, όπως και η κλιμακούμενη μεταβλητότητα στις αγορές κεφαλαίου (μετοχές, εμπορεύματα, ομόλογα κλπ.), καθώς επίσης στις αγορές συναλλάγματος, τεκμηριώνει την πλήρη αποτυχία τους να ελέγξουν τεχνητά το σύστημα – το οποίο έχουν πλέον μετατρέψει σε μία κεντρικά κατευθυνόμενη (κομμουνιστική) οικονομία των ελίτ, με την ημερομηνία επώδυνης λήξης που πάντοτε χαρακτηρίζει αυτά τα συστήματα.
Επίλογος
Η BIS συμβουλεύει το αυτονόητο: να δοθεί τέλος στη δικτατορία των ανεξέλεγκτων πλέον κεντρικών τραπεζών, καθώς επίσης στην κεντρικά κατευθυνόμενη οικονομία που έχουν επιβάλλει προς όφελος των ελίτ – με τον άμεσο, ριζικό περιορισμό των υπευθυνοτήτων τους.
Όσον αφορά τις κοινωνίες, να πάψουν να πιστεύουν στον ουτοπικό έλεγχο των οικονομιών τους με βραχυπρόθεσμο προσανατολισμό και με μεσοπρόθεσμες στρατηγικές – να σταματήσουν να εστιάζουν στη βραχυπρόθεσμη παραγωγή και στον πληθωρισμό, επιστρέφοντας στο μακροπρόθεσμο σχεδιασμό, βασισμένο στην πραγματική οικονομία.
Τα χρήματα πρέπει να γίνουν ξανά ένα μέσον συναλλαγών της πραγματικής οικονομίας, όχι ένα μέσο απόκτησης νέων χρημάτων, με κερδοσκοπικές τοποθετήσεις – ενώ οι κεντρικοί τραπεζίτες δεν πρέπει να συμμετέχουν στα πολιτικά δρώμενα, επιβάλλοντας δικτατορικά τις απόψεις τους στους λαούς. Η νομισματική πολιτική οφείλει να έχει στόχο τη μακροοικονομική ουδετερότητα του χρήματος – να υπόκειται σε συμβατικούς, διαφανείς κανόνες, μεταξύ άλλων να διατηρεί σταθερή την ποσότητα του χρήματος, με τα παραγόμενα αγαθά.
Οι κοινωνίες δε πρέπει να πάψουν να πιστεύουν στο μαγικό ραβδί της αυξημένης ρευστότητας, η οποία μπορεί να λύσει ως δια μαγείας τα προβλήματα τους – στο συνεχές τύπωμα νέων χρημάτων, ως το μοναδικό φάρμακο για την έξοδο τους από τις οικονομικές κρίσεις. Ειδικά όσες δεν έχουν βιώσει το τέρας τουυπερπληθωρισμού, το οποίο καταστρέφει ανελέητα και ολοσχερώς τις χώρες που εισβάλλει – αποτελώντας τη χειρότερη δυνατή ασθένεια μίας οικονομίας.
Δημοσίευση σχολίου