Η εικόνα που παρουσιάζει η Δύση για τη Ρωσία διαφέρει αρκετά από την πραγματικότητα, διαπιστώνει ο George Friedman. Οι προτεραιότητες της Ρωσίας, οι φόβοι της Αμερικής και το πρόβλημα της κατανόησης.Τις εντυπώσεις του από το πρόσφατο ταξίδι του στη Μόσχα αναλύει σε άρθρο του στο Stratfor ο George Friedman, σημειώνοντας πως οι ανησυχίες των Ρώσων είναι οι αναμενόμενες, όμως η έμφαση που δίνεται σε αυτές και η σειρά προτεραιότητάς τους σίγουρα δεν είναι τα αναμενόμενα.
Οι οικονομικές προσδοκίες
Νόμιζα πως τα οικονομικά προβλήματα της Ρωσίας θα ήταν πρώτα στο μυαλό των Ρώσων. Η βουτιά του ρουβλίου, η υποχώρηση των τιμών του πετρελαίου, η γενική επιβράδυνση της οικονομίας και η επίπτωση των κυρώσεων που επέβαλε η Δύση, στη Δύση παρουσιάζονται ως παράγοντες που σφυροκοπούν την ρωσική οικονομία. Όμως αυτό δεν φάνηκε στις συζητήσεις που είχα. Η υποχώρηση του ρωσικού νομίσματος έχει επηρεάσει τα σχέδια για ταξίδια στο εξωτερικό, όμως οι Ρώσοι μόλις πρόσφατα άρχισαν να αισθάνονται την πραγματική επίπτωση των παραγόντων αυτών, ιδιαίτερα λόγω του πληθωρισμού.Υπάρχει όμως και ένας ακόμα λόγος για την σχετική ηρεμία που επικρατεί σε ότι αφορά την οικονομική κατάσταση, και αυτός δεν δίνεται μόνο από τους Ρώσους αξιωματούχους, αλλά και από τους πολίτες: οι Ρώσοι τόνισαν πως τα οικονομικά προβλήματα είναι η συνήθης κατάσταση στη Ρωσία και η ευημερία είναι η προσδοκία τους. Πάντα υπάρχει η προσδοκία ότι η ευημερία θα τελειώσει και θα επιστρέψουν οι συνηθισμένοι περιορισμοί της φτώχειας.
Οι Ρώσοι υπέφεραν την δεκαετία του 1990 υπό τον Μπόρις Γιέλτσιν, αλλά και υπό τις προηγούμενες κυβερνήσεις πηγαίνοντας πίσω μέχρι την εποχή των τσάρων. Ωστόσο, αρκετοί σημείωσαν πως κέρδισαν τις μάχες που χρειάζονταν να κερδίσουν και κατάφεραν να ζήσουν ζωές που άξιζε να τις ζήσουν. Η χρυσή εποχή των προηγούμενων δέκα ετών έρχονταν στο τέλος της. Αυτό ήταν κάτι αναμενόμενο και θα το υπομείνουν. Οι κυβερνητικοί αξιωματούχοι το έθεσαν ως προειδοποίηση και δεν νομίζω ότι μπλόφαραν. Το βασικό θέμα της συζήτησης ήταν οι κυρώσεις, και η πρόθεση ήταν να φανεί ότι δεν θα οδηγήσουν σε αλλαγή της πολιτικής της Ρωσίας έναντι της Ουκρανίας. Το δυνατό σημείο των Ρώσων είναι ότι μπορούν να υπομείνουν καταστάσεις που θα γονάτιζαν άλλα έθνη.
Τονίστηκε επίσης ότι τείνουν να στηρίζουν την κυβέρνηση ασχέτως των ικανοτήτων της, όταν η Ρωσία αισθάνεται ότι απειλείται. Ως εκ τούτου, σύμφωνα με τους Ρώσους, κανένας δεν θα πρέπει να περιμένει ότι οι κυρώσεις, όσο σκληρές και αν είναι, θα κάνουν τη Μόσχα να συνθηκολογήσει. Αντιθέτως, οι Ρώσοι θα απαντήσουν με δικές τους κυρώσεις, οι οποίες δεν διασαφηνίστηκαν, όμως υποθέτω ότι θα περιλαμβάνουν την κατάσχεση περιουσιακών στοιχείων Δυτικών επιχειρήσεων στη Ρωσία και περιστολή των εισαγωγών αγροτικών προϊόντων από την Ευρώπη. Δεν υπήρξε συζήτηση για διακοπή της παροχής φυσικού αερίου προς την Ευρώπη. Αν αυτό ισχύει, τότε οι Αμερικάνοι και οι Ευρωπαίοι αυταπατώνται σε ότι αφορά τις επιπτώσεις των κυρώσεων.
Γενικά, προσωπικά δεν έχω ιδιαίτερη εμπιστοσύνη στη χρήση κυρώσεων. Οι Ρώσοι μου έδωσαν ένα διαφορετικό πρίσμα υπό το οποίο να δω το συγκεκριμένο ζήτημα. Οι κυρώσεις αντανακλούν το όριο του «πόνου» που μπορούν να αντέξουν οι Ευρωπαίοι και οι Αμερικάνοι. Έχουν σχεδιαστεί ώστε να προκαλέσουν «πόνο» τον οποίον η Δύση δεν θα άντεχε. Όταν όμως εφαρμόζεται σε άλλους, οι επιπτώσεις ποικίλουν. Η αίσθησή μου είναι ότι οι Ρώσοι σοβαρολογούσαν. Αυτό θα εξηγούσε γιατί οι αυξημένες κυρώσεις, σε συνδυασμό με τη μείωση της τιμής του πετρελαίου, της οικονομικής επιβράδυνσης κ.λ.π, πολύ απλά δεν έχουν προκαλέσει τη διάβρωση της εμπιστοσύνης που θα περίμενε κανείς. Αξιόπιστες δημοσκοπήσεις δείχνουν πως ο Βλαντιμίρ Πούτιν εξακολουθεί να είναι εξαιρετικά δημοφιλής. Το αν θα παραμείνει δημοφιλής όσο θα προχωρά η οικονομική επιβράδυνση, και αν η ελίτ που πλήττεται οικονομικά θα παραμείνει αισιόδοξη, είναι άλλο θέμα.
Για μένα, όμως, το σημαντικότερο μάθημα που ίσως πήρα στη Ρωσία, είναι ότι οι Ρώσοι δεν αντιδρούν στις οικονομικές πιέσεις όπως οι Δυτικοί, και πως το σλόγκαν «είναι η οικονομία, ηλίθιε», ίσως να μην αφορά με τον ίδιο τρόπο τη Ρωσία.
Το Ουκρανικό ζήτημα
Πολύ πιο σκληρή ήταν η στάση των Ρώσων σε ότι αφορά το θέμα της Ουκρανίας. Αποδέχονται ότι τα γεγονότα στην Ουκρανία ήταν μια αντιστροφή για τη Ρωσία και δυσανασχετούν που η κυβέρνηση Ομπάμα προχώρησε σε εκστρατεία προπαγάνδας –όπως πιστεύουν- για να φανεί ότι η Ρωσία ήταν ο επιτιθέμενος.Δυο ήταν τα σημεία που τόνισαν οι περισσότεροι. Το πρώτο είναι ότι η Κριμαία ιστορικά ήταν μέρος της Ρωσίας και πως ήδη κυριαρχούνταν από τον ρωσικό στρατό, στο πλαίσιο Συνθήκης. Δεν υπήρξε εισβολή, απλώς μια επιβεβαίωση της πραγματικότητας. Δεύτερον, υπήρξε επιμονή ότι η ανατολική Ουκρανία κατοικείται από Ρώσους και πως, όπως και σε άλλες χώρες, οι Ρώσοι αυτοί πρέπει να έχουν έναν υψηλό βαθμό αυτονομίας. Ένας ακαδημαϊκός έδωσε ως παράδειγμα το καναδικό μοντέλο και το Κεμπέκ, προκειμένου να δείξει πως η Δύση κανονικά δεν έχει πρόβλημα με την τοπική αυτονομία εθνοτικά διαφορετικών περιοχών, όμως σοκάρεται που οι Ρώσοι μπορεί να θέλουν να εξασκήσουν έναν κάποιας μορφής τοπικισμό, που είναι συνηθισμένος στη Δύση.
Η περίπτωση του Κοσόβου είναι εξαιρετικά σημαντική για τους Ρώσους, τόσο διότι αισθάνονται πως οι επιθυμίες τους αγνοήθηκαν εκεί, όσο διότι έθεσε ένα προηγούμενο. Χρόνια μετά την πτώση της σερβικής κυβέρνησης που είχε απειλήσει τους Αλβανούς του Κοσόβου, η Δύση έδωσε στο Κόσοβο την ανεξαρτησία του. Οι Ρώσοι υποστήριξαν ότι τα σύνορα ξαναοριοθετήθηκαν παρά το ότι δεν υπήρχε κανένας κίνδυνος για το Κόσοβο. Η Ρωσία δεν ήθελε να συμβεί αυτό, όμως η Δύση το έκανε γιατί μπορούσε. Κατά την άποψη των Ρώσων, έχοντας ξαναχαράξει τον χάρτη της Σερβίας, η Δύση δεν έχει δικαίωμα να φέρνει αντιρρήσεις στην επαναχάραξη του χάρτη της Ουκρανίας. Κατάλαβα ότι οι Ρώσοι θεωρούν την Ουκρανία ως ένα απαραίτητο στρατηγικό ανάχωμα και ότι χωρίς αυτήν θα αντιμετώπιζαν μια σημαντική απειλή, αν όχι τώρα, κάποια στιγμή στο μέλλον.
Προσπάθησα να δώσω μια στρατηγική αμερικανική οπτική. Οι ΗΠΑ έχουν περάσει τον περασμένο αιώνα επιδιώκοντας έναν μοναδικό στόχο: την αποφυγή της ανάδυσης ενός και μόνου ηγεμόνα που θα μπορούσε να εκμεταλλευτεί την τεχνολογία και τα κεφάλαια της Δυτικής Ευρώπης και τους πόρους και εργατικό δυναμικό της Ρωσίας. Οι ΗΠΑ παρενέβησαν στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο το 1917 για να εμποδίσουν τη γερμανική ηγεμονία και μια ακόμα φορά κατά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Στον Ψυχρό Πόλεμο ο στόχος ήταν να αποτραπεί μια ρωσική ηγεμονία. Η αμερικανική στρατηγική πολιτική παραμένει συνεπείς εδώ και έναν αιώνα.
Οι ΗΠΑ προσέχουν να μην αναδυθεί καμία ηγεμονία. Σε αυτή την περίπτωση ο φόβος ανάδυσης της Ρωσίας φέρνει στο νου μνήμες του Ψυχρού Πολέμου, και όχι χωρίς λόγο. Όπως σημείωσαν ορισμένοι, η οικονομική αδυναμία σπάνια σημαίνει και στρατιωτική αδυναμία ή πολιτικό διχασμό. Συμφώνησα μαζί τους στο θέμα αυτό και τόνισα πως γι' αυτόν ακριβώς τον λόγο οι ΗΠΑ φοβούνται δικαίως τη Ρωσία στην Ουκρανία. Αν η Ρωσία καταφέρει να εδραιώσει την εξουσία της στην Ουκρανία, τι θα επακολουθήσει; Η Ρωσία διαθέτει στρατιωτική και πολιτική ισχύ που θα μπορούσε να αρχίσει να χτυπά την Ευρώπη. Ως εκ τούτου, δεν είναι παράλογο οι ΗΠΑ, και κάποιες ευρωπαϊκές χώρες, να θέλουν να εδραιώσουν τη δική τους εξουσία στην Ουκρανία.
Όταν εξέθεσα το επιχείρημα αυτό σε έναν ανώτατο αξιωματούχο του ρωσικού υπουργείου Εξωτερικών, ουσιαστικά δήλωσε πως δεν καταλάβαινε τι προσπαθούσα να πω. Αν και νομίζω πως κατάλαβε απόλυτα τις γεωπολιτικές αναγκαιότητες που καθοδηγούν τη Ρωσία στο θέμα της Ουκρανίας, ωστόσο για τον αξιωματούχο αυτό οι αναγκαιότητες που καθοδηγούν τις ΗΠΑ είναι υπερβολικά ευρείες για να εφαρμοστούν στο ουκρανικό ζήτημα. Το θέμα δεν ήταν ότι αυτός ο συγκεκριμένος αξιωματούχος έβλεπε μόνο την δική του πλευρά στο ζήτημα, αλλά ότι για τη Ρωσία, η Ουκρανία είναι ένα τόσο άμεσο πρόβλημα και η εικόνα της αμερικανικής στρατηγικής τόσο αφηρημένη, που δεν φαίνεται να συνδέεται με την άμεση πραγματικότητα. Υπάρχει μια αυτόματη αμερικανική αντίδραση σε αυτό που οι ΗΠΑ θεωρούν ρωσική επιθετικότητα, όμως οι Ρώσοι αισθάνονται πως είναι κάθε άλλο παρά επιθετικοί, και αντιθέτως τηρούν αμυντική στάση. Για τον αξιωματούχο, οι αμερικανικοί φόβοι περί ρωσικής ηγεμονίας είναι υπερβολικά παρατραβηγμένοι.
Σε άλλες συναντήσεις, με τα ανώτατα στελέχη του Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων, προσπάθησα να εξηγήσω ότι οι Ρώσοι είχαν ντροπιάσει τον αμερικανό πρόεδρο Μπαράκ Ομπάμα στη Συρία. Ο Ομπάμα δεν ήθελε να επιτεθεί όταν χρησιμοποιήθηκαν δηλητηριώδη αέρια στη Συρία διότι ήταν στρατιωτικά δύσκολο και διότι αν ανέτρεπε τον Σύρο πρόεδρο Μπασάρ αλ Άσαντ, θα άφηνε τους Σουνήτες τζιχαντιστές να κυβερνήσουν τη χώρα. Οι ΗΠΑ και η Ρωσία είχαν όμοια συμφέροντα, τόνισα, και η ρωσική προσπάθεια να φέρει σε δύσκολη θέση τον πρόεδρο κάνοντας να φανεί ότι ο Πούτιν τον ανάγκασε να κάνει πίσω, πυροδότησε την αμερικανική απάντηση στην Ουκρανία.
Το μέλλον της Ρωσίας και της Δύσης
Το σημαντικότερο ζήτημα είναι τι μέλλει γενέσθαι. Το προφανές ερώτημα είναι αν η ουκρανική κρίση θα επεκταθεί στη Βαλτική, τη Μολδαβία ή τον Καύκασο. Έθεσα το θέμα αυτό στον αξιωματούχο του υπουργείου Εξωτερικών. Τόνισε με έμφαση ότι αυτή η κρίση δεν θα επεκταθεί. Θεώρησα ότι αυτό σημαίνει πως δεν θα υπάρξουν ρωσικές εξεγέρσεις στη Βαλτική, αναταραχές στη Μολδαβία και στρατιωτικές ενέργειες στον Καύκασο. Νομίζω πως ήταν ειλικρινής. Οι Ρώσοι έχουν ήδη «τεντωθεί» αρκετά. Έχουν να αντιμετωπίσουν το θέμα της Ουκρανίας αλλά και τις υφιστάμενες κυρώσεις, αλλά και να αντέξουν τα οικονομικά προβλήματα. Η Δύση διαθέτει τους πόρους ώστε να χειριστεί πολλαπλές κρίσεις. Η Ρωσία χρειάζεται να περιορίσει την κρίση αυτή στην Ουκρανία.Οι ρώσοι θα δέχονταν έναν βαθμό αυτονομίας για τους Ρώσους σε περιοχές της ανατολικής Ουκρανίας. Δεν γνωρίζω πόση αυτονομία θα δέχονταν όμως. Χρειάζονται μια σημαντική χειρονομία για να προστατεύσουν τα συμφέροντά τους και να επιβεβαιώσουν το πόσο σημαντικοί είναι. Το επιχείρημά τους ότι υπάρχει τοπική αυτονομία σε πολλές χώρες, είναι πειστικό. Όμως η Ιστορία έχει να κάνει με την εξουσία, και η Δύση χρησιμοποιεί την ισχύ της για να πιέσει τη Ρωσία. Προφανώς, όμως, τίποτα δεν είναι πιο επικίνδυνο από το να πληγώσεις μια αρκούδα. Το να την σκοτώσεις είναι καλύτερο, όμως το να σκοτώσεις τη Ρωσία έχει αποδειχθεί ότι είναι δύσκολο.
Έφυγα με δυο εντυπώσεις. Η μια είναι ότι ο Πούτιν είναι πιο ασφαλής απ' όσο νόμιζα. Οι πρόεδροι βέβαια πάνε και έρχονται. Όμως αυτό λειτουργεί ως υπενθύμιση ότι καταστάσεις που θα έριχναν έναν ηγέτη της Δύσης, είναι πιθανό να μην έκαναν το ίδιο σε έναν ρώσο ηγέτη. Η δεύτερη είναι ότι οι Ρώσοι δεν σχεδιάζουν κάποια επιθετική εκστρατεία. Εδώ προβληματίζομαι περισσότερο, όχι διότι θα ήθελαν να εισβάλουν σε κάποια χώρα, αλλά διότι τα έθνη συχνά δεν έχουν αντίληψη του τι πρόκειται να συμβεί, και ίσως αντιδράσουν με τρόπους που θα μπορούσαν να μας εκπλήξουν. Αυτό είναι το πιο επικίνδυνο. Δεν είναι η πρόθεση, αλλά οι απρόβλεπτες ενέργειες από τη Ρωσία ή από άλλους.
Την ίδια ώρα, η γενικότερη ανάλυσή μου δεν αλλάζει. Ότι και αν κάνει η Ρωσία αλλού, η Ουκρανία εξακολουθεί να είναι θεμελιώδους στρατηγικής σημασίας για τη Μόσχα. Ακόμα και αν η ανατολή λάβει κάποιον βαθμό αυτονομίας, η Ρωσία θα εξακολουθήσει να ανησυχεί βαθύτατα αναφορικά με τις σχέσεις της υπόλοιπης Ουκρανίας με τη Δύση. Όσο δύσκολο και αν είναι για τους Δυτικούς να το κατανοήσουν αυτό, η ρωσική Ιστορία είναι μια ιστορία «αναχωμάτων». Χώρες-«αναχώματα» προστατεύουν τη Ρωσία από τους Δυτικούς εισβολείς. Η Ρωσία θέλει έναν διακανονισμό που θα καθιστά την Ουκρανία τουλάχιστον ουδέτερη.
Για τις ΗΠΑ, η άνοδος οποιασδήποτε δύναμης στη Ευρασία πυροδοτεί μια αυτόματη αντίδραση, που έχει τις ρίζες της στην Ιστορία. Όσο δύσκολο και αν είναι για τους Ρώσους να το κατανοήσουν, σχεδόν μισός αιώνας Ψυχρού Πολέμου έχει κάνει τις ΗΠΑ υπερευαίσθητες στην πιθανή επάνοδο της Ρωσίας. Οι ΗΠΑ πέρασαν τον περασμένο αιώνα μπλοκάροντας την ενοποίηση της Ευρώπης κάτω από μια και μοναδική, επιθετική δύναμη. Αυτό που προτίθεται να κάνει η Ρωσία και αυτό που φοβάται η Αμερική είναι δυο πολύ διαφορετικά πράγματα.
Οι ΗΠΑ και η Ευρώπη δυσκολεύονται να κατανοήσουν τους φόβους της Ρωσίας.
Η Ρωσία δυσκολεύεται να κατανοήσει συγκεκριμένους αμερικανικούς φόβους. Οι φόβοι και των δυο πλευρών είναι αληθινοί και βάσιμοι. Δεν είναι ζήτημα παρεξήγησης μεταξύ των δυο χωρών, αλλά ασύμβατων αναγκαιοτήτων. Όλη η καλή πρόθεση του κόσμου δεν μπορεί να λύσει το πρόβλημα δυο μεγάλων χωρών που αναγκάζονται να προστατεύσουν τα συμφέροντά τους και για να το πράξουν αυτό κάνουν την άλλη πλευρά να αισθάνεται ότι απειλείται. Έμαθα πολλά από το ταξίδι μου. Δεν έμαθα πώς να λύσω το πρόβλημα αυτό, εκτός του ότι το λιγότερο που πρέπει να γίνει, είναι οι δυο πλευρές να κατανοήσουν τους φόβους η μια της άλλης, έστω και αν δεν μπορούν να τους καθησυχάσουν.
πηγή
Δημοσίευση σχολίου