Μια εξαιρετικά διαφωτιστική ανάλυση του πως βλέπουν οι Γερμανοί του σήμερα τη Ρωσία και πως η γερμανική κοινή γνώμη αντιμετωπίζει την κρίση της Κριμαίας, δημοσίευσε στο περιοδικό Spiegel, ο Γερμανός δημοσιογράφος, πολεμικός ανταποκριτής και επί χρόνια ανταποκριτής στη Μόσχα Κρίστιαν Νέεφ. Η καλή γνώση των εκατέρωθεν αντιλήψεων, είναι εκ των ων ουκ άνευ προϋπόθεση κατανόηση της κατάστασης.
ΑΠΟΔΟΣΗ ΚΕΙΜΕΝΟΥ: Παντελής Καρύκας
Από την αρχή της ουκρανικής κρίσης πολλοί Γερμανοί φάνηκε, κατά κάποιο τρόπο, να κατανοούν τις ρωσικές ενέργειες. Κι όμως δεν είναι έτσι. Η Γερμανία, είναι αλήθεια, ότι είχε παλαιότερα μια ειδική σχέση με τη Ρωσία, καθώς πολλοί Γερμανοί υπηρέτησαν στις ανώτατες θέσεις της τσαρικής Ρωσίας, ανεβαίνοντας ακόμα και στον ρωσικό θρόνο. Αυτό όμως αποτελεί τη ρομαντική πλευρά του νομίσματος.
Ακολούθησαν πόλεμοι και η καταστροφική θύελλα που η ναζιστική Γερμανία εξαπέλυσε κατά της τότε ΕΣΣΔ. Η μεταπολεμική γενιά των Γερμανών μεγάλωσε με τον λανθάνοντα φόβο των Ρώσων. Οι Ανατολικοί Γερμανοί αντιμετώπισαν πάντοτε τους Ρώσους ως κατακτητές και οι Δυτικοί περίμεναν πάντα την, από στιγμή σε στιγμή, νέα ρωσική εισβολή. Ακολούθησε ο Γκορμπατσόφ και η ενοποίηση της Γερμανίας, με αποτέλεσμα να ξεχαστούν τα όσα, μέχρι τότε, η Ρωσία είχε επιβάλει στη Γερμανία. Ο Γκορμπατσόφ λατρεύτηκε στη Γερμανία, αλλά θεωρείται ο χειρότερος ηγέτης που πέρασε από το Κρεμλίνο, από τους Ρώσους.
Η διάλυση της ΕΣΣΔ, για την οποία οι Ρώσοι θεωρούσαν πάντα υπεύθυνο τον Γκορμπατσόφ, οδήγησε τη Ρωσία σε έναν στυγνό καπιταλισμό, όπου οι λίγοι ολιγάρχες είχαν τα πάντα και ο λαός ζούσε στην χειρότερη φτώχεια. Οι Γερμανοί παρακολουθούν αυτό να συμβαίνει, αλλά αδυνατούσαν να κατανοήσουν τη νοηματική του ακολουθία στο μυαλό των Ρώσων. Η Ρωσίδα συγγραφέας Σβετλάνα Αλεξέγιεβιτς προσπαθεί να εξηγήσει γιατί οι πολίτες της πρώην ΕΣΣΔ δεν μπορούν να συγκριθούν με τους δυτικούς.
«Όλοι εμείς που περάσαμε από τον σοσιαλισμό είμαστε διαφορετικοί άνθρωποι. Έχουμε τις δικές μας ιδέες για το καλό και τα κακό, για ήρωες και θύματα. Μισούμε και προκαταλαμβάνουμε. Προερχόμαστε όλοι από έναν τόπο που ήταν κάποτε ο τόπος των Γκουλάγκ και της κολεκτιβοποίησης, της αποκρατικοποίησης και των μαζικών εκτοπίσεων και υποχρεωτικών μετεγκαταστάσεων ολόκληρων πληθυσμών. Ήταν σοσιαλισμός, αλλά ήταν και οι ζωές μας… Η Ρωσία άλλαξε το 1991, αλλά και μίσησε τον εαυτό της για αυτή την αλλαγή», γράφει.
Οι Γερμανοί πίστεψαν ότι οι Ρώσοι θα ήταν κατενθουσιασμένοι με την αλλαγή αυτή. Δεν ήταν όμως έτσι. Ο Βλαντιμίρ Πούτιν αντελήφθη με ακρίβεια τη διάθεση των συμπατριωτών του. Όταν ανέλαβε την προεδρία ειρήνευσε την Τσετσενία, σύντριψε τη δύναμη των ολιγαρχών και δημιούργησε ένα κλίμα ευημερίας για τον απλό Ρώσο. Ο Πούτιν γνώριζε ότι οι Ρώσοι επιζητούν έναν ισχυρό ηγέτη και μισούν την φιλελευθεροποίηση. Γνώριζε, ότι οι Ρώσοι θέλουν να επιδειχτεί πυγμή έναντι των ξένων και οτιδήποτε μη ρωσικού, μέχρι και ότι επιθυμούσαν την επαναφορά της θανατικής ποινής.
Ο Πούτιν ζήτησε και έλαβε από τους Ρώσους, εκτεταμένες εξουσίες, με αντάλλαγμα μια αντιδυτική ιδεολογία που τους εξέφραζε. «Είμαστε σε θέση να διαπιστώσουμε πόσες ευρωατλανικές χώρες, απορρίπτουν, στην πραγματικότητα, τις ρίζες τους, περιλαμβανομένων και των χριστιανικών αξιών τους, οι οποίες αποτελούν τη βάση του Δυτικού πολιτισμού. Απορρίπτουν τις ηθικές αξίες και όλες τις παραδοσιακές τους ιδιαιτερότητες, εθνικές, θρησκευτικές, ακόμα και σεξουαλικές», ανέφερε ο Πούτιν σε λόγο του.
Οι Γερμανοί που έχουν Ρώσους φίλους διαπιστώνουν ότι ο πρότερος ενθουσιασμός τους για τη Δύση έχει αντικατασταθεί από μια πιο κριτική ματιά. Είναι δε ιδιαίτερα υπερήφανοι που η Κριμαία αποτελεί και πάλι τμήμα της Ρωσίας. Πως όμως αντιδρούν οι Γερμανοί στην προσάρτηση της Κριμαίας;
Οι απόψεις είναι πολλές. Ο παλαιός πολιτικός Χέλμουτ Σμιντ αντιπροσωπεύει τη μια σχολή σκέψης, ο υπουργός Οικονομικών Σόιμπλε, την άλλη. Ο Σμιντ θεωρεί την κίνηση του Πούτιν κατανοητή και λέει πως η Δύση οφείλει να το αντιληφθεί, με στόχο τη διατήρηση της ειρήνης. Σοσιαλδημοκράτες συνάδελφοί του, όπως ο Έγκον Μπαρ, προχωρούν ακόμα περισσότερο θεωρώντας μη νόμιμη την νυν ουκρανική κυβέρνηση. Και οι δύο εμμένουν στην παλαιά τους αντίληψη για τη Ρωσία, η οποία υπήρχε το 1970.
Όλοι αυτοί όμως παραγνωρίζουν το γεγονός ότι η Δυτική Ευρώπη και το ΔΝΤ στήριξαν τη Ρωσία, όταν η τιμή του πετρελαίου είχε πέσει χαμηλά, παραχωρώντας της δάνεια 40 δισ. δολαρίων, ώστε να αποφύγει τη οικονομική καταστροφή.
Οι ρωσόφιλοι εμμένουν επίσης στην άποψη ότι το ΝΑΤΟ συνεχίζει την προς Ανατολάς επέκτασή του, με συνέπεια να θίγει τα ρωσικά συμφέροντα. Και όμως, από τους 275.000 Αμερικανούς στρατιώτες που στάθμευαν στην Ευρώπη, σήμερα έχουν απομείνει μόνο οι 43.000. Η Μόσχα λοιπόν δεν μπορεί να θεωρεί, πραγματικά, ότι απειλείται από το ΝΑΤΟ.
Εν κατακλείδι, αναφέρουν ότι οφείλουν όλοι να κατανοήσουν το δικαίωμα των Ρώσων της Κριμαίας να αυτοπροσδιοριστούν και να προστατευτούν. Ο πόλεμος στην Τσετσενία όμως αποδεικνύει ότι οι Ρώσοι ηγέτες είναι μάλλον αδιάφοροι για τέτοιες λεπτότητες. Στους Τσετσένους δεν δόθηκε κανένα δικαίωμα αυτοπροσδιορισμού και η επαναστατημένη χώρα τους βομβαρδίστηκε. Όταν βρισκόμουν στα καταφύγια, στο Γκρόζνι, καλύπτοντας τις επιχειρήσεις, δεν υπήρχαν εκεί μόνο Τσετσένοι αλλά και Ρώσοι, για τη τύχη των οποίων το Κρεμλίνο αδιαφορούσε. Πολλοί Ρώσοι σκοτώθηκαν από τις ρωσικές βόμβες.
Υπάρχουν πολλά που μπορούν να λεχθούν για τη διαλεκτική των Γερμανών μεταξύ τους, σχετικά με τη ρωσική πολιτική έναντι της Ουκρανίας. Πολλοί επιμένουν ότι η νέα ουκρανική κυβέρνηση είναι φασιστική και κυριαρχείται από ακροδεξιούς εξτρεμιστές και αντισημίτες. Αυτά τα υποστηρίζει κυρίως η Αριστερά. Είναι απλά ανοησίες. Αν πρόκειται να συζητήσουμε για τις εξελίξεις στην Ουκρανία, μήπως να λέγαμε και για τους ακροδεξιούς εξτρεμιστές και αντισημίτες της Ρωσίας; Ανοησία είναι επίσης να λέγεται ότι η Κριμαία ήταν πάντοτε ρωσική. Στην πραγματικότητα η Κριμαία ενσωματώθηκε τη Ρωσία το 1783.
Η ισχύς παραμένει ένα δοκιμασμένο και πραγματικό όπλο της ρωσικής πολιτικής από το 1991. Οι πολιτικοί συμβιβασμοί, οι οποίοι είναι συνήθεις στη Δύση, θεωρούνται από τη Ρωσία ως σημάδι αδυναμίας και την άποψη αυτή συμμερίζονται όχι μόνο οι Ρώσοι ηγέτες, αλλά και οι Ρώσοι πολίτες. Αυτός είναι ο λόγος που ακόμα και οι αντίπαλοι του Πούτιν δεν είπαν λέξη για την προσάρτηση της Κριμαίας.
Αυτή δε η αντίληψη τροφοδοτείται από το σύμπλεγμα ανωτερότητας που διακατέχει τους Ρώσους. Για παράδειγμα οι Ρώσοι χαρακτηρίζουν τους κατοίκους των περιοχών του Καυκάσου με τη φράση «οι μαύροι μας». Το ίδιο ισχύει για τους Ουζμπέκους και τους Τατζίκους. Οι Εβραίοι αποτελούν το μόνιμο αντικείμενο διαμάχης στη Ρωσία.
Τώρα ήρθε και η σειρά των Ουκρανών οι οποίοι αποκαλούνται «χοχόλ» – από την πάλαι ποτέ παραδοσιακή κόμμωση των Κοζάκων, την οποία όμως ακολουθούσαν και οι Ρώσοι πρίγκιπες, στον μεσαίωνα, όπως για παράδειγμα ο Σβιατοσλάβος, ο οποίος τον 10ο αιώνα τόλμησε να επιτεθεί στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία, με λίαν δυσάρεστα για αυτόν αποτελέσματα.
Η Γερμανία αυτή τη στιγμή προσπαθεί να ανακαλύψει τον καλύτερο τρόπο χειρισμού της Ρωσίας στο μέλλον. Αν όμως δεν ρίψουμε μια καθαρή ματιά στη Ρωσία, πέρα από ρομαντισμούς και ιστορικά συμπλέγματα, που επηρεάζουν την οπτική μας, δεν θα καταφέρουμε να ανακαλύψουμε μια αποτελεσματική στρατηγική.
http://www.spiegel.de/international/europe/why-it-is-time-for-germany-to-stop-romanticizing-russia-a-963284.html#ref=nl-international
πηγή
ΑΠΟΔΟΣΗ ΚΕΙΜΕΝΟΥ: Παντελής Καρύκας
Από την αρχή της ουκρανικής κρίσης πολλοί Γερμανοί φάνηκε, κατά κάποιο τρόπο, να κατανοούν τις ρωσικές ενέργειες. Κι όμως δεν είναι έτσι. Η Γερμανία, είναι αλήθεια, ότι είχε παλαιότερα μια ειδική σχέση με τη Ρωσία, καθώς πολλοί Γερμανοί υπηρέτησαν στις ανώτατες θέσεις της τσαρικής Ρωσίας, ανεβαίνοντας ακόμα και στον ρωσικό θρόνο. Αυτό όμως αποτελεί τη ρομαντική πλευρά του νομίσματος.
Ακολούθησαν πόλεμοι και η καταστροφική θύελλα που η ναζιστική Γερμανία εξαπέλυσε κατά της τότε ΕΣΣΔ. Η μεταπολεμική γενιά των Γερμανών μεγάλωσε με τον λανθάνοντα φόβο των Ρώσων. Οι Ανατολικοί Γερμανοί αντιμετώπισαν πάντοτε τους Ρώσους ως κατακτητές και οι Δυτικοί περίμεναν πάντα την, από στιγμή σε στιγμή, νέα ρωσική εισβολή. Ακολούθησε ο Γκορμπατσόφ και η ενοποίηση της Γερμανίας, με αποτέλεσμα να ξεχαστούν τα όσα, μέχρι τότε, η Ρωσία είχε επιβάλει στη Γερμανία. Ο Γκορμπατσόφ λατρεύτηκε στη Γερμανία, αλλά θεωρείται ο χειρότερος ηγέτης που πέρασε από το Κρεμλίνο, από τους Ρώσους.
Όμως η Ρωσία δεν είναι Ευρώπη και δεν θα γίνει ποτέ. Η Ρωσία δεν διάνυσε ποτέ τον δικό της αιώνα του Διαφωτισμού, μετά την καταστροφή που της επέφερε ο σταλινισμός. Και οι Γερμανοί ποτέ τους δεν ανελήφθησαν αυτό το γεγονός.
«Όλοι εμείς που περάσαμε από τον σοσιαλισμό είμαστε διαφορετικοί άνθρωποι. Έχουμε τις δικές μας ιδέες για το καλό και τα κακό, για ήρωες και θύματα. Μισούμε και προκαταλαμβάνουμε. Προερχόμαστε όλοι από έναν τόπο που ήταν κάποτε ο τόπος των Γκουλάγκ και της κολεκτιβοποίησης, της αποκρατικοποίησης και των μαζικών εκτοπίσεων και υποχρεωτικών μετεγκαταστάσεων ολόκληρων πληθυσμών. Ήταν σοσιαλισμός, αλλά ήταν και οι ζωές μας… Η Ρωσία άλλαξε το 1991, αλλά και μίσησε τον εαυτό της για αυτή την αλλαγή», γράφει.
Οι Γερμανοί πίστεψαν ότι οι Ρώσοι θα ήταν κατενθουσιασμένοι με την αλλαγή αυτή. Δεν ήταν όμως έτσι. Ο Βλαντιμίρ Πούτιν αντελήφθη με ακρίβεια τη διάθεση των συμπατριωτών του. Όταν ανέλαβε την προεδρία ειρήνευσε την Τσετσενία, σύντριψε τη δύναμη των ολιγαρχών και δημιούργησε ένα κλίμα ευημερίας για τον απλό Ρώσο. Ο Πούτιν γνώριζε ότι οι Ρώσοι επιζητούν έναν ισχυρό ηγέτη και μισούν την φιλελευθεροποίηση. Γνώριζε, ότι οι Ρώσοι θέλουν να επιδειχτεί πυγμή έναντι των ξένων και οτιδήποτε μη ρωσικού, μέχρι και ότι επιθυμούσαν την επαναφορά της θανατικής ποινής.
Ο Πούτιν ζήτησε και έλαβε από τους Ρώσους, εκτεταμένες εξουσίες, με αντάλλαγμα μια αντιδυτική ιδεολογία που τους εξέφραζε. «Είμαστε σε θέση να διαπιστώσουμε πόσες ευρωατλανικές χώρες, απορρίπτουν, στην πραγματικότητα, τις ρίζες τους, περιλαμβανομένων και των χριστιανικών αξιών τους, οι οποίες αποτελούν τη βάση του Δυτικού πολιτισμού. Απορρίπτουν τις ηθικές αξίες και όλες τις παραδοσιακές τους ιδιαιτερότητες, εθνικές, θρησκευτικές, ακόμα και σεξουαλικές», ανέφερε ο Πούτιν σε λόγο του.
Οι Γερμανοί που έχουν Ρώσους φίλους διαπιστώνουν ότι ο πρότερος ενθουσιασμός τους για τη Δύση έχει αντικατασταθεί από μια πιο κριτική ματιά. Είναι δε ιδιαίτερα υπερήφανοι που η Κριμαία αποτελεί και πάλι τμήμα της Ρωσίας. Πως όμως αντιδρούν οι Γερμανοί στην προσάρτηση της Κριμαίας;
Οι απόψεις είναι πολλές. Ο παλαιός πολιτικός Χέλμουτ Σμιντ αντιπροσωπεύει τη μια σχολή σκέψης, ο υπουργός Οικονομικών Σόιμπλε, την άλλη. Ο Σμιντ θεωρεί την κίνηση του Πούτιν κατανοητή και λέει πως η Δύση οφείλει να το αντιληφθεί, με στόχο τη διατήρηση της ειρήνης. Σοσιαλδημοκράτες συνάδελφοί του, όπως ο Έγκον Μπαρ, προχωρούν ακόμα περισσότερο θεωρώντας μη νόμιμη την νυν ουκρανική κυβέρνηση. Και οι δύο εμμένουν στην παλαιά τους αντίληψη για τη Ρωσία, η οποία υπήρχε το 1970.
Η επικρότησης όμως της άποψης του Σμιντ από μεγάλη μάζα Γερμανών σημαίνει ότι η εικόνα των Γερμανών για τη Ρωσία βασίζεται στα παλαιά ενοχικά τους σύνδρομα. Η ρωσοφιλία τους φτάνει στο σημείο να κατηγορεί τη Δύση για τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης και να θεωρεί ότι η Μόσχα παίρνει τώρα, απλώς, τη δικαιολογημένη της εκδίκηση για την ήττα της στον Ψυχρό Πόλεμο.
Οι ρωσόφιλοι εμμένουν επίσης στην άποψη ότι το ΝΑΤΟ συνεχίζει την προς Ανατολάς επέκτασή του, με συνέπεια να θίγει τα ρωσικά συμφέροντα. Και όμως, από τους 275.000 Αμερικανούς στρατιώτες που στάθμευαν στην Ευρώπη, σήμερα έχουν απομείνει μόνο οι 43.000. Η Μόσχα λοιπόν δεν μπορεί να θεωρεί, πραγματικά, ότι απειλείται από το ΝΑΤΟ.
Εν κατακλείδι, αναφέρουν ότι οφείλουν όλοι να κατανοήσουν το δικαίωμα των Ρώσων της Κριμαίας να αυτοπροσδιοριστούν και να προστατευτούν. Ο πόλεμος στην Τσετσενία όμως αποδεικνύει ότι οι Ρώσοι ηγέτες είναι μάλλον αδιάφοροι για τέτοιες λεπτότητες. Στους Τσετσένους δεν δόθηκε κανένα δικαίωμα αυτοπροσδιορισμού και η επαναστατημένη χώρα τους βομβαρδίστηκε. Όταν βρισκόμουν στα καταφύγια, στο Γκρόζνι, καλύπτοντας τις επιχειρήσεις, δεν υπήρχαν εκεί μόνο Τσετσένοι αλλά και Ρώσοι, για τη τύχη των οποίων το Κρεμλίνο αδιαφορούσε. Πολλοί Ρώσοι σκοτώθηκαν από τις ρωσικές βόμβες.
Υπάρχουν πολλά που μπορούν να λεχθούν για τη διαλεκτική των Γερμανών μεταξύ τους, σχετικά με τη ρωσική πολιτική έναντι της Ουκρανίας. Πολλοί επιμένουν ότι η νέα ουκρανική κυβέρνηση είναι φασιστική και κυριαρχείται από ακροδεξιούς εξτρεμιστές και αντισημίτες. Αυτά τα υποστηρίζει κυρίως η Αριστερά. Είναι απλά ανοησίες. Αν πρόκειται να συζητήσουμε για τις εξελίξεις στην Ουκρανία, μήπως να λέγαμε και για τους ακροδεξιούς εξτρεμιστές και αντισημίτες της Ρωσίας; Ανοησία είναι επίσης να λέγεται ότι η Κριμαία ήταν πάντοτε ρωσική. Στην πραγματικότητα η Κριμαία ενσωματώθηκε τη Ρωσία το 1783.
Η γερμανική ρομαντική άποψη για τους Ρώσους ευθύνεται για την σε λάθος κατεύθυνση πολιτική του Βερολίνου επί του θέματος και για το γεγονός ότι το Κρεμλίνο δεν μας παίρνει πια στα σοβαρά.
Αυτή δε η αντίληψη τροφοδοτείται από το σύμπλεγμα ανωτερότητας που διακατέχει τους Ρώσους. Για παράδειγμα οι Ρώσοι χαρακτηρίζουν τους κατοίκους των περιοχών του Καυκάσου με τη φράση «οι μαύροι μας». Το ίδιο ισχύει για τους Ουζμπέκους και τους Τατζίκους. Οι Εβραίοι αποτελούν το μόνιμο αντικείμενο διαμάχης στη Ρωσία.
Τώρα ήρθε και η σειρά των Ουκρανών οι οποίοι αποκαλούνται «χοχόλ» – από την πάλαι ποτέ παραδοσιακή κόμμωση των Κοζάκων, την οποία όμως ακολουθούσαν και οι Ρώσοι πρίγκιπες, στον μεσαίωνα, όπως για παράδειγμα ο Σβιατοσλάβος, ο οποίος τον 10ο αιώνα τόλμησε να επιτεθεί στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία, με λίαν δυσάρεστα για αυτόν αποτελέσματα.
Για τους οπαδούς της άποψης Σόιμπλε, πάντως, υπάρχουν πολλά κοινά στην ρωσική προσάρτηση της Κριμαίας με την προσάρτηση από τον Χίτλερ της τσεχοσλοβακικής Σουδητίας, το 1938. Φυσικά ο Πούτιν δεν είναι Χίτλερ, αλλά με καταπληκτικό τρόπο, ο λόγος του Χίτλερ του 1938, έχει απίστευτα πολλά κοινά σημεία με τον λόγο του Πούτιν, της 18ης Μαρτίου 2014, ειδικά όσον αφορά το λεξιλόγιο και τις αναφορές στην προστασία τω χειμαζόμενων συμπατριωτών.
Γιατί επίσης να κρύψουμε για το γεγονός ότι η κάλυψη του γεγονότος από τη ρωσική τηλεόραση, με όλες τις προκλήσεις και τα ψέματα που μετέδιδε, μας θύμισε τον Γκέμπελς;Η Γερμανία αυτή τη στιγμή προσπαθεί να ανακαλύψει τον καλύτερο τρόπο χειρισμού της Ρωσίας στο μέλλον. Αν όμως δεν ρίψουμε μια καθαρή ματιά στη Ρωσία, πέρα από ρομαντισμούς και ιστορικά συμπλέγματα, που επηρεάζουν την οπτική μας, δεν θα καταφέρουμε να ανακαλύψουμε μια αποτελεσματική στρατηγική.
http://www.spiegel.de/international/europe/why-it-is-time-for-germany-to-stop-romanticizing-russia-a-963284.html#ref=nl-international
πηγή
Δημοσίευση σχολίου