του Μάριου Ευρυβιάδη
Ο John M. Koenig και ο παρακοιμώμενος του John Christopher William (Matthew) Kidd (αυτό είναι το επίσημο του όνομα ) υπερ-ασχολούνται την περίοδο αυτή με στοχευμένα δείπνα στις πρεσβευτικές τους κατοικίες (Λευκωσία), με “focus groups” και με “two-step strategies” (μεθόδους που έχουν τις καταβολές τους στην αμερικανική μεταπολεμική στρατηγική των ψυχολογικών επιχειρήσεων, βλ. Christopher Simpson, Science of Coercion: Communications Research & Psychological Warfare, 1945-1960). Ανομολόγητος σκοπός και στόχος των δυο, είναι να πείσουν την μεγάλη πλειοψηφία των “ιθαγενών” στη Κύπρο ότι μια “ωραιοποιημένη ” εκδοχή του απαρτχάϊντ (apartheid), ενός δηλαδή ρατσιστικού (racialist) συστήματος διακυβέρνησης, την ταφόπλακα του οποίου έθεσε ο μακαρίτης Μαντέλα, με τη δικαίωση του οικουμενικού του αγώνα “ένας άνθρωπος μια ψήφος”στη Νότιο Αφρική, θα τους αποφέρει πλούσια οφέλη...
Οφέλη εκ των οποίων το πιο άμεσο θα είναι η έξοδος από την παρούσα οικονομική κρίση. Και επιπλέον ότι με την αχανή αγορά της Τουρκίας προσβάσιμη, τα “σαΐνια” της ελληνικής επιχειρηματικότητας θα μεγαλουργήσουν στην Ανατολία επ´ωφελεία του συνόλου του πληθυσμού.
Γι’ αυτό με δολάρια από το αμερικανο-χρηματοδοτούμενο ταμείο της U.N.OPS (United Nations Operations) και με τα μέλη του Κυπριακού Εμπορικού και Οικονομικού Επιμελητηρίου (Κ.Ε.Β.Ε.) στο ρόλο των “χρησίμων ηλιθίων”, έστησαν το γνωστό φιλμάκι με πρωταγωνιστή τον πολιτικά αφελή Sir Christopher Antoniou Pissarides. Ευελπιστούν έτσι, ότι με τέτοιες “εκλεπτυσμένες” μεθοδεύσεις οι “ιθαγενείς” θα πεισθούν, ότι θυσιάζοντας κάποιες “λεπτομέρειες”στο βωμό της τουρκικής “ειρήνης”, θα ανταμειφθούν με τον κήπο του Αλλάχ που βρίσκεται και τους αναμένει στην επόμενη γωνία.
Συστήνω και στους δυο εντιμότατους πρέσβεις να κάνουν ένα μικρό διάλειμμα από το βαρύ τους πρόγραμμα και να ρίξουν μια ματιά στο τελευταίο τεύχος της αμερικανικής πολιτικής επιθεώρησης “Foreign Affairs”. Και να κάνουν τον κόπο να διαβάσουν το κείμενο των καθηγητών Henry Farell και Martha Finnemore , “The End of Hypocrisy: American Foreign Policy in the Age of Leaks”. Η μελέτη του θα τους δώσει μια πρώτης τάξεως ευκαιρία ν´ αναστοχαστούν ως άτομα και ως επαγγελματίες. Ίσως διαπιστώσουν τι είναι που κάνουν λάθος οι κυβερνήσεις τους και που οι ίδιοι αναπαράγουν ευλαβικά στη Κύπρο. Και ίσως μάθουν πώς θα πρέπει να εξασκούν από τούδε και στο εξής το επάγγελμα τους, ως διπλωμάτες στη πραγματική δημοκρατική εποχή που, παραδόξως, τους επιβάλλεται από την μακρά και αυθεντική αμερικανική παράδοση της διαφάνειας και της ευθυνοδοσίας.
Ο Koenig, ως βέρος Αμερικανός, έχει αναντίρρητα την δυνατότητα ν´ αναστοχαστεί, ν´ αναθεωρήσει και να μάθει. Είναι στη φύση των Αμερικανών αυτό. Αντίθετα ο Matthew Kidd φαίνεται να είναι χαμένη υπόθεση. Το απέδειξε και πρόσφατα σε ομιλία του στο Πανεπιστήμιο Κύπρου. Εκεί απείλησε με μια ακόμη τουρκική εισβολή, σε περίπτωση που οι “ιθαγενείς” εξαντλήσουν την υπομονή των τουρκαλάδων με τις δραστηριότητες τους εντός της δικής τους Α.Ο.Ζ., χωρίς να λαμβάνουν υπόψη τους τις αντιρρήσεις της Μεγάλης ( Büyük) Τουρκίας. Δυστυχώς γι αυτόν , ως παρακοιμώμενος μόνο να αλυχτά μπορεί.
Όπως ορθά υπογραμμίζουν οι Farell και Finnemore, επικαλούμενοι και τον τέως Υπουργό Άμυνας Robert Gates, η ζημιά για την αμερικανική ασφάλεια από τις διαρροές επισήμων εγγράφων υπήρξε “σχετικά περιορισμένη”. Εξάλλου, όπως και πάλι υποστηρίζουν οι συγγραφείς, το περιεχόμενο των διαρροών δεν εξέπληξε κανένα μελετητή και γνώστη της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής. Σχεδόν όλα όσα αποκαλύφθηκαν μέσω των Wikileaks, αλλά και πρόσφατα από τον Edward Snowden, ήταν γνωστά από ακροάσεις στο αμερικανικό Κογκρέσο που έγιναν στα μέσα της δεκαετίας του 1970 (Pike και Church Committee Hearings). Και για όσα ο Snowden τεκμηρίωσε, όπως π.χ. παρακολουθήσεις δυτικών ηγετών, οι μελετητές ήταν βαθιά υποψιασμένοι. Αφού από τότε ήταν γνωστό και τεκμηριωμένο ότι οι Aμερικανοί παρακολουθούσαν τους Σοβιετικούς στις λιμουζίνες, στα ξενοδοχεία και στις κρεβατοκάμαρές τους, είναι δυνατόν να μην παρακολουθούσαν και τους Δυτικούς τους συμμάχους; Τούς παρακολουθούσαν.
Η πραγματική απειλή των διαρροών, γράφουν οι συγγραφείς, δεν αφορά στην ασφάλεια των ΗΠΑ αλλά στο γεγονός ότι “υποσκάπτουν τη δυνατότητα της Ουάσιγκτον να συμπεριφέρεται υποκριτικά” χωρίς να πληρώνει κανένα τίμημα, ενώ ταυτόχρονα να μπορεί να διεκδικεί και το ηθικό πεδίο της μάχης έναντι των εχθρών και ανταγωνιστών της. Η υποκρισία αποτελεί στρατηγικό εργαλείο αλλά λίγοι Αμερικάνοι διπλωμάτες το συνειδητοποιούν ως τέτοιο. Και ο λόγος που η αμερικανική υποκρισία είναι τόσο αποτελεσματική με Αμερικανούς πολιτικούς και διπλωμάτες, είναι διότι οι περισσότεροι από αυτούς δεν συνειδητοποιούν πόσο διπρόσωπη είναι η χώρα τους σε ζητήματα εξωτερικής πολιτικής (“most U.S. politicians do not recognise just how two-faced their country is”).
Πάντως, οι διαρροές σηματοδοτούν κατά τους συγγραφείς , μια νέα εποχή στην οποία η αμερικανική κυβέρνηση χάνει την μέχρι τώρα ικανότητα της να λειτουργεί υποκριτικά , διακηρύττοντας πίστη σε οικουμενικές αρχές και αξίες, διεκδικώντας ρόλο ευμενούς ηγεμόνα που παράγει ασφάλεια και αγαθά για όλους, αλλά που ταυτόχρονα καταπατά κάθε αρχή και αξία και σχίζει τα ιμάτια της όταν θίγονται τα δικά της συμφέροντα ή αυτά των αυλικών της.
Το πρόβλημα για τους Αμερικανούς και τους διπλωμάτες τους, όπως καλή ώρα του κ. Koenig στην Κύπρο, είναι ότι δεν μπορούν να έχουν και τη πίτα ολόκληρη και τον σκύλο χορτασμένο. Η περίφημη ήπια ισχύς (soft power) των Αμερικανών προκύπτει από την αξιοπιστία τους, τη δυνατότητα τους να πείθουν εμάς τους ιθαγενείς για τη νομιμότητα (legitimacy) των πράξεων τους, όπως επίσης και από τη οικουμενικότητα των αρχών και αξιών που πρεσβεύουν, εφόσον αυτές εφαρμόζονται οικουμενικά και όχι μόνο όταν βολεύουν. Δεν προκύπτει από την υποκρισία, τα ψέματα, τη πολιτική των στραβών ματιών και αυτή των δυο μέτρων και των δυο σταθμών . Είναι τόσο απλό.
Ο Νέλσον Μαντέλα αγιοποιήθηκε πολιτικά και ο Πρόεδρος Ομπάμα υποκλίθηκε σε αυτόν, γιατί αγωνίσθηκε και κατέλυσε το ρατσιστικό καθεστώς της Νοτίου Αφρικής. Και διότι εξανάγκασε όλους τους ισχυρούς του δυτικού κόσμου, δηλαδή τους για σχεδόν μισό αιώνα διώκτες του, να κατεβάσουν τις μάσκες και να παραδεχθούν την οικουμενική δημοκρατική αξία “ένας άνθρωπος μια ψήφος “.
Δεν μπορεί η Αμερική του εντιμότατου κ. Koenig ν´ αγιοποιεί τον Μαντέλα και τους αγώνες του τη μια μέρα και κυριολεκτικά την άλλη, μέσω υποκριτικών καταστάσεων και πολιτικού φαρισαϊσμού, να προσπαθεί να επιβάλλει την κυπριακή εκδοχή του απαρτχάιντ στη χώρα πού είναι διαπιστευμένος, καταπατώντας τον δυτικό νομικό και δημοκρατικό πολιτισμό. Και γιατί; Για να ικανοποιήσει τη χθές κεμαλική, σήμερα ισλαμική αλλά πάντοτε δεσποτική και βουλιμική σύμμαχό της, την Τουρκία! Για να ικανοποιήσει, όπως θα έλεγε και ο Πρόεδρος Τρούμαν, ”το δικό της μπάσταρδο”.
πηγή
Δημοσίευση σχολίου