Ο νεολαϊκισμός εντός των πυλών
του Σάββα Καλεντερίδη
Η Ελλάδα μπήκε στη δεκαετία του 1980 έχοντας πετύχει έναν στρατηγικό στόχο, που έμελλε να επηρεάσει τη θέση και την πορεία της στο παγκόσμιο σύστημα. Ο στόχος αυτός ήταν η είσοδός της στην ΕΟΚ, μια κίνηση που έγινε για να απαλλαγεί η Ελλάδα από το σφιχτό εναγκαλισμό των ΗΠΑ, ξεφεύγοντας ταυτόχρονα από τη μέγγενη του διπολισμού. Με άλλα λόγια ήταν μια στρατηγική κίνηση που θα επέτρεπε την Ελλάδα να ακουμπήσει και να στηριχτεί σε έναν τρίτο πόλο, με νωπές τις εμπειρίες και τα τραύματα του διπολισμού, βαθύτερο από τα οποία η εισβολή και κατοχή του 37% του εδάφους της Κύπρου.
Τη στιγμή που θα περίμενε κανείς η επιλογή αυτή να τύχει στήριξης και θερμής υποδοχής από την κεντροαριστερά και από το μέρος εκείνο της αριστεράς που δεν ήταν ταυτισμένη με τη Μόσχα, αφού η ΕΟΚ ήταν πραγματικά ένας τρίτος δρόμος που ανακούφιζε τη δύσμοιρη πατρίδα μας, ο συγκεκριμένος χώρος, εκμεταλλευόμενος τις τραυματικές εμπειρίες και το συναισθηματισμό των Ελλήνων, παρά τα μεταξύ τους προβλήματα, ενώθηκε κάτω από τα συνθήματα «ΕΟΚ και ΝΑΤΟ το ίδιο συνδικάτο» και «Έξω οι βάσεις του θανάτου».Τα συνθήματα αυτά κυριάρχησαν τη δεκαετία του ’80, λειτουργώντας ως όπιο στον λαό της Αριστεράς που διψούσε κυρίως για τρία πράγματα: για νομή της εξουσίας, για δικαίωση για τις αδικίες που υπέστη από το κράτος της Δεξιάς, και για εκδίκηση για την ήττα που υπέστη στον εσωτερικό πόλεμο του 1944-1949. Και ως γνωστόν, το όπιο θολώνει το μυαλό και δεν επιτρέψει την ψύχραιμη και καθαρή σκέψη.
Να σημειώσουμε δε στο σημείο αυτό ότι εκείνη την κρίσιμη δεκαετία, που τα κόμματα της Αριστεράς αποτελούσαν το δεκανίκι του ΠΑΣΟΚ, μπήκαν τα γερά θεμέλια της χρεοκοπίας που εμφανίστηκε με την άγρια μορφή το 2010, με τις γνωστές μεθοδεύσεις Γ. Παπανδρέου-Γ. Παπακωνσταντίνου. Εκείνη τη δεκαετία, αντί να γίνει ο πραγματικός εκσυγχρονισμός του ελληνικού κράτους, πάνω στον οποίο θα στηριζόταν η ανάπτυξη ενός βιώσιμου οικονομικού μοντέλου, αναπτύχθηκε ο λαϊκισμός, ο στυγνός κομματισμός, ο θανατηφόρος για την οικονομία αλλά και για τη δημοκρατία κομματικός συνδικαλισμός στο κράτος και τα πανεπιστήμια, οι άκρατες και άκριτες παροχές προς όλους, με κάποια ψίχουλα και προς τους μη προνομιούχους, με αποτέλεσμα την υπερδιόγκωση του δημόσιου χρέους.
Το σχέδιο του παμπόνηρου Ανδρέα ήταν ξεκάθαρο. Με τις πράξεις του αυτές και με τα ψίχουλα που έδωσε σε πολλά επίπεδα στα κόμματα της αριστεράς και στο λαό, είχε ανά πάσα στιγμή την Αριστερά στο τσεπάκι του, την οποία ταυτόχρονα καθιστούσε και συνένοχη στο έγκλημα που καλούμαστε να πληρώσουμε σήμερα, αυτό που η Αριστερά επιχειρεί να χρεώσει στα κόμματα που κυβερνούσαν όλα αυτά τα χρόνια, λες και αυτή δεν συμμετείχε στο φαγοπότι και την αθλιότητα της διάλυσης του κράτους και της οικονομίας, στο όνομα του εκδημοκρατισμού και της προόδου.
Σήμερα ήλθε η ώρα να πληρώσουμε τα λάθη που έκαναν οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και της Νέας Δημοκρατίας, με την ανοχή και τη συνενοχή σε μεγάλο βαθμό, ιδιαίτερα στα εγκλήματα που έγιναν την αμαρτωλή δεκαετία του ’80, των κομμάτων της Αριστεράς.
Να σημειώσουμε ότι όλα αυτά έγιναν στην πλάτη αλλά και με την έγκριση των Ελλήνων πολιτών, που κάθε φορά πείθονταν από τα λαϊκιστικά συνθήματα άθλιων και ανεύθυνων πολιτικών, που κάθονταν στο τιμόνι οδηγώντας το καράβι απ’ ευθείας στα βράχια. Και αντί οι πολίτες να διδάσκονται από τα δικά τους λάθη και να δίνουν διορθωτική πορεία, στις επόμενες εκλογές έκαναν τα ίδια και χειρότερα λάθη. Ένας λαός και ένα εκλογικό σώμα κυριολεκτικά παράδεισος για τους πάσης φύσεως λαϊκιστές.
Στις εκλογές της 6ης Μαΐου, ασχέτως με το τί ήθελε να εκφράσει το εκλογικό σώμα, είχαμε μια πολύ σημαντική εξέλιξη. Βγήκαν έξω από το πολιτικό προσκήνιο -ελπίζουμε μόνιμα- αρκετές δεκάδες πολιτικών που αποτελούσαν τη ραχοκοκαλιά ενός απολύτως διεφθαρμένου συστήματος, αυτού που επιβράβευε τόσα χρόνια το μεθυσμένο από το όπιο του λαϊκισμού εκλογικό σώμα. Θα μπορούσαμε ότι έτσι κλείνει ο κύκλος της Μεταπολίτευσης και η λεγόμενη «γενιά του Πολυτεχνείου» πετιέται στα άχρηστα της ιστορίας, εκεί που είναι η θέση της, αφού είναι ό,τι πιο ανέντιμο, ανεύθυνο και διεφθαρμένο γέννησε η ιστορία σ’ αυτόν τον τόπο. Αν και έμειναν κάτι «υπόλοιπα» του κύκλου της Μεταπολίτευσης στο κόμμα που πρώτευσε, κυρίως λόγω του μπόνους των 50 εδρών, με την ελπίδα ότι και στην πλευρά αυτή θα ξεκαθαρίσει το τοπίο σε επόμενη φάση, οπότε και ελπίζουμε να μας κλείσει ερμητικά ο τελευταίος την πόρτα.
Αυτή ήταν η θετική εξέλιξη.
Όμως, για να παραφράσουμε τη ρήση των προγόνων μας, ουδέν καλόν αμιγές κακού, αφού οι πολίτες μαγεύτηκαν και πάλι από τα θέλγητρα του λαϊκισμού, ο οποίος φαίνεται ότι είναι ανίκητος στη χώρα μας.
Τη φορά αυτή οι δυνάμεις του λαϊκισμού καβάλησαν το καλάμι του λεγόμενου αντιμνημονιακού αγώνα, τζογάροντας στις τραγικές συνέπειες που είχε η υπογραφή και εφαρμογή του μνημονίου σε εργαζόμενους, μισθωτούς και συνταξιούχους, που απειλούνται κυριολεκτικά με καταστροφή από την εφαρμογή του.
Είναι αλήθεια ότι ήταν απαραίτητη μια σκληρή αλλά εθνικά υπεύθυνη γραμμή απέναντι στην Ε.Ε. και του ΔΝΤ, γύρω από την οποία θα μπορούσε να συσπειρωθεί ο λαός, με στόχο τον μετριασμό των συνεπειών του μνημονίου και ταυτόχρονη διαφύλαξη της θέσης της χώρας στην ευρωζώνη και την Ε.Ε. Αυτή η γραμμή θα ήταν η τρίτη επιλογή, πέραν του στείρου, αποπροσανατολιστικού και καταστροφικού για τα εθνικά μας συμφέροντα διπόλου μνημόνιο-αντιμνημόνιο και θα μπορούσε να διαπραγματευτεί με την Ευρώπη και το ΔΝΤ, με αποφασιστικότητα και σωφροσύνη, τη βελτίωση των όρων του μνημονίου. Αν είχε αναπτυχθεί αυτή η γραμμή, τότε πράγματι θα μπορούσαμε να μιλάμε για το τέλος της Μεταπολίτευσης και για μια νέα περίοδο στα πολιτικά πράγματα της χώρας μας.
Όμως, όπως αποδεικνύεται μετεκλογικά, με την αλαζονική και ανεύθυνη στάση που κρατούν τα κόμματα αυτά στη φάση των διερευνητικών εντολών για το σχηματισμό κυβέρνησης, εδώ μιλάμε για μια άλλη εκδοχή του «λεφτά υπάρχουν», του Γιώργου Παπανδρέου, που χάιδεψε τ’ αυτιά των πολιτών, με στόχο τον εγκλωβισμό του και τις ψήφους των ψηφοφόρων. Και το λέμε αυτό γιατί πέρα από την άρνηση του μνημονίου δεν υπάρχει καμία απολύτως ρεαλιστική πρόταση για την επόμενη μέρα.
Από αυτά που διαβάζουμε και προσλαμβάνουμε, όλο το σχέδιο των αντιμνημονιακών δυνάμεων στηρίζεται στη μπλόφα, με το εξής σκεπτικό: Θα καταγγείλουμε το μνημόνιο, και όχι μόνο δεν θα μας διώξουν από το ευρώ, γιατί αυτό θα τους κοστίσει, αλλά θα αναγκαστούν να μας δώσουν από πάνω και λεφτά, για να συνεχίσουμε τα σοσιαλιστικά πειράματα που έμειναν μισά από τη δεκαετία του ’80.
Ο τρόπος με τον οποίο χειρίζονται οι νεολαϊκιστές αυτό το ζήτημα, που θα κρίνει την τύχη και τη διεθνή θέση της χώρας για ολόκληρο τον 21ο αιώνα, θυμίζει παρτίδα ούτε καν σκάκι, γιατί εκεί απαιτείται στρατηγική, αλλά τάβλι. Μόνο που στη ζαριά του νεολαϊκισμού δεν θα κριθεί η τύχη της παρτίδας, αλλά της πατρίδας μας.
Α, και να μην ξεχνιόμαστε, όταν οι νεολαϊκιστές αναλάβουν την εξουσία και μειωθούν ακόμα περισσότερο οι μισθοί και οι συντάξεις -πράγμα που απευχόμεθα- τότε θα πέσουν κι αυτοί θύματα των επόμενων υπερλαϊκιστών!!!πηγή
Δημοσίευση σχολίου