Του Χρήστου Μηνάγια
Προβληµατισµός για τις µελλοντικές εξελίξεις στην Τουρκία
Τα αποτελέσµατα του δηµοψηφίσµατος της 12-9-2010 στην Τουρκία κατέδειξαν ότι ο πρωθυπουργός Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν θα πρέπει να συµπεριληφθεί µεταξύ εκείνων των πολιτικών αρχηγών (Μεντερές-Ντεµιρέλ-Οζάλ) που σηµατοδότησαν µε το έργο τους τα τελευταία 60 χρόνια της Τουρκικής ∆ηµοκρατίας.
Είναι αδιαµφισβήτητο ότι η υπερίσχυση του «ναι» µε ποσοστό 58% αναδεικνύει έναν πανίσχυρο Ερντογάν που µπορεί πλέον να προχωρήσει σε µια οριστική πολιτική ρήξη µε το στρατιωτικό κατεστηµένο και όλους εκείνους τους µηχανισµούς που συνιστούν το αποκαλούµενο «βαθύ κράτος».
Επειδή όµως η σηµασία του εν λόγω αποτελέσµατος είναι πολυδιάστατη, κρίνεται σκόπιµο να δοθεί απάντηση στα ακόλουθα ερωτήµατα διότι οι βραχυπρόθεσµες και µακροπρόθεσµες εξελίξεις στην Τουρκία θα αποτελέσουν στο µέλλον αντικείµενο πολλών συζητήσεων, προβληµατισµών και αναλύσεων τόσο για την εκτίµηση της εσωτερικής κατάστασης της χώρας όσο και της περιφερειακής της πολιτικής.
Η ΤΟΥΡΚΙΑ ΠΑΡΟΥΣΙΑΖΕΙ ΤΗΝ ΕΙΚΟΝΑ
ΜΙΑΣ ΕΘΝΟ-ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΟ-Ι∆ΕΟΛΟΓΙΚΗΣ ΤΡΙΧΟΤΟΜΗΣΗΣ
Ποια ήταν τα βασικά αίτια της µεγάλης ήττας που υπέστησαν τα κόµµατα CHP και MHP της αντιπολίτευσης;
Κατά τη διάρκεια της προεκλογικής διαδικασίας, ο Ερντογάν, παρά το πρόβληµα της υγείας του (σύµφωνα µε τον Τούρκο δηµοσιογράφο Μεχµέτ Αλί Μπιράντ πάσχει από σάκχαρο) κάθε ηµέρα σχεδόν πραγµατοποιούσε οµιλίες σε δύο πόλεις και παράλληλα συµµετείχε σε τηλεοπτικές εκποµπές, µετατρέποντας τον αγώνα που έδωσε σε «one man show», υποστηριζόµενος όµως σηµαντικά από τον κοµµατικό του µηχανισµό.
Σε αντίθεση, τα κόµµατα της αντιπολίτευσης δεν υποστηρίχθηκαν σηµαντικά από τον κοµµατικό τους µηχανισµό και οι αρχηγοί τους έκαναν το λάθος να µετατρέψουν τις
µεταρρυθµίσεις του Συντάγµατος σε ψήφο αποδοκιµασίας κατά του Ερτνογάν.
Επίσης, το εθνικιστικό κόµµα ΜΗΡ δήλωνε ότι δεν επιθυµεί καµία αλλαγή στο
Σύνταγµα διότι κινδυνεύει η χώρα από διαµελισµό, ενώ το κόµµα CHP της αξιωµατικής αντιπολίτευσης υποστήριζε ότι οι µεταρρυθµίσεις του Συντάγµατος δεν επείγουν, δεδοµένου ότι το υπάρχον Σύνταγµα µε τις αλλαγές που έχει υποστεί από το 1982 και µετά δεν θεωρείται πραξικοπηµατικό. Όλα αυτά είχαν σαν αποτέλεσµα η τουρκική κοινή γνώµη να θεωρήσει την αντιπολίτευση ως πολιτικό σκέλος του βαθέος κράτους, το οποίο δεν επιθυµεί την πρόοδο και τον εκδηµοκρατισµό της χώρας. Ένα άλλο σηµαντικό στοιχείο αποτελεί η διαµόρφωση του εκλογικού χάρτη βάσει του οποίου η Τουρκία διαµερίζεται σε τρία τµήµατα και παρουσιάζει την εικόνα µιας εθνο-θρησκευτικο-ιδεολογικής τριχοτόµησης: τα παράλια της Ανατολικής.
Μεσογείου, του Αιγαίου και της Ανατολικής Θράκης όπου οι κάτοικοι υποστηρίζουν θερµά τον κοσµικό χαρακτήρα του κράτους και δεν δέχονται καµία υπαναχώρηση. Tη νοτιοανατολική Τουρκία όπου η πλειοψηφία είναι Κούρδοι. Και τέλος όλη την υπόλοιπη χώρα και κυρίως τα µεγάλα αστικά κέντρα οι κάτοικοι των οποίων ασπάζονται τις θέσεις του ΑΚΡ.
Πως θα χρησιµοποιήσει ο Ερντογάν την σηµαντική αύξηση της ισχύος του; Με
µετριοπάθεια και συναίνεση ή µε σκληρότητα και οργή;
Στην παρούσα φάση ο Τούρκος πρωθυπουργός δεν επιθυµεί την ένταση διότι αυτό θα δυσχεράνει κατά πολύ το έργο της κυβέρνησης δεδοµένου ότι οι κύριοι άξονες της στρατηγικής του, δικαστική µεταρρύθµιση και κουρδικό, απαιτούν διάλογο και προσεκτικά βήµατα. Άλλωστε τα πρώτα δείγµατα θα φανούν από τον 1ο νόµο που θα προωθήσει και φυσικά θα αφορά τις αρµοδιότητες και τα καθήκοντα του Ανωτάτου Συµβουλίου ∆ικαστών και Εισαγγελέων. Όµως, τους επόµενους 10 µήνες και µέχρι τις βουλευτικές εκλογές, η αντιπολίτευση θα προσπαθήσει να ενισχύσει την πόλωση, την ένταση και να προκαλέσει πολιτικές αναταραχές έχοντας σαν σύνθηµα τον κίνδυνο διαµελισµού της χώρας και σύµµαχο της το στρατιωτικό κατεστηµένο το οποίο όπως φαίνεται έχει υποστεί ένα πολύ σοβαρό κλυδωνισµό.
Η ΑΠΟΧΗ ΤΩΝ ΚΟΥΡ∆ΩΝ ΑΝΟΙΞΕ ΤΟ «ΚΟΥΤΙ ΤΗΣ ΠΑΝ∆ΩΡΑΣ»
Τι διαστάσεις έχει η αποχή των Κούρδων από το δηµοψήφισµα;
Ένα από τα πιο σηµαντικά αποτελέσµατα του δηµοψηφίσµατος θεωρείται και η αποχή των Κούρδων η οποία στους κυριότερους νοµούς έφθασε σε ποσοστά που αρχίζουν από το 50% και φθάνουν µέχρι και 93%. Σύµφωνα µε Τούρκους αναλυτές µία ενδεχόµενη συµµετοχή των Κούρδων στο δηµοψήφισµα, είτε ψηφίζοντας «ναι» είτε «όχι», δεν θα επηρέαζε σηµαντικά την υπεροχή του Ερντογάν, δεδοµένου ότι στις κουρδικές περιοχές εκτός από το κουρδικό κόµµα BDP µόνο το κυβερνών κόµµα ΑΚΡ έχει ψηφοφόρους. Τονίζεται ότι οι ψηφοφόροι του BDP ανέρχονται σε περίπου δύο εκατοµµύρια και επηρεάζουν σχεδόν όλα τα κόµµατα του κοινοβουλίου.
Τεκµαίρεται λοιπόν ότι η οποιαδήποτε πρωτοβουλία της κυβέρνησης για επίλυση του κουρδικού προβλήµατος δεν θα έχει το επιθυµητό αποτέλεσµα εάν το ΒDP δεν αποτελέσει έναν από τους κύριους συνοµιλητές, διότι αποδεικνύεται ότι αυτό ελέγχει πολιτικά σε σηµαντικό βαθµό τη νοτιοανατολική Τουρκία.
Φυσικά οι Κούρδοι από την εποµένη του δηµοψηφίσµατος άρχισαν να δηµοσιοποιούν τις «αυτονοµιστικές» τους απαιτήσεις, οι οποίες δεν καλύπτονται από τις προτεραιότητες που έχει θέσει η κυβέρνηση του Ερντογάν για τη µεταρρύθµιση του Συντάγµατος. Συγκεκριµένα ζήτησαν: ο Οτσαλάν και το ΡΚΚ να συµπεριληφθούν µεταξύ των κυρίων συνοµιλητών. Η Κουρδική να θεωρείται ως κύρια γλώσσα στα σχολεία της νοτιοανατολικής Τουρκίας καλώντας όλους τους Κούρδους γονείς να µη στείλουν τα παιδιά τους στα σχολεία από 20 έως 25-9-2010. Τέλος, να ιδρυθούν αυτόνοµες περιφέρειες οι οποίες θα αναρτούν τη δική τους σηµαία δίπλα στην Τουρκική και θα έχουν πολιτικές, δικαστικές, οικονοµικές, πολιτιστικές, διπλωµατικές και στρατιωτικές αρµοδιότητες. Όλα τα παραπάνω οδηγούν στο συµπέρασµα ότι έχει ανοίξει το «κουτί της Πανδώρας» για το κουρδικό και εάν ο Ερντογάν δεν λάβει επείγουσες και τολµηρές αποφάσεις οι συνέπειες θα είναι πολύ οδυνηρές τόσο για τον ίδιο όσο και για τη χώρα του.
Ποια ήταν η αντίδραση των δικαστών και του στρατού µετά τη δηµοσιοποίηση των αποτελεσµάτων του δηµοψηφίσµατος;
Την εποµένη του δηµοψηφίσµατος, ο αντιπρόεδρος του Ανωτάτου Συµβουλίου
∆ικαστών και Εισαγγελέων Kadir Özbek δήλωσε ότι δεν ανέµενε υπεροχή του «ναι» σε ποσοστό 58%, ότι σέβεται το αποτέλεσµα και ότι η Τουρκία έκανε ένα βήµα πίσω σχετικά µε την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης. Παράλληλα, στις 14-9-2010, το τουρκικό Γενικό Επιτελείο Ενόπλων ∆υνάµεων εξέδωσε ανακοίνωση απαγόρευσης εισόδου σε περιοχές της νοτιοανατολικής Τουρκίας, από 17-9-2010 έως 17-12-2010, χαρακτηρίζοντας αυτές ως προσωρινές περιοχές ασφαλείας ενόψει πιθανών επιχειρήσεων εναντίον του ΡΚΚ. Εκτιµάται ότι οι εν λόγω πόλοι εξουσίας θα τηρήσουν στάση αναµονής και οι ενέργειές τους θα εξαρτηθούν από τα λάθη της κυβέρνησης, διότι όσες φορές έτυχε να παρέµβουν το αποτέλεσµα ήταν πάντα το ίδιο: η κοινή γνώµη συσπειρωνόταν γύρω από τον πρωθυπουργό Ερντογάν.
ΤΕΡΜΑΤΙΣΤΗΚΑΝ ΤΑ ΣΕΝΑΡΙΑ ΓΙΑ ΠΡΟΩΡΕΣ ΕΚΛΟΓΕΣ
Ποιες θα είναι οι πολιτικές και πολιτειακές εξελίξεις;
Πριν το δηµοψήφισµα κυκλοφορούσε ευρέως στην Τουρκία η φήµη ότι η κυβέρνηση θα προσέφευγε σε πρόωρες εκλογές το Μάρτιο του 2011. Ωστόσο, δύο µόλις ηµέρες µετά το δηµοψήφισµα ο αντιπρόεδρος του κυβερνόντος κόµµατος ΑΚΡ Hüseyin Çelik δήλωσε ότι οι εκλογές θα γίνουν µε τη λήξη της θητείας της κυβέρνησης τον Ιούλιο του 2011, δίνοντας ένα τέλος στη συζήτηση που άνοιξε ο αρχηγός του εθνικιστικού κόµµατος ΜΗΡ Devlet Bahçeli που ζητούσε άµεση προσφυγή στις κάλπες.
Τούρκοι αναλυτές θεωρούν ότι το αποτέλεσµα του δηµοψηφίσµατος σε συνδυασµό µε τη µείωση της ανεργίας και τη σηµαντική βελτίωση της οικονοµικής κατάστασης της χώρας προµηνύουν νίκη του ΑΚΡ στις επόµενες βουλευτικές εκλογές µετατρέποντας τον Ερντογάν σε µία «µη ελεγχόµενη δύναµη».
Επίσης, όσον αφορά ενδεχόµενη υποψηφιότητα του Τούρκου πρωθυπουργού για την προεδρία της ∆ηµοκρατίας, το 2012 ή το 2014, ο κύκλος των συζητήσεων έχει ανοίξει και δεν εστιάζεται µόνο στον Ερντογάν αλλά και σε ενδεχόµενη αύξηση των αρµοδιοτήτων του προέδρου, µετατρέποντας την κοινοβουλευτική δηµοκρατία είτε σ’ ένα προεδρικό σύστηµα που προσοµοιάζει µε το αντίστοιχο των ΗΠΑ είτε σ’ ένα ηµιπροεδρικό σύστηµα παρόµοιο της Γαλλίας ή της Ρωσίας. Επισηµαίνεται ότι όλα αυτά δεν περιλαµβάνονται στις µεταρρυθµίσεις του δηµοψηφίσµατος της 12 Σεπτεµβρίου, διότι η υλοποίησή τους προϋποθέτει την κατάρτιση ενός νέου Συντάγµατος, µε πιθανό χρόνο έναρξης
εργασιών µετά τις βουλευτικές εκλογές του Ιουλίου του εποµένου έτους.
Ποιες θα είναι οι επιπτώσεις στην εξωτερική πολιτική της Τουρκίας;
Οι ηγέτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης µε δηλώσεις τους εξέφρασαν την ικανοποίησή τους για το αποτέλεσµα του δηµοψηφίσµατος, πλην όµως οι Τούρκοι είναι ρεαλιστές και δεν πιστεύουν ότι αυτό αρκεί για να επιταχυνθούν οι διαδικασίες ένταξής τους στην ευρωπαϊκή οικογένεια. Άλλωστε η άκαµπτη στάση τους στο Κυπριακό, οι γαλλο-γερµανικές θέσεις και όλες εκείνες οι µεταρρυθµίσεις που ζητά η Ευρώπη καθιστούν αβέβαιη έως αδύνατη την προοπτική πλήρους ένταξης.
Επίσης, όσον αφορά στην εξέλιξη των τουρκο-ισραηλινών σχέσεων, η υπερίσχυση του «Ερντογανισµού» στην Τουρκία προκάλεσε ανησυχία στο Ισραήλ διότι αναµένεται περαιτέρω αποµάκρυνση της Άγκυρας από αυτό (σ.σ. σχόλιο του Ισραηλινού πρωθυπουργού Benjamin Netanyahu στους στενούς του συνεργάτες µετά την ανακοίνωση των αποτελεσµάτων του δηµοψηφίσµατος).
Μία τελική επισήµανση που κρίνεται σκόπιµη είναι ότι οι πολιτικές εξελίξεις που αναµένονται στην Τουρκία το αµέσως επόµενο χρονικό διάστηµα θα πρέπει να τύχουν ιδιαίτερης προσοχής και ανάλυσης, δεδοµένου ότι οι διαστάσεις που θα πάρουν δεν θα έχουν σχέση µόνο µε το εσωτερικό της γείτονας χώρας αλλά και µε τις συµµαχίες που θα διαµορφωθούν στην ευρύτερη περιοχή και θα έχουν άµεση επίπτωση στο βόρειο Ιράκ, το Αιγαίο, την Κύπρο και την Ανατολική Μεσόγειο.
Άλλωστε οι πολιτικές των δύο πόλων εξουσίας στην Τουρκία, πολιτικός- στρατιωτικός, για την Ελλάδα και την Κύπρο στηρίζονται στις ίδιες αρχές, δεν αποκλίνουν µεταξύ τους και η µία συµπληρώνει την άλλη. Εποµένως το γεγονός αυτό σε σχέση µε την επίλυση των ελληνοτουρκικών προβληµάτων καταρρίπτει τη γνωστή άποψη περί υπάρξεως δήθεν καλών Τούρκων πολιτικών και κακών Τούρκων στρατιωτικών.
(Ο Χρήστος Μηνάγιας είναι συγγραφέας του βιβλίου «Η γεωπολιτική στρατηγική και η στρατιωτική ισχύς της Τουρκίας» που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Τουρίκη και βασίζεται σχεδόν αποκλειστικά σε πρωτογενείς τουρκικές πηγές.)
Δημοσίευση σχολίου