
Μία νέα προσπάθεια επαναφοράς του θεσμικού διαλόγου Ελλάδας–Τουρκίας βρίσκεται σε εξέλιξη, με το Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας (ΑΣΣ) να επανέρχεται στην ατζέντα για πρώτη φορά μετά από χρόνια. Όπως δήλωσε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, «το έδαφος είναι ώριμο» για να πραγματοποιηθεί η σύνοδος εντός του πρώτου τριμήνου του 2026, ενώ η τουρκική πλευρά, διά του υπουργού Εξωτερικών Χακάν Φιντάν, εξέφρασε χθες τη βούληση του προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν «να φιλοξενήσει» την επανεκκίνηση του οργάνου στην Άγκυρα.
Η κίνηση εντάσσεται σε μια ευρύτερη προσπάθεια αποκλιμάκωσης και σταθεροποίησης των ελληνοτουρκικών σχέσεων. Παρότι οι θεμελιώδεις διαφορές παραμένουν — από τον καθορισμό θαλάσσιων ζωνών και τον εναέριο χώρο μέχρι τον ρόλο της Ανατολικής Μεσογείου — Αθήνα και Άγκυρα συμφωνούν ότι η ύπαρξη δομημένων διαύλων επικοινωνίας μπορεί να λειτουργήσει ως μηχανισμός διαχείρισης κρίσεων, σε μια περίοδο αυξημένης διεθνούς αστάθειας.
“Νηφάλια συζήτηση”
Σύμφωνα με κυβερνητικές πηγές, η ελληνική πλευρά δεν προσέρχεται στη διαδικασία με την προσδοκία «θεαματικών αποτελεσμάτων». Αντίθετα, στόχος είναι μια νηφάλια αποτύπωση της κατάστασης των σχέσεων και μια προώθηση τομέων «χαμηλής πολιτικής» — τουρισμός, μεταναστευτική συνεργασία, ψηφιακός μετασχηματισμός, ενέργεια, επενδύσεις — χωρίς να αγγίζονται ζητήματα κυριαρχίας. Η λογική αυτή αντανακλά, σύμφωνα με διπλωματικούς αναλυτές, μια προσπάθεια Αθηνών και Άγκυρας να δημιουργήσουν πρακτικό χώρο συνεννόησης χαμηλής έντασης, ώστε να μειωθεί η πιθανότητα αιφνίδιων κλιμακώσεων.
Την ίδια στιγμή, διεθνείς αξιολογήσεις τονίζουν ότι η επαναφορά του ΑΣΣ δεν μπορεί να υποκαταστήσει τις βαθύτερες διαδικασίες επίλυσης διαφορών. Η επέκταση των στρατιωτικών δυνατοτήτων στην περιοχή, η μεταβλητότητα στις σχέσεις Τουρκίας–Δύσης και η ρευστότητα στο ενεργειακό πεδίο εξακολουθούν να δημιουργούν ένα περιβάλλον στο οποίο οι ελληνοτουρκικές σχέσεις μπορεί εύκολα να βρεθούν ξανά υπό πίεση. Όπως σημειώνουν αναλυτές διεθνών think tanks, «ο διάλογος είναι απαραίτητος, αλλά απαιτεί ρεαλισμό· καμία σύνοδος από μόνη της δεν αρκεί για να μεταβάλει τα δομικά χαρακτηριστικά της αντιπαράθεσης».
Η επανεκκίνηση του ΑΣΣ
Παρά τις προκλήσεις, η επανεκκίνηση του ΑΣΣ, αν τελικά υλοποιηθεί, θα αποτελέσει τη σημαντικότερη θεσμική συνάντηση Ελλάδας–Τουρκίας της τελευταίας δεκαετίας. Για την Αθήνα, η παρουσία σε μια τέτοια διαδικασία αποτελεί μήνυμα συνέπειας και προώθησης του διαλόγου, στοιχείο που ενισχύει το διπλωματικό προφίλ της στο πλαίσιο της Ε.Ε. και του ΝΑΤΟ. Για την Άγκυρα, μια επιτυχημένη σύνοδος συνιστά ευκαιρία να παρουσιαστεί ως δύναμη σταθερότητας και συνεργασίας σε μια περίοδο που επιδιώκει αναβαθμισμένο ρόλο στη Μεσόγειο.
Σε κάθε περίπτωση, το στοίχημα για τις δύο πλευρές δεν βρίσκεται στην τελετή, αλλά στη συνέχεια: κατά πόσο οι δύο κυβερνήσεις θα επενδύσουν πολιτικό κεφάλαιο στη διατήρηση σταθερών διαύλων επικοινωνίας, ακόμα και όταν το διεθνές περιβάλλον ή οι διμερείς εντάσεις δυσκολεύουν. Αν το ΑΣΣ αποτελέσει την απαρχή μιας πιο συνεκτικής διπλωματικής αρχιτεκτονικής, τότε η συνάντηση του 2026 ίσως αποδειχθεί περισσότερο από ένα συμβολικό βήμα· ίσως αποτελέσει το θεμέλιο μιας πιο προβλέψιμης σχέσης.
πηγή
Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του Ellada simera.
Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του Ellada simera.
Δημοσίευση σχολίου