Δημήτρης Μηλάκας
Η ανατροπή των Άσαντ, έπειτα από μισό και πλέον αιώνα στην εξουσία, τράβηξε την κουρτίνα αποκαλύπτοντας το νέο σκηνικό στην περιοχή, όπου κεντρική θέση καταλαμβάνει (προς το παρόν τουλάχιστον) η Τουρκία.
Στη νέα εικόνα, αναπάντεχα, βλέπουμε τους «μεγάλους παίκτες» να κινούνται στο περιθώριο, υποχρεωμένοι να ακολουθήσουν τους ρυθμούς που επέβαλε ο τουρκικός αιφνιδιασμός, καθώς η Άγκυρα είναι αυτή που οργάνωσε, ενίσχυσε και καθοδήγησε τους «αντικαθεστωτικούς» Σύρους ισλαμιστές, από το ξεκίνημα της εφόδου τους μέχρι και την κατάληψη της Δαμασκού.
Μια μέρα πριν από την κατάληψη της συριακής πρωτεύουσας, όταν οι μονάδες του Αλ Τζολάνι πλησίαζαν στη Δαμασκό, ο Τούρκος ΥΠΕΞ (και πρώην επικεφαλής των τουρκικών μυστικών υπηρεσιών) Χακάν Φιντάν στη συνάντηση που είχε με τον Ρώσο και τον Ιρανό ομόλογό του στην Ντόχα του Κατάρ επί της ουσίας έθεσε τους τουρκικούς όρους στις δύο δυνάμεις που μέχρι και εκείνη τη στιγμή ήταν οι στυλοβάτες του καθεστώτος των Άσαντ.
Στον ύπνο…
Δεν μπορεί κάποιος να γνωρίζει τις λεπτομέρειες του παζαριού που έγινε στην Ντόχα μεταξύ Τουρκίας, Ρωσίας και Ιράν, αλλά το αποτέλεσμά του είναι ορατό: οι άνδρες του συριακού στρατού ουσιαστικά παραδόθηκαν αμαχητί, καθώς δεν είχαν να περιμένουν καμία υποστήριξη ούτε από το Ιράν ούτε από τη Ρωσία.
Η αιφνίδια και «αναίμακτη» επικράτηση των αντικαθεστωτικών προκάλεσε αμηχανία στις χώρες της Δύσης, γεγονός που αποτυπώνει την έλλειψη στοιχειώδους σχεδιασμού (και συμμετοχής) στις εξελίξεις.
Οι ΗΠΑ βρίσκονται σε περίοδο μεταβίβασης της εξουσίας στον Τραμπ, ενώ η Ευρωπαϊκή Ένωση αποδεικνύει για μια ακόμη φορά την απόλυτη ανεπάρκειά της σε ό,τι έχει να κάνει με μακροπρόθεσμους σχεδιασμούς που αφορούν στην κοινή εξωτερική πολιτική και άμυνα.
Οι χώρες – μέλη της Ε.Ε., δίχως συγκροτημένη θέση επί των ραγδαίων εξελίξεων στη Μέση Ανατολή και σε αναμονή της εκδήλωσης των προθέσεων του Τραμπ, αμήχανα χαιρετίζουν την πτώση του «δικτάτορα Άσαντ», χωρίς ωστόσο να τολμούν να επενδύσουν στη νέα κατάσταση, την οποία όχι μόνο δεν ελέγχουν, αλλά η πρόσβασή τους είναι εξαιρετικά περιορισμένη.
Η αμηχανία των Ευρωπαίων αποκαλύπτεται και από τη δρομολόγηση της «κοινής» τους στάσης σχετικά με το πάγωμα της χορήγησης ασύλου στους Σύρους πρόσφυγες, που κατά εκατοντάδες χιλιάδες έχουν βρεθεί στην Ευρώπη όλα αυτά τα χρόνια των πολέμων στη χώρα τους.
Από την πλευρά τους οι ΗΠΑ μπορεί να βρίσκονται σε μεταβατικό στάδιο μέχρι την ανάληψη της εξουσίας από τη διοίκηση Τραμπ, έχουν ωστόσο ιδιαίτερα και σαφή συμφέροντα στη Συρία: προστατεύουν ένοπλα (και εκμεταλλεύονται) τις πετρελαιοπηγές που βρίσκονται στα κουρδικά εδάφη, γεγονός που αποτελεί (και πιθανότητα θα αποτελέσει) σημείο έντονων τριβών με την Τουρκία, η οποία έχει δηλώσει ξεκάθαρα ότι δεν πρόκειται να αποδεχτεί τη δημιουργία κουρδικού κράτους…
Η Ρωσία, έχοντας ρίξει τις δυνάμεις στον πόλεμο κατά της Ουκρανίας, «αποχώρησε» από τη Συρία, παίρνοντας μαζί της και τον Άσαντ (που βρήκε άσυλο στη Μόσχα). Ωστόσο, είναι σίγουρο ότι ο Πούτιν θα παζαρέψει σκληρά (με αυτούς που τελικά θα επικρατήσουν στη Συρία – και αυτούς που τους παρέχουν υποστήριξη, δηλαδή την Τουρκία) την παραμονή των ρωσικών βάσεων στο έδαφος της Συρίας…
Αν κάποιος φαίνεται πως απομένει χωρίς το παραμικρό κέρδος από τις εξελίξεις είναι το Ιράν, καθώς η απομάκρυνση των Άσαντ σημαίνει ταυτόχρονα και το τέλος των φιλοδοξιών της Τεχεράνης να έχει πρόσβαση στη Μεσόγειο. Περιττό να σημειωθεί ότι η αδυναμία της Τεχεράνης αποτελεί τεράστιο πλήγμα και για τους «πελάτες» της, τη Χεζμπολάχ και τη Χαμάς, τις οργανώσεις που είχαν αναλάβει να πολεμήσουν για λογαριασμό του Ιράν το «διαβολικό» Ισραήλ.
Το Τελ Αβίβ από την πλευρά του ήδη έχει προχωρήσει σε βομβαρδισμούς εγκαταστάσεων και υποδομών του συριακού στρατού, καθώς οι «αντικαθεστωτικοί» που έρχονται στα πράγματα στη Συρία προς το παρόν τουλάχιστον είναι υπό την προστασία (και έλεγχο ίσως) της Τουρκίας.
Ύπνος του δικαίου…
Η ελληνική κυβέρνηση, όπως συνηθίζει σε τέτοιες περιπτώσεις, «κρύβεται» και αυτή τη φορά πίσω από τις θέσεις των Ευρωπαίων εταίρων, οι οποίες, στην προκειμένη περίπτωση, είναι ανύπαρκτες ή, στην καλύτερη περίπτωση, βρίσκονται υπό διαμόρφωση. Κατά μια άλλη διατύπωση, θα μπορούσε κάποιος να πει ότι η «ελληνική εξωτερική πολιτική είναι γυμνή», γιατί:Ως ετεροκαθοριζόμενη από Ουάσιγκτον και Βρυξέλλες είναι υποχρεωμένη να περιμένει τη διαμόρφωση των θέσεων και των κινήσεων των εταίρων και συμμάχων.
Ενώ την ίδια ώρα η Τουρκία «κεντάει» στον μεσανατολικό καμβά και ισχυροποιείται, χωρίς ταυτόχρονα να αποσπάται η προσοχή της από το Αιγαίο και την ανατολική Μεσόγειο, επιμένοντας σε διεκδικήσεις σε βάρος ελληνικών συμφερόντων και κυριαρχικών δικαιωμάτων.
Πώς θα μπορούσε η Ελλάδα να βαδίσει σε αυτήν την κινούμενη άμμο;
Σύμφωνα με πεπειραμένο Έλληνα διπλωμάτη, που οι επισημάνσεις/προβλέψεις του κατά κανόνα επιβεβαιώνονται, η Αθήνα μπορεί το επόμενο διάστημα να προσπαθήσει να εκμεταλλευτεί τα εξής:
-«Το Ισραήλ έχει κάθε λόγο να ενισχύσει τις σχέσεις του με την Κύπρο και τη χώρα μας. Το ίδιο και οι αραβικές χώρες.
-Οι σχέσεις Τεχεράνης – Άγκυρας θα εξακολουθήσουν να χαρακτηρίζονται από καχυποψία, κυρίως εκ μέρους της Τεχεράνης, βεβαίως. Το ίδιο έντονα καχύποπτη έναντι της Άγκυρας θα είναι η Μόσχα.
-Άρα, μας δίνεται η ευκαιρία να ενισχύσουμε τη διπλωματική μας θέση, προβάλλοντας τη σχέση της Τουρκίας με τα υπολείμματα της Αλ Κάιντα και τους τζιχαντιστές όταν μιλάμε με την Ευρώπη, τις ΗΠΑ, το Ισραήλ και τους Άραβες.
-Επίσης, μπορούμε να έχουμε μια ευκαιρία, κατά το δυνατόν, διόρθωσης των σχέσεών μας με τη Ρωσία όταν παγώσει το ουκρανικό υπό τη διοίκηση Τραμπ».
Βασική προϋπόθεση για όλα αυτά, ωστόσο, είναι να πάψει η χώρα να κινείται ως δορυφόρος γύρω από την τουρκική ημισέληνο…
Η ανατροπή των Άσαντ, έπειτα από μισό και πλέον αιώνα στην εξουσία, τράβηξε την κουρτίνα αποκαλύπτοντας το νέο σκηνικό στην περιοχή, όπου κεντρική θέση καταλαμβάνει (προς το παρόν τουλάχιστον) η Τουρκία.
Στη νέα εικόνα, αναπάντεχα, βλέπουμε τους «μεγάλους παίκτες» να κινούνται στο περιθώριο, υποχρεωμένοι να ακολουθήσουν τους ρυθμούς που επέβαλε ο τουρκικός αιφνιδιασμός, καθώς η Άγκυρα είναι αυτή που οργάνωσε, ενίσχυσε και καθοδήγησε τους «αντικαθεστωτικούς» Σύρους ισλαμιστές, από το ξεκίνημα της εφόδου τους μέχρι και την κατάληψη της Δαμασκού.
Μια μέρα πριν από την κατάληψη της συριακής πρωτεύουσας, όταν οι μονάδες του Αλ Τζολάνι πλησίαζαν στη Δαμασκό, ο Τούρκος ΥΠΕΞ (και πρώην επικεφαλής των τουρκικών μυστικών υπηρεσιών) Χακάν Φιντάν στη συνάντηση που είχε με τον Ρώσο και τον Ιρανό ομόλογό του στην Ντόχα του Κατάρ επί της ουσίας έθεσε τους τουρκικούς όρους στις δύο δυνάμεις που μέχρι και εκείνη τη στιγμή ήταν οι στυλοβάτες του καθεστώτος των Άσαντ.
Στον ύπνο…
Δεν μπορεί κάποιος να γνωρίζει τις λεπτομέρειες του παζαριού που έγινε στην Ντόχα μεταξύ Τουρκίας, Ρωσίας και Ιράν, αλλά το αποτέλεσμά του είναι ορατό: οι άνδρες του συριακού στρατού ουσιαστικά παραδόθηκαν αμαχητί, καθώς δεν είχαν να περιμένουν καμία υποστήριξη ούτε από το Ιράν ούτε από τη Ρωσία.
Η αιφνίδια και «αναίμακτη» επικράτηση των αντικαθεστωτικών προκάλεσε αμηχανία στις χώρες της Δύσης, γεγονός που αποτυπώνει την έλλειψη στοιχειώδους σχεδιασμού (και συμμετοχής) στις εξελίξεις.
Οι ΗΠΑ βρίσκονται σε περίοδο μεταβίβασης της εξουσίας στον Τραμπ, ενώ η Ευρωπαϊκή Ένωση αποδεικνύει για μια ακόμη φορά την απόλυτη ανεπάρκειά της σε ό,τι έχει να κάνει με μακροπρόθεσμους σχεδιασμούς που αφορούν στην κοινή εξωτερική πολιτική και άμυνα.
Οι χώρες – μέλη της Ε.Ε., δίχως συγκροτημένη θέση επί των ραγδαίων εξελίξεων στη Μέση Ανατολή και σε αναμονή της εκδήλωσης των προθέσεων του Τραμπ, αμήχανα χαιρετίζουν την πτώση του «δικτάτορα Άσαντ», χωρίς ωστόσο να τολμούν να επενδύσουν στη νέα κατάσταση, την οποία όχι μόνο δεν ελέγχουν, αλλά η πρόσβασή τους είναι εξαιρετικά περιορισμένη.
Η αμηχανία των Ευρωπαίων αποκαλύπτεται και από τη δρομολόγηση της «κοινής» τους στάσης σχετικά με το πάγωμα της χορήγησης ασύλου στους Σύρους πρόσφυγες, που κατά εκατοντάδες χιλιάδες έχουν βρεθεί στην Ευρώπη όλα αυτά τα χρόνια των πολέμων στη χώρα τους.
Από την πλευρά τους οι ΗΠΑ μπορεί να βρίσκονται σε μεταβατικό στάδιο μέχρι την ανάληψη της εξουσίας από τη διοίκηση Τραμπ, έχουν ωστόσο ιδιαίτερα και σαφή συμφέροντα στη Συρία: προστατεύουν ένοπλα (και εκμεταλλεύονται) τις πετρελαιοπηγές που βρίσκονται στα κουρδικά εδάφη, γεγονός που αποτελεί (και πιθανότητα θα αποτελέσει) σημείο έντονων τριβών με την Τουρκία, η οποία έχει δηλώσει ξεκάθαρα ότι δεν πρόκειται να αποδεχτεί τη δημιουργία κουρδικού κράτους…
Η Ρωσία, έχοντας ρίξει τις δυνάμεις στον πόλεμο κατά της Ουκρανίας, «αποχώρησε» από τη Συρία, παίρνοντας μαζί της και τον Άσαντ (που βρήκε άσυλο στη Μόσχα). Ωστόσο, είναι σίγουρο ότι ο Πούτιν θα παζαρέψει σκληρά (με αυτούς που τελικά θα επικρατήσουν στη Συρία – και αυτούς που τους παρέχουν υποστήριξη, δηλαδή την Τουρκία) την παραμονή των ρωσικών βάσεων στο έδαφος της Συρίας…
Αν κάποιος φαίνεται πως απομένει χωρίς το παραμικρό κέρδος από τις εξελίξεις είναι το Ιράν, καθώς η απομάκρυνση των Άσαντ σημαίνει ταυτόχρονα και το τέλος των φιλοδοξιών της Τεχεράνης να έχει πρόσβαση στη Μεσόγειο. Περιττό να σημειωθεί ότι η αδυναμία της Τεχεράνης αποτελεί τεράστιο πλήγμα και για τους «πελάτες» της, τη Χεζμπολάχ και τη Χαμάς, τις οργανώσεις που είχαν αναλάβει να πολεμήσουν για λογαριασμό του Ιράν το «διαβολικό» Ισραήλ.
Το Τελ Αβίβ από την πλευρά του ήδη έχει προχωρήσει σε βομβαρδισμούς εγκαταστάσεων και υποδομών του συριακού στρατού, καθώς οι «αντικαθεστωτικοί» που έρχονται στα πράγματα στη Συρία προς το παρόν τουλάχιστον είναι υπό την προστασία (και έλεγχο ίσως) της Τουρκίας.
Ύπνος του δικαίου…
Η ελληνική κυβέρνηση, όπως συνηθίζει σε τέτοιες περιπτώσεις, «κρύβεται» και αυτή τη φορά πίσω από τις θέσεις των Ευρωπαίων εταίρων, οι οποίες, στην προκειμένη περίπτωση, είναι ανύπαρκτες ή, στην καλύτερη περίπτωση, βρίσκονται υπό διαμόρφωση. Κατά μια άλλη διατύπωση, θα μπορούσε κάποιος να πει ότι η «ελληνική εξωτερική πολιτική είναι γυμνή», γιατί:Ως ετεροκαθοριζόμενη από Ουάσιγκτον και Βρυξέλλες είναι υποχρεωμένη να περιμένει τη διαμόρφωση των θέσεων και των κινήσεων των εταίρων και συμμάχων.
Ενώ την ίδια ώρα η Τουρκία «κεντάει» στον μεσανατολικό καμβά και ισχυροποιείται, χωρίς ταυτόχρονα να αποσπάται η προσοχή της από το Αιγαίο και την ανατολική Μεσόγειο, επιμένοντας σε διεκδικήσεις σε βάρος ελληνικών συμφερόντων και κυριαρχικών δικαιωμάτων.
Πώς θα μπορούσε η Ελλάδα να βαδίσει σε αυτήν την κινούμενη άμμο;
Σύμφωνα με πεπειραμένο Έλληνα διπλωμάτη, που οι επισημάνσεις/προβλέψεις του κατά κανόνα επιβεβαιώνονται, η Αθήνα μπορεί το επόμενο διάστημα να προσπαθήσει να εκμεταλλευτεί τα εξής:
-«Το Ισραήλ έχει κάθε λόγο να ενισχύσει τις σχέσεις του με την Κύπρο και τη χώρα μας. Το ίδιο και οι αραβικές χώρες.
-Οι σχέσεις Τεχεράνης – Άγκυρας θα εξακολουθήσουν να χαρακτηρίζονται από καχυποψία, κυρίως εκ μέρους της Τεχεράνης, βεβαίως. Το ίδιο έντονα καχύποπτη έναντι της Άγκυρας θα είναι η Μόσχα.
-Άρα, μας δίνεται η ευκαιρία να ενισχύσουμε τη διπλωματική μας θέση, προβάλλοντας τη σχέση της Τουρκίας με τα υπολείμματα της Αλ Κάιντα και τους τζιχαντιστές όταν μιλάμε με την Ευρώπη, τις ΗΠΑ, το Ισραήλ και τους Άραβες.
-Επίσης, μπορούμε να έχουμε μια ευκαιρία, κατά το δυνατόν, διόρθωσης των σχέσεών μας με τη Ρωσία όταν παγώσει το ουκρανικό υπό τη διοίκηση Τραμπ».
Βασική προϋπόθεση για όλα αυτά, ωστόσο, είναι να πάψει η χώρα να κινείται ως δορυφόρος γύρω από την τουρκική ημισέληνο…
πηγή
Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του Ellada simera.
Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του Ellada simera.
Δημοσίευση σχολίου