ΧΡΙΣΤΑΚΟΣ ΓΙΩΡΓΟΣ
Η συζήτηση για το λυκόφως του νεοφιλελευθερισμού, που είναι διάχυτη στις ΗΠΑ τα τελευταία χρόνια, έχει διαφύγει της προσοχής πολλών νεοφιλελεύθερων ευρωπαϊκών κυβερνήσεων. Η εκλογή Τραμπ το 2016 έδειξε ότι η νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση είχε καταστεί μη βιώσιμη, ως πολιτική οντότητα, στη χώρα προέλευσής της. Το ίδιο και η γεωπολιτική του νεοφιλελευθερισμού.
Πρόσφατη νομοθεσία και το εν εξελίξει κύμα συνδικαλισμού στις ΗΠΑ σηματοδοτούν σημαντικές αλλαγές: «Η κυβέρνηση Μπάϊντεν κήρυξε το θάνατο του νεοφιλελευθερισμού».
Η συζήτηση για το λυκόφως του νεοφιλελευθερισμού, που είναι διάχυτη στις ΗΠΑ τα τελευταία χρόνια, έχει διαφύγει της προσοχής πολλών νεοφιλελεύθερων ευρωπαϊκών κυβερνήσεων. Η εκλογή Τραμπ το 2016 έδειξε ότι η νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση είχε καταστεί μη βιώσιμη, ως πολιτική οντότητα, στη χώρα προέλευσής της. Το ίδιο και η γεωπολιτική του νεοφιλελευθερισμού.
Πρόσφατη νομοθεσία και το εν εξελίξει κύμα συνδικαλισμού στις ΗΠΑ σηματοδοτούν σημαντικές αλλαγές: «Η κυβέρνηση Μπάϊντεν κήρυξε το θάνατο του νεοφιλελευθερισμού».
Αναλύσεις σε κορυφαία περιοδικά εξωτερικής πολιτικής τεκμηριώνουν ότι: «Η εποχή της γεωπολιτικής του νεοφιλελευθερισμού, ως εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ, έχει τελειώσει». Αποτελεσματικές διακρατικές διαπραγματεύσεις με τις ΗΠΑ προϋποθέτουν σαφή αντίληψη του τρόπου λειτουργίας των θεσμικών και κυρίως των μη θεσμικών παραγόντων και κέντρων εξουσίας της χώρας. Ιστορικά, οι ΗΠΑ έχουν μια “από τη κορυφή προς τα κάτω” διακυβέρνηση.
Σημαντικές αποφάσεις, όπως η είσοδος των ΗΠΑ στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, η στρατιωτική επέμβαση στην Κορέα και η απόφαση να γίνουν μια παγκόσμια αυτοκρατορία, πάρθηκαν από μεγάλα οικονομικά κέντρα. Αυτά αποφάσισαν να δημιουργήσουν τη μόνιμη πολεμική οικονομία και να εδραιώσουν το στρατιωτικο-βιομηχανικό σύμπλεγμα ως θεμελιώδη πυλώνα της μεταπολεμικής αμερικανοκρατούμενης παγκόσμιας τάξης. Ο καταλυτικός ρόλος των κέντρων (παρα)εξουσίας στη διακυβέρνηση και στην εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ τεκμηριώνεται στα λόγια κορυφαίων προσωπικοτήτων:
Σημαντικές αποφάσεις, όπως η είσοδος των ΗΠΑ στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, η στρατιωτική επέμβαση στην Κορέα και η απόφαση να γίνουν μια παγκόσμια αυτοκρατορία, πάρθηκαν από μεγάλα οικονομικά κέντρα. Αυτά αποφάσισαν να δημιουργήσουν τη μόνιμη πολεμική οικονομία και να εδραιώσουν το στρατιωτικο-βιομηχανικό σύμπλεγμα ως θεμελιώδη πυλώνα της μεταπολεμικής αμερικανοκρατούμενης παγκόσμιας τάξης. Ο καταλυτικός ρόλος των κέντρων (παρα)εξουσίας στη διακυβέρνηση και στην εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ τεκμηριώνεται στα λόγια κορυφαίων προσωπικοτήτων:
Ο Φραγκλίνος Ρούζβελτ εκμυστηρεύθηκε στον προεδρικό σύμβουλο Έντουαρντ Χάουζ (1933): «Η πραγματική αλήθεια είναι ότι τα μεγαλύτερα οικονομικά κέντρα έχουν κάνει ιδιοκτησία τους την κυβέρνηση από την εποχή του Άντριου Τζάκσον».
Ο Ουίνστων Τσώρτσιλ αναγνώρισε την τεράστια επιρροή του αμερικανικού στρατιωτικο-βιομηχανικού συμπλέγματος στη δυτική εξωτερική πολιτική (1953): «Η σημασία του κορεατικού πολέμου έγκειται στο γεγονός ότι οδήγησε στον επανεξοπλισμό της Αμερικής».
Ο Ντουάϊτ Αϊζενχάουερ προειδοποίησε (1961): «Πρέπει να προφυλαχθούμε από την αδικαιολόγητη επιρροή του στρατιωτικο-βιομηχανικού συμπλέγματος. Το ενδεχόμενο καταστροφικής ανόδου της παραεξουσίας υπάρχει και θα παραμείνει».
Ο Τζίμι Κάρτερ δήλωσε (2013): «Τα οικονομικά κέντρα έχουν εξαιρετική επιρροή στο ποιοι είναι και πως ενεργούν οι εκλεγμένοι αξιωματούχοι».
H γεωπολιτική του νεοφιλελευθερισμού
Τα πιο επίσημα χείλη λοιπόν αποκαλύπτουν ότι λόγω του τρόπου με τον οποίο η δομή της εξουσίας στις ΗΠΑ έχει εξελιχθεί κατά τη διάρκεια πολλών δεκαετιών, η δημοκρατία είναι σε σημαντικό βαθμό μια βιτρίνα καθώς η λήψη των σημαντικότερων αποφάσεων έχει μεταφερθεί στα μεγάλα οικονομικά και στρατιωτικο-βιομηχανικά κέντρα (παρα)εξουσίας. Τα παραπάνω έχουν κάνει ξεκάθαρο ότι η εύνοια της (παρα)εξουσίας και των λόμπι της είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την άσκηση ουσιαστικής επιρροής στην αμερικανική εξωτερική πολιτική. Συμφωνίες ξένων κρατών με τις ΗΠΑ μέσω της διπλωματικής οδού έχουν μόνο εθιμοτυπική σημασία, αν δεν ευνοούν τα συμφέροντα της (παρα)εξουσίας.
Το υπόβαθρο του αμερικανικού νεοφιλελευθερισμού είναι η ιδεολογία του “τέλους της ιστορίας” της δεκαετίας του 1990, που θεωρούσε ότι η σχέση μεταξύ “αγοράς” και κράτους είχε διευθετηθεί στις υπάρχουσες νεοφιλελεύθερες δημοκρατίες. Αυτές αντιπροσώπευαν τη μορφή προς την οποία θα εξελίσσονταν όλα τα κράτη. Ωστόσο, η προσεκτική μελέτη της διαδρομής του τα τελευταία 30-40 χρόνια δείχνει ότι ο νεοφιλελευθερισμός, ως ατζέντα εξωτερικής πολιτικής, έχει αποτύχει.
Ο νεοφιλελευθερισμός πρέπει να κατανοηθεί όχι μόνο ως οικονομικός, αλλά και ως πολιτικός, και τελικά νομικός, διακανονισμός. Από πολιτική άποψη, απαιτεί μια κυβερνητική εξουσία με “δεμένα χέρια” και την καταστολή της συλλογικής λήψης αποφάσεων στο βαθμό που αυτή αποκλίνει από ό,τι επιτρέπει η ιδιωτική οργάνωση της “αγοράς”. Από νομική άποψη, ήταν μια ρύθμιση που δεν μπορούσε να διεθνοποιηθεί, χωρίς να υπονομεύσει τα συστατικά της θεμέλια. Αντί για δημοκρατία, η νεοφιλελεύθερη γεωπολιτική έχει οδηγήσει σε μια σημαντική παγκόσμια μετατόπιση των σχέσεων εξουσίας μακριά από την πλειοψηφία. Η απαίτηση ότι οι εντολές της “αγοράς” πρέπει να είναι η βάση της παγκόσμιας διακυβέρνησης, δημιούργησε μια μετακίνηση από τον διεθνισμό στον υπερεθνικισμό, που υπονομεύει τη διακρατική έννομη τάξη.
H εστίαση στην “αγορά” –ως μηχανισμό διεθνούς συνεργασίας– κι όχι στο κράτος και την εξωτερική πολιτική του, έχει αποδειχθεί επιζήμια για πολλές χώρες. Η αφοσίωση της Ελλάδας στη νεοφιλελεύθερη γεωπολιτική απέτυχε να γεφυρώσει τις προϋπάρχουσες εχθρότητες με αυταρχικά καθεστώτα. Αντίθετα, την οδήγησε σε συνεχείς υποχωρήσεις και σταδιακά υπονόμευσε τη προηγούμενη σχετική ισχύ της έναντι αυτών. Είναι αμφίβολο αν η πλειοψηφία των ανθρώπων έχει πραγματικά ωφεληθεί από το νεοφιλελευθερισμό, που σύμφωνα με τον Πάπα «δεν επιλύει την ανισότητα που γεννά νέες μορφές βίας, οι οποίες απειλούν τον ιστό της κοινωνίας». Η νεοφιλελεύθερη γεωπολιτική απεδείχθη ιδιαίτερα επιρρεπής σε παγκόσμιες κρίσεις που κλόνισαν τα θεμέλια της ίδιας της διεθνούς νεοφιλελεύθερης τάξης, όπως ο ουκρανικός πόλεμος, η μεσανατολική κρίση, η κλιματική αλλαγή και το μεταναστευτικό.
Μπούμεραγκ η παγκοσμιοποίηση
Από την δεκαετία του 1990, συνεχείς, χαμηλού επιπέδου πόλεμοι σε περιοχές του αναπτυσσόμενου κόσμου με αδύναμα ή “αποτυχημένα” κράτη αποδεικνύουν ότι νεοφιλελεύθερη οικονομική μεταρρύθμιση, χωρίς σημαντικές πολιτικές και θεσμικές αλλαγές δεν επαρκεί για τη σταθεροποίηση των κοινωνιών. Στην Ελλάδα, η δημοκρατική οπισθοδρόμηση της τελευταίας δεκαετίας έχει σαφείς γεωοικονομικές ρίζες. Οι ΗΠΑ αναγνωρίζουν τα αρνητικά αποτελέσματα της τοποθέτησης του νεοφιλελευθερισμού στο κέντρο της εξωτερικής τους πολιτικής: «Πολλές πτυχές της νεοφιλελεύθερης διεθνούς τάξης δεν είναι προς το εθνικό συμφέρον της Αμερικής».
Το “κινεζικό σοκ” οδήγησε στην απώλεια εκατομμυρίων θέσεων εργασίας. Η μεταφορά της παραγωγής στο εξωτερικό, βασιζόμενη στο “από τη κορυφή προς τα κάτω”, απογύμνωσε τις τοπικές κοινότητες. «Ο νεοφιλελεύθερος διεθνισμός απέτυχε τόσο στον φιλελευθερισμό όσο και στον διεθνισμό μέσω της υποστήριξής του στους ατελείωτους αμερικανικούς πολέμους», όπως αναφέρει το περιοδικό Dissent. Παρά την ενσωμάτωση Ρωσίας και Κίνας στο υπό αμερικανικό έλεγχο νεοφιλελεύθερο διεθνές οικονομικό σύστημα, οι εντάσεις μεταξύ Ρωσίας-Κίνας και ΗΠΑ είναι τώρα υψηλότερες από κάθε άλλη περίοδο, ενώ η οικονομική φιλελευθεροποίηση δεν δημιούργησε πολιτική φιλελευθεροποίηση.
Η Γηραιά Ήπειρος εξακολουθεί να βιώνει μια ευρωπαϊκή εκδοχή (με διακυμάνσεις σε εθνικό επίπεδο) του αμερικάνικου νεοφιλελευθερισμού που εισήχθη τη δεκαετία του 2000. Προσωπικό, ηγεσία και εταιρικοί “πελάτες” της ΕΕ μιλούν μόνο τη γλώσσα του νεοφιλελευθερισμού. Η εστίασή τους είναι στα ψηφιακά δικαιώματα, ψηφιακή διακυβέρνηση και ρύθμιση της ψηφιακής “αγοράς”, τη στιγμή που οι λύσεις που βασίζονται στην “αγορά” αποδεικνύονται όλο και περισσότερο ανεπαρκείς για την εξασφάλιση ευρείας κοινωνικής ευημερίας. Ο νεοφιλελευθερισμός πίστεψε λανθασμένα ότι η παγκοσμιοποίηση θα εξάλειφε την ανάγκη για πολιτική.
Μη βιώσιμη και άκρως επικίνδυνη
Λόγω της καταπίεσης της πολιτικής, η νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση απεδείχθη όχι μόνο μη βιώσιμη αλλά και άκρως επικίνδυνη. Τώρα, οι λαοί πρέπει να σκεφτούν με σαφήνεια σχετικά με την επαναφορά της πραγματικής πολιτικής. Στην πράξη, αυτή η προσπάθεια ενέχει το κίνδυνο κάποιοι λαοί να καταλήξουν να προωθήσουν ιογενείς πολιτικές μορφές, για παράδειγμα κάποια εκδοχή φασισμού, σε αντίθεση με την αναγεννημένη δημοκρατία.
Οι συνολικές αποτυχίες του διεθνούς νεοφιλελευθερισμού –κατά τη διάρκεια και ως αποτέλεσμα της στροφής προς την παγκοσμιοποίηση– απέδειξαν ότι η εποχή του νεοφιλελευθερισμού προσπάθησε να ενσαρκώσει αυτό που θα μπορούσε να ονομαστεί “ανέφικτη παγκοσμιοποίηση”. Η “απο-παγκοσμιοποίηση” στις ΗΠΑ βασίζεται σε μια εκτεταμένη αναθεώρηση του status quo. Είναι μια διανοητική και πολιτική επανάσταση που είναι διάχυτη σ’ αυτή τη χώρα τα τελευταία χρόνια. Ο νομπελίστας Τζόζεφ Στίγκλιτζ επισημαίνει την ανάγκη για «αναπλήρωση του χαμένου χρόνου μετά από ένα αποτυχημένο πείραμα 40 ετών με το νεοφιλελευθερισμό».
Είναι καιρός οι ευρωπαϊκές ελίτ να συνειδητοποιήσουν ότι ζουν σε ένα μετα-νεοφιλελεύθερο κόσμο έκτακτης ανάγκης, να κατανοήσουν την ανάγκη ριζικών αλλαγών και να επικεντρωθούν σε μια σωστά μελετημένη απο-παγκοσμιοποίηση (σε γεωπολιτική, εμπόριο, βιομηχανική πολιτική, εναλλακτική παγκοσμιοποίηση κλπ.). Προς το παρόν, κανένας Έλληνας πολιτικός δεν φαίνεται να έχει συνείδηση του τι συνεπάγεται η απο-παγκοσμιοποίηση και πως να την καταστήσει επιτυχημένη για τη χώρα. Το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι η έλλειψη καθαρής σκέψης από μια γενιά νεοφιλελεύθερων πολιτικών που εμμένουν σε ιδέες και απόψεις που έχουν ξεπεραστεί από τα γεγονότα. Αναπόφευκτα, το δίλημμα της χώρας είναι: πολιτική ανανέωση ή παρακμή.
πηγή
Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του Ellada simera.
Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του Ellada simera.
Δημοσίευση σχολίου