ΤΣΙΛΙΟΠΟΥΛΟΣ ΕΥΘΥΜΙΟΣ
Στον πόλεμο, δεν κερδίζει πάντα η πλευρά που θεωρούμε “σωστή”: Πλέον, όλο και περισσότερο πιθανό είναι να χάσει η Ουκρανία. Η δε αδράνεια δυτικών κυβερνήσεων μοιάζει να υποδηλώνει ότι δεν ανησυχούν αρκετά για τις συνέπειες μιας ουκρανικής ήττας, την οποία προβλέπουν τα περισσότερα διεθνή ΜΜΕ, ειδικά μετά την υποχώρηση των Ουκρανών από την Αβντίβκα.
Με την προοπτική επιστροφής του Ντόναλντ Τραμπ – γνωστού για την αντιπάθεια του στην Ουκρανία – οι ευρωπαϊκές χώρες φαίνεται πως εξετάζουν το μέλλον της ευρωπαϊκής ασφάλειας, χωρίς τις ΗΠΑ. Την στιγμή που η αμερικανική ομπρέλα ασφαλείας δεν είναι πλέον αδιαμφισβήτητη, υπάρχουν δύο επιλογές για την Ευρώπη: Αύξηση των αμυντικών δαπανών και περαιτέρω στρατιωτικοποίηση ή αναζήτηση συμβιβασμού με μια νικήτρια Ρωσία.
Το πρώτο είναι μακροπρόθεσμα μη βιώσιμο δημοσιονομικά και το δεύτερο μοιάζει βραχυπρόθεσμα αδιανόητο. Αυτή η δύσκολη επιλογή είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα κατακερματίσει την ευρωπαϊκή ενότητα. Ενώπιον μιας νικηφόρας Ρωσίας, κάποιοι πιθανώς να επιδιώξουν μια φιλορωσική ευθυγράμμιση, άλλοι ένα επιχειρηματικό άνοιγμα προς την Μόσχα και άλλοι πιθανώς να διατηρήσουν την αντιρωσική γραμμή, με αποτέλεσμα να γενικευτεί η αστάθεια στο εσωτερικό της ΕΕ.
Ουκρανία: Ξεμένοντας από πόρους…
Σε πολέμους φθοράς το πιθανότερο είναι, αργά ή γρήγορα, η μία εμπόλεμη πλευρά να ξεμείνει από πόρους. Η Ουκρανία έχει ελλείψεις ανθρώπινου δυναμικού και πυρομαχικών – αν και η έγκριση από τις ΗΠΑ για το πακέτο βοήθειας θα βοηθήσει στο δεύτερο. Η Ρωσία ξεκίνησε με περισσότερα στρατεύματα και υλικό και – έχοντας θέσει την οικονομία και την κοινωνία της σε πολεμική βάση –έχει πολύ μεγαλύτερες δυνατότητες στρατολόγησης από την Ουκρανία, όπως και παροχής οπλισμού στα στρατεύματα της, σε σχέση με την Ουκρανία που εξαρτάται από τους συμμάχους της.
Η Ρωσία σημειώνει επίσης πρόοδο στην πολιτική-ιδεολογική της αντιπαράθεση με την Δύση. Εάν εκλεγεί πρόεδρος τον προσεχή Νοέμβριο ο Τραμπ, το πιθανότερο είναι να υποχρεώσει την Ουκρανία σε επώδυνο συμβιβασμό, εγκαταλείποντας εδάφη της. Στην δε Ευρώπη, τα κόμματα που έχουν στενούς δεσμούς με τη Ρωσία αναμένεται να σημειώσουνε επιτυχίες στις ευρωεκλογές του Ιουνίου.
Στις 17 Απριλίου του 2024, το Politico δημοσίευσε άρθρο με τίτλο «Η Ουκρανία οδεύει προς την ήττα», το οποίο αποκαλύπτει μια πραγματικότητα που σύσσωμη η Ευρώπη φοβάται να παραδεχτεί. Σύμφωνα με το άρθρο, η αβελτηρία της Δύσης στην αποστολή οπλισμού στο Κίεβο βοηθά τη Ρωσία να κερδίσει τον πόλεμο, καθώς συνεισφέρει στην πτώση του πολεμικού ηθικού των Ουκρανών, που προδιαγράφουν μία πιθανή ήττα τους. Η πτώση ηθικού του ουκρανικού στρατού, οι συνεχείς βομβαρδισμοί της Ρωσίας, η μη παράδοση ζωτικών συστημάτων αεράμυνας και οι απώλειες στο πεδίο της μάχης, καθιστούν σαφές ότι η κατάσταση δεν είναι ελπιδοφόρα για το Κίεβο και τους υποστηρικτές του.
Στις 18 Απριλίου του 2024, ένα άρθρο των Financial Times με τίτλο «Η απεγνωσμένη ανάγκη της Ουκρανίας για αεράμυνα» επέστησε την προσοχή στη δύσκολη κατάσταση του ουκρανικού στρατού, την στιγμή που οι ρωσικοί αεροπορικοί βομβαρδισμοί εξακολουθούν να προκαλούν τεράστιες ζημιές. Το ΝΑΤΟ ευλόγως θέλει να αποφύγει μια άμεση αντιπαράθεση με τη Ρωσία και ως εκ τούτου δεν υποστηρίζει άμεσα την ουκρανική αεράμυνα, όπως έκανε με το Ισραήλ. Ταυτόχρονα, όμως, δυτικές χώρες – μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα – καλούνται να παράσχουν στην Ουκρανία δικά τους αμυντικά συστήματα, προς κατάρριψη των ρωσικών πυραύλων.
Ένα άρθρο δε που δημοσιεύτηκε στις 18 Απριλίου του 2024 στο περιοδικό Social Europe Magazine με τίτλο «Η Ουκρανία χάνει και η Δύση αντιμετωπίζει μια δύσκολη επιλογή», προειδοποιεί ότι αν η Δύση δεν βοηθήσει άμεσα και δραστικά το Κίεβο, θα αντιμετωπίσει μια αναζωπυρωμένη και επιθετική Ρωσία (οι σχετικές φωνές, όλο και πληθαίνουν).
Οι φόβοι των Βαλτικών
Στις αρχές Απριλίου, ο Εσθονός υπουργός Άμυνας προειδοποίησε ότι η Ουκρανία ενδέχεται να πέσει σύντομα και αποκάλυψε ότι στην περσινή Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ στο Βίλνιους εξετάστηκαν νέα σχέδια μάχης για τις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, σε περίπτωση ήττας του Κιέβου.
Και ο στρατηγός Σερ Ρίτσαρντ Μπάρονς, πρώην διοικητής της Διοίκησης Κοινών Δυνάμεων του Ηνωμένου Βασιλείου, σε μια συνέντευξη στο BBC στις 13 Απριλίου του 2024 αναφέρθηκε στο ενδεχόμενο να ηττηθεί η Ουκρανία. Ο Μπάρονς τόνισε ότι η Ουκρανία θα μπορούσε να χάσει το 2024, επειδή «μπορεί να αισθάνεται ότι δεν μπορεί να κερδίσει… Γιατί οι άνθρωποι να θέλουν να πολεμήσουν και να πεθάνουν προκειμένου να υπερασπιστούν κάτι που είναι ανέφικτο;».
Το ενδεχόμενο να διαπραγματευτεί το Κίεβο με τη Μόσχα για τον τερματισμό του πολέμου αναφέρεται πλέον όλο και συχνότερα από δυτικούς ηγέτες, την στιγμή που το ανθρώπινο δυναμικό, ο εξοπλισμός και τα πυρομαχικά εξαντλούνται για την Ουκρανία, με το Κίεβο να δυσκολεύεται να κρατήσει την πρώτη γραμμή. Στην πραγματικότητα, το μέτωπο μπορεί σύντομα να καταρρεύσει. Καθώς η κατάσταση στο πεδίο της μάχης μεταβάλλεται σταδιακά προς όφελος της Ρωσίας, η Δύση ενδέχεται να υποχρεωθεί να λάβει νέες- ριζικές αποφάσεις.
Το αισιόδοξο σενάριο για τη Δύση είναι οι δυτικοί σύμμαχοι να αυξήσουν άμεσα και δραστικά την στρατιωτική τους υποστήριξη στην Ουκρανία και το Κίεβο να αντέξει. Το απαισιόδοξο είναι να σημειωθεί ξαφνική κατάρρευση σημαντικού τμήματος των ουκρανικών αμυντικών γραμμών. Σε αντίθετη περίπτωση, η Ρωσία είναι απίθανο να σημειώσει σημαντική πρόοδο στο άμεσο μέλλον (το “σημαντική” μη μας ξεγελάει, ας κρατήσουμε το “πρόοδος”).
Απελπισία στο εσωτερικό
Ωστόσο, ο διπλασιασμός των ρωσικών πληγμάτων στις κρίσιμες υποδομές της Ουκρανίας φαίνεται ότι στοχεύει στην πλήρη καταστροφή της αμυντικής της ικανότητας. Η εικόνα που αναδύεται ότι η Ουκρανία οδεύει προς την ήττα. Η εικόνα αυτή είναι ορατή και στο εσωτερικό της χώρας: Ενώ ο Ζελένσκι λέει ότι οι ουκρανικές δυνάμεις προσπαθούν να κρατήσουν τις θέσεις τους, οι στρατιωτικοί αναγνωρίζουν ότι είναι αναπόφευκτες περαιτέρω απώλειες, τους προσεχείς μήνες.
Η Ουκρανία είναι απίθανο να είναι σε θέση να απελευθερώσει τις περιοχές που κρατούν σήμερα οι ρωσικές δυνάμεις, χωρίς κάποια σημαντική αλλαγή στην πολιτική των δυτικών της συμμάχων – δεν αρκεί η προμήθεια χρημάτων και όπλων. Αυτό σημαίνει ότι η Δύση πρέπει να αναλάβει τις ευθύνες της, αν επιθυμεί την νίκη της Ουκρανίας, κάτι που δεν μοιάζει πιθανό.
Καθώς τα πυρομαχικά και η αεράμυνα των ουκρανικών δυνάμεων όλο και εξαντλούνται, αναμένεται ότι σύντομα θα πέσουν πολλές ουκρανικές πόλεις. Η Δύση έχει αποδεχτεί ότι η αντεπίθεση, που ξεκίνησε από τον ουκρανικό στρατό τον Ιούνιο του 2023, κατέληξε σε αποτυχία. Βέβαια, οι Αμερικανοί υποστηρίζουν ότι η αποτυχία της οφειλόταν στην εφαρμοζόμενη στρατηγική, ενώ οι Ουκρανοί ρίχνουν το φταίξιμο στην ανεπάρκεια εξοπλισμού. Μάλλον ίσχυσαν και τα δύο: Και η στρατηγική απέτυχε και ο εξοπλισμός ήταν ανεπαρκής, ενώ και η απόδοση του ρωσικού στρατού αποτέλεσε σημαντικό παράγοντα για την αποτυχία της.
Όλοι τα στοιχεία υποδηλώνουν ότι το 2024 πιθανώς θα είναι το έτος ορόσημο για ρωσο-ουκρανικό πόλεμο, κάτι που θα έχει και γεωστρατηγικές επιπτώσεις. Είναι σαφές ότι ο δυτικός κόσμος χρειάζεται μια νέα στρατηγική για την Ουκρανία, καθώς εάν δεν λυθεί προς το συμφέρον της το ουκρανικό ζήτημα, θα επιταχυνθεί η, εκ των έσω, κατάρρευση της Δύσης.
Τί θα αποτελέσει ήττα για το Κίεβο
Ένας λόγος που η Ουκρανία βρίσκεται σε τέτοιο κίνδυνο ίσως είναι και το γεγονός ότι οι περισσότεροι δυτικοί ηγέτες ήταν ασαφείς σχετικά με τους στόχους τους. Η ουκρανική κυβέρνηση ήταν σαφής ως προς τον ορισμό της νίκης: Αυτή περιλαμβάνει την ανάκτηση όλων των κατεχόμενων εδαφών – συμπεριλαμβανομένης της Κριμαίας και του Ντονμπάς – την καταβολή αποζημιώσεων από τη Ρωσία και την απόδοση ευθυνών για εγκλήματα πολέμου. Η Δύση έχει κολλήσει στο “υποστηρίζουμε την Ουκρανία όσο χρειαστεί”, χωρίς να είναι ξεκάθαρο τι σημαίνει αυτό.
Εάν τα κριτήρια επιτυχίας είναι ασαφή, το ίδιο είναι και τα κριτήρια αποτυχίας. Μια μαξιμαλιστική εκδοχή μπορεί να είναι ότι οτιδήποτε εκτός από την πλήρη επίτευξη των στόχων που έχουν θέσει οι Ουκρανοί αποτελεί αποτυχία. Μια μινιμαλιστική εκδοχή μπορεί να είναι ότι μόνο η πλήρης εξαφάνιση του ουκρανικού κράτους θα αποτελεί αποτυχία και επιτυχία η επιβίωση του υπό όποια μορφή, έστω και συρρικνωμένη (δευτερεύον ζήτημα αποτελεί η αλλαγή καθεστώτος στο Κίεβο).
Η Δύση θα πρέπει να επικεντρωθεί στον εξής δεδομένο: Χωρίς τη βοήθεια της, σε πολύ μεγαλύτερη κλίμακα από ό,τι τώρα, η Ρωσία θα σπάσει τις άμυνες της ευάλωτης Ουκρανίας και θα προελάσει γρηγορότερα. Ο δε Πούτιν – μόνο αν πιεστεί σκληρά– θα άρει τον μαξιμαλιστικό στόχο του να καταστρέψει την Ουκρανία, ως ανεξάρτητο-κυρίαρχο κράτος.
Οι επιτυχίες του Πούτιν
Μία από τις μεγάλες επιτυχίες της Ρωσίας σε αυτόν τον πόλεμο ήταν ότι κατάφερε να μεταδώσει τη ρωσική ισχύ, πείθοντας την Δύση για τη δική της αδυναμία (ειδικά οι Ευρωπαίοι έχουν κάνει τα πάντα για να την επιβεβαιώσουν!). Αν και κόπτονται για την απειλή Πούτιν, είναι ανίκανοι να κάνουν το παραμικρό, λόγω των βαθιών τους διαιρέσεων, κωλυμάτων και γραφειοκρατικών εμπλοκών. Ταυτόχρονα ο Πούτιν παίζει το αμερικανικό κοινό “στα δάκτυλα”, χρησιμοποιώντας την βοήθεια στην Ουκρανία σαν όπλο στην προεκλογική φαρέτρα στο εσωτερικό των ΗΠΑ, ακόμα και του ίδιου του Τραμπ.
Εντός ΗΠΑ, ορισμένοι υποστηρίζουν ότι τα χρήματα που δαπανώνται στην Ουκρανία πρέπει να διατεθούν για τον Ινδο-Ειρηνικό και για την προοπτική μιας μελλοντικής σύγκρουσης με την Κίνα – θέση που περιέχει μία στρατηγική λογική. Για τους πιο ακραίους, η επιβίωση της Ουκρανίας δεν έχει σημασία για τις ΗΠΑ, καθώς αποτελεί αποκλειστικά ευρωπαϊκό πρόβλημα.
Οπότε το μέλλον μάλλον διαφαίνεται ζοφερό για το Κίεβο, για την δε Μόσχα μοιάζει να φέρνει μια πύρρειο νίκη: Με το 30-40% του ρωσικού προϋπολογισμού να πηγαίνει στην πολεμική προσπάθεια, ένα τέλος στον πόλεμο θα ήταν μία τεράστια ανακούφιση και για την ίδια την Ρωσία.
πηγή
Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του Ellada simera.
Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του Ellada simera.
Δημοσίευση σχολίου