ΛΥΓΕΡΟΣ ΣΤΑΥΡΟΣ
Μετά τη συνάντηση του Έλληνα πρωθυπουργού με τον Τούρκο πρόεδρο στο Βίλνιους (Ιούλιος 2023) έγραφα: «Ήταν εδώ και καιρό προφανές ότι η συνάντηση Μητσοτάκη-Ερντογάν θα λειτουργούσε σαν το εναρκτήριο λάκτισμα για τον επικείμενο νέο κύκλο ελληνοτουρκικής διαπραγμάτευσης υπό αμερικανική εποπτεία, ο οποίος θα αγγίξει όχι μόνο κυριαρχικά δικαιώματα, αλλά εθνική κυριαρχία».
Από τότε κύλησε αρκετό νερό στο αυλάκι. Μεσολάβησε η επίσκεψη Ερντογάν στην Ελλάδα και η υπογραφή της διμερούς διακήρυξης, ενώ για τα μέσα Μαΐου είναι προγραμματισμένη η ανταποδοτική επίσκεψη Μητσοτάκη στην Τουρκία. Είναι αληθές ότι η συμπεριφορά της Άγκυρας όλο το προηγούμενο διάστημα είναι διαφορετική από αυτή που ήταν τα προηγούμενα χρόνια. Ο δείκτης της έντασης έχει πέσει σημαντικά, αν και δεν έλειψαν οι σποραδικές ρητορικές προκλήσεις που μας υπενθύμισαν πως το τουρκικό πιστόλι παραμένει στο τραπέζι.
Εξάλλου, από πουθενά δεν προκύπτει πως η Τουρκία έχει κάνει βήμα πίσω από τη δέσμη των μονομερών επεκτατικών διεκδικήσεών της σε βάρος της Ελλάδας. Αντιθέτως, κάποιες από τις δηλώσεις Ερντογάν το τελευταίο διάστημα δεν αφήνουν περιθώριο ψευδαισθήσεων: όλες οι τουρκικές διεκδικήσεις παραμένουν στο τραπέζι, έστω κι αν δεν προωθήθηκαν τους προηγούμενους μήνες με την παραδοσιακή τουρκική μέθοδο του καταναγκασμού. Η αλήθεια αυτή επιβεβαιώθηκε αυτές τις ημέρες με την ανακοίνωση του τουρκικού υπουργείου Εξωτερικών. Με αφορμή την ελληνική προαναγγελία δημιουργίας θαλάσσιου πάρκου στο Αιγαίου, η Άγκυρα επανέφερε στο τραπέζι τη θεωρία της περί “γκρίζων ζωνών”.
Το ερώτημα που ανακύπτει είναι εάν η Ελλάδα πρέπει ή όχι να διαπραγματεύεται με την Τουρκία, όταν αυτή διεκδικεί ευθέως όχι μόνο ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα (τουρκολιβυκό μνημόνιο), αλλά και ελληνική κυριαρχία. Και βεβαίως όταν διατηρεί σε ισχύ το casus belli και συνεχίζει να κατέχει τη βόρειο Κύπρο. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη –όπως και προηγούμενες κυβερνήσεις– έχει απαντήσει στην πράξη αυτό το ερώτημα. Διαπραγματεύεται με την Άγκυρα, επιδιώκοντας να κρατάει χαμηλά τη θερμοκρασία στο διμερές μέτωπο και εάν καταστεί δυνατόν να προκύψει συμφωνία για την οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας-ΑΟΖ.
Χαμηλές θερμοκρασίες
Οι χαμηλές θερμοκρασίες στο ελληνοτουρκικό μέτωπο είναι προφανώς καλοδεχούμενες, υπό τον όρο ότι δεν εξαγοράζονται από την πλευρά της Αθήνας με τη μορφή φαινομενικά ανώδυνων υποχωρήσεων σε ό,τι αφορά και στη διαδικασία και στην ουσία. Τα “ήρεμα ύδατα”, άλλωστε, είναι θετική εξέλιξη και για τις δύο πλευρές. Δεν είναι παραχώρηση της Τουρκίας, για την οποία πρέπει να πληρώσει η Ελλάδα αντίτιμο. Ο Ερντογάν έχει επιλέξει όλη αυτή την περίοδο να κατεβάσει τους τόνους για τις δικές του διπλωματικές σκοπιμότητες. Αυτές συνδέονται κυρίως με τα προβλήματα που υπάρχουν στη σχέση του με τις ΗΠΑ και την ΕΕ. Με άλλα λόγια, έχει αυτή την περίοδο συμφέρον από την πολιτική χαμηλών θερμοκρασιών στα ελληνοτουρκικά.
Προσοχή, όμως: Τα “ύδατα” θα παραμείνουν ήρεμα όσο αυτό εξυπηρετεί την Άγκυρα. Δεν μπορούμε να εκτιμήσουμε για πόσο θα ισχύει αυτό, αλλά δεν πρέπει να υπάρχει αμφιβολία ότι πρόκειται για διάλειμμα. Είχαμε, άλλωστε, και στο παρελθόν παρόμοια διαλείμματα και αντίστοιχες μεταπτώσεις από την ένταση στην ύφεση. Κανόνας, όμως, στις ελληνοτουρκικές σχέσεις είναι η –μεγαλύτερη ή μικρότερη– ένταση και εξαίρεση οι χαμηλές θερμοκρασίες.
Ας μην ξεχνάμε ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη του έδωσε και ένα δωράκι, καταργώντας τη βίζα για τους Τούρκους που επισκέπτονται τα βασικά ελληνικά νησιά του ανατολικού Αιγαίου. Μπορεί στο γεωπολιτικό επίπεδο να μην είναι πρωτεύον ζήτημα, αλλά στο επίπεδο της τουρκικής εσωτερικής πολιτικής ζωής είναι σημαντικό. Ο Τούρκος πρόεδρος ήθελε διακαώς να “πουλήσει” στην κοινή του γνώμη ένα τέτοιο δώρο.
Εκτός αυτού, η εν εξελίξει διαδικασία των ελληνοτουρκικών διαπραγματεύσεων γίνεται με τους όρους που πάντα ήθελε η Άγκυρα. Υπενθυμίζω ότι πάντα επεδίωκε διμερή πολιτική διαπραγμάτευση, χωρίς εμπλοκή της ΕΕ. Αυτό γίνεται σήμερα. Επεδίωκε ακόμα η διαπραγμάτευση να επεκταθεί στο σύνολο των μονομερών τουρκικών επεκτατικών διεκδικήσεων. Μπορεί –προς το παρόν και από όσα γνωρίζουμε– η Ελλάδα να μην έχει υποχωρήσει από τις πάγιες θέσεις της, αλλά σε ό,τι αφορά στη διαδικασία έχει κάνει βήματα πίσω.
Κρατώντας μικρό καλάθι
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη δηλώνει ότι θα διαπραγματευθεί μόνο συμφωνία για την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας-ΑΟΖ, ενώ ο Ερντογάν δήλωσε ότι πρέπει να παραπεμφθούν στο Διεθνές Δικαστήριο όλα τα διμερή ζητήματα. Στην πράξη, όμως, η Αθήνα συζητάει μονομερείς τουρκικές επεκτατικές διεκδικήσεις, για τις οποίες δεν έπρεπε να δέχεται συζήτηση. Κι αυτό, επειδή στη διπλωματία η διαδικασία είναι και ουσία.
Η ιστορία των ελληνοτουρκικών σχέσεων δεν επιτρέπει ψευδαισθήσεις. Αντιθέτως, επιβάλει στην Αθήνα ναι μεν να βαδίσει τον δρόμο της ύφεσης, αλλά κρατώντας μικρό καλάθι. Μακάρι και για τις δύο χώρες αυτή η περίοδος να κρατήσει όσο το δυνατόν περισσότερο. Όσοι, όμως, στην Ελλάδα είχαν σπεύσει να χαρακτηρίσουν την επίσκεψη Ερντογάν στην Αθήνα “αλλαγή εποχής” θα ήταν φρόνιμο να λάβουν υπόψη όλα τα παραπάνω και να προσγειωθούν στην πραγματικότητα.
Όπως φάνηκε για μία ακόμα φορά από την ανακοίνωση του τουρκικού υπουργείου Εξωτερικών, δύο εξαιρετικά ευαίσθητα για την Ελλάδα ζητήματα –οι “γκρίζες ζώνες” που αφορούν την εθνική κυριαρχία – εδαφική ακεραιότητα και η αποστρατικοποίηση των νησιών του ανατολικού Αιγαίου που αφορά την εθνική άμυνα– είναι στο τραπέζι. Είναι θεμιτό να παραπεμφθεί στη Χάγη η οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας-ΑΟΖ, αλλά είναι προφανές ότι κανένα κράτος –χωρίς να έχει ηττηθεί σε πόλεμο– δεν μπορεί να εναποθέσει την εδαφική του ακεραιότητα και την εθνική του ασφάλεια στα χέρια ξένων δικαστών.
Ο κόμπος θα φθάσει στο χτένι, όταν η διαπραγμάτευση φθάσει στον σκληρό πυρήνα της ελληνοτουρκικής διένεξης. Δεδομένου ότι στο τραπέζι βρίσκονται μόνο οι μονομερείς τουρκικές επεκτατικές διεκδικήσεις, κάθε συμβιβασμός ισοδυναμεί με απώλεια ελληνικής κυριαρχίας ή τουλάχιστον κυριαρχικών δικαιωμάτων. Από μόνο του αυτό το γεγονός θέτει την Αθήνα σε πολύ δυσμενή θέση κι αυτό θα φανεί προσεχώς.
Τεστάρει αντιδράσεις
Όπως είχε διαφανεί ο πρωθυπουργός σχοινοβατεί: από τη μία πλευρά δεν θέλει να δώσει πάτημα για καταγγελία και στην εσωκομματική αντιπολίτευση και στα άλλα κόμματα. Από την άλλη, όμως, είναι πασιφανές ότι –έστω και θολά– ανοίγει κάποια χαρτιά για να τεστάρει αντιδράσεις. Ενώ, λοιπόν, σύμφωνα με την πάγια εθνική γραμμή η οριοθέτηση ΑΟΖ ήταν η μόνη ελληνοτουρκική διαφορά, ο Μητσοτάκης μίλησε για «βασική διαφορά», αφήνοντας σαφώς να εννοηθεί πως υπάρχουν κι άλλες.
Δεν είναι τυχαίο ότι χρησιμοποιεί ταυτοχρόνως και τον όρο “θαλάσσιες ζώνες” και τον όρο “υφαλοκρηπίδα-ΑΟΖ”, ενώ υπάρχει ποιοτική διαφορά μεταξύ τους. Και βεβαίως το κάνει, επειδή –σύμφωνα με πληροφορίες– είναι αποφασισμένος να διαπραγματευθεί με την Άγκυρα και το εύρος των ελληνικών χωρικών υδάτων (φόρμουλα για χωρικά ύδατα διαφορετικού εύρους από περιοχή σε περιοχή του Αιγαίου).
Αν προσέξουμε τα όσα έχει πει ο Μητσοτάκης –έστω και με θολές και αμφίσημες εκφράσεις– είναι αποκαλυπτικά. Έχει δηλώσει ότι στόχος του είναι να λύσει τον «πυρήνα της διαφοράς… Υπάρχει μία τολμηρή ατζέντα, την οποία είμαι διατεθειμένος να διερευνήσω». Κι όταν ρωτήθηκε αν θα υπάρξει απομείωση της εθνικής κυριαρχίας, όπως την γνωρίζουμε σήμερα, απάντησε: «Αυτό είναι μία σχετική έννοια… Οποιαδήποτε συμφωνία μπορεί ενδεχομένως, ναι, να συνεπάγεται και κάποιες υποχωρήσεις από θέσεις που αποτελούν την αφετηρία της διαπραγμάτευσης».
Η εθνική κυριαρχία, όμως, μόνη σχετική έννοια δεν είναι. Η εθνική κυριαρχία είναι πολύ συγκεκριμένη και ως εκ τούτου και η όποια ενδεχόμενη απομείωσή της. Η Ελλάδα, όπως και όλα τα άλλα κράτη-μέλη έχουν εθελοντικά παραχωρήσει στην ΕΕ τμήματα της εθνικής τους κυριαρχίας για να μπορέσει να υπάρξει η Ένωση. Αυτό, ωστόσο, είναι ποιοτικά διαφορετικό από την ενδεχόμενη απομείωση της εθνικής κυριαρχίας μας υπέρ της Τουρκίας ως αποτέλεσμα μίας συμφωνίας.
Έχει προαναγγείλει υποχωρήσεις
Προφανώς, ο Μητσοτάκης λέει πολύ λιγότερα από όσα συμβαίνουν στο διπλωματικό παρασκήνιο και μάλιστα φροντίζει με επιλεγμένες εκφράσεις να προετοιμάσει το έδαφος για τις υποχωρήσεις που έχει προαναγγείλει. Δεν είναι τυχαίο π.χ. ότι αυθαιρέτως και σκοπίμως μετέτρεψε τη διαφορά για την οριοθέτηση της ΑΟΖ από νομική σε γεωπολιτική. Η νομική διαφορά λύνεται με βάση το Διεθνές Δίκαιο, ενώ η γεωπολιτική λύνεται με πολιτικούς όρους, δηλαδή κατά κανόνα με βάση την κάθε είδους ισχύ.
Επίσης, ο Μητσοτάκης αποφεύγει όσο μπορεί τη λέξη Κυπριακό. Ανήκει στη σχολή των Ελλήνων πολιτικών (μαζί με τον Σημίτη), που εγκλωβισμένοι στον “μικροελλαδισμό” τους, θεωρούν το Κυπριακό “βαρίδι” και εμπόδιο για την επίλυση των ελληνοτουρκικών. Με τον τρόπο αυτό, όμως, διασπούν τον Ελληνισμό ως γεωπολιτική οντότητα, συρρικνώνοντας το ειδικό βάρος και τη διαπραγματευτική ισχύ όχι μόνο της Κύπρου, αλλά και της Ελλάδας.
Εκτός αυτών, είναι διεθνώς πρωτοφανές ο ηγέτης μίας χώρας να προαναγγέλλει υποχωρήσεις πριν καν αρχίσει μία διαπραγμάτευση! Ο Μητσοτάκης δεν είναι αφελής να μην γνωρίζει ότι αυτό δίνει “από τα αποδυτήρια” διαπραγματευτικούς πόντους στην Άγκυρα. Η μόνη εξήγηση είναι ότι το είπε, επειδή το μείζον γι’ αυτόν είναι να προετοιμάσει την ελληνική κοινή γνώμη. Περιττό να υπογραμμίσω ότι η Τουρκία δεν έχει αποσύρει από το τραπέζι καμία επεκτατική διεκδίκησή της, ούτε εμφανίζει την παραμικρή διάθεση για υποχωρήσει. Δεν κρύβει, άλλωστε, τις επεκτατικές επιδιώξεις της. Μας τις λέει ξεκάθαρα σε κάθε ευκαιρία, όπως τώρα με αφορμή το θαλάσσιο πάρκο. Και γι’ αυτό τις έχει συμπεριλάβει στην ατζέντα των διαπραγματεύσεων.
Οι Τούρκοι εργάζονται συστηματικά τον τελευταίο μισό αιώνα για να οικοδομήσουν τη δέσμη των μονομερών επεκτατικών διεκδικήσεών τους σε βάρος της Ελλάδας και δεν πρόκειται να παραιτηθούν από αυτές, χωρίς να εξασφαλίσουν σοβαρά ανταλλάγματα. Επιδιώκουν να ακρωτηριάσουν την Ελλάδα στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, χρησιμοποιώντας ως όπλο το φοβικό σύνδρομο της Αθήνας. Δεν είναι τυχαίο ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη, όπως και προκάτοχές της, είχαν αναγορεύσει σε διπλωματικό “θρίαμβο” τη χαμηλή θερμοκρασία στο ελληνοτουρκικό μέτωπο!
πηγή
Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του Ellada simera.
Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του Ellada simera.
Δημοσίευση σχολίου