Στοϊλόπουλος Βασίλης
Δεν χωρά αμφιβολία ότι οι διακρατικές σχέσεις Ελλάδας-Ρωσίας διέρχονται σήμερα τη χειρότερη φάση τους από συστάσεως του ελληνικού κράτους, μηδέ εξαιρουμένου του Ψυχρού Πολέμου. Πολλοί μάλιστα τις χαρακτηρίζουν και “εχθρικές”. Ενδεικτικές του κλίματος των ελληνορωσικών σχέσεων και οι δηλώσεις του πρωθυπουργού, με τελευταία την αναφορά του, κατά την κοινή συνέντευξη Τύπου με τον Βολοντίμιρ Ζελένσκι στην Αθήνα, σε «ρωσικά εγκλήματα πολέμου για τα οποία πρέπει να αποδοθεί Δικαιοσύνη».
Σε παλαιότερη συνέντευξη του, ο Κυριακός Μητσοτάκης είχε δηλώσει πως είμαστε σε «πόλεμο» με την Ρωσία. Η δε Μόσχα θεωρεί πως η χώρα μας, ως μέλος του ΝΑΤΟ και της ΕΕ, συμμετέχει στον «υβριδικό πόλεμο» που εξαπέλυσε εναντίον της η Δύση, εξαιτίας της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία.
Θυμόμαστε πως η, σχεδόν προαναγγελθείσα από σοβαρούς πολιτικούς αναλυτές και διπλωμάτες, επίθεση της Ρωσίας στην Ουκρανία, προκάλεσε (όπως αναμένονταν) και μια σφοδρή, ενίοτε στα όρια της ευτέλειας αντιπαράθεση, με προσβλητικούς χαρακτηρισμούς και λεκτικές ακρότητες, ιδιαίτερα στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, μεταξύ υποστηριχτών της Ουκρανίας και αυτών της Ρωσίας, αντιπαράθεση που μαίνεται και πάλι μετά την επίσκεψη του Ζελένσκι στην Αθήνα. Η αντιπαράθεση δεν άργησε να επεκταθεί και για τις ιστορικές σχέσεις μεταξύ των δύο ομόδοξων κρατών, φτάνοντας μέχρι την Ελληνική Επανάσταση του 1821 και ακόμα στα “Ορλωφικά” και τη Μεγάλη Αικατερίνη!
Η ελληνική ανεξαρτησία
Είναι γεγονός ότι μετά την εθνεγερσία του 1821 και την δημιουργία του “κουτσουρεμένου” κι ερειπωμένου ελληνικού κρατιδίου, καμιά από τις τρεις “Προστάτιδες Δυνάμεις” (Αγγλία, Γαλλία, Ρωσία) δεν αποσκοπούσε στην ύπαρξη μιας ισχυρής και ανεξάρτητης Ελλάδας. Για τον απλούστατο λόγο ότι σε αντίθετη περίπτωση θα εξέλειπε και ο λόγος της “προστασίας”, όπως θα ήταν με μια ντε φάκτο πολιτικά-οικονομικά-στρατιωτικά ανίσχυρη Ελλάδα, η οποία είχε και το επιπλέον μειονέκτημα να συνορεύει μ΄ έναν “Μεγάλο Ασθενή”, την Οθωμανική Αυτοκρατορία (βλ. “Ανατολικό Ζήτημα”).
Ενδεικτική της κατάστασης η ύπαρξη ως γνωστών των τριών κομμάτων με τα ονόματα των Μεγάλων Δυνάμεων της εποχής (Aγγλικό, Γαλλικό, Ρωσικό). Από τότε όμως δημιουργήθηκαν και οι πραγματικότητες της εξάρτησης, της ξενοδουλείας και της υποτέλειας, στοιχεία των οποίων γίνονται ακόμα και σήμερα αντιληπτά στον πολιτικό κόσμο της Ελλάδας. Για τις δύο πρώτες δεκαετίες της οθωνικής βασιλείας καμιά από τις “Προστάτιδες Δυνάμεις” δεν κατάφερε να επιβληθεί πλήρως, όσο και αν οι πρεσβείες τους ραδιουργούσαν αδιάλειπτα κι ελεύθερα στο νεοσύστατο και καταχρεωμένο (βλ. αγγλικά δάνεια) κρατίδιο, έχοντας η κάθε μια σταθερή επιδίωξη τον δικό της απόλυτο έλεγχο της οθωνικής κρατικής πολιτικής.
Μετά όμως από τον ατυχή για την τσαρική Ρωσία Κριμαϊκό Πόλεμο (1854-56) και οριστικά πλέον μετά την ενθρόνιση το 1864 του Δανού πρίγκιπα Ουίλιαμ, μετέπειτα Έλληνα βασιλιά Γεώργιο Α΄, καθοριστική παρεμβατική δύναμη στα πολιτικά τεκταινόμενα στην Ελλάδα απέμεινε η Αγγλία (μέχρι που το 1947 την αντικατέστησαν, εν μέσω εμφυλίου, οι ΗΠΑ). Γεγονός που επισφραγίστηκε στο δεύτερο ήμισυ του 19ου αιώνα με την συστηματική προώθηση του ρωσικού μεγαλοϊδεατισμού και του Πανσλαβισμού.
Από τον Καραμανλή στον Μητσοτάκη
Έκτοτε η Ρωσία δεν θεώρησε ποτέ, ακόμα και στη διάρκεια του Ελληνικού Εμφυλίου (1947-49), ότι είχε σοβαρές ελπίδες αποφασιστικού και αποκλειστικού ρόλου “προστασίας” στην Ελλάδα. Γεγονός που γνώριζε πάντα η ρωσική ηγεσία, αν και ποτέ δεν έπαψε τις παρεμβάσεις της στα εσωτερικά της Ελλάδας. Ακόμη και με την δημιουργία φιλορωσικών οργανώσεων και ελεγχόμενων ΜΜΕ, με μακροπρόθεσμο γεωπολιτικό στόχο την αποδυνάμωση της ελληνικής εξάρτησης, στο πλαίσιο του καραμανλικού δόγματος “ανήκωμεν εις την Δύσιν”.
Βασική παράμετρος για την επίτευξη στενότερων ελληνορωσικών σχέσεων ήταν πάντα και η ελληνική ορθόδοξη εκκλησία. Στο πλαίσιο αυτό η Ρωσία λειτουργώντας ως ισχυρή δύναμη με γνώμονα το εθνικό της συμφέρον δεν δίστασε ενίοτε να στραφεί κατά της Ελλάδας, υποστηρίζοντας σε ορισμένες χρονικές περιόδους όχι μόνο τους ομοδόξους της Σλάβους στην χερσόνησο του Αίμου (π.χ. Μακεδονικό), αλλά και τους αλλόδοξους Τούρκους (π.χ. Μικρασιατική Καταστροφή).
Αυτή η πρακτική όμως της Ρωσίας δεν την εμπόδιζε, όσο το επέτρεπε και η διεθνής συγκυρία, να διατηρεί για μεγάλα χρονικά διαστήματα φιλικές σχέσεις και με την Ελλάδα και την Κυπριακή Δημοκρατία, κάτι που αποτυπώθηκε και σε ψηφοφορίες στον ΟΗΕ ή στο Κυπριακό (στάση που φαίνεται με μεταβάλλεται μετά το πρόσφατο βέτο της Μόσχας στο κοινό ψήφισμα του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ για την καταδίκη των πρόσφατων προκλήσεων των Τουρκοκυπρίων κατά της Ειρηνευτικής Δύναμης του Οργανισμού στην Μεγαλόνησο).
Η περίοδος διακυβέρνησης της χώρας από τον Κώστα Καραμανλή (2004-2009) θα πρέπει να θεωρηθεί ότι ήταν ίσως αυτή με τις στενότερες σχέσεις Ελλάδας-Ρωσίας, τουλάχιστον μεταπολεμικά. Με την ανάληψη της εξουσίας από τον Γιώργο Παπανδρέου οι σχέσεις αυτές υποβαθμίστηκαν, αρχής γενομένης με την απόρριψη για “περιβαλλοντικούς λόγους” του αγωγού Μπουργκάς-Αλεξανδρούπολης. Ενώ οι όποιες προσπάθειες ελληνορωσικής προσέγγισης επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ μάλλον δεν πρέπει να χαρακτηριστούν ως σοβαρές, αν αναλογιστεί κανείς μάλιστα και τις γνωστές “πιρουέτες” Κοτζιά και τις εκατέρωθεν αποπομπές διπλωματών.
Σοβαρότατη πραγματικότητα όμως είναι η σημερινή στενή σχέση Ρωσίας-Τουρκίας, δύο αναθεωρητικών δηλαδή δυνάμεων, που θα πρέπει να μας ανησυχούν σφόδρα και που θα πρέπει ν΄ αντιμετωπιστεί προφανώς με πιο “ευέλικτους” διπλωματικούς χειρισμούς από τις πρωθυπουργικές διαβεβαιώσεις πως “εμείς είμαστε δεδομένοι” (σαν να πρόκειται δηλαδή για αρχηγό του Αγγλικού Κόμματος της μετεπαναστατικής περιόδου και όχι πρωθυπουργό σε γεωπολιτικά ρευστούς καιρούς, με εθνοτικές αντιπαλότητες και επικίνδυνης μετάβασης διεθνώς, όπως οι σημερινοί).
Και το ερώτημα που μένει είναι πως θα έχουν διαμορφωθεί οι ελληνορωσικές σχέσεις, όταν κάποια στιγμή τελειώσει ο καταστροφικός πόλεμος αντιπροσώπων στην Ουκρανία, σε περίοδο νέου Ψυχρού Πολέμου. Το πιθανότερο είναι να κινούνται σε πολύ ψυχρά κλίματα. Κι αυτό δεν προμηνύει κάτι καλό για την χώρα μας, όσο και αν επενδύει σχεδόν τυφλά στην αμέριστη στήριξη των νατοϊκών συμμάχων της, απέναντι στην καραδοκούσα επεκτατική Τουρκία.
Δημοσίευση σχολίου