Του Ζαχαρία Μίχα
Σοκ προκάλεσαν οι δηλώσεις του Στίαν Γιένσεν, προσωπάρχη του Γ.Γ. του ΝΑΤΟ, για το Ουκρανικό, Γενς Στόλτενμπεργκ Μιλώντας για την προοπτική εισόδου της Ουκρανίας στη Συμμαχία μετά τον πόλεμο, είπε μεταξύ άλλων: «Μια λύση θα μπορούσε να είναι να παραχωρήσει η Ουκρανία εδάφη και να λάβει ως αντάλλαγμα την ιδιότητα του μέλους του ΝΑΤΟ. Δεν λέω ότι αυτό πρέπει να συμβεί. Αλλά μπορεί να είναι μια πιθανή λύση».
Ερωτηθείς από την νορβηγική εφημερίδα VG, που έφερε το θέμα στη δημοσιότητα, αν αυτή είναι άποψη του ΝΑΤΟ, ο Γιένσεν επεσήμανε ότι η συζήτηση για το μεταπολεμικό καθεστώς βρίσκεται ήδη σε εξέλιξη και ότι το ζήτημα της παραχώρησης εδαφών στη Ρωσία έχει ήδη τεθεί από άλλους. Ο αξιωματούχος διαπίστωσε επί της ουσίας στρατιωτικό αδιέξοδο. Η μεν Ρωσία δυσκολεύεται να καταλάβει νέα εδάφη, ενώ αναρωτήθηκε τι μπορεί να καταφέρει να ανακτήσει στο πεδίο της μάχης η Ουκρανία.
Μια μέρα αργότερα, ο Γιένσεν δήλωσε στην ίδια εφημερίδα: «Η δήλωσή μου υπήρξε μέρος μιας ευρύτερης συζήτησης για πιθανά μελλοντικά σενάρια στην Ουκρανία και δεν έπρεπε να την διατυπώσω έτσι. Ήταν λάθος». Όπως ήταν φυσικό, όμως, οι αναφορές του εξόργισαν τους Ουκρανούς, με τον Μιχάιλο Ποντόλιακ, σύμβουλο του Ζελένσκι να αναρτά στο Twitter βιτριολιικό μήνυμα.
Είπε ότι πρόκειται για γελοία πρόταση, χαρακτηρίζοντάς την «σκόπιμη επιλογή ήττας της δημοκρατίας, ενθάρρυνση ενός παγκόσμιου εγκληματία, διατήρηση του ρωσικού καθεστώτος, καταστροφή του διεθνούς δικαίου και παράδοση του πολέμου σε επόμενες γενιές». Αυτό θα είναι μια νέα μορφή διαίρεσης της Ευρώπης, έστω με την Ουκρανία υπό την ομπρέλα του ΝΑΤΟ. Αναρωτήθηκε δε ρητορικά, για ποιον λόγο να προτείνεται το πάγωμα της σύγκρουσης «που τόσο επιθυμεί η Ρωσία», αντί να επιταχυνθεί η προμήθεια δυτικών όπλων;
Μια δεύτερη ανάγνωση δείχνει ότι το σχόλιο Ποντόλιακ έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Είναι προφανής μια ιδεολογικού περιεχομένου ρητορική, η οποία μέχρι στιγμής εξυπηρετούσε και προβαλλόταν στο πλαίσιο του δυτικού αφηγήματος: Ο πόλεμος στην Ουκρανία γίνεται για την προστασία της δημοκρατίας, με στόχο την αλλαγή καθεστώτος στη Ρωσία. Επίσης, ότι δεν είναι επιθυμητή η ψυχροπολεμικού τύπου διαίρεση της Ευρώπης, η δε αδυναμία επικράτησης του Κιέβου οφείλεται στη δυτική αργοπορία στην παράδοση οπλικών συστημάτων.
Αντίδραση όμως υπήρξε και από τον «συνήθη ύποπτο» Ντμίτρι Μεντβέντεφ. Ο αναπληρωτής επικεφαλής του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας δήλωσε ότι αν η Ουκρανία συμφωνήσει να παραχωρήσει εδάφη στη Ρωσία για να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ, τότε θα πρέπει να εγκαταλείψει ακόμη και το Κίεβο! Ο Μεντβέντεφ που συνηθίζει να κάνει εμπρηστικές δηλώσεις, δίνει την εντύπωση ότι η στάση του εντάσσεται στο παίγνιο “καλός και κακός”. Με αυτό τον τρόπο επιχειρεί να περάσει το μήνυμα ότι υπάρχουν πιο ακραίες αντιλήψεις στη Ρωσία από αυτή του Πούτιν! Είναι παράλληλα και μια στάση που εντάσσεται στην “ενδοπολεμική αποτροπή” (intra-war deterrence) της Μόσχας, με στόχο την αποτροπή ενεργότερης εμπλοκής του ΝΑΤΟ στον πόλεμο.
Αυτές οι δυο αναφορές από την πλευρά των εμπολέμων προσφέρουν ένα πλαίσιο για το που βρίσκεται η σύγκρουση σήμερα και για το που βαδίζει… Είναι κατανοητή η ιδεολογική προσέγγιση εκ μέρους του Κιέβου. Η επικοινωνία, όμως, δεν μπορεί να σκεπάζει την πραγματικότητα στο διηνεκές. Αυτή είναι μια αλήθεια που ισχύει περισσότερο στον πόλεμο, καθώς κάποιοι κανόνες δεν έχουν αλλάξει επί αιώνες.
Προφανώς, δεν θα προσαρμοστεί η πραγματικότητα στις επιθυμίες. Άλλο το εφικτό και άλλο το ευκταίο που διαφέρει ασφαλώς για κάθε πλευρά. Είναι όμως πάντα θέμα χρόνου, έως ότου όλοι αντιμετωπίσουν τη σκληρή πραγματικότητα. Αυτός είναι και ο λόγος που ο υπογράφων επέμενε εξ αρχής ότι οι ένθεν κακείθεν cheerleaders έχουν πεπερασμένη χρησιμότητα στον ρόλο του χρήσιμου ηλίθιου κάθε πλευράς.
Η απουσία επίσημης απάντησης από το ΝΑΤΟ και η απολογία του Γιένσεν απλώς αποδεικνύουν την εξαρχής υποψία: Ο αξιωματούχος έπαιζε τον ρόλο του “λαγού”. Είπε το μη πολιτικώς ορθό, με στόχο να μετρήσει αντιδράσεις, παρότι αυτές ήταν λίγο πολύ προβλέψιμες. Άρα ο στόχος ήταν πολύ πιο κυνικός: Ήθελε να ρίξει στο τραπέζι με ημιεπίσημο τρόπο το ζήτημα της συμβιβαστικής απεμπλοκής από τη σύγκρουση.
Αντιδρώντας, ο Στόλτενμπεργκ χρησιμοποίησε πολύ προσεκτική φρασεολογία: «Είναι οι Ουκρανοί και μόνο οι Ουκρανοί, που μπορούν να αποφασίσουν πότε υφίστανται οι συνθήκες για διαπραγματεύσεις και ποιος μπορεί να αποφασίσει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων ποια είναι μια αποδεκτή λύση… Το μήνυμά του (του Γένσεν), το οποίο είναι και το κύριο μήνυμά μου, το οποίο είναι και το κύριο μήνυμα του ΝΑΤΟ, είναι, καταρχάς, πως η πολιτική του ΝΑΤΟ δεν έχει αλλάξει, υποστηρίζουμε την Ουκρανία». Ουσιαστικά είπε ότι οι Ουκρανοί θα αποφασίσουν πότε δεν αντέχουν άλλο!
Με τα ρωσικά πλήγματα στο Λβιβ και στην Οδησσό δεν προκαλούν μόνο άμεσα ζημιά στο ουκρανικό εμπόριο. Σε δεύτερο επίπεδο, οι Ρώσοι απειλούν με προέλαση και μετατροπή της Ουκρανίας σε αποκλεισμένο από τη θάλασσα κράτος, αν βεβαίως καταρρεύσει η εν εξελίξει ουκρανική αντεπίθεση. Επίσης, διαμηνύουν εμπράκτως ότι μπορούν να πλήττουν τις υποδομές σε ολόκληρη την Ουκρανία. Ακόμα κι αν δεν αρέσει στο Κίεβο η “κόπωση της Δύσης” από τον πόλεμο είναι επαρκώς καταγεγραμμένη και σε συστημικά ΜΜΕ, τα οποία στο πρόσφατο παρελθόν είχαν ξεκάθαρο ρόλο στην επικοινωνιακή στήριξη της πολεμικής περιπέτειας.
Χωρίς τη μαζική υποστήριξη της Δύσης η Ουκρανία θα είχε προ πολλού καταρρεύσει. Αίμα νατοϊκό όμως, δεν πρόκειται να χυθεί, διότι αυτό θα έφερνε πολύ πιο κοντά την πυρηνική εμπλοκή. Δεν αποκλείεται κάποια στιγμή οι Ουκρανοί να κατηγορήσουν το ΝΑΤΟ ότι τους παρέσυρε σ’ αυτόν τον πόλεμο… Σε όλα υπάρχει ένα όριο, άρα και στην υποστήριξη που μπορεί η Δύση να παράσχει στην Ουκρανία.
Με πεπερασμένες δυνατότητες βιομηχανικής παραγωγής σε πυρομαχικά και οπλικά συστήματα κάθε είδους, σε κάθε όμως περίπτωση με ρυθμό πολύ χαμηλότερο από αυτόν που καταναλώνονται και καταστρέφονται στα μέτωπα του πολέμου, προφανώς δεν είναι αποδεκτό κόστος και σώφρονα επιλογή οι άδειες αποθήκες και τα οπλοστάσια των χωρών-μελών του ΝΑΤΟ.
Υπάρχουν όμως και ιδιοτελείς πολιτικοί λόγοι. Με τις ΗΠΑ να βρίσκονται 15 μήνες από τις προεδρικές εκλογές και τη συνεχή ενίσχυση του Τραμπ στο στρατόπεδο των Ρεπουμπλικάνων, οι υπολογισμοί ήταν προβλέψιμο ότι θα αλλάξουν. Πέραν της διαφορετικής στρατηγικής των συμβούλων του Τραμπ, που δεν διακρίνονται για “ιδεολογική προσέγγιση” των σχέσεων ΗΠΑ-Ρωσίας, αναμένονται σκληρές επιθέσεις στον πρόεδρο Μπάιντεν για διαφθορά και μάλιστα με επίκεντρο την Ουκρανία.
Ακόμα κι αν θα συνιστά μισή αλήθεια, το μήνυμα-ερώτημα στο εκλογικό σώμα θα είναι ξεκάθαρο: Μήπως ο πόλεμος είχε άλλα κίνητρα από αυτά που διακηρύσσονται επισήμως; Πόσο σώφρον είναι οι ΗΠΑ να οδεύουν σε εκλογές, με αντιπάλους δυο υπέργηρους ηγέτες; Ο ένας υπόδικος να αντιμετωπίζει… τον μισό αμερικανικό ποινικό κώδικα και ο άλλος με σαφώς μειωμένη αίσθηση της πραγματικότητας, λόγω ηλικίας και με οικογενειακή επιχειρηματική εμπλοκή στην Ουκρανία.
Κι αν κανείς εστιάσει στη μεγάλη εικόνα των γεωστρατηγικών ανταγωνισμών, αφήνοντας κατά μέρος τις επικοινωνιακές ανοησίες, θα μπορούσε η Ουάσινγκτον να συμφωνήσει ελαφρά τη καρδία ότι στόχος είναι η κατάρρευση του καθεστώτος Πούτιν; Όταν παρόμοια λάθη έχουν γίνει και έχουν δημιουργήσει απείρως περισσότερα προβλήματα από αυτά που επέλυσαν στις περιπτώσεις π.χ. του Ιράκ και του Αφγανιστάν, ποιος νουνεχής θα το αποτολμούσε στην περίπτωση της Ρωσίας;
Καλές οι διακηρύξεις περί ανθρωπίνων δικαιωμάτων και δημοκρατίας, αλλά οι σχεδιαστές της παγκόσμιας στρατηγικής των ΗΠΑ έχουν άλλα ερωτήματα να απαντήσουν, ακόμα κι αν επιλέξουν να αδιαφορήσουν για τις αντισυσπειρώσεις που έχουν προκληθεί συνεπεία του πολέμου στην Ουκρανία. Υπενθυμίζουμε την καταστροφή πάλαι ποτέ στενών διμερών σχέσεων των ΗΠΑ με σημαντικές χώρες.
Η Ρωσία δεν μπορεί επί της ουσίας να κυβερνηθεί και να μείνει ακέραια με αυτό που εμείς στη Δύση ονομάζουμε “δημοκρατικό μοντέλο διακυβέρνησης”. Αυτή είναι μια πραγματικότητα που γίνεται έτσι αντιληπτή και από σημαντικό μέρος της ίδιας της ρωσικής κοινωνίας, έχοντας αποτυπωθεί σε δημοσκοπήσεις που διερευνούν το θέμα της δημοκρατίας, παρόλο που θεωρητικά οι Ρώσοι συμφωνούν με όσα ακούγονται όμορφα στα αυτιά.
Όταν στην Ουάσινγκτον όλοι συμφωνούν ότι ο πραγματικός ανταγωνιστής των ΗΠΑ είναι η Κίνα, θα μπορούσε Αμερικανός ηγέτης να αφήσει περιθώριο εποικισμού της αραιοκατοικημένης Σιβηρίας από τον δυναμικό κινεζικό πληθυσμό; Αυτό θα μπορούσε να συμβεί σε περίπτωση διάλυσης της Ρωσικής Ομοσπονδίας. Μήπως υπάρχει ένα τουλάχιστον πεδίο κοινού συμφέροντος Ουάσινγκτον-Μόσχας, ακόμα κι αν επιλέξουν οι Αμερικανοί να αδιαφορήσουν για το επιχείρημα της ανάγκης συνεργασίας των δυο χωρών απέναντι στην Κίνα;
Δημοσίευση σχολίου