του Δημήτρη Κόντη
Η επανεκκίνηση του ελληνοτουρκικού διαλόγου είναι εύλογο να έχει δημιουργήσει ανησυχίες για το μέγεθος των υποχωρήσεων, για τις οποίες η ελληνική κυβέρνηση θα δεχτεί πιέσεις, ώστε να διατηρηθεί η ηρεμία στο Αιγαίο. Η ιστορία των διερευνητικών επαφών Ελλάδας-Τουρκίας για την διευθέτηση του ζητήματος του Αιγαιακού Αρχιπελάγους έχει τις ρίζες της στην ταραγμένη περίοδο της παραμονής του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Η επανεκκίνηση του ελληνοτουρκικού διαλόγου είναι εύλογο να έχει δημιουργήσει ανησυχίες για το μέγεθος των υποχωρήσεων, για τις οποίες η ελληνική κυβέρνηση θα δεχτεί πιέσεις, ώστε να διατηρηθεί η ηρεμία στο Αιγαίο. Η ιστορία των διερευνητικών επαφών Ελλάδας-Τουρκίας για την διευθέτηση του ζητήματος του Αιγαιακού Αρχιπελάγους έχει τις ρίζες της στην ταραγμένη περίοδο της παραμονής του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Το καλοκαίρι του 1914, ο Ελευθέριος Βενιζέλος είχε στα χέρια του μια διαιτητική απόφαση των Μεγάλων Δυνάμεων, όπως την αποκάλεσε αργότερα, που απέδιδε σχεδόν όλα τα νησιά του Βορείου και Ανατολικού Αιγαίου στην Ελλάδα. Η απόφαση αυτή επετεύχθη με μεγάλο κόστος για τον ελληνισμό, καθώς ο ελληνικός στρατός αναγκάστηκε να αποχωρήσει από την Β. Ήπειρο που πλέον αποτελούσε κομμάτι του νεοσύστατου αλβανικού κράτους.
Παρόλο που ο Βενιζέλος θεωρούσε το ζήτημα των νησιών «ως οριστικώς τερματισμένον από απόψεως Διεθνούς Δικαίου, όχι μόνον δια των Συνθηκών του Λονδίνου και των Αθηνών, αλλά δια της αποφάσεως της διαιτητικής, ας είπωμεν ούτω των μεγάλων Δυνάμεων, της στηριχθείσης επί των συνθηκών εκείνων…», η Οθωμανική Αυτοκρατορία δεν σταμάτησε να εγείρει αξιώσεις για τα ελληνικά νησιά και συνέχιζε να απειλεί με πόλεμο, κάνοντας πράξη την εκδίωξη του ελληνικού στοιχείου από την Μικρά Ασία και την Ανατολική Θράκη. Ο Βενιζέλος ήταν διατεθειμένος να οδηγήσει την Ελλάδα σε έναν εκ νέου πόλεμο με την Τουρκία, ώστε να προστατέψει τις ζωές και τις περιουσίες των Μικρασιατών που διώκονταν από άτακτα σώματα διωχθέντων μουσουλμάνων, που μόλις είχαν καταφθάσει από την ευρύτερη περιοχή της γεωγραφικής Μακεδονίας.
Η Μεγάλη Βρετανία επιθυμούσε ήρεμα νερά στο Αιγαίο και προσπαθούσε να διατηρήσει ίσες αποστάσεις μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας. Το ναυτικό και των δύο χωρών ελεγχόταν απόλυτα από τους Βρετανούς, καθώς ο ναύαρχος Μαρκ Καρ είχε τεθεί επικεφαλής του ελληνικού ναυτικού, ενώ ο ναύαρχος Άρθουρ Λίμπους του τουρκικού, στο πλαίσιο βρετανικής ναυτικής αποστολής για τον εκμοντερνισμό των δύο στόλων. Οι Βρετανοί επίσης δεν είχαν κανέναν ενδοιασμό να ναυπηγήσουν δύο υπερσύγχρονα θωρηκτά για την Τουρκία, γνωρίζοντας πως θα χρησιμοποιηθούν εναντίον της Ελλάδας, τα οποία οσονούπω θα παραδίδονταν και θα άλλαζαν εντελώς τις ισορροπίες στο Αιγαίο.
Το Foreign Office, μόλις ενημερώθηκε για τα σχέδια του Βενιζέλου, τον αποθάρρυνε από το να προβεί σε οποιαδήποτε πολεμική ενέργεια εναντίον της Τουρκίας. Η προτεινόμενη λύση ήταν να καθίσουν Έλληνες και Τούρκοι σε ένα τραπέζι και να τα βρούν, ή με άλλα λόγια να προβεί η Ελλάδα σε παραχωρήσεις στο Αιγαίο. Μπορεί το 1914 η Ελλάδα να είχε το Διεθνές Δίκαιο με το μέρος της, καμιά Μεγάλη Δύναμη δεν ήταν όμως διατεθειμένη να στηρίξει την εύλογη ελληνική απαίτηση: Τα νησιά του Αιγαίου με αμιγή ελληνικό πληθυσμό να περιέλθουν στην ελληνική κυριαρχία. Η έναρξη των διαπραγματεύσεων με την Τουρκία σήμανε και την παύση των διωγμών και επέφερε την πολυπόθητη ηρεμία για τις Μεγάλες Δυνάμεις. Η αναλογικότητα με τις σημερινές καταστάσεις είναι εντυπωσιακή, καθώς σήμερα οι Τούρκοι έχουν σταματήσει τις υπερπτήσεις στο Αιγαίο.
Η αρχική εντύπωση που είχε αποκομίσει ο Βενιζέλος ήταν πως θα δώσει κάποιες τυπικές και ελάχιστες παραχωρήσεις στους Τούρκους, που θα ικανοποιούσαν την εθνική τους περηφάνεια και αξιοπρέπεια, ώστε να μπορέσουν τελικά να αποδεχτούν την ελληνική κυριαρχία στα νησιά του ΒΑ Αιγαίου. Η πορεία των διαπραγματεύσεων όμως αποκάλυψε τις πραγματικές προθέσεις των Τούρκων. Το ξέσπασμα του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου και η συμμαχία της Τουρκίας με την Γερμανία, ενθάρρυνε την Υψηλή Πύλη στο να ζητήσει κατ’ ουσίαν την επιστροφή της Μυτιλήνης, της Χίου, της Σάμου και της Λήμνου στην Οθωμανική κυριαρχία.
Ο Βενιζέλος τον Αύγουστο του 1914 βρέθηκε αρχικά εγκλωβισμένος σε μια διαπραγμάτευση που θα μπορούσε να ολοκληρωθεί με καταστροφικές συνέπειες για τις εθνικές μας διεκδικήσεις. Αντιπρότεινε την επιστροφή μόνο της Μυτιλήνης και της Χίου (και την προσωρινή τους μίσθωση από την Ελλάδα στα πρότυπα του Χονγκ Κόνγκ) και προσπάθησε να εξασφαλίσει την βρετανική στήριξη. Μόνο όταν οι Βρετανοί του εγγυήθηκαν πως ο βρετανικός στόλος θα παρέμβαινε στο Αιγαίο υπέρ της Ελλάδας, ο Βενιζέλος αποχώρησε από το τραπέζι των διαπραγματεύσεων, αφήνοντας τους Τούρκους στα κρύα του λουτρού, οι οποίοι πίστευαν πως η Ελλάδα θα συμβιβαζόταν τελικά με την παραχώρηση και της Σάμου.
Η μεταστροφή της βρετανικής πολιτικής υπέρ της Ελλάδας, της οποίας θερμός υποστηρικτής ήταν ο Ουίνστων Τσώρτσιλ, ολοκληρώθηκε όταν οι Βρετανοί κατάλαβαν πως η Τουρκία είχε περάσει ολοκληρωτικά στην γερμανική σφαίρα επιρροής και δεν υπήρχε πιθανότητα επιστροφής. Σήμερα, οι ΗΠΑ μπορεί να δηλώνουν μέσω του πρεσβευτή τους Τζορτζ Τσούνης ότι η Ελλάδα είναι ένας αναντικατάστατος σύμμαχος για αυτούς, όμως γνωρίζουμε πως από την εποχή του Χάρι Τρούμαν και έκτοτε το ίδιο ισχύει και για τους Τούρκους.
Η ΟΥΚΡΑΝΙΚΗ ΚΡΙΣΗ ΚΑΙ Ο ΡΩΣΙΚΟΣ ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΣΜΟΣ ΕΧΕΙ ΑΝΑΒΙΩΣΕΙ ΜΙΑ ΝΕΑ ΜΟΡΦΗ ΤΟΥ ΔΟΓΜΑΤΟΣ ΤΡΟΥΜΑΝ, ΚΑΘΩΣ ΟΙ ΗΠΑ ΘΑ ΕΠΙΔΙΩΞΟΥΝ ΜΕ ΚΑΘΕ ΤΡΟΠΟ ΤΗΝ ΑΝΑΣΧΕΣΗ ΤΗΣ ΡΩΣΙΚΗΣ ΕΠΙΡΡΟΗΣ ΣΤΗΝ ΤΟΥΡΚΙΑ.
Το 1947 πρόθεση των ΗΠΑ ήταν να μην περάσουν η Ελλάδα και η Τουρκία κάτω από τον έλεγχο της ΕΣΣΔ. Σήμερα η Ελλάδα αποτελεί δεδομένη σύμμαχο των Ηνωμένων Πολιτειών, ενώ οι Τούρκοι είναι αυτοί που διατηρούν στενές οικονομικές σχέσεις με τη Ρωσία του Πούτιν, παρέχοντας επίσης διευκολύνσεις, ώστε να παρακαμφθούν οι περιορισμοί από το εμπάργκο των δυτικών. Παράλληλα το ζήτημα των S-400 παραμένει ανοικτό, όπως και η τελική έγκριση του τουρκικού κοινοβουλίου για την ένταξη της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ.
ΓΝΩΡΙΖΟΝΤΑΣ ΤΗΣ ΠΑΡΑΣΚΗΝΙΑΚΕΣ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΕΙΣ ΚΑΙ ΤΟΝ ΡΟΛΟ ΠΟΥ ΕΠΑΙΞΑΝ ΟΙ ΗΠΑ ΣΤΙΣ ΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΣΕΙΣ ΕΛΛΑΔΑΣ-ΤΟΥΡΚΙΑΣ ΤΗΝ ΠΕΡΙΟΔΟ 1974-1980, ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ ΠΑΡΑ ΝΑ ΕΙΜΑΣΤΕ ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΑ ΕΠΙΦΥΛΑΚΤΙΚΟΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΟΡΕΙΑ ΤΩΝ ΣΗΜΕΡΙΝΩΝ ΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΣΕΩΝ.
Οι ΗΠΑ ακολουθούν την πολιτική των ίσων αποστάσεων, που ακολουθούσαν και οι Βρετανοί το καλοκαίρι του 1914.
Σήμερα όμως οι Τούρκοι γνωρίζουν πως θα ήταν ολέθριο σφάλμα να εγκαταλείψουν το δυτικό στρατόπεδο και να προσχωρήσουν εξ ολοκλήρου στην αγκαλιά της Ρωσίας.
Άλλωστε η λάθος επιλογή τους στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο οδήγησε και στην διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Κλείνοντας θα θέλαμε να παραθέσουμε ένα απόσπασμα από τις μυστικές συνομιλίες που έλαβαν χώρα το καλοκαίρι του 1976 στο ξενοδοχείο Waldorf Astoria της Νέας Υόρκης, μεταξύ των υπουργών Εξωτερικών Ελλάδας και ΗΠΑ, Δημήτρη Μπίτσιου και Χένρι Κίσινγκερ. Ο Κίσινγκερ συνομιλούσε ανεπίσημα και εκ περιτροπής με την ελληνική και την τουρκική αντιπροσωπία, στην προσπάθειά του να διαπιστώσει ποιες ήταν οι κόκκινες γραμμές των δύο χωρών. Φημολογείται πως την ίδια διαπραγματευτική τακτική θα ακολουθήσουν οι ΗΠΑ και στις σημερινές διαπραγματεύσεις.
Κίσινγκερ: Κανείς δεν αμφισβητεί τα δικαιώματά σας πέρα από τη μέση γραμμή που χαράσσεται με την ηπειρωτική χώρα [και τις Μικρασιατικές ακτές] ως σημεία βάσης. Υπάρχει το περαιτέρω πρόβλημα δραστηριότητας μεταξύ αυτής της γραμμής και του δυτικού άκρου των νησιών… Το ζητούμενο είναι να βρεθεί μια φόρμουλα που να ορίζει με σαφήνεια την αμφισβητούμενη ζώνη και που θα επισημαίνει ότι η Ελλάδα έχει διεξαγάγει έρευνα σε αυτές τις περιοχές και ότι τώρα το έχει κάνει και η Τουρκία. Αυτό δεν καθιστά αυτήν την περιοχή λιγότερο αμφισβητήσιμη, αλλά θα μπορούσε να συμφωνηθεί ότι προς το παρόν, σε αυτές τις περιοχές, κανείς δεν θα διεξάγει περαιτέρω έρευνα.
Μπίτσιος: Μην εισαγάγετε αυτή την ιδέα στο Συμβούλιο [Ασφαλείας του ΟΗΕ]. Δεν μπορώ να δεχτώ ότι ο ισχυρισμός τους είναι ίσος με τον δικό μας. Ο ισχυρισμός μας βασίζεται στο διεθνές δίκαιο, στη Σύμβαση του 1958 [για το Δίκαιο της Θάλασσας UNCLOS I]. Ο ισχυρισμός τους δεν βασίζεται σε τίποτα.
Κίσινγκερ: Οι δικηγόροι μας στο State Department ισχυρίζονται ότι υπάρχει νομική βάση για τη χρήση της μέσης γραμμής μεταξύ των ηπειρωτικών εδαφών. [Σχόλιο: Να αγνοήσουμε δηλαδή την ύπαρξη των περί των 3000 νησιών, νησίδων και βραχονησίδων του Αιγαίου και να αποδεχτούμε τον ευσεβή πόθο της «Γαλάζιας Πατρίδας»]
Χάρτης Ελληνικής Υδρογραφικής Υπηρεσίας με χειρόγραφη σημείωση: «Τουρκική «γραμμή» 11 Ιαν. 79», και τη διευκρίνιση ότι η διακεκομμένη γραμμή είναι «Μέση Γραμμή μεταξύ ηπειρωτικών ακτών ≈ 41000 τ.χ.», ενώ η συνεχόμενη είναι η «επιδειχθείσα υπό Τούρκων «γραμμή» ≈ 47500 (≈51%)».
Μπίτσιος: Σε ποια βάση;
Κίσινγκερ: Δεν έχω εξετάσει το θέμα λεπτομερώς. Το σημαντικό είναι ότι αυτό δεν θα διευθετηθεί βάσει των νομικών απόψεων των ΗΠΑ ή, μάλιστα, με καθαρά νομικούς όρους οποιουδήποτε είδους… Συνειδητοποιώ ότι δεν υπάρχουν λόγοι για τις ΗΠΑ να προσπαθήσουν να ορίσουν την αμφισβητούμενη περιοχή.
Μπίτσιος: Όχι με την νομική έννοια, αλλά συμφωνώ ότι υπάρχουν τέτοιες περιοχές με την πολιτική έννοια.
Δημοσίευση σχολίου