Λυγερός Σταύρος
Η ποινική δίωξη του Τραμπ ήλθε να ολοκληρώσει μία προκαταρκτική διαδικασία ενοχοποίησής του (έφοδος στη βίλα του στη Φλόριντα το περασμένο καλοκαίρι για τα αρχεία), η οποία είχε εξόφθαλμα στοιχεία πολιτικής εργαλειοποίησης. Μόνο που όλα δείχνουν πως το αποτέλεσμα θα είναι το αντίθετο από το επιδιωκόμενο. Είναι ενδεικτικό ότι η δίωξη συσπείρωσε γύρω από τον πρώην Πρόεδρο ακόμα περισσότερους Ρεπουμπλικάνους, ακόμα και εσωκομματικούς αντιπάλους του.
Προφανώς, εάν ο Τραμπ ήταν πολιτικά παρελθόν κανείς εισαγγελέας δεν θα είχε ασχοληθεί μαζί του. Δημοσκόπηση του Ipsos είναι αποκαλυπτική και του διχασμού. Ενώ το 84% των Δημοκρατικών συμφωνεί με την άσκηση δίωξης, μόνο το 16% των Ρεπουμπλικανών έχει την ίδια γνώμη. Ενώ πριν τη δίωξη προηγείτο με 48% στην κούρσα για το χρίσμα του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος, τώρα προηγείται με 58%. Το 40%, μάλιστα, δήλωσε ότι μετά τη δίωξη είναι περισσότερο πιθανό να τον ψηφίσει, ενώ μόνο το 12% δήλωσε ότι είναι λιγότερο πιθανό.
Στην πραγματικότητα, ο Τραμπ είναι η κορυφή του παγόβουνου, το παγόβουνο είναι ο τραμπισμός. Ο τραμπισμός αποτυπώνει τον βαθύ διχασμό της αμερικανικής κοινωνίας, ο οποίος έχει προσλάβει διαστάσεις υφέρποντος εμφυλίου πολέμου. Οι ΗΠΑ δεν έφθασαν σ’ αυτό το σημείο χωρίς αιτία. Ήταν οι οικονομικές-κοινωνικές διαφοροποιήσεις της τελευταίας 20ετίας που κατέστησαν εφικτή την εκλογή Τραμπ. Όπως κατέστησαν δυνατό ο Σάντερς, ένας σοσιαλιστής από το μικρό και ασήμαντο Βερμόντ, να διεκδικούσε το 2016 επί ίσοις όροις το χρίσμα των Δημοκρατικών από την Χίλαρι Κλίντον.
Δεν πρόκειται για αμερικανική ιδιοτροπία. Το Brexit μπορεί να πάτησε στον παραδοσιακό βρετανικό ευρωσκεπτικισμό, αλλά πήγασε από την ίδια μήτρα της αντισυστημικής ψήφου που αλλάζει τον πολιτικό χάρτη σ’ όλη τη Δύση. Τα παραδείγματα είναι αρκετά. Σημασία έχει το γεγονός ότι η παραδοσιακή πολιτική ηγεμονία του διδύμου της φιλελεύθερης κεντροδεξιάς και κεντροαριστεράς αμφισβητείται εντόνως από τους πολίτες.
Τα μικρομεσαία στρώματα, που στρέφουν μαζικά την πλάτη στις παραδοσιακά κυρίαρχες πολιτικές παρατάξεις, δεν έχουν, βεβαίως, προσβληθεί από κάποιον ιδεολογικό ιό που τα ωθεί στα άκρα. Η κύρια αιτία που αμφισβητούν την κατεστημένη τάξη πραγμάτων είναι ότι αυτή περισσότερο ή λιγότερο ανατρέπει τις σταθερές του βίου τους σ’ όλα τα μήκη και τα πλάτη του Δυτικού Κόσμου.
Πρόκειται για τεκτονικές αλλαγές που συνεχίζει να προκαλεί στις δυτικές κοινωνίες η κρίση του 2008 και η οποία επιδεινώθηκε από την πανδημία και στη συνέχεια από τον πόλεμο στην Ουκρανία. Η οικονομική κρίση, όμως, δεν έπεσε από τον ουρανό. Είναι αυθεντικό προϊόν της απληστίας της ολιγαρχίας του χρήματος. Η ανισοκατανομή του πλούτου έχει προσλάβει τρομακτικές διαστάσεις. Σύμφωνα με την New York Times, στη δεκαετία του 1990 το 1% των Αμερικανών προσποριζόταν το 45% της αύξησης του ΑΕΠ. Στη οκταετία του Μπους (2000-08) το 45% έγινε 65% και στην οκταετία του Ομπάμα εκτοξεύθηκε στο 93%!
Ροκάνισαν το κλαδί που κάθονται
Η κεντροδεξιά και η κεντροαριστερά εδραίωσαν τη μακρόχρονη πολιτική ηγεμονία τους στο άρρητο κοινωνικό συμβόλαιο, με βάση το οποίο εξασφάλιζαν στα μικρομεσαία στρώματα ευημερία και Κοινωνικό Κράτος, ή ένα συνδυασμό των δύο. Από ένα χρονικό σημείο και πέρα, όμως, συνέκλιναν και λειτούργησαν σαν όχημα της παγκοσμιοποίησης και εφαρμοστές της ατζέντας του (νεο)φιλελευθερισμού.
Με τον τρόπο αυτό, όμως, ροκάνισαν το κλαδί που κάθονται. Για μία περίοδο η ευημερία συντηρήθηκε με δημόσιο δανεισμό, αλλά στη συνέχεια ήλθε αναπόφευκτα η λιτότητα. Με όργανο τις πολιτικές ελίτ η ολιγαρχία του χρήματος με κυνισμό αποδομεί τα αμορτισέρ που μεταπολεμικά όχι μόνο διατήρησαν την κοινωνική ειρήνη, αλλά και τροφοδότησαν την οικονομική ανάπτυξη.
Αν και η κοινωνική πολιτική του Ομπάμα μετρίασε την κρίση στις ΗΠΑ, μεγάλο τμήμα του πληθυσμού δυσκολευόταν και εκεί να επιβιώσει αξιοπρεπώς. Δεν πρόκειται μόνο για τις μειονότητες και τους παραδοσιακά περιθωριοποιημένους. Η παγκοσμιοποίηση πετάει έξω από το “τρένο” μικρομεσαίους άλλοτε νοικοκυραίους και ειδικά την παραδοσιακή λευκή εργατική τάξη της “βαθιάς Αμερικής” που έχει πληγεί καίρια από την αποβιομηχάνιση.
Η κεντροδεξιά και η κεντροαριστερά εδραίωσαν τη μακρόχρονη πολιτική ηγεμονία τους στο άρρητο κοινωνικό συμβόλαιο, με βάση το οποίο εξασφάλιζαν στα μικρομεσαία στρώματα ευημερία και Κοινωνικό Κράτος, ή ένα συνδυασμό των δύο. Από ένα χρονικό σημείο και πέρα, όμως, συνέκλιναν και λειτούργησαν σαν όχημα της παγκοσμιοποίησης και εφαρμοστές της ατζέντας του (νεο)φιλελευθερισμού.
Με τον τρόπο αυτό, όμως, ροκάνισαν το κλαδί που κάθονται. Για μία περίοδο η ευημερία συντηρήθηκε με δημόσιο δανεισμό, αλλά στη συνέχεια ήλθε αναπόφευκτα η λιτότητα. Με όργανο τις πολιτικές ελίτ η ολιγαρχία του χρήματος με κυνισμό αποδομεί τα αμορτισέρ που μεταπολεμικά όχι μόνο διατήρησαν την κοινωνική ειρήνη, αλλά και τροφοδότησαν την οικονομική ανάπτυξη.
Αν και η κοινωνική πολιτική του Ομπάμα μετρίασε την κρίση στις ΗΠΑ, μεγάλο τμήμα του πληθυσμού δυσκολευόταν και εκεί να επιβιώσει αξιοπρεπώς. Δεν πρόκειται μόνο για τις μειονότητες και τους παραδοσιακά περιθωριοποιημένους. Η παγκοσμιοποίηση πετάει έξω από το “τρένο” μικρομεσαίους άλλοτε νοικοκυραίους και ειδικά την παραδοσιακή λευκή εργατική τάξη της “βαθιάς Αμερικής” που έχει πληγεί καίρια από την αποβιομηχάνιση.
Η δίωξη του Τραμπ και ο “βάλτος”
Η εκλογή Τραμπ, λοιπόν, ήταν το προϊόν αυτής ακριβώς της κοινωνικής δυναμικής. Μία ματιά στον αμερικανικό εκλογικό χάρτη του 2016 δείχνει ότι η Χίλαρι ψηφίσθηκε κατά κανόνα από την ανώτερη τάξη και τα μεσαία στρώματα που έχουν ενσωματωθεί στο πλαίσιο του οικονομικού φιλελευθερισμού και της παγκοσμιοποίησης. Επίσης, από τις μειονότητες (μαύροι, ισπανόφωνοι, μουσουλμάνοι κ.α.) που φοβήθηκαν από την αντιμεταναστευτική ρητορική του υποψηφίου τότε Τραμπ.
Όταν ο Τραμπ υποσχόταν πως με την επιβολή δασμών θα φέρει πίσω μεγάλες εταιρείες και θέσεις εργασίας άγγιζε ευαίσθητες χορδές εκατομμυρίων Αμερικανών που άμεσα ή έμμεσα έχουν πληγεί από την αποβιομηχάνιση. Προς την ίδια κατεύθυνση λειτούργησε και η ρητορική του για λήψη δραστικών μέτρων εναντίον του μεταναστευτικού ρεύματος. Η είσοδος μεταναστών παροξύνει το ένστικτο αυτοσυντήρησης κοινωνιών που νοιώθουν ότι απειλούνται με φτωχοποίηση. Γι’ αυτά τα τμήματα του πληθυσμού, ο ανταγωνισμός από τη φθηνή εργασία των μεταναστών βιώνεται σαν πρόσθετη απειλή.
Στη συντηρητική λευκή “βαθιά Αμερική” επικρατεί ένα αίσθημα νοσταλγίας για τις παλιές καλές ημέρες και ένα κράμα απόγνωσης και οργής για το σήμερα. Αυτά ακριβώς εξέφρασε ο Τραμπ, υποσχόμενος ότι θα καθαρίσει τον “βάλτο” της Ουάσιγκτον. Είναι από τις ειρωνείες της ιστορίας ότι τον ρόλο αυτό τον έπαιξε ένας δισεκατομμυριούχος, δημιουργώντας ολόκληρο κοινωνικό-πολιτικό κίνημα.
Οι επαγγελίες του Τραμπ απέκτησαν αξιοπιστία στα μάτια των οπαδών του περισσότερο από τον τρόπο που τον αντιμετώπισε το κατεστημένο παρά από αυτή καθ’ αυτή τη ρητορική του. Σύσσωμο σχεδόν το χρηματοπιστωτικό σύστημα, τα μεγάλα Μίντια και τα παρακλάδια του αμερικανικού και διεθνούς κατεστημένου είχαν στηρίξει με πάθος τη Χίλαρι και ταυτοχρόνως είχαν προσπαθήσει με κάθε τρόπο να γελοιοποιήσουν τον Ρεπουμπλικάνο υποψήφιο και στη συνέχεια πρόεδρο. Ακόμα και η ηγεσία του ίδιου του κόμματός του όχι μόνο είχε προσπαθήσει να τον σαμποτάρει στην κούρσα για το χρίσμα, αλλά και όταν το κέρδισε αρκετά μέλη της είχαν ταχθεί υπέρ της Κλίντον! Και τώρα, βεβαίως, το βαθύ κατεστημένο ασκεί δίωξη στον Τραμπ, ελπίζοντας να τον “κάψει”.
Οι ρίζες του τραμπισμού
Προφανώς, ο Τραμπ είναι και λαϊκιστής και πολλαπλά τοξικός. Το απέδειξε και πριν και αφού εγκαταστάθηκε στον Λευκό Οίκο, αλλά και μετά. Ο κύριος λόγος, ωστόσο, που έγινε “κόκκινο πανί” για το φιλελεύθερο κατεστημένο ήταν ότι έθιξε –τουλάχιστον στα λόγια– τα ιερά και τα όσιά του, δηλαδή την παγκοσμιοποίηση. Από την άλλη, είναι τέτοια η περιφρόνηση που επιδεικνύουν οι άρχουσες ελίτ προς το “πόπολο” και έχει γίνει τέτοια κατάχρηση στην πλύση εγκεφάλου, που έχει φέρει το αντίθετο αποτέλεσμα. Όταν τα κατεστημένα Μίντια επιτίθενται με πάθος, ένα μεγάλο μέρος της αμερικανικής κοινωνίας αντανακλαστικά υιοθετεί την αντίθετη θέση, εν προκειμένω ταυτίζεται με τον δισεκατομμυριούχο. Γι’ αυτό και η δίωξη του Τραμπ μάλλον θα μετατραπεί σε μπούμεραγκ.
Ο τραμπισμός έχει μεταλλάξει την παραδοσιακή διαχωριστική γραμμή Δημοκρατικοί-Ρεπουμπλικάνοι. Ανέδειξε ένα διαχωρισμό που αναδύεται από τα σπλάχνα της αμερικανικής κοινωνίας και πηγάζει από την οικονομική-κοινωνική πραγματικότητα. Η ρητορική του Τραμπ στόχευσε τους Αμερικανούς που η παγκοσμιοποίηση πετάει έξω από το “τρένο” και τους οποίους η Κλίντον είχε αποκαλέσει ωμά «θλιβερούς ανθρώπους». Στην πραγματικότητα, ολοκλήρωσε και παγίωσε μία συγκρουσιακή ιδιότυπα αντισυστημική και συχνά ανορθολογική ιδεολογική τάση που είχε ήδη αρχίσει να αναπτύσσεται στους κόλπους των απλών ψηφοφόρων του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος.
Μπορεί ο Τραμπ να έμεινε στον Λευκό Οίκο μόνο τέσσερα χρόνια, αλλά έχει ήδη αφήσει βαθύ ίχνος στην αμερικανική ιστορία. Ο τραμπισμός αποτελεί πλέον απτή πολιτική πραγματικότητα, που εκ των πραγμάτων επηρεάζει τις πολιτικές ισορροπίες στις ΗΠΑ. Η αμερικανική κοινωνία είναι πιο βαθιά παρά ποτέ διχασμένη και με συγκρουσιακή τάση. Το υφιστάμενο ιδεολογικό-πολιτικό ρήγμα δεν πρόκειται να γεφυρωθεί, επειδή ακριβώς τροφοδοτείται από το οικονομικό-κοινωνικό ρήγμα. Κι αυτό δεν θα αλλάξει, βεβαίως, με τη δίωξη του Τραμπ.
Δημοσίευση σχολίου