GuidePedia

0


Κολλάρος Βασίλης

Στις 18 Φεβρουαρίου του 1952, η Ελλάδα και η Τουρκία εισήλθαν ταυτόχρονα στην Βορειοατλαντική Συμμαχία (ΝΑΤΟ). Το γεγονός αυτό δημιούργησε νέα δεδομένα στις σχέσεις των δυο κρατών, ωθώντας τα, αναγκαστικά, σε στενότερη στρατιωτική συνεργασία. Στο σημείο αυτό, να υπενθυμίσουμε, ότι το 1952 πραγματοποιήθηκαν οι περισσότερες ελληνοτουρκικές επισκέψεις, σε ανώτατο πολιτικό επίπεδο (βλέπε τα ταξίδια των πρωθυπουργών Σοφοκλή Βενιζέλου και Αντνάν Μεντερές, καθώς και εκείνα της ελληνικής βασιλικής οικογένειας και του Τούρκου προέδρου Τζελάλ Μπαγιάρ σε Τουρκία και Ελλάδα αντίστοιχα).

Το καλοκαίρι του 1952, ήταν πολύ συχνές οι επισκέψεις στην Ελλάδα ανώτατων αξιωματούχων, οι οποίοι κατείχαν θέσεις-κλειδιά στην ιεραρχία του ΝΑΤΟ, όπως για παράδειγμα η άφιξη στην Αθήνα του Αμερικανού στρατηγού Μάθιου Ρίτζγουέϊ (Matthew Ridgway), αρχηγού των συμμαχικών δυνάμεων του ΝΑΤΟ στην Ευρώπη. Η ένταξη των δυο χωρών στο ΝΑΤΟ, ανάγκασε τους Αμερικανούς να επανασχεδιάσουν τη διάταξη των δυνάμεων του βορειοατλαντικού συμφώνου στο χώρο της Νότιας Ευρώπης.

Εικ. 1. Βραδυνή, 8.7.1952.

Όσον αφορά τις χερσαίες δυνάμεις, Ελλάδα και Τουρκία βρέθηκαν στον ίδιο συμμαχικό τομέα, υπό τη διοίκηση Αμερικανού στρατηγού, ενώ τα υπόλοιπα συμμαχικά κράτη αποτελούσαν έναν δεύτερο τομέα, υπό Ιταλό στρατηγό. Αναφορικά με τις ναυτικές δυνάμεις των δυο χωρών, «αι ελληνικαί και αι τουρκικαί ναυτικαί δυνάμεις θα εξακολουθήσουν να είναι επί του παρόντος υπό τους αρχηγούς των εθνικών των επιτελείων, δρώσαι εν στενή συνεργασία μετά του αρχηγού των συμμαχικών ναυτικών δυνάμεων εις την νότιαν Ευρώπην και των αρχηγών των άλλων συμμαχικών ναυτικών δυνάμεων εις την Μεσόγειον» ( Εφημερίδα Εμπρός, 17.7.1952).

Εικ. 2. Βραδυνή, 13.8.1952.

Ιδιαίτερης σημασίας, ήταν η απόφαση γύρω από το που θα έδρευε η διοίκηση του Νοτιοανατολικού τομέα του ΝΑΤΟ, με τη Σμύρνη και τη Θεσσαλονίκη να είναι οι επικρατέστερες επιλογές (Εμπρός, 21.8.1952). Ήταν λοιπόν πια επιβεβλημένη από τις συνθήκες, η ναυτική συνεργασία των συμμαχικών δυνάμεων της Μεσογείου.

Στο πλαίσιο αυτό, η εφημερίδα Βραδυνή, στο φύλλο της 8ης Ιουλίου 1952, έγραφε ότι «Κατηρτίσθη το πρόγραμμα των μικτών ελληνοτουρκικών ναυτικών γυμνασίων εις την περιοχήν του Β. Αιγαίου». Με βάση το ίδιο δημοσίευμα, οι συνεννοήσεις των δυο πλευρών για την εκτέλεση των κοινών ναυτικών γυμνασίων, είχαν αρχίσει από «μακρού χρόνου».

Καταρτίστηκε, λοιπόν, μικτό επιτελείο από Έλληνες και Τούρκους αξιωματικούς, το οποίο καθόρισε ως ημέρα έναρξης των επιχειρήσεων την 17η Αυγούστου. Τα γυμνάσια θα εκτελούνταν στη περιοχή του βορείου Αιγαίου και θα διαρκούσαν τρεις μέρες. Στις ασκήσεις, από ελληνικής πλευράς, θα έπαιρναν μέρος έξι αντιτορπιλικά και δυο υποβρύχια. Ισάριθμές πολεμικές μονάδες θα διέθετε και το τουρκικό πολεμικό ναυτικό (Βραδυνή, 8.7.1952).

Εικ. 3. Βραδυνή, 16.8.1952.

Στις 13 Αυγούστου, ένα μήνα μετά την πρώτη είδηση περί κοινών ελληνοτουρκικών ναυτικών ασκήσεων, ο Τύπος μας παρέχει την πληροφορία ότι «η ελληνική μοίρα γυμνασίων αποτελουμένη εξ 6 αντιτορπιλικών και 2 υποβρυχίων, αποπλέει αύριον το απόγευμα δια Τήνον, όπου θα ευρίσκεται την 8ην πρωϊνήν της 15ης Αυγούστου ίνα μετάσχη της τελεσθησομένης επιμνημοσύνου δεήσεως επί τη επετείω του τορπιλισμού της “Έλλης”. Τα ελληνικά σκάφη την εσπέραν της ιδίας ημέρας θ’ αποπλεύσουν δια Σμύρνην ίνα μετάσχουν των ελληνοτουρκικών ασκήσεων, αίτινες θα διαρκέσουν μέχρι της 19ης Αυγούστου» (Βραδυνή, 13.8.1952)

Ελληνικά πολεμικά ξανά στη Σμύρνη

Σύμφωνα, λοιπόν, με το πρόγραμμα των κοινών ναυτικών γυμνασίων, και αφού ο ελληνικός στολίσκος επισκέφτηκε την Τήνο, για την εορτή του Δεκαπενταύγουστου, «την 8.45 π.μ. σήμερον τα ελληνικά αντιτορπιλικά εισήλθον εις τον λιμένα της Σμύρνης δια πρώτην φοράν από τριακονταετίας, αφ’ ης και το τελευταίον πολεμικόν πλοίον εγκατέλειψε τον λιμένα της πρωτευούσης της Ιωνίας. Το θέαμα ήτο συγκινητικόν. Πλήθη κόσμου είχον συγκεντρωθή εις την παραλιακήν λεωφόρον δια να παρακολουθήσουν τους ελιγμούς των ελληνικών σκαφών και να χειροκροτήσουν τα πληρώματα… Τα ελληνικά πολεμικά ηγκυροβόλησαν παραπλεύρως των τουρκικών πολεμικών» (Βραδυνή, 16.8.1952).

Εικ. 4. Βραδυνή, 18.8.1952.

Όπως μας πληροφορεί ο ανταποκριτής της εφημερίδας, «αύριον την πρωίαν (17 Αυγούστου) τα ελληνικά και τουρκικά αντιτορπιλικά θα ανοιχθούν εις το πέλαγος προς εκτέλεσιν κοινών ασκήσεων». Σύμφωνα με το πρόγραμμα των ασκήσεων, το απόγευμα της ίδιας ημέρας, τα πολεμικά πλοία θα κατέπλεαν στο λιμάνι του Μούδρου στη Λήμνο, ενώ την επομένη θα αναχωρούσαν, στο πλαίσιο επίσημης επίσκεψης, για το λιμάνι της Θεσσαλονίκης.

Εικ. 5. Βραδυνή, 18.8.1952

Παράλληλα, ο αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Ναυτικού ναύαρχος Παναγιώτης Κώνστας αφίχθει στο αεροδρόμιο της Άγκυρας, ώστε να μεταβεί στη συνέχεια στη Σμύρνη, όπου θα αναλάμβανε, από κοινού με τον Τούρκο ομόλογό του, τη διοίκηση των ναυτικών ασκήσεων. Πράγματι, στις 17 Αυγούστου, έξι τουρκικά και ισάριθμα ελληνικά πολεμικά πλοία απέπλευσαν από το λιμάνι της Σμύρνης για να συμμετάσχουν σε κοινή άσκηση σε περιοχή μεταξύ της Σμύρνης και της Θεσσαλονίκης.

Καθοριστική η συμβολή των ΗΠΑ

Στην ίδια περιοχή είχε εκτελέσει το προηγούμενο διάστημα ασκήσεις και ο αμερικανικός στόλος. Οι επιχειρήσεις θα διαρκούσαν δυο μέρες και θα διευθύνονταν από τους αρχηγούς των δυο στόλων. Η εφημερίδα δεν παρέλειπε να τονίσει ότι «είναι η πρώτη φορά κατά την οποίαν ελληνικά και τουρκικά πολεμικά εκτελούν κοινά γυμνάσια» (Βραδυνή, 18.8.1952). Μετά το πέρας των ασκήσεων, τα τουρκικά πολεμικά πλοία κατέπλευσαν στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης, σε ανταπόδοση της επίσκεψης των ελληνικών πλοίων στο λιμάνι της Σμύρνης.

Όλα τα παραπάνω δεν ήταν τυχαία με το γεγονός ότι το ίδιο διάστημα, ο Αμερικανός υπουργός στρατιωτικών των ΗΠΑ Φρανκ Παίης (Frank Pace) επισκέφθηκε πρώτα την Άγκυρα και ακολούθως την Αθήνα (Βραδυνή, 18.8.1952), ενώ στις 19 Αυγούστου έφτασε στην ελληνική πρωτεύουσα, ο αρχηγός του τουρκικού γενικού επιτελείου ναυτικού. Είναι αδιαμφισβήτητο γεγονός, ότι ο νατοϊκός παράγοντας (κυρίως οι ΗΠΑ) διαδραμάτισε καθοριστικό ρόλο στην πρώτη ελληνοτουρκική προσέγγιση μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Οι επισκέψεις αυτές, γίνονταν για να μελετηθούν και να ρυθμιστούν διάφορα ναυτικά, και όχι μόνο, θέματα που απέρρεαν από την ένταξη των δυο χωρών στο Βορειοατλαντικό Σύμφωνο (Εμπρός, 10.8.1952). Βασικά, συζητήθηκε το ζήτημα της κοινής διοίκησης των ελληνικών και τουρκικών ναυτικών δυνάμεων, πάντοτε στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ.

Τη δημιουργία κοινής διοίκησης των ενόπλων δυνάμεων των δυο χωρών ευνοούσε και το αρχηγείο του ΝΑΤΟ «διότι τοιουτοτρόπως επέρχεται καλύτερος συντονισμός των δυνάμεων του ΝΑΤΟ εις την περιοχήν της Ανατολικής Μεσογείου, ενώ στις ίδιες συνομιλίες εξετάζονταν και η πιθανότητα δημιουργίας κοινής διοίκησης και για τις αεροπορικές δυνάμεις των δυο χωρών». (Εμπρός, 20.8.1952).

πηγή


Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου.

Δημοσίευση σχολίου

 
Top