Γρίβας Κώστας
Ακόμα και όσοι αρέσκονταν να τρέφουν αυταπάτες για τα ελληνοτουρκικά, υποχρεώθηκαν να ομολογήσουν ότι η Τουρκία έχει κλιμακώσει ποιοτικά την επιθετική στάση της έναντι της Ελλάδας. Από την υβριδική εισβολή στον Έβρο στις αρχές του 2020 και στη συνέχεια από τις έρευνες του Oruc Reis στη δυνάμει ελληνική υφαλοκρηπίδα-ΑΟΖ το καλοκαίρι της ίδιας χρονιάς είχαν καταδείξει ότι ο Ερντογάν έχει διαβεί ένα κατώφλι, δίχως να μπορεί κανείς να προβλέψει με ασφάλεια μέχρι που θα φτάσει. Και μόνο το γεγονός, όμως, ότι τα πράγματα έχουν έτσι, καθίσταται ζωτικής σημασίας να δημιουργηθεί ένα πλέγμα αντιπρόσβασης για τουρκικά πλοία και μαχητικά στο Αιγαίο.
Για να μην φθάσουμε, λοιπόν, κάποια στιγμή στο μέλλον να κληθούμε να επιλέξουμε μεταξύ του γεωπολιτικού ακρωτηριασμού, ή της πολεμικής σύγκρουσης, πρέπει να επενδύσουμε στην παραδοσιακή καλή αποτροπή. Δηλαδή, να περάσουμε ένα ξεκάθαρο και πειστικό μήνυμα στην Τουρκία ότι η ελληνική ισχύς είναι αξιόπιστα πολύ επικίνδυνη για τον επιτιθέμενο. Αν δηλαδή η Τουρκία επιδιώξει να καταπατήσει δια των όπλων την ελληνική κυριαρχία, πρέπει να φοβάται πως θα είναι πιθανότερο, ή τουλάχιστον αρκετά πιθανό, να υποστεί ήττα παρά να επιτύχει γεωπολιτικά οφέλη.
Βέβαια, αυτό πολύ πιο εύκολα λέγεται από ό,τι επιτυγχάνεται. Πώς καθιστούμε αναντίρρητη την κυριαρχία στον ελληνικό θαλάσσιο χώρο; Τα εξοπλιστικά προγράμματα που έχουν δρομολογηθεί (φρεγάτες Belharra, μαχητικά Rafale κ.α.) αναμφισβήτητα ανοίγουν μία θετική προοπτική, δεδομένου ότι η Τουρκία όλα αυτά τα χρόνια υπερεξοπλίζεται αναπτύσσοντας δικά της οπλικά συστήματα, ολοένα και υψηλότερης τεχνολογίας. Κι αυτό, όταν η Ελλάδα βρισκόταν τραυματισμένη από τα μνημόνια και σε οικονομική δυσπραγία, με αποτέλεσμα να είχε παραμελήσει τις εξοπλιστικές ανάγκες.
Χαμηλού κόστους εξοπλισμοί
Αυτή, όμως, είναι η μισή αλήθεια. Μπορεί όταν στρίμωξαν τα πράγματα να επιλέξαμε παραδοσιακού τύπου εξοπλιστικά προγράμματα, αλλά στην πραγματικότητα υπήρχε κι άλλη επιλογή ακόμα και στην περίοδο των ισχνών αγελάδων. Ας μην ξεχνάμε ότι βρισκόμαστε σε μια εποχή όπου αλλάζουν δραματικά τα δεδομένα στην τέχνη, την τεχνολογία και την επιστήμη του πολέμου.
Από το 2016 και μετά ο Στρατός των ΗΠΑ παρουσίασε το concept των Διαχωρικών Πυρών (Cross Domain Fires), που με τη σειρά του αποτελεί κομμάτι του ευρύτερου δόγματος της Πολυχωρικής Μάχης (Multi Domain Battle). Στο πλαίσιο αυτής της νέας αντίληψης, ο αμερικανικός Στρατός θεωρεί ότι τόσο η Κίνα, όσο η Ρωσία, αλλά και άλλες ευρασιατικές δυνάμεις, έχουν δημιουργήσει “φυσαλίδες”, πλέγμα αντιπρόσβασης και άρνησης περιοχής (A2/AD), το οποίο είναι πρακτικά αδιαπέραστο από την παραδοσιακή αμερικανική αεροναυτική ισχύ.
Έτσι και οι ΗΠΑ προχωρούν στην ανάπτυξη πυραυλικών και άλλων συστημάτων, κυρίως του Πυροβολικού, ικανών να ασκήσουν ικανότητες αντί-αντιπρόσβασης και άρνησης περιοχής. Δηλαδή, να διεισδύσουν σε αυτές τις “φυσαλίδες” και να καταστρέψουν από απόσταση ασφαλείας κινητούς εκτοξευτές βαλλιστικών πυραύλων, πυραύλων cruise ή αντιαεροπορικών συστημάτων, όπως είναι το ρωσικό S-400.
Παρόμοια συστήματα, πρωτίστως πύραυλοι και ρουκέτες μεγάλου βεληνεκούς, με ικανότητα προσβολής κινητών και ακίνητων στόχων, τόσο στη στεριά όσο και τη θάλασσα, είναι θέμα χρόνου να δημιουργήσουν μια νέα γεωστρατηγική πραγματικότητα στο Αιγαίο, αλλά και την Ανατολική Μεσόγειο. Εάν δημιουργηθεί ελληνικό πλέγμα αντιπρόσβασης στο Αιγαίο αλλά και σε περιοχές της Ανατολικής Μεσογείου, τα μεγάλα τουρκικά πλοία επιφανείας, όπως είναι οι φρεγάτες, θα αποτελούν περισσότερο “ζουμερούς” στόχους για τα ελληνικά πυραυλικά συστήματα και λιγότερο πολύτιμα στοιχεία προβολής ισχύος.
Grid-of-grids για το Αιγαίο
Άρα, η παραδοσιακή λογική αγοράς μόνο ακριβών πλατφορμών μάχης, όπως οι Belharra και τα Rafale, είναι και οικονομικά βαριά, αλλά και επιχειρησιακά δεν αντιστοιχεί στα νέα δεδομένα. Η αρχιπελαγική δομή του Αιγαίου, μάλιστα, αποτελεί ίσως τον ιδανικότερο χώρο στον πλανήτη για να αποτελέσει τη βάση όχι για πλέγμα αντιπρόσβασης, αλλά για “πλέγμα πλεγμάτων” (grid-of-grids) αντιπρόσβασης και άρνησης περιοχής για τουρκικά πλοία και αεροσκάφη.
Αυτό μπορεί να επιτευχθεί, αρχίζοντας με την πλήρη αξιοποίηση υπαρχόντων συστημάτων στον ελληνικό Στρατό, όπως είναι οι πολλαπλοί εκτοξευτές ρουκετών MLRS και RM-70, καθώς και άλλων όπλων πυροβολικού. Πρέπει να τοποθετηθούν σ’ αυτά νέα βλήματα αυξημένων ικανοτήτων όσον αφορά το βεληνεκές, τη φονικότητα και με δυνατότητα προσβολής τόσο στατικών όσο και κινούμενων στόχους, με προεξάρχοντα τα πλοία επιφανείας. Φυσικά, αυτή είναι μια πολύ αρχική και απλοϊκή προσέγγιση.
Στην πράξη, για να δημιουργηθεί πλέγμα αντιπρόσβασης και προβολής ισχύος απαιτείται μια εξαιρετικά πολύπλοκη διαδικασία που εμπλέκει όλα τα Όπλα του Στρατού Ξηράς και όλους τους Κλάδους των Ενόπλων Δυνάμεων. Όμως, είναι κάτι που μπορεί να γίνει. Για την ακρίβεια, είναι κάτι που ήδη γίνεται. Και γίνεται από τις ΗΠΑ και όχι από “εξωτικές” και μακρινές χώρες, τις στρατιωτικές δυνατότητες και τα επιτεύγματα των οποίων έχουμε επιλέξει να αγνοούμε συστηματικά.
Το ΓΕΣ, επιδεικνύοντας πρωτοποριακό πνεύμα, φαντασία και ουσιαστική γνώση των διεθνών εξελίξεων, διεξήγαγε πριν τρία χρόνια το δεύτερο διεθνές Συνέδριο Χερσαίων Δυνάμεων, το οποίο ήταν αφιερωμένο ακριβώς στην Πολυχωρική Μάχη. Μάλιστα ένας εκ των βασικών εισηγητών ήταν ο Αμερικανός απόστρατος στρατηγός David G. Perkins. Πριν τέσσερα χρόνια, ως διοικητής της Διοίκησης Εκπαίδευσης και Δόγματος (TRADOC) του αμερικανικού Στρατού, ήταν αυτός που ανέπτυξε την αντίληψη της Πολυχωρικής Μάχης. Με άλλα λόγια, δεν μιλάμε για κάποια επαναστατική αλλαγή όσον αφορά τις στρατιωτικές και ευρύτερα γεωπολιτικές επιλογές της Ελλάδας, αλλά για εναρμονισμό με τα τεκταινόμενα στον Στρατό των ΗΠΑ.
Η επένδυση σε παρόμοιες ικανότητες, θα επέτρεπε τη βέλτιστη αξιοποίηση των γεωγραφικών και επιχειρησιακών ιδιαιτεροτήτων του ελληνικού χώρου, οδηγώντας σε μια σύνθεση ικανοτήτων μοναδική στην ελληνική ιστορία. Το πλέγμα αντιπρόσβασης μπορεί να γίνει με χαμηλό κόστος. Το γεγονός ότι παραγγέλθηκαν και φρεγάτες Balharra και μαχητικά Rafale (συζητείται και αγορά F-35) δεν πρέπει επουδενί να προκαλέσει εφησυχασμό και να θέσει σε δεύτερη μοίρα και πολύ περισσότερο να βάλει στο ράφι την ανάγκη ανάπτυξης πυραυλικών συστημάτων στα νησιά και στην Κρήτη. Εάν για τον οποιονδήποτε λόγο συμβεί αυτό θα είναι εθνικός αυτοχειριασμός.
Δημοσίευση σχολίου