Του ΖΑΧΑΡΙΑ Β. ΜΙΧΑ*
Η γεωπολιτική “γειτονιά” της Ελλάδας βρίσκεται σε αναστάτωση και όλα δείχνουν ότι η υπό ανάδυση αρχιτεκτονική ασφαλείας δεν αφορά μονάχα την Ανατολική Μεσόγειο. Αφορά και την περιοχή των Βαλκανίων. Μπορεί στην αμερικανική γεωστρατηγική λογική κεντρική θέση να έχει η ανάσχεση Ρωσίας και Κίνας, χώρες με ξεχωριστά συμφέροντα και παρουσία στις δυο περιφέρειες, αλλά η επιλογή της Αλεξανδρούπολης για τη δημιουργία της “χερσαίας Σούδας” φαίνεται να σημαίνει πολλά περισσότερα.
Πέραν του στρατηγικού επιπέδου που αφορά την αντιμετώπιση της Ρωσίας και της Κίνας, υπάρχει και το τακτικό. Περιφερειακοί δρώντες για να προωθήσουν τα συμφέροντά τους επιχειρούν να εκμεταλλευτούν τη νέα κατάσταση, η οποία προς το παρόν μοιάζει με κινούμενη άμμο που απειλεί και την ελληνική εθνική ασφάλεια.
Οι Αμερικανοί δείχνουν ότι σταδιακά ξεκαθαρίζουν την οπτική τους σ’ αυτό το επίπεδο. Η επιλογή της Αλεξανδρούπολης στόχο έχει να αποτρέψει –αν απαιτηθεί– καταστάσεις που μπορούν να αποσταθεροποιήσουν όχι μόνο την Θράκη, αλλά και την ευρύτερη περιοχή των Βαλκανίων και της Μαύρης Θάλασσας. Τα μέτωπα που καλούνται να αντιμετωπίσουν είναι οι κλυδωνισμοί στα Σκόπια, αλλά και η διαχείριση της συμφωνίας του Ντέιτον (1995), η οποία τερμάτισε τον πόλεμο στην πρώην Γιουγκοσλαβία, αλλά έχει πλέον φθαρεί ανεπανόρθωτα.
Στη Βαλκανική διασταυρώνονται τα ελληνικά συμφέροντα με τα συμφέροντα όχι μόνο χωρών της χερσονήσου (Βουλγαρία, Σερβία, Αλβανία, Βόρεια Μακεδονία), αλλά και της Τουρκίας. Ο εύλογος φόβος των ΗΠΑ είναι ότι τα Βαλκάνια μπορεί να εισέλθουν σε έναν νέο γύρο αλλαγής συνόρων, κάτι το οποίο συνήθως γίνεται μέσω στρατιωτικών συγκρούσεων.
Πέραν του στρατηγικού επιπέδου που αφορά την αντιμετώπιση της Ρωσίας και της Κίνας, υπάρχει και το τακτικό. Περιφερειακοί δρώντες για να προωθήσουν τα συμφέροντά τους επιχειρούν να εκμεταλλευτούν τη νέα κατάσταση, η οποία προς το παρόν μοιάζει με κινούμενη άμμο που απειλεί και την ελληνική εθνική ασφάλεια.
Οι Αμερικανοί δείχνουν ότι σταδιακά ξεκαθαρίζουν την οπτική τους σ’ αυτό το επίπεδο. Η επιλογή της Αλεξανδρούπολης στόχο έχει να αποτρέψει –αν απαιτηθεί– καταστάσεις που μπορούν να αποσταθεροποιήσουν όχι μόνο την Θράκη, αλλά και την ευρύτερη περιοχή των Βαλκανίων και της Μαύρης Θάλασσας. Τα μέτωπα που καλούνται να αντιμετωπίσουν είναι οι κλυδωνισμοί στα Σκόπια, αλλά και η διαχείριση της συμφωνίας του Ντέιτον (1995), η οποία τερμάτισε τον πόλεμο στην πρώην Γιουγκοσλαβία, αλλά έχει πλέον φθαρεί ανεπανόρθωτα.
Στη Βαλκανική διασταυρώνονται τα ελληνικά συμφέροντα με τα συμφέροντα όχι μόνο χωρών της χερσονήσου (Βουλγαρία, Σερβία, Αλβανία, Βόρεια Μακεδονία), αλλά και της Τουρκίας. Ο εύλογος φόβος των ΗΠΑ είναι ότι τα Βαλκάνια μπορεί να εισέλθουν σε έναν νέο γύρο αλλαγής συνόρων, κάτι το οποίο συνήθως γίνεται μέσω στρατιωτικών συγκρούσεων.
Έλεγχος της βαλκανικής πολιτικής της Τουρκίας
Η Τουρκία εμπλεκόταν και επί κεμαλιστών στα Βαλκάνια, αλλά επί των κυβερνήσεων Ερντογάν το νεοοθωμανικό δόγμα προσέδωσε νέες και πολύ μεγαλύτερες διαστάσεις στην τουρκική εμπλοκή. Διά της στρατιωτικής παρουσίας τους στην Αλεξανδρούπολη, οι ΗΠΑ θέτουν “φράγμα” στην Τουρκία. Το πιθανότερο είναι ότι δεν είναι αυτός ο κύριος σκοπός του, αλλά παράπλευρη συνέπεια δεν τους πέφτει άσκημα.
Δεν είναι τυχαία η ενόχληση της Άγκυρας για την αμερικανική βάση στην Αλεξανδρούπολη κάτι που σε κάθε ευκαιρία επισημαίνεται μέσω δημοσίων αναφορών κορυφαίων παραγόντων της γειτονικής χώρας. Η ανησυχία των Τούρκων δεν συνδέεται αποκλειστικά με την παρουσία των ΗΠΑ σε μια ελληνική περιοχή, την οποία επί δεκαετίες επιχειρεί να αποσταθεροποιήσει. Αφορά και τις δυνητικές συνέπειες για τις τουρκικές φιλοδοξίες στα Βαλκάνια.
Οι Πρέσπες και τα σενάρια διάλυσης των Σκοπίων
Το κέντρο του ενδιαφέροντος τις τελευταίες ημέρες εστιάζεται στις πολιτικές εξελίξεις στα Σκόπια. Η παραίτηση(;) Ζάεφ μετά την συντριπτική ήττα στις δημοτικές εκλογές, με την παράλληλη ενίσχυση των εθνικιστικών δυνάμεων του VMRO, ανοίγει τον δρόμο σε εξελίξεις οι οποίες απειλούν να ανατρέψουν αξονικές παραμέτρους αμερικανικής πολιτικής στην περιοχή. Μπορεί όχι άμεσα, εάν ο Ζάεφ δεν παραιτηθεί αλλά στις επόμενες εκλογές, τις οποίες αναμένεται να κερδίσει το VMRO.
Οι υπερεθνικιστές του VMRO έχουν καθαρά και σε υψηλούς τόνους ταχθεί εναντίον της Συμφωνίας των Πρεσπών, την οποία θεωρούν περίπου προδοτική! Όταν, λοιπόν, ανέλθουν στην εξουσία είναι αμφίβολο εάν θα την σεβαστούν, όταν δεν την σέβεται ούτε η κυβέρνηση Ζάεφ που την υπέγραψε. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι εάν τα πράγματα πάρουν αυτή την τροπή το Μακεδονικό θα ξανανοίξει με τον έναν ή τον άλλο τρόπο.
Η Ελλάδα δεν δείχνει να αντιδρά ενεργά στον “μακεδονισμό” των Σκοπίων παρ’ ότι πλήττει ευθέως τα συμφέροντά της. Με τη δικαιολογία της ανάγκης για σταθεροποίηση και αποτροπή διάλυσης της γειτονικής χώρας, η Αθήνα έχει κλείσει τα μάτια, αν και το βέτο της Βουλγαρίας έχει μπλοκάρει την έναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων της Βόρειας Μακεδονίας.
Η ελληνική δημόσια τηλεόραση που μετέδιδε τις δηλώσεις των πολιτικών στα Σκόπια λόγω της παραίτησης(;) Ζάεφ, μετέφραζε “Βόρεια Μακεδονία”, ενώ ακουγόταν ξεκάθαρα ότι αυτοί αποκαλούσαν τη χώρα τους σκέτο “Μακεδονία”! Για να μην θεωρηθεί κανείς υπερβολικός εκτοξεύοντας κατηγορίες για παραπλάνηση του ακροατηρίου, ας περιοριστούμε στον να αναρωτηθούμε εάν αυτή η συμπεριφορά απηχεί μια τάση να προσαρμόζουμε στην Ελλάδα την πραγματικότητα σε αυτό που θέλουμε να συμβεί, κλείνοντας τα μάτια στο τι πραγματικά συμβαίνει…
“Pacta sunt servanda” αλλά…
Στη συνάντησή του με τον Σέρβο ομόλογό του στην Αθήνα, ο Νίκος Δένδιας ανέφερε πως οι συμφωνίες πρέπει να τηρούνται ανεξαρτήτως κυβερνήσεων. “Pacta sunt servanda” είπε, χρησιμοποιώντας τη γνωστή λατινική ρήση, προφανώς για να διατυπώσει την ανησυχία του για την επόμενη ημέρα στα Σκόπια. Αυτό που απέκρυψε ο Έλληνας υπουργός Εξωτερικών είναι ότι ούτε η κυβέρνηση Ζάεφ τηρούσε τα συμφωνηθέντα κι αυτό το γνωρίζει πολύ καλά το υπουργείο του.
Τούτων λεχθέντων, αξίζει να αναρωτηθούμε εάν η στρατιωτική παρουσία των ΗΠΑ στην Αλεξανδρούπολη σχετίζεται και με τη δυνατότητα ελέγχου της κατάστασης σε περίπτωση που τα Σκόπια απειληθούν με διάλυση. Βουλγαρία, Σερβία και Αλβανία θα διαγκωνιστούν για τα “ιμάτια” της χώρας. Το μέγα ερώτημα για την ελληνική πλευρά είναι εάν έχει Σχέδιο Β’.
Η ένταξη της Βόρειας Μακεδονίας στο ΝΑΤΟ θεωρητικά την προστατεύει και από το σενάριο διάλυσης. Όμως, η Ιστορία έχει αποδείξει ότι με το ζόρι δεν μπορεί να κρατηθεί ενωμένο ένα κράτος. Όπως είχε αναφέρει σε παρελθούσα ανάλυση ο υπογράφων, οι ΝΑΤΟϊκές δυνάμεις θα μπορούσαν να παίξουν ρόλο, ώστε η διάλυση να γίνει συντεταγμένα για να μην προκληθεί γενικευμένη αιματοχυσία…
«Η Δύση θέλει με κάθε τρόπο να βάλει την ΠΓΔΜ στο ΝΑΤΟ όχι για να μη διαλυθεί, αλλά για να διασφαλίσει ότι η διαδικασία διάλυσής της, όπως και όποτε έρθει, θα συμβεί εντός του Συμμαχικού πλαισίου, ώστε να αποφευχθεί η διάχυση των συγκρούσεων στα πολύπαθα Βαλκάνια και να ελεγχθούν ως προς το που θα καταλήξουν τα εδάφη της».
Εάν το κακό σενάριο υλοποιηθεί, έχουμε άραγε ξεκαθαρίσει στις ΗΠΑ ότι η Ελλάδα ότι δεν μπορεί να κάτσει με σταυρωμένα χέρια, παρότι θα έχει εξαντλήσει τα περιθώρια αποτροπής μιας τέτοιας εξέλιξης; Αναρωτηθήκαμε μήπως η απόφαση των Αμερικανών να αναπτυχθούν στρατιωτικά στην Αλεξανδρούπολη σχετίζεται και με την πιθανότητα υλοποίησης του σεναρίου της Μεγάλης Αλβανίας, αλλά και την πρόθεση εδαφικής επέκτασης της Βουλγαρίας για να ενσωματώσει περιοχές της Βόρειας Μακεδονίας, των οποίων τον πληθυσμό θεωρεί σταθερά βουλγαρικό;
Είναι προφανές ότι το πρόβλημα του Κοσσυφοπεδίου μπορεί να επιλυθεί με ευστάθεια μόνο με ενσωμάτωση στη Σερβία του βόρειου τμήματός του που κατοικείται από Σέρβους. Το ίδιο ισχύει και για το ασταθές τρικέφαλο κράτος στη Βοσνία, όπου το σερβικό τμήμα της προσβλέπει σε ένωση με τη Σερβία. Και βέβαια στο Βελιγράδι δεν θα παρακολουθήσουν αδιάφοροι ενδεχόμενο διαμελισμό της Βόρειας Μακεδονίας.
Η Αλβανία, που επίσης θα επωφεληθεί από μία τέτοια εξέλιξη, δεν θα συμφωνήσει εύκολα με τους Σέρβους, τόσο για το Κόσοβο, όσο και για περιοχές που κατοικούν Αλβανοί στο Σαντζάκ. Με απλά λόγια, οι αλλαγές συνόρων δεν γίνονται ειρηνικά. Είναι αυτή η σοβαρή προοπτική αποσταθεροποίησης που θα εμπλέξει πολλούς, πίσω από την ανάπτυξη αμερικανικών δυνάμεων στην Αλεξανδρούπολη.
Θα φέρει αποτελέσματα η ελληνική στρατηγική;
Είναι φανερό ότι η ελληνική διπλωματία παίζει ρόλο στην προσπάθεια προσέλκυσης της Σερβίας στο “δυτικό στρατόπεδο”. Εντύπωση έκανε και η αναφορά Δένδια στην ανάγκη επέκτασης και εμβάθυνσης των στρατιωτικών σχέσεων Ελλάδας-Σερβίας. Είναι δυνατό αυτό να μη συνδέεται με το σενάριο της εκ νέου αποσταθεροποίησης των Βαλκανίων;
Ποια θα είναι λοιπόν η στάση των ΗΠΑ σε περίπτωση που βρεθούν προ τέτοιων εξελίξεων; Η Αθήνα είναι ένας μετριοπαθής και προβλέψιμος σύμμαχος. Συν τα γεωγραφικά πλεονεκτήματα, δικαιολογεί απόλυτα την επιλογή της Αλεξανδρούπολης από τις ΗΠΑ. Η μεταφορά στρατιωτικών δυνάμεων απέναντι στη Ρωσία και η ενεργειακή τροφοδοσία διαφόρων περιοχών έχουν προβληθεί ως βασικές ερμηνείες. Η εικόνα, όμως, είναι πιο σύνθετη, αφορά τον “ενδιάμεσο χώρο” και εμπλέκει ευθέως την ελληνική εθνική ασφάλεια.
Η Ελλάδα συνεχίζει να διαδραματίζει σταθεροποιητικό ρόλο. Εάν όμως η κατάσταση εκτραπεί δεν μπορεί να παραμείνει παθητικός θεατής. Πρέπει να είναι έτοιμη να προασπίσει τα συμφέροντά της, απαιτώντας παράλληλα από τους συμμάχους της να τα σεβαστούν. Διότι εξυπηρετώντας τους καταβάλλει και κόστος στις σχέσεις της με χώρες, όπως η Ρωσία.
Εν κατακλείδι, ας ελπίσουμε ότι η αναφορά Δένδια στη συνάντηση με τον Σέρβο ομόλογό του σε «επιρροή εξωγενών παραγόντων που με μανδύες, όπως αναπτυξιακή βοήθεια και δήθεν ιστορικές, πολιτιστικές, θρησκευτικές παραδόσεις, προωθούν ακραίες ιδεολογίες και αποσταθεροποιητική ατζέντα στα Βαλκάνια», αποτελεί σημείο σύμπτωσης στην οπτική Ελλάδας και ΗΠΑ.
Δημοσίευση σχολίου