Του Μίλτου Αντωνιάδη
Τί σημαίνει Εθνική Ασφάλεια; Μεταπολεμικά στην Αμερική η έκφραση «threaten our way of life» («απειλή στον τρόπο ζωής μας») χρησιμοποιήθηκε για να πείσει τους Αμερικάνους πολίτες πως ο κομμουνισμός είναι μια πολυδιάστατη απειλή, όχι μόνο πολεμική, ώστε να δικαιολογήσει έτσι το παρανοϊκό «κυνήγι μαγισσών» στο οποίο επιδόθηκε ο πολιτικός οπορτουνιστής Joseph McCarthy. Παρά την αρνητική απόχρωση που έλαβε ο όρος λόγω της κατάχρησης στην εποχή του McCarthy, είναι πετυχημένος υπό την έννοια ότι περιγράφει σύντομα τί τελικά πρέπει να καλύπτει η Εθνική Ασφάλεια: Τη δυνατότητα των Ελλήνων πολιτών ατομικά και του Ελληνικού Έθνους συλλογικά, να προστατέψουν «τον τρόπο ζωής τους». Να διάγουν δηλαδή βίο με βάση τις αξίες τους, την πολιτισμική ταυτότητά τους και τις επιλογές τους. Να μπορούν να επιλέγουν οι ίδιοι το πολίτευμα, τις κυβερνήσεις και τη νομοθεσία που θα επηρεάσουν κάθε πτυχή της προσωπικής, επαγγελματικής και κοινωνικής ζωής τους.
Ποιές είναι οι απειλές για την Εθνική Ασφάλεια της χώρας; Οι απειλές έναντι αυτής της δυνατότητας μπορεί να είναι πολλών ειδών. Είναι εξωτερικοί εχθροί που επιβουλεύονται την εδαφική ακεραιότητα της χώρας, τις πλουτοπαραγωγικές πηγές της, ή τα δικαιώματά στην εκμετάλλευσή τους. Είναι επίσης εσωτερικοί εχθροί οι οποίοι θα μπορούσαν να απειλήσουν τα συνταγματικά κατοχυρωμένα δικαιώματα των Ελλήνων πολιτών, την οικονομική τους ασφάλεια κ.ο.κ. Είναι, τέλος, φυσικές καταστροφές, ατυχήματα, πανδημίες, κ.λπ. που μπορούν να απειλήσουν τη ζωή, την περιουσία ή την πρόσβαση σε βασικά αγαθά. Έτσι, μια ολοκληρωμένη συζήτηση για την Εθνική Ασφάλεια έχει μεγάλο εύρος και θα πρέπει να περιλαμβάνει όχι μόνο τα σώματα ασφαλείας που είναι κυρίως επιφορτισμένα με αυτή. Αλλά επίσης έννοιες όπως το Σύνταγμα, την Πολιτική Προστασία, το κοινωνικό κράτος, την οικονομική πολιτική, τις επενδύσεις, την εξωτερική πολιτική κ.α. Διότι με χρεωκοπημένη ή/και ανύπαρκτη Εθνική Στρατηγική σε όλους αυτούς τους τομείς κανένα στράτευμα δεν μπορεί να παράσχει Εθνική Ασφάλεια σε βάθος χρόνου. Έτσι, η συζήτηση για την Εθνική Ασφάλεια «ανοίγει» πολύ και δεν είναι εύκολο να περιοριστεί στην έκταση ενός άρθρου. Ή μήπως όχι; Ας δούμε ένα ενδιαφέρον παράδειγμα από την ιστορία μας.
Πολιτική Εθνικής Ασφάλειας στην κλασσική Αθήνα: Στις αρχές του 5ου αιώνα π.Χ. ο τρόπος ζωής των πολιτών της νεοσύστατης Αθηναϊκής Δημοκρατίας απειλήθηκε με αφανισμό, καθώς η πόλη βρέθηκε στο στόχαστρο του «Βασιλιά των Βασιλέων» Δαρείου. Μετά τη μάχη του Μαραθώνα (490 π.Χ.) ο Θεμιστοκλής έπεισε τους συμπολίτες του να μην μοιραστούν τα σημαντικά κέρδη (100 τάλαντα) από τη φλέβα ασημιού που ανακάλυψαν στο Λαύριο, αλλά αντίθετα, να τα επενδύσουν σε ένα φιλόδοξο πρόγραμμα ναυπήγησης τριήρεων. Αυτή η εξαιρετικά εύστοχη σύλληψη (και υλοποίηση) του Θεμιστοκλή πέτυχε όχι έναν, αλλά τέσσερις (!) σημαντικούς στόχους σχετικούς με την ασφάλεια της πόλης:
Πρώτον, στη ναυμαχία της Σαλαμίνας το 480 π.Χ. ο Αθηναϊκός στόλος υπήρξε καταλυτικός για τη νίκη των Ελλήνων έναντι του εξωτερικού εχθρού. Μαζί με τα Περσικά πολεμικά, στη Σαλαμίνα καταβυθίστηκαν και οι ελπίδες του Ξέρξη για διαχείμαση στην Αττική και την πόλη της Αθήνας, την οποία μέχρι τότε λεηλατούσε ο στρατός του.
Δεύτερον, η δημιουργία του μεγάλου Αθηναϊκού στόλου νίκησε τη φτώχεια που μέχρι τότε μάστιζε την πόλη και δεν της επέτρεπε να αναπτυχθεί σύμφωνα με τη δυναμική της. Η ναυπήγηση και η συντήρηση του στόλου έδωσε δουλειά σε ναυπηγούς, τεχνίτες, υλοτόμους, σιδηρουργούς και άλλους, αλλά και σε όσους προμήθευαν τους τεχνίτες με υλικά και πρώτες ύλες. Όλοι αυτοί με τη σειρά τους ξόδευαν το περίσσευμά τους στην αγορά δημιουργώντας έτσι επιπλέον έσοδα για τον δήμο αλλά και για τους υπόλοιπους εμποροτεχνίτες.
Τρίτον, ο στόλος έλυσε το σημαντικό επισιτιστικό πρόβλημα της πόλης, αφού προστάτεψε τα Αθηναϊκά εμπορικά πλοία από πειρατές και ανταγωνιστές, διασφάλισε την κυριαρχία των Στενών και επέτρεψε έτσι την απρόσκοπτη εισαγωγή του πολυπόθητου σιταριού από τη Θράκη και τις ακτές της Μαύρης Θάλασσας.
Και τέταρτον, η επάνδρωση ενός στόλου 200 τριήρεων με 175 κωπηλάτες εκάστη, δηλαδή 35.000 ελεύθερους πολίτες, έσβησε την πολιτικοκοινωνική ανισότητα που εμπόδιζε την ανάπτυξη της πιο δυναμικής τάξης, αυτής των πολυάριθμων «λαϊκών». Μέχρι τότε στην άγουρη ακόμα Αθηναϊκή δημοκρατία των μεταρρυθμίσεων του Κλεισθένη, μόνο οι ανώτερες οικονομικά τάξεις είχαν το δικαίωμα του εκλέγεσθαι, πρόσβαση σε υψηλού επιπέδου παιδεία, σε καλούς ρήτορες και δικηγόρους, στον Άρειο Πάγο κ.ο.κ. Ο στόλος, ωστόσο, έγινε σχεδόν εν μια νυκτί το εκπληκτικότερο επίτευγμα της πόλης, ήταν αποκλειστικά υπεύθυνος για την επιβίωσή της από την Περσική λαίλαπα, αλλά και μοναδικά ικανός να προβάλει την Αθηναϊκή ισχύ πέρα από από τον Σαρωνικό κόλπο. Ποια ήταν η κινητήριος δύναμη αυτού του στόλου; Μα οι 35.000 κωπηλάτες του οι οποίοι, με μισθό 1 δραχμή ανά ημέρα, δεν προέρχονταν φυσικά από τις αριστοκρατικές τάξεις αλλά από τους δημοκρατικούς. Ο πανέξυπνος Θεμιστοκλής δεν άργησε να μοχλεύσει τη ισχύ των κωπηλατών και να την μετουσιώσει σε πολιτικές μεταρρυθμίσεις υπέρ των δημοκρατικών, αναβαθμίζοντας την Εκκλησία του Δήμου στην οποία ψήφιζαν όλοι οι πολίτες και αποδυναμώνοντας παράλληλα τον Άρειο Πάγο, έναν κατεξοχήν αριστοκρατικό θεσμό.
Στην ουσία λοιπόν, στον περίφημο Αθηναϊκό στόλο δεν πιστώνεται μόνο η δόξα της Σαλαμίνας το 480 π.Χ. αλλά και η δημιουργία όλων εκείνων των προϋποθέσεων για το μετέπειτα μεγαλείο της κλασσικής Αθήνας. Διότι η πόλη ταΐστηκε καλά, πληρώθηκε αδρά και μεγάλωσε ταχύτατα, προσελκύοντας έτσι χέρια, μυαλά και ταλέντα από ολόκληρο τον Ελληνικό κόσμο. Εγκαινιάστηκε επί της ουσίας μια περίοδος αντίστροφης μετανάστευσης. Κατά την Αρχαϊκή περίοδο η έλλειψη γης και ευκαιριών είχε οδηγήσει τις πόλεις-κράτη της Ελλάδας στην αναζήτηση περιοχών για τη δημιουργία αποικιών στη Βόρεια Ελλάδα, τη Νότια Ιταλία και αλλού. Οι λιγότερο βολεμένοι, οι πλέον ανήσυχοι και δραστήριοι πολίτες εγκατέλειπαν τη μητρόπολη προς αναζήτηση ευκαιριών στο άγνωστο. Στην Αθήνα του 5ου αιώνα π.Χ. όμως, μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα και με αφετηρία το ναυπηγικό πρόγραμμα του Θεμιστοκλή, δημιουργήθηκαν σταδιακά οι συνθήκες εκείνες που αντέστρεψαν αυτό το «brain drain» υπέρ της πόλης.
Ο ρόλος του χάρτη, του δόγματος και της στρατηγικής
Λέγεται πως (1) ο χάρτης καθορίζει το δόγμα (2) το δόγμα καθορίζει τη στρατηγική (3) η στρατηγική καθορίζει τα όπλα που θα χρησιμοποιήσεις και (4) τα όπλα καθορίζουν τις τακτικές που θα εφαρμόσεις στο πεδίο. Στη σύγχρονη εποχή έχουμε πολλά παραδείγματα που δείχνουν πώς ο χάρτης είναι τελικά η βασικότερη παράμετρος στην ανάπτυξη συγκεκριμένων τύπων οπλικών συστημάτων.
Για παράδειγμα, η Σοβιετική Ένωση έπρεπε να υπερασπιστεί έναν τεράστιο εναέριο χώρο που κάλυπτε το μισό βόρειο ημισφαίριο. Απέναντι στην απειλή Αμερικανικών βομβαρδιστικών και κατασκοπευτικών αεροσκαφών που θα εισέβαλαν από τον Αρκτικό κύκλο, η Σοβιετική αεράμυνα αντιπαρέταξε αντιαεροπορικά συστήματα πολύ μεγάλου βεληνεκούς και αναχαιτιστικά αεροσκάφη πολύ μεγάλου μεγέθους για να διαθέτουν την απαραίτητη ταχύτητα και μεταφορική ικανότητα. Αυτή η παράδοση είναι εμφανής σε συστήματα όπως οι δικοί μας S-300 αλλά και οι S-400 των γειτόνων, όπως και σε υπερμεγέθη δικινητήρια μαχητικά όπως τα MiG-25, MiG-31 και Su-27.
Το F-15 είναι ένα από τα μεγαλύτερα δυτικά μαχητικά αεροσκάφη. Δίπλα στο Su-27 μοιάζει «μικροκαμωμένο».
Η Σουηδία από την άλλη μεριά παρέμεινε πιστή στο δόγμα ουδετερότητας κατά τον Ψυχρό Πόλεμο και έτσι ανέπτυξε τα δικά της οπλικά συστήματα, μεταξύ των οποίων και μαχητικά αεροσκάφη. Απέναντι στην απειλή Σοβιετικής εισβολής από τον Αρκτικό Κύκλο, η μικρή Σκανδιναβική χώρα συνειδητοποίησε πως δεν έχει το απαραίτητο στρατηγικό βάθος για να προστατέψει τις αεροπορικές βάσεις της. Έτσι σχεδίασε ένα αμυντικό δόγμα διασποράς με παράγωγο αποτέλεσμα μια σειρά ιδιαίτερων μαχητικών αεροσκαφών. Η επιτομή τους είναι το περίφημο JAS-39 Gripen, ένα μονοκινητήριο STOL αεροσκάφος που σχεδίασε η Saab για να καλύψει τις ανορθόδοξες προδιαγραφές της Σουηδικής Αεροπορίας: Να επιχειρεί όχι μόνο από αεροπορικές βάσεις αλλά και από τους αυτοκινητόδρομους της χώρας, με κινητούς σταθμούς υποστήριξης μέσα στα δάση και πληρώματα εδάφους κληρωτών.
Η Σουηδία από την άλλη μεριά παρέμεινε πιστή στο δόγμα ουδετερότητας κατά τον Ψυχρό Πόλεμο και έτσι ανέπτυξε τα δικά της οπλικά συστήματα, μεταξύ των οποίων και μαχητικά αεροσκάφη. Απέναντι στην απειλή Σοβιετικής εισβολής από τον Αρκτικό Κύκλο, η μικρή Σκανδιναβική χώρα συνειδητοποίησε πως δεν έχει το απαραίτητο στρατηγικό βάθος για να προστατέψει τις αεροπορικές βάσεις της. Έτσι σχεδίασε ένα αμυντικό δόγμα διασποράς με παράγωγο αποτέλεσμα μια σειρά ιδιαίτερων μαχητικών αεροσκαφών. Η επιτομή τους είναι το περίφημο JAS-39 Gripen, ένα μονοκινητήριο STOL αεροσκάφος που σχεδίασε η Saab για να καλύψει τις ανορθόδοξες προδιαγραφές της Σουηδικής Αεροπορίας: Να επιχειρεί όχι μόνο από αεροπορικές βάσεις αλλά και από τους αυτοκινητόδρομους της χώρας, με κινητούς σταθμούς υποστήριξης μέσα στα δάση και πληρώματα εδάφους κληρωτών.
Ένας Γρύπας της Βασιλικής Σουηδικής Αεροπορίας σε Κυριακάτικη απόδραση στο δάσος.
Στην άλλη μεριά του Ατλαντικού, οι ΗΠΑ έχτισαν πάνω στα διδάγματα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου τα οποία είχαν εμπεδώσει αντιμετωπίζοντας το Ιαπωνικό Αυτοκρατορικό Ναυτικό. Πάλι ο χάρτης, δηλαδή η απεραντοσύνη του Ειρηνικού Ωκεανού, που δεν επέτρεπε αεροπορική κάλυψη των στόλων από βάσεις ξηράς, σε μεγάλο βαθμό διαμόρφωσε τη φύση των ναυτικών επιχειρήσεων γύρω από το αεροπλανοφόρο. Μετά από τη λήξη αυτής της σύρραξης το Αμερικανικό Ναυτικό εισήλθε στον Ψυχρό Πόλεμο, οπότε του ζητήθηκε να μπορεί να προβάλλει ισοπεδωτική ισχύ σε οποιοδήποτε μέρος του πλανήτη είναι προσβάσιμο από θαλάσσης. Έτσι δημιουργήθηκαν τα Carrier Groups – οι στόλοι – και οι διάφοροι τύποι πλοίων που υποστηρίζουν και προστατεύουν ένα supercarrier (μεταξύ αυτών και η δημοφιλής σε εμάς κλάση DDG/CG-47 Ticonderoga).
Απέναντι στα Carrier Groups που γέννησε το Αμερικανικό δόγμα, οι Σοβιετικοί αντιπαρέταξαν τα γιγάντια βομβαρδιστικά τους με μεγάλη ακτίνας δράσης και οπλικό φόρτο (πυρηνικό) που παρήγαγε το δικό τους δόγμα. Το Αμερικανικό Ναυτικό απάντησε με το οπλικό σύστημα F-14/AIM-54, πάλι σε συνέπεια με το δόγμα του.
Τρυφερή συνάντηση Tu-95 και F-14 σε αναμνηστική φωτογραφία του Ψυχρού πολέμου.
Αυτά συνέβαιναν στην απεραντοσύνη των ωκεανών. Τί γίνεται όμως με τον χάρτη της χώρας μας;
Δόγματα και όπλα στον χάρτη της Ελλάδας
Ο Θουκυδίδης μας λέει πως ο Περικλής χρησιμοποίησε την έκφραση «Μέγα (γαρ) το της θαλάσσης κράτος». Ο οξυδερκής πολιτικός ουσιαστικά διατύπωσε εύστοχα σε μια φράση, που για τα μέτρα της εποχής ισοδυναμούσε με δόγμα, τη στρατηγική σύλληψη του Θεμιστοκλή λίγες δεκαετίες νωρίτερα. Ο Περικλής, μάλιστα, δεν έμεινε στη θεωρία αλλά συνέταξε συγκεκριμένη στρατηγική για να αντιμετωπίσει τον εχθρό της πόλης, τη Σπάρτη, η οποία ήταν η αναμφισβήτητη κυρίαρχη στρατιωτικά στην Ελλάδα. Σύμφωνα με τη στρατηγική του Περικλή, η Αθήνα θα κυριαρχούσε στη θάλασσα και θα οχυρωνόταν πίσω από τα Μακρά Τείχη της, με εξασφαλισμένο τον ανεφοδιασμό της μέσω του Πειραιά. Για αυτό το σκοπό ο στόλος θα αποτελείτο πλέον από 300 τριήρεις, άφρακτες (χωρίς κατάστρωμα ώστε να είναι ελαφρύτερες και ταχύτερες), με μικρότερα αγήματα πεζοναυτών (10-14 όταν οι υπόλοιποι φόρτωναν έως και 40) και με τα καλύτερα εκπαιδευμένα πληρώματα της Ελλάδας τα οποία μπορούσαν να εκτελέσουν περίπλοκους ελιγμούς και τακτικές όπως ο Περίπλους, ο Διάπλους και ο αμυντικός Κύκλος, ώστε να επικρατούν κυρίως μέσω εμβολισμών και όχι με οπλιτομαχίες. Η τριήρης δεν ήταν ένα αξιόπλοο σκαρί στην κακοκαιρία. Με βύθισμα μόλις 1μ. ήταν κατασκευασμένη για ταχύτητα και ευελιξία, όχι για ανοικτές θάλασσες. Επίσης, δεν υπήρχε καθόλου χώρος για προμήθειες. Κάθε βράδυ τα πληρώματα έβγαιναν στην ξηρά προς αναζήτηση νερού, τροφής, ξύλων για μαγείρεμα. Όμως το Αιγαίο είναι μια θάλασσα στην οποία όπου και να βρίσκεσαι έχεις οπτική επαφή με την ξηρά (με εξαίρεση κάποια σημεία στο Καρπάθειο). Συνεπώς η τριήρης, το υπερόπλο αυτό της αρχαιότητας, ήταν ξεκάθαρα σχεδιασμένο για επιχειρήσεις στον συγκεκριμένο χάρτη.
Στην ξηρά οι Αθηναίοι έδωσαν περισσότερη προσοχή στη δημιουργία ιππικού και φρουρίων διασπαρμένων στην Αττική (όπως αυτό της Οινόης) από τα οποία θα εφορμούσαν για να παρενοχλούν τους εισβολείς Πελοποννησίους όταν αυτοί θα γύρευαν προμήθειες στην ύπαιθρο. Ταυτόχρονα, ο Αθηναϊκός στόλος εκτελούσε καταδρομικές επιδρομές στα αφύλακτα παράλια της Πελοποννήσου και αποχωρούσε πριν προλάβουν να στείλουν στράτευμα οι Σπαρτιάτες. Δηλαδή τόσο οι ναυτικές όσο και οι χερσαίες δυνάμεις της Αθήνας μπορούσαν να εμφανίζονται και να κτυπούν αστραπιαία, εκεί που ο εχθρός δεν το περίμενε.
Συνολικά η στρατηγική του Περικλή ήταν εξαιρετική, προσαρμοσμένη απόλυτα στον χάρτη και την Αθηναϊκή ναυτοσύνη, πατέρας της οποίας ήταν ο Θεμιστοκλής. Επένδυσε ακόμα περισσότερο σε αυτό που ήδη ήξερε να κάνει καλά η Αθήνα – τη θάλασσα. Κεφαλαιοποίησε στο μέγιστο την τεχνογνωσία σε τριήρεις ενώ ταυτόχρονα ακύρωνε παντελώς την τεχνογνωσία του αντιπάλου στις οπλιτικές μάχες εκ παρατάξεως.
Παρόλα αυτά η Αθήνα τελικά νικήθηκε στον Πελοποννησιακό Πόλεμο. Για λόγους που δεν μπορούσαν να έχουν προβλεφθεί από τον κατά τα άλλα ιδιοφυή Περικλή. Η επιστήμη της εποχής δεν γνώριζε την έννοια των μικροβίων και των λοιμωδών ασθενειών, συνεπώς κανείς δε θα μπορούσε να είχε προβλέψει πως αν στριμώξεις 200.000 ψυχές πίσω από τα Μακρά Τείχη, αργά ή γρήγορα θα τους θερίσει κάποια επιδημία. Έτσι και έγινε. Ο Μεγάλος Λοιμός αποδεκάτισε την πόλη και στοίχισε τη ζωή ακόμα και του ίδιου του Περικλή, του ηγέτη της πόλης και θεμελιωτή του δόγματος Μέγα το της Θαλάσσης Κράτος. Το κενό εξουσίας, η κατάσταση σοκ στην οποία βρίσκονταν οι Αθηναίοι, αλλά και η έπαρσή τους σχετικά με την παντοδύναμη θαλασσοκρατορία τους, οδήγησαν στην εξαιρετικά λανθασμένη επιλογή της Σικελικής εκστρατείας. Αγνόησαν την προσεκτική στρατηγική του Περικλή και ενεπλάκησαν στη μακρόχρονη και αιματηρή πολιορκία των Συρακουσών, χωρίς κανένα στρατηγικό όφελος. Η Αθήνα μόλις είχε ανακάμψει δύσκολα από τον Λοιμό και συνέχιζε τον πόλεμο. Όμως μια δεύτερη καταστροφή στη Σικελία αποδείχτηκε υπερβολικά βαρύ πλήγμα. Η πόλη δεν μπόρεσε ποτέ να ανακάμψει οικονομικά και δημογραφικά. Ο στόλος που απέμεινε, πολέμησε γενναία και κέρδισε πολλές ναυμαχίες, όμως, την πρώτη φορά που αιφνιδιάστηκε και καταστράφηκε στους Αιγός Ποταμούς ήρθε το τέλος. Η πόλη συνθηκολόγησε και η Αθηναϊκή «αυτοκρατορία» διαλύθηκε.
Ο χάρτης της Ελλάδας συνέχισε ανά τους αιώνες να τροφοδοτεί τον λαό μας, είτε το θέλαμε είτε όχι, με περίσσια ναυτική τεχνογνωσία. Από τους Βυζαντινούς δρόμωνες και το υγρό πυρ, τους μπουρλοτιέρηδες της Επανάστασης, μέχρι το «πλέω μεθ’ ορμής ακαθέκτου» του ναυάρχου Κουντουριώτη από το θωρηκτό Αβέρωφ, οι Έλληνες πάντα απολαμβάναμε ένα πλεονέκτημα στη θάλασσα έναντι των Ασιατών αντιπάλων μας. Από τις πεντηκόντορους της εποχής του Χαλκού που εμπορεύονταν με τους λαούς της Αν. Μεσογείου και της Μαύρης Θάλασσας, μέχρι την σημαντική εξαγωγική βιομηχανία παραγωγής ιστίων του 18ου και 19ου αιώνα, και μέχρι, τελικά, τον μεγαλύτερο εμπορικό στόλο του πλανήτη στους 20ο και 21ο αιώνα (με δεύτερους και καταϊδρωμένους τους Κινέζους), ένα είναι σίγουρο: Το ανάστημα της μικρής Ελλάδας μεγαλώνει όποτε κοιτάζει προς τη θάλασσα.
Μετά τις λαμπρές νίκες επί του Οθωμανικού στόλου στις ναυμαχίες της Έλλης και της Λήμνου (1912-13) ο Ελληνικός στόλος ήταν ο αδιαμφισβήτητος κυρίαρχος του Αιγαίου. Σε εκείνο το χρονικό σημείο θα έπρεπε η χώρα να κοιτάξει πάλι προς τη θάλασσα. Θα μπορούσε να είχε ξεκινήσει μια σειρά σταδιακών επενδύσεων σε επιπλέον ναυτική ισχύ, τεχνογνωσία και σχεδιασμό. Δυστυχώς όμως η Ελλάς, όπως και η αρχαία Αθήνα, δεν διαχειρίστηκε σωστά τη δόξα της. Αντί για το δόγμα Μέγα το της Θαλάσσης Κράτος η Ελλάς εκείνη την εποχή συνεπαρμένη από τις εξελίξεις λογάριαζε ως εθνικό δόγμα τη Μεγάλη Ιδέα. Έτσι, όταν πολύ σύντομα η τύχη ευνόησε τη χώρα μας τόσο ώστε να αποβιβάσουμε στρατεύματα στη Σμύρνη με τις ευλογίες των συμμάχων μας, εμείς αντί να εντάξουμε την ευνοϊκή συγκυρία σε μια γενικότερη στρατηγική γύρω από τη θαλάσσια σφαίρα ισχύος και επιρροής μας, απομακρυνθήκαμε από τη θάλασσα. Θέσαμε στόχους υπεράνω των δυνάμεων και της τεχνογνωσίας μας. Αποξενωθήκαμε από συμμάχους και θυσιάσαμε τον Ελληνισμό της Μικράς Ασίας κυνηγώντας προσωπικές και συλλογικές ματαιοδοξίες. Χάσαμε μια εξαιρετική ευκαιρία να καταστήσουμε το Αιγαίο μια Ελληνική λίμνη και να θέσουμε τις βάσεις για επέκταση σε άλλες θάλασσες. Εν τέλει, το τραγικό αποτέλεσμα της Μικρασιατικής Εκστρατείας έμοιαζε ανατριχιαστικά πολύ με εκείνο της Σικελικής Εκστρατείας για τους Αθηναίους.
Τροφή για σκέψη
Για να κλείσει αυτό το αρκετά μακροσκελές άρθρο, ήρθε η ώρα των συγκρίσεων με τη σημερινή εποχή. Ωστόσο αντί συμπερασμάτων, όπου ο γράφων παίρνει ο ίδιος μια ξεκάθαρη θέση, ακολουθεί μια σειρά από θέματα που πηγάζουν από το παρόν ανάγνωσμα και αποτελούν τροφή για σκέψη και, ελπίζω, για διάλογο μεταξύ των αναγνωστών του άρθρου.
Ι) Το πρώτο κυνήγι μαγισσών
Ούτε ο Μακάρθυ, ούτε καν η Καθολική Εκκλησία δεν είναι οι εμπνευστές του κυνηγιού μαγισσών. Οι αρχαίοι ημών πρόγονοι το εφηύραν και αυτό. Οι Αθηναίοι για να προστατέψουν τη νεογέννητη δημοκρατία τους από τον κίνδυνο της τυραννίδας θεσμοθέτησαν τον εξοστρακισμό. Όποιος πολίτης συγκέντρωνε υπερβολική ισχύ και δημοφιλία ήταν δυνητικά ένας τύραννος. Οποιοσδήποτε δημαγωγός μπορούσε να τον κατηγορήσει στην Εκκλησία του Δήμου και να σπείρει το φόβο στους συμπολίτες του, οι οποίοι στη συνέχεια ψήφιζαν για να τον εξορίσουν από την πόλη. Όπως ήταν φυσικό, τον θεσμό του εξοστρακισμού καταχράστηκαν πολλοί για μικροπολιτικά συμφέροντα. Ήρωες της πόλης όπως ο Κίμων, ο Αριστείδης, ακόμα και ο Θεμιστοκλής, εξοστρακίστηκαν. Ο Θεμιστοκλής μάλιστα έζησε τα τελευταία του χρόνια στην αυλή του Πέρση βασιλιά, προδομένος από την πόλη που έσωσε και φιλοξενούμενος από τον πρώην εχθρό του.
ΙΙ) Συμμαχία ή Μαφία;
Η Μαφία είναι ένας οργανισμός που σου ζητάει χρήματα για προστασία. Προστασία από ποιον; Μα από την ίδια τη Μαφία φυσικά! Η ευρέως αποδεκτή πεποίθηση πως η Μαφία επινοήθηκε στην Ιταλία είναι και αυτή λάθος. Μετά την κατανίκηση του υπόλοιπου Περσικού στόλου στη ναυμαχία της Μυκάλης (479 π.Χ.) η κυρίαρχος του Αιγαίου Αθήνα ίδρυσε τη Συμμαχία της Δήλου. Οι συμμαχικές πόλεις (κυρίως νησιωτικές) συνεισέφεραν στον κοινό αγώνα έναντι του εχθρού του γένους εξ ανατολών είτε με πλοία, είτε με χρήματα, είτε και με τα δύο. Το ταμείο της συμμαχίας εγκαταστάθηκε στο νησί της Δήλου. Αργότερα η Αθήνα μετέφερε το θησαυροφυλάκιο στην Ακρόπολη. Ο Περσικός κίνδυνος είχε εκλείψει, οι αμοιβές για προστασία όμως παρέμεναν. Τελικά, η Αθήνα απαίτησε από τους συμμάχους της να την συνδράμουν στον πόλεμο κατά της Σπάρτης. Όποια πόλη δεν συμμορφώθηκε, όπως π.χ. η Μήλος, δέχτηκε επίσκεψη και ισοπεδώθηκε από τις Αθηναϊκές τριήρεις τις οποίες το ίδιο το θύμα είχε εν μέρει χρηματοδοτήσει για να το προστατεύσουν!
ΙΙΙ) Το σύγχρονο Ελληνικό δόγμα αποτροπής
Το μεταπολεμικό δόγμα για την άμυνα της χώρας έχει συρρικνωθεί μόνο στην έννοια της αποτροπής. Μετά την κατάρρευση του Ανατολικού Μπλοκ μάλιστα, το δόγμα συρρικνώθηκε ακόμα περισσότερο, στην αποτροπή αποκλειστικά της Τουρκίας. Ακόμα χειρότερα, ασχολείται σπασμωδικά με το πώς θα εξοπλιστούν ή/και θα αναδιοργανωθούν οι ένοπλες δυνάμεις της χώρας μας για να αποκρούσουν μια ένοπλη απόπειρα της γείτονος. Δυστυχώς πουθενά στον ορίζοντα δεν υπάρχει κάτι αντίστοιχο του ναυπηγικού προγράμματος του Θεμιστοκλή. Ένας προγραμματισμός δηλαδή που θα ενισχύσει την Εθνική Ασφάλεια ενισχύοντας την οικονομία, την ανταγωνιστικότητα της εγχώριας βιομηχανίας και εν τέλει τις ένοπλες δυνάμεις με εθνικά προϊόντα που θα έχουν σχεδιαστεί εξ αρχής για τις ανάγκες τους – όχι για τις ανάγκες κάποιου άλλου ναυτικού με άλλο δόγμα! Ακόμα χειρότερα, τέτοιο σχεδιασμό υλοποιεί εδώ και χρόνια ο αντίπαλος. Μπορεί ο Ρετζέπ Ταγιπ Ερντογάν να μην είναι «Θεμιστοκλής» και σίγουρα δεν θα προταθεί ποτέ για το Νόμπελ Οικονομίας. Ωστόσο, θα παραδώσει στον διάδοχό του ένα πολύ ισχυρότερο ναυτικό από αυτό που παρέλαβε και μια ανταγωνιστική εγχώρια αμυντική βιομηχανία. Ίσως οι Τούρκοι έχουν μελετήσει περισσότερο την Ελληνική ιστορία από εμάς.
ΙV) Δύο χάρτες – ένα δόγμα;
Ο πόλεμος στο Αιγαίο παρουσιάζει προκλήσεις, καθώς τα Τουρκικά παράλια βρίσκονται πολύ κοντύτερα στα νησιά μας απ’ ότι η Ελληνική ενδοχώρα. Ταυτόχρονα όμως παρουσιάζει και πλεονεκτήματα για τον αμυνόμενο. Τα νησιά μας είναι «αβύθιστα αεροπλανοφόρα» (κλισέ αλλά αληθινό) με θέσεις για συστοιχίες αντιαεροπορικών και αντιπλοϊκών πυραύλων, πυροβολικού κ.λπ. (γι’αυτό άλλωστε οι Τούρκοι επιμένουν να τα αποστρατιωτικοποιήσουμε). Τα ανάγλυφο του βυθού του Αιγαίου παρουσιάζει ευκαιρίες για απόκρυψη υποβρυχίων σε θέσεις που τυφλώνουν τα αντίπαλα σόναρ. Οι νησίδες και οι όρμοι κρύβουν ολόκληρες πυραυλακάτους από τον εχθρό. Αυτός ο χάρτης λοιπόν προσανατολίζει το ΠΝ σε επιχειρήσεις πολλών αυτόνομων μονάδων πολλαπλών ρόλων και όχι σε στολίσκους με πλοία εξειδικευμένων ρόλων που θα αλληλοκαλύπτονται. Όμως η Ανατολική Μεσόγειος και η προστασία του Καστελόριζου και της Κύπρου αλλάζουν τα δεδομένα. Εκεί ο στόλος θα πρέπει να προβάλλει ισχύ για μεγάλο χρονικό διάστημα και να επιβιώσει σε ένα τελείως διαφορετικό περιβάλλον χωρίς φυσική κάλυψη στην επιφάνεια ή το βυθό και με ελάχιστη αεροπορική κάλυψη λόγω απόστασης. Το μεγάλο μέγεθος, η αυτονομία, ο εξοπλισμός και ο φόρτος όπλων των μονάδων του ΠΝ θα είναι κομβικής σημασίας εκεί. Πώς γίνεται το ίδιο πλοίο που θα είναι κατάλληλο για το Αιγαίο να είναι κατάλληλο και για την Ανατολική Μεσόγειο;
V) Δόγμα Ενιαίου Αμυντικού Χώρου – στα χαρτιά μόνο;
Η προστασία του Κυπριακού Ελληνισμού είναι Εθνική υπόθεση. Από ένα δόγμα, ωστόσο, πρέπει να προκύπτουν οι στρατηγικές, τα όπλα και εν τέλει οι τακτικές που θα εφαρμοστούν στη μάχη. Με εξαίρεση την πρόσφατη συζήτηση για τα Ticonderoga, κανένα άλλο εξοπλιστικό πρόγραμμα ή αμυντικός σχεδιασμός που έχουν συζητηθεί κατά τα μεταπολιτευτικά χρόνια δεν βοηθά ουσιαστικά τις ένοπλες δυνάμεις μας να ανταπεξέλθουν με αξιώσεις στις προκλήσεις της γεωγραφικής θέσης της Κύπρου. Από πλευράς διπλωματίας επίσης, ο λεγόμενος άξονας Ελλάδας-Κύπρου-Ισραήλ είναι μια κίνηση στη σωστή κατεύθυνση. Έχει όμως πολύ δρόμο ακόμα μέχρι να μετουσιωθεί σε πρακτική βελτίωση της θέσης των στελεχών των ενόπλων δυνάμεών μας που θα κληθούν να υπερασπιστούν τη μακρινή Κύπρο.
VI) Και τελικά το ερώτημα των 100 ταλάντων
Αν αύριο μας έπεφτε από τον ουρανό ένας θησαυρός αντίστοιχης αξίας με τα 100 τάλαντα του Λαυρίου, δηλαδή μερικών δεκάδων δισεκατομμυρίων ευρώ. Τί θα κάναμε για την Εθνική Ασφάλεια;
Αυτά συνέβαιναν στην απεραντοσύνη των ωκεανών. Τί γίνεται όμως με τον χάρτη της χώρας μας;
Δόγματα και όπλα στον χάρτη της Ελλάδας
Ο Θουκυδίδης μας λέει πως ο Περικλής χρησιμοποίησε την έκφραση «Μέγα (γαρ) το της θαλάσσης κράτος». Ο οξυδερκής πολιτικός ουσιαστικά διατύπωσε εύστοχα σε μια φράση, που για τα μέτρα της εποχής ισοδυναμούσε με δόγμα, τη στρατηγική σύλληψη του Θεμιστοκλή λίγες δεκαετίες νωρίτερα. Ο Περικλής, μάλιστα, δεν έμεινε στη θεωρία αλλά συνέταξε συγκεκριμένη στρατηγική για να αντιμετωπίσει τον εχθρό της πόλης, τη Σπάρτη, η οποία ήταν η αναμφισβήτητη κυρίαρχη στρατιωτικά στην Ελλάδα. Σύμφωνα με τη στρατηγική του Περικλή, η Αθήνα θα κυριαρχούσε στη θάλασσα και θα οχυρωνόταν πίσω από τα Μακρά Τείχη της, με εξασφαλισμένο τον ανεφοδιασμό της μέσω του Πειραιά. Για αυτό το σκοπό ο στόλος θα αποτελείτο πλέον από 300 τριήρεις, άφρακτες (χωρίς κατάστρωμα ώστε να είναι ελαφρύτερες και ταχύτερες), με μικρότερα αγήματα πεζοναυτών (10-14 όταν οι υπόλοιποι φόρτωναν έως και 40) και με τα καλύτερα εκπαιδευμένα πληρώματα της Ελλάδας τα οποία μπορούσαν να εκτελέσουν περίπλοκους ελιγμούς και τακτικές όπως ο Περίπλους, ο Διάπλους και ο αμυντικός Κύκλος, ώστε να επικρατούν κυρίως μέσω εμβολισμών και όχι με οπλιτομαχίες. Η τριήρης δεν ήταν ένα αξιόπλοο σκαρί στην κακοκαιρία. Με βύθισμα μόλις 1μ. ήταν κατασκευασμένη για ταχύτητα και ευελιξία, όχι για ανοικτές θάλασσες. Επίσης, δεν υπήρχε καθόλου χώρος για προμήθειες. Κάθε βράδυ τα πληρώματα έβγαιναν στην ξηρά προς αναζήτηση νερού, τροφής, ξύλων για μαγείρεμα. Όμως το Αιγαίο είναι μια θάλασσα στην οποία όπου και να βρίσκεσαι έχεις οπτική επαφή με την ξηρά (με εξαίρεση κάποια σημεία στο Καρπάθειο). Συνεπώς η τριήρης, το υπερόπλο αυτό της αρχαιότητας, ήταν ξεκάθαρα σχεδιασμένο για επιχειρήσεις στον συγκεκριμένο χάρτη.
Στην ξηρά οι Αθηναίοι έδωσαν περισσότερη προσοχή στη δημιουργία ιππικού και φρουρίων διασπαρμένων στην Αττική (όπως αυτό της Οινόης) από τα οποία θα εφορμούσαν για να παρενοχλούν τους εισβολείς Πελοποννησίους όταν αυτοί θα γύρευαν προμήθειες στην ύπαιθρο. Ταυτόχρονα, ο Αθηναϊκός στόλος εκτελούσε καταδρομικές επιδρομές στα αφύλακτα παράλια της Πελοποννήσου και αποχωρούσε πριν προλάβουν να στείλουν στράτευμα οι Σπαρτιάτες. Δηλαδή τόσο οι ναυτικές όσο και οι χερσαίες δυνάμεις της Αθήνας μπορούσαν να εμφανίζονται και να κτυπούν αστραπιαία, εκεί που ο εχθρός δεν το περίμενε.
Συνολικά η στρατηγική του Περικλή ήταν εξαιρετική, προσαρμοσμένη απόλυτα στον χάρτη και την Αθηναϊκή ναυτοσύνη, πατέρας της οποίας ήταν ο Θεμιστοκλής. Επένδυσε ακόμα περισσότερο σε αυτό που ήδη ήξερε να κάνει καλά η Αθήνα – τη θάλασσα. Κεφαλαιοποίησε στο μέγιστο την τεχνογνωσία σε τριήρεις ενώ ταυτόχρονα ακύρωνε παντελώς την τεχνογνωσία του αντιπάλου στις οπλιτικές μάχες εκ παρατάξεως.
Παρόλα αυτά η Αθήνα τελικά νικήθηκε στον Πελοποννησιακό Πόλεμο. Για λόγους που δεν μπορούσαν να έχουν προβλεφθεί από τον κατά τα άλλα ιδιοφυή Περικλή. Η επιστήμη της εποχής δεν γνώριζε την έννοια των μικροβίων και των λοιμωδών ασθενειών, συνεπώς κανείς δε θα μπορούσε να είχε προβλέψει πως αν στριμώξεις 200.000 ψυχές πίσω από τα Μακρά Τείχη, αργά ή γρήγορα θα τους θερίσει κάποια επιδημία. Έτσι και έγινε. Ο Μεγάλος Λοιμός αποδεκάτισε την πόλη και στοίχισε τη ζωή ακόμα και του ίδιου του Περικλή, του ηγέτη της πόλης και θεμελιωτή του δόγματος Μέγα το της Θαλάσσης Κράτος. Το κενό εξουσίας, η κατάσταση σοκ στην οποία βρίσκονταν οι Αθηναίοι, αλλά και η έπαρσή τους σχετικά με την παντοδύναμη θαλασσοκρατορία τους, οδήγησαν στην εξαιρετικά λανθασμένη επιλογή της Σικελικής εκστρατείας. Αγνόησαν την προσεκτική στρατηγική του Περικλή και ενεπλάκησαν στη μακρόχρονη και αιματηρή πολιορκία των Συρακουσών, χωρίς κανένα στρατηγικό όφελος. Η Αθήνα μόλις είχε ανακάμψει δύσκολα από τον Λοιμό και συνέχιζε τον πόλεμο. Όμως μια δεύτερη καταστροφή στη Σικελία αποδείχτηκε υπερβολικά βαρύ πλήγμα. Η πόλη δεν μπόρεσε ποτέ να ανακάμψει οικονομικά και δημογραφικά. Ο στόλος που απέμεινε, πολέμησε γενναία και κέρδισε πολλές ναυμαχίες, όμως, την πρώτη φορά που αιφνιδιάστηκε και καταστράφηκε στους Αιγός Ποταμούς ήρθε το τέλος. Η πόλη συνθηκολόγησε και η Αθηναϊκή «αυτοκρατορία» διαλύθηκε.
Ο χάρτης της Ελλάδας συνέχισε ανά τους αιώνες να τροφοδοτεί τον λαό μας, είτε το θέλαμε είτε όχι, με περίσσια ναυτική τεχνογνωσία. Από τους Βυζαντινούς δρόμωνες και το υγρό πυρ, τους μπουρλοτιέρηδες της Επανάστασης, μέχρι το «πλέω μεθ’ ορμής ακαθέκτου» του ναυάρχου Κουντουριώτη από το θωρηκτό Αβέρωφ, οι Έλληνες πάντα απολαμβάναμε ένα πλεονέκτημα στη θάλασσα έναντι των Ασιατών αντιπάλων μας. Από τις πεντηκόντορους της εποχής του Χαλκού που εμπορεύονταν με τους λαούς της Αν. Μεσογείου και της Μαύρης Θάλασσας, μέχρι την σημαντική εξαγωγική βιομηχανία παραγωγής ιστίων του 18ου και 19ου αιώνα, και μέχρι, τελικά, τον μεγαλύτερο εμπορικό στόλο του πλανήτη στους 20ο και 21ο αιώνα (με δεύτερους και καταϊδρωμένους τους Κινέζους), ένα είναι σίγουρο: Το ανάστημα της μικρής Ελλάδας μεγαλώνει όποτε κοιτάζει προς τη θάλασσα.
Μετά τις λαμπρές νίκες επί του Οθωμανικού στόλου στις ναυμαχίες της Έλλης και της Λήμνου (1912-13) ο Ελληνικός στόλος ήταν ο αδιαμφισβήτητος κυρίαρχος του Αιγαίου. Σε εκείνο το χρονικό σημείο θα έπρεπε η χώρα να κοιτάξει πάλι προς τη θάλασσα. Θα μπορούσε να είχε ξεκινήσει μια σειρά σταδιακών επενδύσεων σε επιπλέον ναυτική ισχύ, τεχνογνωσία και σχεδιασμό. Δυστυχώς όμως η Ελλάς, όπως και η αρχαία Αθήνα, δεν διαχειρίστηκε σωστά τη δόξα της. Αντί για το δόγμα Μέγα το της Θαλάσσης Κράτος η Ελλάς εκείνη την εποχή συνεπαρμένη από τις εξελίξεις λογάριαζε ως εθνικό δόγμα τη Μεγάλη Ιδέα. Έτσι, όταν πολύ σύντομα η τύχη ευνόησε τη χώρα μας τόσο ώστε να αποβιβάσουμε στρατεύματα στη Σμύρνη με τις ευλογίες των συμμάχων μας, εμείς αντί να εντάξουμε την ευνοϊκή συγκυρία σε μια γενικότερη στρατηγική γύρω από τη θαλάσσια σφαίρα ισχύος και επιρροής μας, απομακρυνθήκαμε από τη θάλασσα. Θέσαμε στόχους υπεράνω των δυνάμεων και της τεχνογνωσίας μας. Αποξενωθήκαμε από συμμάχους και θυσιάσαμε τον Ελληνισμό της Μικράς Ασίας κυνηγώντας προσωπικές και συλλογικές ματαιοδοξίες. Χάσαμε μια εξαιρετική ευκαιρία να καταστήσουμε το Αιγαίο μια Ελληνική λίμνη και να θέσουμε τις βάσεις για επέκταση σε άλλες θάλασσες. Εν τέλει, το τραγικό αποτέλεσμα της Μικρασιατικής Εκστρατείας έμοιαζε ανατριχιαστικά πολύ με εκείνο της Σικελικής Εκστρατείας για τους Αθηναίους.
Τροφή για σκέψη
Για να κλείσει αυτό το αρκετά μακροσκελές άρθρο, ήρθε η ώρα των συγκρίσεων με τη σημερινή εποχή. Ωστόσο αντί συμπερασμάτων, όπου ο γράφων παίρνει ο ίδιος μια ξεκάθαρη θέση, ακολουθεί μια σειρά από θέματα που πηγάζουν από το παρόν ανάγνωσμα και αποτελούν τροφή για σκέψη και, ελπίζω, για διάλογο μεταξύ των αναγνωστών του άρθρου.
Ι) Το πρώτο κυνήγι μαγισσών
Ούτε ο Μακάρθυ, ούτε καν η Καθολική Εκκλησία δεν είναι οι εμπνευστές του κυνηγιού μαγισσών. Οι αρχαίοι ημών πρόγονοι το εφηύραν και αυτό. Οι Αθηναίοι για να προστατέψουν τη νεογέννητη δημοκρατία τους από τον κίνδυνο της τυραννίδας θεσμοθέτησαν τον εξοστρακισμό. Όποιος πολίτης συγκέντρωνε υπερβολική ισχύ και δημοφιλία ήταν δυνητικά ένας τύραννος. Οποιοσδήποτε δημαγωγός μπορούσε να τον κατηγορήσει στην Εκκλησία του Δήμου και να σπείρει το φόβο στους συμπολίτες του, οι οποίοι στη συνέχεια ψήφιζαν για να τον εξορίσουν από την πόλη. Όπως ήταν φυσικό, τον θεσμό του εξοστρακισμού καταχράστηκαν πολλοί για μικροπολιτικά συμφέροντα. Ήρωες της πόλης όπως ο Κίμων, ο Αριστείδης, ακόμα και ο Θεμιστοκλής, εξοστρακίστηκαν. Ο Θεμιστοκλής μάλιστα έζησε τα τελευταία του χρόνια στην αυλή του Πέρση βασιλιά, προδομένος από την πόλη που έσωσε και φιλοξενούμενος από τον πρώην εχθρό του.
ΙΙ) Συμμαχία ή Μαφία;
Η Μαφία είναι ένας οργανισμός που σου ζητάει χρήματα για προστασία. Προστασία από ποιον; Μα από την ίδια τη Μαφία φυσικά! Η ευρέως αποδεκτή πεποίθηση πως η Μαφία επινοήθηκε στην Ιταλία είναι και αυτή λάθος. Μετά την κατανίκηση του υπόλοιπου Περσικού στόλου στη ναυμαχία της Μυκάλης (479 π.Χ.) η κυρίαρχος του Αιγαίου Αθήνα ίδρυσε τη Συμμαχία της Δήλου. Οι συμμαχικές πόλεις (κυρίως νησιωτικές) συνεισέφεραν στον κοινό αγώνα έναντι του εχθρού του γένους εξ ανατολών είτε με πλοία, είτε με χρήματα, είτε και με τα δύο. Το ταμείο της συμμαχίας εγκαταστάθηκε στο νησί της Δήλου. Αργότερα η Αθήνα μετέφερε το θησαυροφυλάκιο στην Ακρόπολη. Ο Περσικός κίνδυνος είχε εκλείψει, οι αμοιβές για προστασία όμως παρέμεναν. Τελικά, η Αθήνα απαίτησε από τους συμμάχους της να την συνδράμουν στον πόλεμο κατά της Σπάρτης. Όποια πόλη δεν συμμορφώθηκε, όπως π.χ. η Μήλος, δέχτηκε επίσκεψη και ισοπεδώθηκε από τις Αθηναϊκές τριήρεις τις οποίες το ίδιο το θύμα είχε εν μέρει χρηματοδοτήσει για να το προστατεύσουν!
ΙΙΙ) Το σύγχρονο Ελληνικό δόγμα αποτροπής
Το μεταπολεμικό δόγμα για την άμυνα της χώρας έχει συρρικνωθεί μόνο στην έννοια της αποτροπής. Μετά την κατάρρευση του Ανατολικού Μπλοκ μάλιστα, το δόγμα συρρικνώθηκε ακόμα περισσότερο, στην αποτροπή αποκλειστικά της Τουρκίας. Ακόμα χειρότερα, ασχολείται σπασμωδικά με το πώς θα εξοπλιστούν ή/και θα αναδιοργανωθούν οι ένοπλες δυνάμεις της χώρας μας για να αποκρούσουν μια ένοπλη απόπειρα της γείτονος. Δυστυχώς πουθενά στον ορίζοντα δεν υπάρχει κάτι αντίστοιχο του ναυπηγικού προγράμματος του Θεμιστοκλή. Ένας προγραμματισμός δηλαδή που θα ενισχύσει την Εθνική Ασφάλεια ενισχύοντας την οικονομία, την ανταγωνιστικότητα της εγχώριας βιομηχανίας και εν τέλει τις ένοπλες δυνάμεις με εθνικά προϊόντα που θα έχουν σχεδιαστεί εξ αρχής για τις ανάγκες τους – όχι για τις ανάγκες κάποιου άλλου ναυτικού με άλλο δόγμα! Ακόμα χειρότερα, τέτοιο σχεδιασμό υλοποιεί εδώ και χρόνια ο αντίπαλος. Μπορεί ο Ρετζέπ Ταγιπ Ερντογάν να μην είναι «Θεμιστοκλής» και σίγουρα δεν θα προταθεί ποτέ για το Νόμπελ Οικονομίας. Ωστόσο, θα παραδώσει στον διάδοχό του ένα πολύ ισχυρότερο ναυτικό από αυτό που παρέλαβε και μια ανταγωνιστική εγχώρια αμυντική βιομηχανία. Ίσως οι Τούρκοι έχουν μελετήσει περισσότερο την Ελληνική ιστορία από εμάς.
ΙV) Δύο χάρτες – ένα δόγμα;
Ο πόλεμος στο Αιγαίο παρουσιάζει προκλήσεις, καθώς τα Τουρκικά παράλια βρίσκονται πολύ κοντύτερα στα νησιά μας απ’ ότι η Ελληνική ενδοχώρα. Ταυτόχρονα όμως παρουσιάζει και πλεονεκτήματα για τον αμυνόμενο. Τα νησιά μας είναι «αβύθιστα αεροπλανοφόρα» (κλισέ αλλά αληθινό) με θέσεις για συστοιχίες αντιαεροπορικών και αντιπλοϊκών πυραύλων, πυροβολικού κ.λπ. (γι’αυτό άλλωστε οι Τούρκοι επιμένουν να τα αποστρατιωτικοποιήσουμε). Τα ανάγλυφο του βυθού του Αιγαίου παρουσιάζει ευκαιρίες για απόκρυψη υποβρυχίων σε θέσεις που τυφλώνουν τα αντίπαλα σόναρ. Οι νησίδες και οι όρμοι κρύβουν ολόκληρες πυραυλακάτους από τον εχθρό. Αυτός ο χάρτης λοιπόν προσανατολίζει το ΠΝ σε επιχειρήσεις πολλών αυτόνομων μονάδων πολλαπλών ρόλων και όχι σε στολίσκους με πλοία εξειδικευμένων ρόλων που θα αλληλοκαλύπτονται. Όμως η Ανατολική Μεσόγειος και η προστασία του Καστελόριζου και της Κύπρου αλλάζουν τα δεδομένα. Εκεί ο στόλος θα πρέπει να προβάλλει ισχύ για μεγάλο χρονικό διάστημα και να επιβιώσει σε ένα τελείως διαφορετικό περιβάλλον χωρίς φυσική κάλυψη στην επιφάνεια ή το βυθό και με ελάχιστη αεροπορική κάλυψη λόγω απόστασης. Το μεγάλο μέγεθος, η αυτονομία, ο εξοπλισμός και ο φόρτος όπλων των μονάδων του ΠΝ θα είναι κομβικής σημασίας εκεί. Πώς γίνεται το ίδιο πλοίο που θα είναι κατάλληλο για το Αιγαίο να είναι κατάλληλο και για την Ανατολική Μεσόγειο;
V) Δόγμα Ενιαίου Αμυντικού Χώρου – στα χαρτιά μόνο;
Η προστασία του Κυπριακού Ελληνισμού είναι Εθνική υπόθεση. Από ένα δόγμα, ωστόσο, πρέπει να προκύπτουν οι στρατηγικές, τα όπλα και εν τέλει οι τακτικές που θα εφαρμοστούν στη μάχη. Με εξαίρεση την πρόσφατη συζήτηση για τα Ticonderoga, κανένα άλλο εξοπλιστικό πρόγραμμα ή αμυντικός σχεδιασμός που έχουν συζητηθεί κατά τα μεταπολιτευτικά χρόνια δεν βοηθά ουσιαστικά τις ένοπλες δυνάμεις μας να ανταπεξέλθουν με αξιώσεις στις προκλήσεις της γεωγραφικής θέσης της Κύπρου. Από πλευράς διπλωματίας επίσης, ο λεγόμενος άξονας Ελλάδας-Κύπρου-Ισραήλ είναι μια κίνηση στη σωστή κατεύθυνση. Έχει όμως πολύ δρόμο ακόμα μέχρι να μετουσιωθεί σε πρακτική βελτίωση της θέσης των στελεχών των ενόπλων δυνάμεών μας που θα κληθούν να υπερασπιστούν τη μακρινή Κύπρο.
VI) Και τελικά το ερώτημα των 100 ταλάντων
Αν αύριο μας έπεφτε από τον ουρανό ένας θησαυρός αντίστοιχης αξίας με τα 100 τάλαντα του Λαυρίου, δηλαδή μερικών δεκάδων δισεκατομμυρίων ευρώ. Τί θα κάναμε για την Εθνική Ασφάλεια;
Δημοσίευση σχολίου