Τσιλιόπουλος Ευθύμιος
«Οι δρόμοι που τραβάμε… στο πουθενά μας πάνε» λέει ένα λαϊκό τραγούδι, το οποίο όμως μπορεί άριστα να περιγράψει την κατάσταση σήμερα στη Λιβύη. Ειδικά, μετά τις θυελλώδεις και άκαρπες συνομιλίες των Λίβυων εκπροσώπων, υπό την αιγίδα του ΟΗΕ, για τη χάραξη πορείας προς τις εκλογές που έχουν προγραμματιστεί για τον Δεκέμβριο. Η αποτυχία των συνομιλιών στο να επιφέρουν έναν συμβιβασμό θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο τον οδικό χάρτη που είχε δημιουργήσει ελπίδες για τον τερματισμό μιας δεκαετίας χάους.
Συνολικά 75 αντιπρόσωποι εξέφρασαν τις θέσεις τους σε συναντήσεις στη Γενεύη την περασμένη εβδομάδα. Αν και οι συνομιλίες παρατάθηκαν κατά μία ημέρα δεν προέκυψε συμφωνία όχι μόνον για τον χρόνο διεξαγωγής των εκλογών, αλλά και για τους όρους. Σημειώνεται ότι στο πλαίσιο της κατάπαυσης του πυρός που συμφωνήθηκε τον Οκτώβριο 2020, συγκροτήθηκε τον περασμένο Μάρτιο προσωρινή κυβέρνηση για να προετοιμάσει τις προεδρικές και κοινοβουλευτικές εκλογές της 14ης Δεκεμβρίου. Τα μέλη του Φόρουμ Πολιτικού Διαλόγου (LPDF) δεν κατάφεραν ωστόσο να συμφωνήσουν για τη συνταγματική βάση των εκλογών.
Η αποστολή του ΟΗΕ για τη Λιβύη προειδοποίησε ότι «προτάσεις που δεν καθιστούν εφικτές τις εκλογές» στην συμφωνημένη ημερομηνία θα απορριφθούν. Αυτό όμως είναι ευχολόγιο. Αν και οι διαφορές που προέκυψαν ήταν αναμενόμενες είναι προφανές ότι πίσω από τις αντικρουόμενες απόψεις υπάρχει επιρροή ξένων δυνάμεων. Ο καθηγητής Khaled al-Montasser προσδιόρισε τρεις τάσεις: «Μια πρώτη ομάδα ζήτησε να αναβληθούν οι εκλογές για το επόμενο έτος, μια δεύτερη επιθυμεί μόνο τις κοινοβουλευτικές εκλογές και μια τρίτη παραμένει δεσμευμένη στον οδικό χάρτη», ο οποίος προβλέπει τόσο βουλευτικές όσο και προεδρικές εκλογές.
Σημειώνεται ότι τα μέλη του Πολιτικού Φόρουμ έπρεπε να είχαν συμφωνήσει μέχρι την 1η Ιουλίου, ώστε το Κοινοβούλιο να εγκρίνει τον εκλογικό νόμο. Αν και αρχικά υπήρχε συναίνεση, ορισμένα μέλη υπέβαλαν νέες προτάσεις, προσπαθώντας να αποφύγουν τη δέσμευση για διεξαγωγή εκλογών. Ο καθηγητής Νομικής Jalal al-Fitouri είπε ξεκάθαρα ότι «ξένα κράτη ασκούν πίεση σε όσους τα εκπροσώπησαν στο Φόρου Πολιτικού Διαλόγου στη Γενεύη». Όπως συμπλήρωσε ο καθηγητής Khaled al-Montasser αυτό γίνεται γιατί θέλουν «να διασφαλίσουν ότι οι “δικοί τους” άνθρωποι θα είναι στην εξουσία για να εκπροσωπήσουν τα συμφέροντά τους στην κερδοφόρα μεταπολεμική ανοικοδόμηση της Λιβύης».
Παραμένουν μισθοφόροι στη Λιβύη
Οι διαφωνίες τρενάρουν όμως και την προϋπόθεση που είναι η απόσυρση όλων των ξένων δυνάμεων. Ο ΟΗΕ εκτιμά ότι 20.000 ξένοι μαχητές (και μισθοφόροι) παραμένουν στη Λιβύη. Η Τουρκία αρνείται πεισματικά να αποσύρει τον στρατό της, επικαλούμενη τη συμφωνία Ερντογάν-Σάρατζ, αλλά δεν κάνει καμία αναφορά στους χιλιάδες τζιχαντιστές που έστειλε από τη Συρία. Η Άγκυρα έχει, άλλωστε, υψηλές πολιτικές και οικονομικές φιλοδοξίες για την πλούσια σε πετρέλαιο Λιβύη. Τους δικούς της μισθοφόρους της Wagner διατηρεί και η Ρωσία, ενώ αρκετούς μαχητές, κυρίως από χώρες της Αφρικής, έχει στη διάθεσή του και ο Χαφτάρ.
Ποιοι κερδίζουν όμως από την προδιαγεγραμμένη αποτυχία του Φόρουμ; Εκείνοι που επιθυμούν την αναβολή των εκλογών, αλλά και όσοι εργάζονται για την παράταση της θητείας της κυβέρνησης Ντμπεϊμπά. Πίσω από αυτή βρίσκονται οι ισλαμιστές που εκπροσωπούνται από πολέμαρχους και διεφθαρμένους πολιτικούς. Την ίδια ώρα, ηττημένη είναι η διεθνής κοινότητα, καθώς οι δηλώσεις της Διάσκεψης του Βερολίνου I και II, τα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας πήγαν στράφι.
Το γεγονός ότι ο ειδικός απεσταλμένος των ΗΠΑ στη Λιβύη, πρέσβης Ρίτσαρντ Νόρλαντ, επαναλαμβάνει τους ισχυρισμούς ορισμένων Λίβυων πολιτικών υπέρ των εκλογών προκαλεί τουλάχιστον αμηχανία. Λες και η Ουάσιγκτον ικανοποιείται από αυτά που ακούει σε επίσημες συναντήσεις και δεν διαθέτει τα εργαλεία για να δει τις πραγματικές προθέσεις πίσω από δηλώσεις.
Εξ αρχής λιβυκά ΜΜΕ υποστήριξαν ότι το Φόρουμ δεν θα κατέληγε σε συμφωνία, επειδή υπάρχουν κόμματα, τα οποία γνωρίζει πολύ καλά ο Νόρλαντ, που δεν θέλουν εκλογές τον Δεκέμβριο, ούτε την επίτευξη συμφιλίωσης και το τέλος της κρίσης. Τα λόγια του Νόρλαντ επιβεβαιώνουν ότι η Ουάσιγκτον ασχολείται με τα προσχήματα. Οι αποφάσεις των Λίβυων δεν λαμβάνονται σε επίσημες συναντήσεις, αλλά σε ιδιωτικές συζητήσεις και οι πολιτικές εξελίξεις δεν διαμορφώνονται από κόμματα με δημόσιες αναφορές και δεσμεύσεις.
Η πολιτική δυναμική στη Λιβύη καθορίζεται από αλληλένδετους περιφερειακούς, φυλετικούς και χρηματοοικονομικούς παράγοντες. Σήμερα, ιδίως στα δυτικά της χώρας, καθορίζονται από διαπραγματεύσεις μεταξύ διεφθαρμένων πολιτικών, οικονομικών παραγόντων, πολέμαρχων και ηγετών του πολιτικού Ισλάμ. Οι περισσότεροι μάλιστα από αυτούς, αν όχι όλοι, έχουν επηρεαστεί από την ομπρέλα της τουρκικής στρατιωτικής παρουσίας. Πολλοί Λίβυοι πιστεύουν ότι οι Τούρκοι δεν θα βρίσκονται στη χώρα τους εάν δεν υπήρχε πράσινο φως από τις ΗΠΑ.
Η Μουσουλμανική Αδελφότητα
Όταν η σχεδιάστρια του οδικού χάρτη, Στέφανι Ουίλιαμς, ανακοίνωσε τη λίστα αυτών που επέλεξε για να συμμετάσχουν στο Φόρουμ Πολιτικού Διαλόγου, ήταν σαφές ότι φύτευε τους σπόρους της καταστροφής για το έργο που της είχε ανατεθεί. Κι αυτό γιατί εκχώρησε 45 από τις 75 έδρες στη Μουσουλμανική Αδελφότητα και σε φατρίες που βρίσκονται κοντά σε αυτήν. Με απλά λόγια, έδωσε την πλειοψηφία του Φόρουμ σε άτομα που επωφελούνται από την κρίση και σε αυταρχικές προσωπικότητες που θεωρούν τον εαυτό τους υπεράνω της λαϊκής βούλησης. Λίβυοι αναλυτές θεωρούν, μάλιστα, ότι υπήρχε πρόθεση με σκοπό τη νίκη μιας ομάδας επί ολόκληρης της λιβυκής κοινωνίας.
Όταν έγινε λόγος για οικονομική διαφθορά και χορήγηση τεράστιων ποσών, ώστε να επηρεαστούν οι άνθρωποι στο Φόρουμ στη σύνοδο της Τύνιδας, ο ΟΗΕ είπε ότι θα διεξαχθεί έρευνα, της οποίας τα ευρήματα όμως “θάφτηκαν”, αν και κάποια διέρρευσαν τον περασμένο Ιανουάριο. Η Αποστολή του ΟΗΕ υποτίθεται ότι δεν επιθυμούσε να επηρεάσει το αποτέλεσμα των εκλογών στη σύνοδο της Γενεύης (Φεβρουάριος), ούτε την ψήφο στον Ντμπεϊμπά για να σχηματίσει κυβέρνηση (Μάρτιος).
Οι του ΟΗΕ δεν ήταν εξοικειωμένοι με τις τοπικές ραδιουργίες. Την περασμένη εβδομάδα, οι φατρίες που απορρίπτουν τις εκλογές ουσιαστικά τινάζουν στον αέρα την προσπάθεια για ειρηνική λύση. Έτσι, αυτό που φυτεύτηκε από την Ουίλιαμς θερίστηκε από το νέο απεσταλμένο του ΟΗΕ Jan Kubis. Η εξέλιξη ήταν προδιαγραμμένη, καθώς η Μουσουλμανική Αδελφότητα δεν ήθελε εκλογές, τις οποίες γνώριζε εκ των προτέρων ότι δεν μπορούσε να κερδίσει. Στο παρελθόν, άλλωστε, είχε αρνηθεί να αποδεχθεί τα αποτελέσματα των εκλογών του 2014 και η διεθνής κοινότητα την είχε επιβραβεύσει με τη Συμφωνία Skhirat, τον Δεκέμβριο 2015.
Οι ξένες δυνάμεις
Η διεθνής κοινότητα επέλεξε, σκόπιμα ή όχι, να περιθωριοποιήσει τον λιβυκό λαό, προωθώντας στοιχεία που δεν τον εκπροσωπούν. Όσοι εξαρχής έβλεπαν ένα προδιαγεγραμμένο ναυάγιο, θεωρούν ότι υπήρχε σαφές σχέδιο για τη σύνδεση της πολιτικής λύσης με οντότητες και άτομα που να εγγυώνται τα συμφέροντα ξένων δυνάμεων.
Η Αποστολή του ΟΗΕ επέτρεψε σε ορισμένους να αμφισβητήσουν το εκλογικό σώμα της Λιβύης, ακόμη και την ικανότητά του να επιλέγει τους κυβερνήτες του. Στόχος ήταν βέβαια ο αποκλεισμός ορισμένων προσωπικοτήτων, επειδή δεν ταιριάζουν με τα συμφέροντα της Μουσουλμανικής Αδελφότητας και των σύμμαχων της. Έτσι φτάσαμε στην εκτροπή από το πιο σημαντικό στάδιο του οδικού χάρτη.
Η σύνοδος του Φόρουμ στη Γενεύη τελείωσε με τους κραταιούς της διεθνούς κοινότητας (Αμερικανοί, Ευρωπαίοι και Ρώσοι) να προσπαθούν να οδηγήσουν τα πράγματα σε κατεύθυνση που είναι κόντρα στη βούληση των Λίβυων πολιτών, αλλά εξυπηρετεί τα συμφέροντά τους. Στην πραγματικότητα, οι ίδιοι αυτοί παράγοντες αγνοούν σε μεγάλο βαθμό την κατάσταση που υπάρχει στη Λιβύη από το 2011, σε αντίθεση με τους Τούρκους που έχουν ξεκάθαρο σχέδιο.
Δημοσίευση σχολίου