Τσιλιόπουλος Ευθύμιος
Η εισαγωγή νέας νομοθεσίας για την ενίσχυση της ελληνοαμερικανικής στρατιωτικής συνεργασίας είναι μια πρόγευση της αναβάθμισης των διμερών σχέσεων. Την παρουσίασε ο γερουσιαστής Μπομπ Μενέντεζ, Πρόεδρος της Επιτροπής Εξωτερικών Σχέσεων της Γερουσίας, στις 9 Ιουνίου, μαζί με τον γερουσιαστή Μάρκο Ρούμπιο. Το κρίσιμο ερώτημα είναι πως θα κινηθεί η κυβέρνηση Μπάιντεν στο ελληνοτουρκικό μέτωπο και ευρύτερα στην Ανατολική Μεσόγειο.
Ο “Νόμος περί άμυνας και διακοινοβουλευτικής εταιρικής σχέσης ΗΠΑ-Ελλάδας” του 2021, υποστηρίζει τον εκσυγχρονισμό του ελληνικού στρατιωτικού δυναμικού, επιτρέποντας νέες μεταβιβάσεις αμερικανικού στρατιωτικού εξοπλισμού και προωθώντας την πολυμερή δέσμευση μεταξύ Κύπρου, Ελλάδας, Ισραήλ και ΗΠΑ. «Ως αξιόπιστος σύμμαχος του ΝΑΤΟ, η Ελλάδα διαδραματίζει κρίσιμο ρόλο στην προώθηση της ασφάλειας και της σταθερότητας στην Ανατολική Μεσόγειο... Για να διασφαλιστεί ότι η Ανατολική Μεσόγειος θα παραμείνει ασφαλής, οι ΗΠΑ πρέπει να ενισχύσουν την αμυντική τους σχέση με την Ελλάδα υποστηρίζοντας τις προσπάθειες της Ελλάδας για εκσυγχρονισμό των ενόπλων δυνάμεών της».
Η νομοθεσία εκφράζει την βούληση του Κογκρέσου ότι οι ΗΠΑ πρέπει να παρέχουν άμεσα δάνεια στην Ελλάδα για την προμήθεια αμυντικών ειδών, αμυντικών υπηρεσιών και υπηρεσιών σχεδιασμού και κατασκευής σύμφωνα με την περαιτέρω ανάπτυξη της ελληνικής στρατιωτικής δύναμης. Εξουσιοδοτεί για την ταχεία παράδοση αεροσκαφών F-35 εάν τα παραγγείλει η Ελλάδα.
Απαιτεί από τον υπουργό Άμυνας, με τη σύμφωνη γνώμη του υπουργού Εξωτερικών, να υποβάλει έκθεση στο Κογκρέσο σχετικά με τις αμυντικές ανάγκες της Ελλάδας και τον τρόπο με τον οποίο οι ΗΠΑ θα τις αντιμετωπίσουν με μεταφορά πλεονάζοντος αμυντικού εξοπλισμού. Επίσης, εξουσιοδοτεί για τη συγκρότηση διακοινοβουλευτικής ομάδας μεταξύ Κύπρου, Ελλάδας, Ισραήλ και ΗΠΑ για να χρησιμεύσει ως νομοθετικό συνιστώσα της διαδικασίας “3+1” που ξεκίνησε μεταξύ των κυβερνήσεων τον Μάρτιο 2019.
Διασταυρώνονται στην Ανατολική Μεσόγειο
Η Ανατολική Μεσόγειος είναι σημαντική με δεδομένο τον αυξανόμενο στρατηγικό ανταγωνισμό των ΗΠΑ με Ρωσία και Κίνα. Σ’ αυτό το πλαίσιο πρέπει να ειδωθεί το νομοσχέδιο Μενέντεζ-Ρούμπιο. Αμερικανοί αναλυτές θεωρούν ότι οι ΗΠΑ, έχοντας περιορισμένους πόρους και ανταγωνιστικές προτεραιότητες, πρέπει να επικεντρωθούν σε τομείς όπου οι πολιτικές εναντίον της Κίνας θα έχουν τη μεγαλύτερη επίδραση. Τέτοια περιοχή είναι η Ανατολική Μεσόγειος, όπου ΗΠΑ, ΕΕ, Ρωσία και Κίνα ανταγωνίζονται για πόρους και στρατιωτική, τεχνολογική, οικονομική και πολιτική επιρροή. Η αντιμετώπιση της αυξανόμενης παρουσίας της Κίνας στην Ανατολική Μεσόγειο διαφαίνεται ότι θα είναι σημαντικό στοιχείο της αμερικανικής στρατηγικής.
Υπάρχουν δύο βασικοί λόγοι για τους οποίους οι ΗΠΑ πρέπει να αναπτύξουν επειγόντως ένα συνεκτικό στρατηγικό όραμα για την Ανατολική Μεσόγειο. Πρώτον, μια αυξανόμενη λίστα κρατικών και μη κρατικών αντιπάλων έχει γεμίσει το κενό στην περιοχή, αυξάνοντας την απειλή για τις ΗΠΑ και τους συμμάχους τους. Δεύτερον, η Τουρκία, κάποτε δυτικό προπύργιο έγινε αμφισβητίας, μετά από σχεδόν 19 σχεδόν χρόνια διακυβέρνησης από τον Ερντογάν. Η εχθρική στάση της Άγκυρας δεν στοχεύει μόνο την Κύπρο, την Αίγυπτο, την Ελλάδα και το Ισραήλ, αλλά και θέτει σε κίνδυνο τις προσπάθειες για ενεργειακή ανάπτυξη που θα μειώσει την εξάρτηση της Ευρώπης από το ρωσικό φυσικό αέριο.
Οι προκλήσεις δεν τελειώνουν εκεί. Ο συριακός εμφύλιος επέτρεψε στη Ρωσία και το Ιράν να επεκτείνουν το αποτύπωμά τους σ’ αυτή τη χώρα. Πρώτον με τις ρωσικές βάσεις και δεύτερον με τη Χεζμπολάχ και τις άλλες σιιτικές πολιτοφυλακές. Έχει δώσει δε στο Ιράν την ευκαιρία να δημιουργήσει έναν “χερσαίο σιιτικό διάδρομο” μέχρι τη Μεσόγειο. Η παροχή προηγμένου εξοπλισμού από την Τεχεράνη στην Χεζμπολάχ αποτελεί πρόκληση για το Ισραήλ.
Γεωπολιτικά διακυβεύματα
Η γεωπολιτική σημασία της Ανατολικής Μεσογείου για τη Δύση αυξάνεται. Οι επιπτώσεις από τον πόλεμο στη Συρία, η άνοδος των εντάσεων, η ώσμωση αντιπάλων στρατιωτικών δυνάμεων και οι αλληλεπικαλυπτόμενες εδαφικές διεκδικήσεις εδαφών και πόρων μεταξύ συμμάχων στην περιοχή, έχουν αυξήσει τις διαιρέσεις και την αστάθεια. Αυτές οι εξελίξεις έχουν δημιουργήσει ευκαιρίες όχι μόνο για τη Ρωσία, αλλά και για την Κίνα να ασκήσει επιρροή.
Οι δραστηριότητες της Κίνας στην περιοχή, αν και σχετικά πρόσφατες, αυξάνονται. Στον οικονομικό τομέα, η Ανατολική Μεσόγειος είναι αγωγός για την Κίνα στην Ευρώπη. Μέσω της πρωτοβουλίας Belt and Road Initiative (BRI), η Κίνα έχει αποκτήσει επιρροή σε στρατηγικές υποδομές, από δίκτυα 5G έως λιμενικές εγκαταστάσεις. Δύο σημαντικά παραδείγματα είναι η επένδυση της Cosco στον Πειραιά καθώς και η προσέλκυση της Ιταλίας στο BRI τον Μάρτιο 2019.
Οι ΗΠΑ επένδυσαν 2,3 εκατ. δολάρια στο λιμάνι της Αλεξανδρούπολης και υποτίθεται πως θα επενδύσουν κι άλλα στο πλαίσιο της διμερούς στρατιωτικής συνεργασίας. Οι κινεζικές επενδύσεις στην Ανατολική Μεσόγειο συνήθως συνοδεύονται από συμφωνίες που δίνουν τη δυνατότητα στην Κίνα να ελέγχει βασικές υποδομές και αλυσίδες εφοδιασμού. Οι ΗΠΑ τις αντιλαμβάνονται σαν μέσον για την υπονόμευση του τεχνολογικού και οικονομικού πλεονεκτήματος της Δύσης. Αναφορικά με τον οικονομικό ανταγωνισμό από επενδύσεις, εμπορικές συμφωνίες, δάνεια και έργα υποδομής, η ανυπαρξία κυβερνητικής καθοδήγησης των μεγάλων αμερικανικών εταιρειών λειτουργεί ως μειονέκτημα.
Το κενό που άφησαν οι ΗΠΑ
Από το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, οι ΗΠΑ έχουν χρησιμοποιήσει επενδύσεις στην Ευρώπη, τις εμπορικές σχέσεις και την αρχιτεκτονική ασφάλειας του ΝΑΤΟ για να διατηρήσουν τη συνεργασία ΗΠΑ-Ευρώπης ως την πιο σημαντική γεωπολιτική διμερή σχέση. Η διάβρωσή της από την κινεζική διείσδυση θα ήταν βαρύ πλήγμα για τις ΗΠΑ. Για να το αποφύγουν πρέπει να αναπτύξουν μια ισχυρή συνεργατική παρουσία στην Ανατολική Μεσόγειο, πολιτικά, στρατιωτικά και οικονομικά.
Βασικό βήμα για την κυβέρνηση Μπάιντεν θα ήταν η δημιουργία αμοιβαία επωφελών σχέσεων με την Ευρώπη. Μπορεί να ξεκινήσει στην Ανατολική Μεσόγειο, αντί να αφςθςί αυτή η κρίσιμη περιοχή στην Κίνα και στη Ρωσία. Οι σχέσεις της Ουάσινγκτον με την Αθήνα και τη Λευκωσία δεν ήταν ποτέ καλλίτερες, κι αυτό δίνει την ευκαιρία στις ΗΠΑ να αποκτήσουν πλεονέκτημα στην περιοχή.
Οι παραδοσιακές αντιθέσεις της Τουρκίας με Ελλάδα και Κύπρο συνυπάρχουν τώρα με ένα σύνολο αλληλοσυνδεόμενων γεωπολιτικών εντάσεων και ενεργειακών διαφορών στην Ανατολική Μεσόγειο. Η Τουρκία έχει βάλει απέναντί της τη Γαλλία, το Ισραήλ, την Αίγυπτο και τα Εμιράτα. Ως εκ τούτου, όχι μόνο έχει αυξηθεί ο αριθμός των χωρών που εμπλέκονται στην κρίση, αλλά και το πεδίο εκδήλωσής της έχει διευρυνθεί. Περιλαμβάνει νέα ζητήματα, όπως τα ενεργειακά κοιτάσματα και νέα μέτωπα, όπως η Λιβύη. Με άλλα λόγια, όλα αυτά τα ζητήματα έχουν αλλάξει ποιοτικά τη φύση της κρίσης.
Όλα τα παραπάνω εγείρουν τρία αλληλένδετα ερωτήματα:
Δεδομένων των μακροχρόνιων ελληνοτουρκικών προβλημάτων, γιατί η κρίση οξύνθηκε τον προηγούμενο χρόνο;
Πώς από την ελληνοτουρκική διένεξη και το Κυπριακό φτάσαμε σε ευρύτερη κρίση που αγγίζει συνολικά την Ανατολική Μεσόγειο;
Γιατί η κρίση είναι πιο επικίνδυνη αυτή τη φορά;
Περιορισμός του Ερντογάν
Η κρίση επιδεινώθηκε και περιπλέχθηκε από το κενό ισχύος που δημιούργησαν οι ΗΠΑ, μειώνοντας την παρουσία τους στην Ανατολική Μεσόγειο και τη Μέση Ανατολή. Το κενό που άφησαν προκάλεσε ανταγωνισμό μεταξύ άλλων δυνάμεων για την κάλυψή του. Θα έπρεπε να είχε χρησιμεύσει ως αιτία για αφύπνιση τόσο των ΗΠΑ όσο και για της ΕΕ. Αλλά η ΕΕ δεν θέλει ή δεν μπορεί να διαδραματίσει ρόλο για να περιορίσει το νεοθωμανισμό του Ερντογάν.
Η ΕΕ δεν επέδειξε επαρκή αλληλεγγύη για να κερδίσει τον σεβασμό όχι μόνο των εμπλεκόμενων χωρών-μελών της, αλλά και των τρίτων. Αναφορικά με τις ΗΠΑ, η εικόνα θα αρχίζει να ξεκαθαρίζει από τη συνάντηση Μπάιντεν-Ερντογάν. Η επιθετική διπλωματία του Ερντογάν έχει περιπλέξει την κατάσταση. Το κρίσιμο ερώτημα είναι εάν η Ουάσινγκτον θα προωθήσει διευθετήσεις που να ικανοποιούν εν μέρει τον τουρκικό επεκτατισμό ή θα του υψώσουν φράγμα, λόγω βέβαια και της στενής συνεργασίας της Άγκυρας με τη Μόσχα. Στο παρελθόν, οι παρεμβάσεις των ΗΠΑ που κινούνταν στην πρώτη λογική, αποθράσυναν τον Ερντογάν και επέτειναν την κρίση στην Ανατολική Μεσόγειο.
Η Ανατολική Μεσόγειο είναι κρίσιμη επειδή τα συμφέροντα και των τεσσάρων μεγάλων δυνάμεων (ΗΠΑ, ΕΕ, Ρωσία και Κίνα) τέμνονται στην Ανατολική Μεσόγειο. Η κυβέρνηση Μπάιντεν καλό είναι να το θυμάται αυτό και να ωθήσει και την Ευρώπη προς αυτή την κατεύθυνση. Εάν τελικά επιλέξει (καθόλου σίγουρο) να στηριχτεί σε Ελλάδα (και Κύπρο), ενισχύοντάς την αμυντικά και πολιτικά, μπορεί η Ουάσινγκτον να βρει εταίρο την Γαλλία και τις χώρες που θέλουν να σταθούν ανάχωμα στην αστάθεια που προκαλεί η Τουρκία, αφήνοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο περιθώρια διείσδυσης αντιαμερικανικών συμφερόντων.
Δημοσίευση σχολίου