Του ΠΑΝΙΚΟΥ ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ
Χαμαιλέοντας ή πανούργος; Ο Ταγίπ Ερντογάν αποδεικνύει συνεχώς ότι είναι και τα δυο, μαζί με όλα τα άλλα που τον έχουν αναδείξει ως έναν από τους αυταρχικότερους και πιο επικίνδυνους ηγέτες του σημερινού κόσμου.
Αν στο πλαίσιο μιας δημοσκόπησης απαντούσε στο ερώτημα «ποιός χαρακτηρισμός σάς αντιπροσωπεύει καλύτερα;» ίσως να μη δίσταζε να αυτοπροσδιοριζόταν με τα προαναφερθέντα «χαρίσματα», γιατί είναι ταυτισμένα με την προσωπικότητά του.
Οι μεταμορφώσεις και οι μεταλλάξεις του αποτελούν πλέον ένα συνηθισμένο φαινόμενο, αλλά μερικές φορές πιάνουν τόπο και κρύβουν πολλές παγίδες. Κι αυτό συμβαίνει όχι λόγω αφέλειας, αλλά εξαιτίας σκοπιμοτήτων και συμφερόντων. Πρώτη στον κατάλογο των «ευκολόπιστων» στα «ανοίγματα» του Ερντογάν είναι η Ευρωπαϊκή Ένωση, με προεξάρχουσα τη Γερμανία.
Αν και η Άγκυρα στηρίζει την πολιτική της σε σταθερές και μόνιμες επιδιώξεις, στο πλαίσιο του τουρκικού επεκτατισμού, και παρά το γεγονός ότι ο νεοσουλτάνος έχει «εμπλουτίσει» αυτή την εγκληματική στρατηγική με τακτικές του ακραίου ισλαμισμού και του άκρατου ιμπεριαλισμού, εντούτοις μεγάλη μερίδα της διεθνούς κοινότητας συνεχίζει να επιδεικνύει ανοχή ή αδράνεια απέναντι στην τουρκική επιθετικότητα.
Σήμερα, για μια ακόμα φορά, ο Ερντογάν επιδιώκει να «προσαρμοστεί» ανάλογα με την κατάσταση στη χώρα του και το περιφερειακό περιβάλλον, όχι γιατί το πιστεύει, αλλά εξαιτίας των κραδασμών στην τουρκική οικονομία, όπως επίσης και των αυξανόμενων πιέσεων από την κυβέρνηση Μπάιντεν, η οποία έως τώρα δείχνει ότι είναι αποφασισμένη να μην ανεχτεί τις αντισυμμαχικές ενέργειές του.
«Νέα επίθεση γοητείας» απέναντι στην Αίγυπτο, τη Σαουδική Αραβία, το Ισραήλ και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα θεωρούν αρκετοί αναλυτές σε ΗΠΑ και Ευρώπη τις (απελπισμένες) προσπάθειές του για να αποκαταστήσει τις σχέσεις του με τις ηγεσίες αυτών των κρατών ώστε να αποκομίσει οικονομικά και πολιτικά οφέλη.
Η επιδίωξή του να προσεγγίσει αυτές τις χώρες, καθώς και τις Ηνωμένες Πολιτείες, δεν φαίνεται να είναι εύκολη, τουλάχιστον στην παρούσα φάση, επειδή στις περισσότερες περιπτώσεις θα πρέπει πρώτα να κάνει υποχωρήσεις και να επιδείξει πνεύμα συνεννόησης με συγκεκριμένες πράξεις και όχι με λόγια.
Ενδεχομένως όμως να τα καταφέρει σε κάποιο βαθμό και να προκύψουν ανατροπές στην περιοχή. Άλλωστε, να μη ξεχνάμε ότι είναι τα οικονομικά και γεωστρατηγικά συμφέροντα που συντείνουν καταλυτικά στη διαμόρφωση συμμαχιών και όχι οι φιλίες και τα καλοπιάσματα.
Μπορεί να λέμε και να γράφουμε για τον χαμαιλέοντα και πανούργο Ερντογάν, αλλά την ίδια στιγμή να μην αγνοούμε τις ωμές πραγματικότητες της παγκόσμιας πολιτικής σκηνής με τα αλισβερίσια και τους βρόμικους ανταγωνισμούς.
Είναι επίσης γνωστό ότι εξακολουθούν να υπάρχουν σημαντικοί παράγοντες στις προαναφερθείσες χώρες που εκδηλώνουν έντονη επιθυμία για να τα ξαναβρούν με την Τουρκία για τους δικούς τους λόγους.
Επομένως, από μέρους της Αθήνας και της Λευκωσίας δεν αρκούν οι καθησυχαστικές δηλώσεις και οι τοποθετήσεις ότι «έχουν γνώσιν οι φύλακες». Χρειάζονται συγκροτημένες κινήσεις για να προληφθούν δυσάρεστες εξελίξεις.
Η τμηματική συμφωνία οριοθέτησης που έχει κάνει η Αθήνα με το Κάιρο για τον καθορισμό θαλασσίων ζωνών στην Ανατολική Μεσόγειο και με ανοιχτό το ενδεχόμενο ότι κάποια στιγμή, αργά ή γρήγορα, μπορεί να υπάρξει μια συμφωνία μεταξύ Καΐρου και Άγκυρας που θα «αφανίζει» το θαλάσσιο σύνορο μεταξύ Ελλάδας και Κύπρου, κρούει τον κώδωνα του κινδύνου.
Χρειάζονται λοιπόν ουσιαστικές παρεμβάσεις και πρωτοβουλίες ώστε η οποιαδήποτε βελτίωση των σχέσεων της Τουρκίας με την Αίγυπτο ή με το Ισραήλ ή με τις ΗΠΑ να μην επηρεάσει αρνητικά την άσκηση των κυριαρχικών δικαιωμάτων Ελλάδας και Κύπρου.
Εάν, για παράδειγμα, διαπιστωθεί ότι η Αίγυπτος ετοιμάζεται να κάνει στροφή προς την Τουρκία, απαιτείται άμεση αντίδραση προτού δημιουργηθούν επικίνδυνα τετελεσμένα. Γι’ αυτό, έστω και την ύστατη στιγμή, ο Ελληνισμός καλείται να δράσει προληπτικά και όχι «πυροσβεστικά».
Δημοσίευση σχολίου