GuidePedia

0


ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΜΗΛAΚΑΣ
Η επανάληψη, έπειτα από πέντε χρόνια (2016), των ελληνοτουρκικών διερευνητικών συνομιλιών την περασμένη Δευτέρα στην Κωνσταντινούπολη, αν και δεν έφερε κάποιο ορατό και ανακοινώσιμο αποτέλεσμα, περιγράφει την παγίδα στην οποία οδηγήθηκε η ελληνική κυβέρνηση από εταίρους (Γερμανούς), συμμάχους (ΗΠΑ) αλλά και την τουρκική συνεπή πολιτική των έμπρακτων διεκδικήσεων.

Το σημαντικότερο αποτέλεσμα της συνάντησης της Κωνσταντινούπολης, που ήταν ο 61ος γύρος των ελληνοτουρκικών διερευνητικών συνομιλιών οι οποίες ξεκίνησαν το 2002 (τα ζεϊμπέκικα του ΥΠΕΞ τότε Γιώργου Παπανδρέου υπό το χειροκρότημα του Τούρκου ομολόγου του Ισμαήλ Τζεμ είναι… αξέχαστα), ήταν η ανακοίνωση ότι οι συνομιλίες θα συνεχιστούν στην Ελλάδα. Σύμφωνα, λοιπόν, με τις πληροφορίες που υπάρχουν, είναι προγραμματισμένες ήδη δύο ακόμη συναντήσεις. Η μία για τα τέλη Φεβρουαρίου και η επόμενη για τον Μάρτιο.

Αυτός ο προγραμματισμός δίνει την (ψευδή) εικόνα μιας διαδικασίας «ειρηνικής επίλυσης διαφορών», η οποία είναι βολική για όλους τους εμπλεκομένους (δηλαδή τους διαμεσολαβούντες πιεστικά για την πραγματοποίηση των συνομιλιών και την Τουρκία) εκτός της Ελλάδας.

Σκηνικό σκοπιμοτήτων

Δεν θα πρέπει να μας διαφεύγει ότι την ημέρα των συνομιλιών στην Κωνσταντινούπολη πραγματοποιήθηκε στις Βρυξέλλες συνάντηση των υπουργών Εξωτερικών της Ε.Ε. Από την ατζέντα της εν λόγω συνάντησης απουσίαζε το θέμα των κυρώσεων κατά της Τουρκίας, καθ’ ότι οι δύο πλευρές (Αθήνα και Άγκυρα) βρίσκονται σε μια διαδικασία επίλυσης των διαφορών τους. Το ίδιο αναμένεται να συμβεί και την 25η Μαρτίου, ημερομηνία που έχει προγραμματιστεί να γίνει η σύνοδος κορυφής της Ε.Ε. Και εκεί, καθότι οι ελληνοτουρκικές συνομιλίες θα έχουν πραγματοποιήσει δύο ακόμη γύρους επαφών, το θέμα των κυρώσεων δεν θα τεθεί…

Κάπως έτσι εμφανίζεται το σκηνικό μιας διαδικασίας «ειρηνικής επίλυσης διαφορών», όπου ο ρόλος των δρώντων μερών ελάχιστη σημασία έχει, αφού αυτό που μένει είναι η συμμετοχή τους στο «έργο».

Μάλιστα, σύμφωνα με πληροφορίες από κύκλους του ελληνικού ΥΠΕΞ, κατά τις συνομιλίες στην Κωνσταντινούπολη δεν ετέθη από καμία πλευρά κανένα θέμα…

Τουρκικά «κεκτημένα»

Αυτή η, φαινομενικά, άνευ ουσίας διαδικασία, η οποία εξελίσσεται κάτω από την καθοδήγηση εταίρων και συμμάχων, μοιάζει με ανώδυνο ροκάνισμα χρόνου για την ελληνική κυβέρνηση. Μοιάζει, αλλά δεν είναι… Κι αυτό γιατί:
Η Τουρκία από τον Αύγουστο μέχρι και το τέλος του Νοέμβρη του 2020 καταπάτησε χωρίς να συναντήσει την παραμικρή αντίσταση από την Ελλάδα ή τιμωρία από την Ε.Ε. θαλάσσιες περιοχές δυνάμει ελληνικής ΑΟΖ.
Οι τουρκικές έρευνες άγγιξαν ακόμη και ελληνικά χωρικά ύδατα, φτάνοντας μόλις 6,5 μίλια από τις ακτές της Ρόδου και του συμπλέγματος του Καστελλόριζου.
Παράλληλα με τις έρευνες, όλο το προηγούμενο διάστημα η τουρκική ηγεσία με δηλώσεις και οι τουρκικές υπηρεσίες εμπράκτως με εκδόσεις Νotam και Νavtex καλλιεργούσαν την ιδέα της παράνομης στρατιωτικοποίησης των ελληνικών νησιών που βρίσκονται κοντά στα μικρασιατικά παράλια.
Ταυτόχρονα με όλα αυτά, η Τουρκία δέσμευσε για όλο το 2021 μεγάλα τμήματα από το Βόρειο Αιγαίο μέχρι και ανατολικά της Κρήτης για πραγματοποίηση ασκήσεων, υπογραμμίζοντας με αυτόν τον τρόπο την ιδέα της συνδιαχείρισης και εξ ημισείας διανομής του Αιγαίου.

Απ’ όλα αυτά είναι προφανές ότι η προσέλευση της Ελλάδας στο τραπέζι των συνομιλιών, αν δεν προσφέρει ρητά συγχωροχάρτι στην τουρκική επεκτατικότητα, περιγράφει την ελληνική αδυναμία για την αντιμετώπισή της.

Παίκτες και κομπάρσοι

Επάνω ακριβώς σ’ αυτήν την ελληνική αδυναμία καρποφόρησαν οι γερμανικές πιέσεις για να στηθεί το σκηνικό των ελληνοτουρκικών συνομιλιών, το οποίο προσφέρει το απαραίτητο πολιτικό άλλοθι στους Ευρωπαίους να συνεχίσουν και να προωθήσουν τις μεγάλες οικονομικές δοσοληψίες με την Τουρκία.

Ταυτόχρονα και πίσω από το ορατό σκηνικό μιας διαδικασίας ειρηνικής επίλυσης υπάρχει και λειτουργεί παράλληλα και κάτω από αμερικανική επίβλεψη μια άλλη διαδικασία: Ο μηχανισμός αποσυμπίεσης της ελληνοτουρκικής έντασης, στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ. Στο πλαίσιο αυτό και μακριά από το φως πραγματοποιείται ένας «εφ’ όλης της ύλης διάλογος από την πίσω πόρτα», όπως εύστοχα είχε παρατηρήσει στον παρελθόν ένας Έλληνας υπουργός Άμυνας…

Κάπως έτσι αποκτούμε την εικόνα των στόχων των βασικών παικτών σ’ αυτό το παιχνίδι:
Οι Αμερικανοί κατευνάζουν την Άγκυρα κρατώντας την σε δυτική τροχιά.
Οι Γερμανοί (και λοιποί Ευρωπαίοι) συνεχίζουν άνευ πολιτικού κόστους τις δουλειές τους με την Τουρκία, παρά την εξόφθαλμη πειρατική - αναθεωρητική της πολιτική.
Οι Τούρκοι προωθούν σε βάθος χρόνου και δίχως συνέπειες τις θέσεις τους σε βάρος της Ελλάδας…

Στο εν λόγω «μεγάλο παιχνίδι» που αφορά εξελίξεις σε μια ιδιαίτερης στρατηγικής σημασίας περιοχή, όπως είναι ο «διάδρομος» του Αιγαίου και η ανατολική Μεσόγειος, η Ελλάδα παίζει ρόλο κομπάρσου.

Οι ελληνικές κυβερνήσεις, η σημερινή και η προηγούμενη, εγκατέλειψαν κάθε προσπάθεια διεκδίκησης ρόλου στο παιχνίδι. Άφησαν τη χώρα παραδομένη στους Γερμανούς στη σφαίρα της οικονομίας και στους Αμερικανούς στο επίπεδο της «ασφάλειας».

Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ «διαπραγματεύτηκε» την ελληνοαμερικανική συμφωνία που μετατρέπει τη χώρα σε αμερικανική βάση και η κυβέρνηση Μητσοτάκη χειροκρότησε αυτήν τη «διαπραγμάτευση» με την υπογραφή της.

Αυτό, προφανώς, εξηγεί και τη στάση της αξιωματικής αντιπολίτευσης, η οποία «πιέζει» την κυβέρνηση να μπει βαθύτερα στη διαδικασία των συνομιλιών έστω κι αν είναι προφανές ότι η συνδιαλλαγή με την Τουρκία σημαίνει μόνο ένα πράγμα: Απεμπόληση κυριαρχικών δικαιωμάτων.

πηγή


Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου.


Δημοσίευση σχολίου

 
Top