Αδιαμφισβήτητα, τα γεγονότα της 6ης και 7ης Σεπτεμβρίου 1955, τα οποία έχουν μείνει γνωστά από ιστοριογραφικής απόψεως με τον όρο «Σεπτεμβριανά», αποτέλεσαν πανθομολογουμένως το αποκορύφωμα των πλείστων διώξεων και ταπεινώσεων που υπέστησαν οι Κωνσταντινουπολίτες από τον υποκινούμενο από τους Μεντερές και Μπαγιάρ (Demokrat Partısı) τουρκικό μουσουλμανικό όχλο.
Από τότε και στο εξής, το ελληνικό στοιχείο της Πόλης δεινοπαθεί, αγκομαχεί και σήμερα έχει φτάσει να αριθμεί μόνο μερικές εκατοντάδες ανθρώπων και στην πλειονότητά των είναι υπερήλικες (εν συγκρίσει με το 1920, όπου οι Έλληνες Κωνσταντινουπολίτες αριθμούσαν 235.000, δηλαδή το 25% του συνόλου των κατοίκων)!
Οι καταστροφές υπήρξαν τεράστιες και οι θηριωδίες ανείπωτες. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο ακόμη και ο γνωστός Τούρκος συγγραφέας Αζίζ Νεσίν έχει γράψει σχετικώς με απόλυτη ευστοχία ότι:
“Η νύχτα εκείνη έμοιαζε με τη νύκτα του Αγίου Βαρθολομαίου. Η νύκτα του Αγ. Βαρθολομαίου είχε αρχίσει με την εντολή του Καρόλου Θ΄. Η νύκτα της 6ης/7ης Σεπτεμβρίου είχε αρχίσει με το πρόσταγμα του Δημοκρατικού Κόμματος του Μεντερές, που είχε και την εξουσία. Στόχος της λεηλασίας της νύκτας της 6ης/7ης Σεπτεμβρίου ήταν οι Ρωμιοί της Πόλης”
Άραγε, γιατί μέχρι σήμερα, σε μια κατά τ’ άλλα πλουραλιστική εποχή που οι απανταχού εν Ελλάδι (και όχι μόνο) ισχυροί και ηνίοχοι των δεκάδων ιδεολογικών μηχανισμών μοχθούν μετά κόπων και βασάνων υπέρ της προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων (διά της μεθοδικής εργαλειοποιήσεώς των για την εξυπηρέτηση πλείστων πολιτικοοικονομικών συμφερόντων) και ιδιαίτερα υπέρ των καταπιεσμένων μειονοτικών εθνοτικών και κοινωνικών ομάδων, δεν έχει θιχτεί στον δέοντα βαθμό το εν πολλοίς αδιανόητο και αποτρόπαιο γεγονός της εξαφανίσεως του πολύχρονου και καθ’ όλα ιστορικού ελληνικού στοιχείου της Πόλης, ήτοι των εν Κωνσταντινουπόλει Ελλήνων Ομογενών μας; Και, έτι περισσότερο, γιατί δεν ασκούνται οι απαραίτητες πιέσεις στην εκάστοτε ιθύνουσα πολιτική ελίτ που τεχνηέντως και επανειλημμένως έχει αποβάλει οριστικώς το κρίσιμο αυτό ζήτημα από την ημερήσια πολιτική διάταξη, δίχως να παρέχεται η αναμενόμενη προστασία από την Ελλάδα-μητρόπολη, μέσω της αναδείξεως του ζητήματος αυτού σε παγκόσμιο επίπεδο, υπό τον «ραγιαδίστικο» φόβο της ερμηνείας της κινήσεως αυτής ως «ένδειξη περαιτέρω αξιώσεων»; Τα δίνουμε όλα για να εξευμενίσουμε, να κατευνάσουμε ένα θηρίου που όλο και αγριεύει. Ματαιοπονούμε κύριοι!
Αντ’ αυτού, εξακολουθείται μεθοδικώς η συστηματική παράδοσή τους ως βορά και θυσία στο βωμό του αποδεδειγμένως μη βιώσιμου και ουτοπικού οράματος μίας «ειρηνικής και φιλικής, καλής γειτονίας» με μία ανελεύθερη/δικτατορική Τουρκία, στο ευρύτερο πλαίσιο της αποσιώπησης του όποιου μελανού στοιχείου της ιστορίας που «χαλάει» τη προωθημένη συνταγή ενός μη ρεαλιστικού ιδεολογήματος περί «αδελφοσύνης των λαών», μόνο και μόνο για την προάσπιση των υπερσυστημικών βλέψεων τρίτων παραγόντων σε μία γεωγραφική περιοχή υψίστης γεωπολιτικής και στρατηγικής σημασίας, αλλά και για τον επιτυχή προσανατολισμό μίας κονιορτοποιημένης, απάτριδος, “apolitique” και πλήρως αποχαυνωμένης μάζας που θα ασχολείται «με τα του κήπου του» όπως θα έλεγε και ο πατέρας των Διεθνών Σχέσεων Martin Wight ή ακόμη καλύτερα και πιο επικαιροποιημένα, με τα πολυάριθμα reality επιβίωσης...
*Φοιτητής του Τμήματος Τουρκικών Σπουδών και Συγχρόνων Ασιατικών Σπουδών της Σχολής Οικονομικών και Πολιτικών Επιστημών του ΕΚΠΑ.
Δημοσίευση σχολίου