Επειδή το τελευταίο διάστημα έγινε πολύς λόγος για την πραγματική επιχειρησιακή αξία των όπλων οριζόντιας πλεύσης, μακρού πλήγματος – μεγάλης ακρίβειας με αφορμή την διακοπή των διαπραγματεύσεων για την προμήθεια των φρεγατών Belharra, επανερχόμαστε στο ίδιο ζήτημα σε μία απόπειρα να το δούμε όσο το δυνατόν πιο ολοκληρωμένα. Και να ξεκαθαρίσουμε πολλά πράγματα που συντελούν στο να αποκαλυφθεί το τι πραγματικά ισχύει και τι όχι…
Του Στέργιου Δ. Θεοφανίδη
Ξεκινάμε από τον ορισμό: Τι είναι στρατηγική κρούση; Είναι η ταχεία μεταφορά πολεμικών επιχειρήσεων, ή η δυνατότητα πληγμάτων στο έδαφος και τις υποδομές του αντιπάλου. Πρώτοι διδάξαντες οι Γερμανοί…
Κατά τη διάρκεια του ισπανικού εμφυλίου (θα έχετε ακουστά ή ίσως έχετε διαβάσει για τον από αέρος βομβαρδισμό της πόλης Γκουέρνικα…), αλλά και των επιχειρήσεων του κεραυνοβόλου πολέμου (Blitzkrieg) στην Ευρώπη (1939-1940), βομβάρδιζαν από τον αέρα πόλεις, προκαλώντας όχι μόνο την απώλεια αμάχων, αλλά και την άτακτη φυγή τους από αυτές.
Συνέπεια αυτού ήταν να μπλοκάρονται οι κεντρικές και δευτερεύουσες οδικές αρτηρίες από ατελείωτα καραβάνια, καθιστώντας πρακτικά αδύνατη την ταχεία μετακίνηση στρατιωτικών δυνάμεων, η αυτοκινητοπομπών εφοδιασμού σε τρόφιμα, καύσιμο και πυρομαχικά.
Πριν από το ξέσπασμα του Β΄Π.Π. Βρετανοί και Αμερικανοί, πήγαν αρκετά βήματα παραπέρα σε σχέση με τους Γερμανούς. Άρχισαν και ολοκλήρωσαν (όταν πλέον ο πόλεμος είχε ήδη ξεκινήσει στην Ευρώπη) την ανάπτυξη δικινητήριων και τετρακινητήριων βομβαρδιστικών αεροπλάνων μεγάλης ακτίνας και μεταφορικής ικανότητας φορτίου βομβών.
Όσο και αν δεν θέλουν να το παραδεχθούν οι Ρώσοι (κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει την τεράστια και καθοριστική συμβολή του Κόκκινου Στρατού στην έκβαση του πολέμου), οι μαζικού χαρακτήρα βομβαρδισμοί από αέρος Βρετανών και Αμερικανών, εναντίον στόχων παραγωγής υλικού και εξοπλισμού, αλλά και επιχειρησιακών, βαθιά μέσα στο γερμανικό έδαφος, ήταν ο παράγοντας που σε πολύ μεγάλο βαθμό αποδυνάμωσε την πολεμική μηχανή του Χίτλερ.
Επί δύο ολόκληρα χρόνια (1943 – 1945) σφυροκοπούσαν επί εικοσιτετραώρου βάσης λιμάνια, σιδηροδρομικούς σταθμούς και κόμβους, εργοστάσια, μονάδες παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, αεροδρόμια, υποδομές, εγκαταστάσεις διύλισης και μεταφοράς πετρελαίου… Ότι περιλάμβανε η γερμανική εφοδιαστική και παραγωγική αλυσίδα.
Οι Ρώσοι μπήκαν στην ίδια διαδικασία, της ανάπτυξης στρατηγικής Αεροπορίας, από το 1945, όταν έπεσε στα χέρια τους ένα αμερικανικό Β-29. Οι δε Βρετανοί και Αμερικανοί προσπάθησαν να κρατήσουν αυτή τη δυνατότητα αποκλειστικά δική τους, εντός του ΝΑΤΟ, μαζί φυσικά με την αξιοποίηση πυρηνικών όπλων.
Οι Γάλλοι αντέδρασαν σε αυτή την προοπτική. Ο Ντε Γκωλ δεν θα επέτρεπε σε κανέναν να του απαγορεύσει τη δημιουργία Στρατηγικής Αεροπορίας εξοπλισμένης με πυρηνικά όπλα. Αυτός ήταν και ο λόγος της ρήξης του με τους Αμερικανούς και της μετακόμισης της κεντρικής διοίκησης του ΝΑΤΟ από το Παρίσι στις Βρυξέλλες το 1958. Αυτά περί της γέννησης και της επιχειρησιακής αξίας της στρατηγικής κρούσης.
Η οποία φυσικά εκτός από τα αεροπλάνα και τα όπλα, προϋπέθετε και πολλά άλλα πράγματα στις δεκαετίες του ‘50 και του ΄60. Ικανότητα εναέριου ανεφοδιασμού οπουδήποτε, οποτεδήποτε και υπό οποιεσδήποτε συνθήκες.
Ικανότητα στρατηγικής αναγνώρισης, δηλαδή παρακολούθησης των κινήσεων του αντιπάλου, της παραγωγικής του δυνατότητας και της κατανομής των δυνάμεών του, ακόμα και εντός της επικράτειάς του. Τεράστιες εκπαιδευτικές και υποστηρικτικές υποδομές κ.ο.κ.
Αυτός ο τεράστιος μηχανισμός, είχε φυσικά και τεράστιο κόστος. Οπότε απευθύνονταν σε λίγους. Η δε “ισορροπία του τρόμου” που πιθανότατα έχετε ακούσει ή διαβάσει, ήταν αυτό ακριβώς… Η γνώση δηλαδή των δύο μεγάλων αντιπάλων της Ψυχροπολεμικής περιόδου, ότι υπήρχε εκατέρωθεν η δυνατότητα ανταποδοτικού πλήγματος, άρα βεβαιότητα αμοιβαίας καταστροφής (MAD: Mutually Assured Destruction) σε ελάχιστο χρόνο.
Κατά τις δύο τελευταίες δεκαετίες του Ψυχρού Πολέμου, η στρατηγική κρούση άλλαξε μορφή. Δεν βασιζόταν πλέον σε μεγάλης ακτίνας και μεταφορικής ικανότητας, υψηλών επιδόσεων (ταχύτητας και ύψους) βομβαρδιστικά αεροπλάνα, αλλά σε διηπειρωτικούς πυραύλους.
Επίσης βασίζονταν εν μέρει πλέον σε φωτοαναγνωριστικά αεροπλάνα και περισσότερο σε δορυφόρους για τη συλλογή πληροφοριών. Τέλος, αξιοποιήθηκε και εναντίον στόχων τακτικού χαρακτήρα, χωρίς τη χρήση πυρηνικών όπλων.
Οι Αμερικανοί πρώτοι χρησιμοποίησαν τέτοια όπλα (τους γνωστούς BGM-109 Tomahawk), εξοπλισμένα με συμβατικές κεφαλές, από βομβαρδιστικά αεροσκάφη (B-52 και B-1), μεγάλες μονάδες επιφανείας του USN, αλλά και υποβρύχια. Ακολούθησαν με σημαντική καθυστέρηση οι Ευρωπαίοι (SCALP-EG/Storm Shadow, Taurus KEPD 350) και οι Ρώσοι (Kalibr).
Η Ελλάδα πρέπει επιτέλους να συντηρήσει και να επαυξήσει την ικανότητα στρατηγικής κρούσης που έχει. Εισήλθε στην ομάδα των χωρών με δυνατότητες στρατηγική κρούσης τυπικά τον Αύγουστο του 2000. Τότε υπογράφηκαν οι συμβάσεις για την προμήθεια των Mirage 2000 και των όπλων τους.
Η σύμβαση για τους στρατηγικούς SCALP-EG (υπήρξε και μία δεύτερη συμπληρωματική παραγγελία επί ΥΕΘΑ Παπαντωνίου το 2003) υπογράφηκε ξεχωριστά και υπό απόλυτη μυστικότητα στη Γαλλία από τον τότε ΥΕΘΑ, Α. Τσοχατζόπουλο.
Αυτό απαντά στο ερώτημα γιατί οι ΗΠΑ δεν προσπάθησαν εξαρχής να εμποδίσουν την προμήθεια αυτού του όπλου από την Ελλάδα. Δεν το γνώριζαν, είναι η απάντηση. Όταν δημοσιοποιήθηκε η εν λόγω προμήθεια, υπήρξαν αντιδράσεις από την πλευρά της Τουρκίας. Οι Αμερικανοί κράτησαν χαμηλούς τόνους. Για τον πολύ απλό λόγο ότι οι υπογραφές είχαν ήδη μπεί.
Στο πλαίσιο της πάγιας πολιτικής των “ίσων αποστάσεων” που εφαρμόζουν έναντι της Ελλάδας και της Τουρκίας, ΔΕΝ ΑΠΟΔΕΣΜΕΥΣΑΝ αντίστοιχα όπλα (AGM-158 JASSM) στην τελευταία. Επομένως υπήρξαν ΕΝΤΙΜΟΙ και ΣΥΝΕΠΕΙΣ έναντι των επιλογών και τη πολιτικής τους.
Που διαφοροποιούμαστε; Στο ότι η Ελλάδα έχει ανάγκη αυτά τα ειδικά όπλα για να αντισταθμίσει δύο εις βάρος της παράγοντες. Την αριθμητική υπεροχή της Τουρκίας και το μεγάλο στρατηγικό της βάθος (από δύση προς ανατολή).
Ας μην μπερδεύουμε τα πράγματα λοιπόν… Η Ελλάδα ΤΙΜΟΥΣΕ πάντα τη συμμαχική της σχέση με τις ΗΠΑ. Θεωρούμε ότι θα ήταν μεγάλη αχαριστία αν δεν το έκανε. Με έναν τέτοιο γείτονα όμως επιβάλλεται να έχει ΠΑΝΤΑ εναλλακτικές στη διάθεσή της. Για αυτόν ακριβώς το λόγο επιμένουμε στις δύο πηγές εξοπλισμών, σε κάθε περίπτωση.
Ξαναγυρνάμε στο θέμα μας… Για να καταστεί δυνατή η αξιοποίηση των SCALP-EG από την Πολεμική Αεροπορία, δεν φτάνουν μόνο τα όπλα και τα αεροπλάνα (Mirage 2000-5Mk.2). Χρειάζεται και η πληροφορία.
Αγοράστηκε λοιπόν από το ΥΠΕΘΑ στο πρώτο μισό της δεκαετίας του 2000, συνδρομή στο ευρωπαϊκό δορυφορικό δίκτυο Helios ΙΙ. Μέσω σταθμού που δημιουργήθηκε στη χώρα μας, οι ελληνικές ένοπλες δυνάμεις μπορούν να “κατεβάσουν” δορυφορικές φωτογραφίες (και γεωγραφικές συντεταγμένες…) υψηλής ανάλυσης, στόχων σε ελάχιστο χρόνο.
Σαν αυτές των τουρκικών Hawk στην αεροπορική βάση Al Watiya που δημοσιεύθηκαν στο διαδίκτυο πριν και μετά την προσβολή τους (pre – strike & post – strike). Η Ελλάδα λοιπόν απέκτησε ΟΛΟ ΤΟ ΠΑΚΕΤΟ που απαιτεί ο ρόλος της στρατηγικής κρούσης. Πληροφορία, πλατφόρμα, όπλα… Πακέτο μη αποδεσμεύσιμο από την εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ, για τους λόγους που εξηγήσαμε.
Η Γαλλία που μας το αποδέσμευσε και είναι έτοιμη να κάνει το ίδιο και στην περίπτωση των Belharra, πέρα από την καθαρά ανταγωνιστική της σχέση με τις ΗΠΑ στο κομμάτι των όπλων και των αμυντικών συστημάτων, έχει τελείως διαφορετική εξωτερική και εξοπλιστική πολιτική έναντι της Ελλάδας. Η οποία λέει ότι εφόσον η τελευταία είναι χώρα – μέλος του ΝΑΤΟ και χώρα – μέλος της Ε.Ε. ΔΕΝ ΥΠΟΚΕΙΤΑΙ σε περιορισμούς εξαγωγής όπλων και συστημάτων.
To κόστος είναι μεγάλο, αλλά αυτό δεν απασχολεί τους Γάλλους. Το σκεπτικό τους είναι ότι από τη στιγμή που σου παρέχουν όλο το πακέτο μίας επιχειρησιακής δυνατότητας που ΠΟΛΥ ΛΙΓΕΣ χώρες στον κόσμο έχουν στη διάθεσή τους και που κανείς άλλος δεν σου παρέχει, θα πρέπει και να το πληρώσεις.
Σωστό, λάθος, εκβιασμός ή όχι, δεν θα το εξετάσουμε. Είμαστε αναγκασμένοι να το δούμε μόνο ώς εναλλακτική. Βέβαια, τελευταία και οι Γάλλοι προσφέρουν τη δυνατότητα δανειοδότησης και στα εξοπλιστικά, αλλά και αυτό είναι κάτι με το οποίο θα ασχοληθούμε σε άλλο αφιέρωμα.
Κατόπιν όλων αυτών, όπλα όπως το SCAL-EG και το SCALP- Naval (MdcN), μαζί με το πακέτο που τα συνοδεύει επιτρέποντας την αποτελεσματική αξιοποίησή τους, είναι ζωτικής σημασίας για την ελληνική αποτροπή.
Ιδού με ποιο τρόπο: Όταν οι Τούρκοι γνωρίζουν ότι θα τους ανταποδόσεις το πρώτο πλήγμα άμεσα και χωρίς σπατάλη δυνάμεων…. Όταν γνωρίζουν ότι μπορείς ανά πάσα στιγμή να τους “κόψεις” τις γέφυρες στοn Βόσπορο και να τους απαγορεύσεις ταχεία μεταφορά δυνάμεων στον Έβρο, προκειμένου να μην εξαπολύσουν μία ευρείας κλίμακας επιθετική ενέργεια, ή να μην σταματήσουν μία ελληνική αντεπίθεση…
Όταν γνωρίζουν ότι μπορείς να τους “σπάσεις” δύο υδροηλεκτρικά φράγματα στην ανατολική Τουρκία και να βυθίσεις στο σκοτάδι ολόκληρες επαρχίες διακόπτοντας κάθε παραγωγική δραστηριότητα… Όταν γνωρίζουν ότι μπορείς να τους καταστρέψεις μεγάλες βιομηχανικές μονάδες και εγκαταστάσεις διύλισης και μεταφοράς πετρελαίου…
Όταν οι Τούρκοι γνωρίζουν ότι όλα αυτά μπορείς να τα πετύχεις με όπλα που είναι πραγματικά πολύ δύσκολο (όχι αδύνατο…) να ανασχεθούν, τότε θα το σκεφτούν πολύ να χτυπήσουν πρώτοι ή να πατήσουν στο Καστελόριζο… Και ας είναι μακριά όπως λένε.
Το να εγκαταστήσουμε τέτοια, ή άλλα, όπλα όπως γράφηκε, σε κάποια από τα εκατοντάδες νησιά μας, προϋποθέτει πολύ καλά στημένο και προστατευμένο (απρόσβλητο…) δίκτυο επιτήρησης, επικοινωνιών και διανομής πληροφοριών (που δεν έχουμε ακόμη αρχίσει να “στήνουμε”), σε συνδυασμό με ένα πολύ πυκνό δίκτυο αεράμυνας και παράκτιας άμυνας.
Και πάλι όμως ζήτημα τρωτότητας θα υφίσταται (καταδρομικές ενέργειες…). Από την άλλη πλευρά χάνεται και το πλεονέκτημα της άμεσης κίνησης και αλλαγής θέσης – απόκρυψης.
Μία φρεγάτα επι παραδείγματι μπορεί να εκτοξεύσει SCALP-Naval εναντίον στόχων βαθιά μέσα στην Τουρκία, ακόμη και όταν είναι κρυμμένη κάπου στο Ιόνιο, ή πλέει δυτικά της Κρήτης.
Αυτή είναι εν κατακλείδι η υπόθεση “στρατηγική κρούση” για την Ελλάδα. Υπόθεση ζωτικής σημασίας κατά την άποψή μας, που έχουν γίνει ουκ ολίγες προσπάθειες (και εκ των έσω…) να υποβαθμιστεί και τελικά να απαξιωθεί και να αφανιστεί!
Μία τέτοια προσπάθεια θεωρούμε ότι αποτελεί και το ΨΕΥΤΙΚΟ δίλημμα, “αμερικανικές MMSC, ή Belharra”. Για ποιόν ακριβώς λόγο το Πολεμικό Ναυτικό που είτε “εκσυγχρονίσει” τις τέσσερις ΜΕΚΟ είτε όχι, θα υποχρεωθεί εντός των επόμενων ετών να δρομολογήσει την αντικατάσταση 10 φρεγατών, δεν μπορεί να επιλέξει και τα δύο καράβια;
Εξ όσων αντιλαμβανόμαστε είναι πλοία διαφορετικών κατηγοριών και ρόλου. Επίσης δεν μπορεί να τεθεί θέμα κόστους, γιατί τα αμερικανικά πλοία είναι σαφώς φθηνότερα… Έτσι δεν είναι; Για ποιον λόγο επομένως δεν μπορεί το ΠΝ να πάει σε μία αναλογία τεσσάρων Belharra και έξι MMSC εντός της δεκαετίας;
Για ποιόν λόγο τέλος, δεν μπορεί να έχει στη διάθεσή του την εναλλακτική της παράλληλης αξιοποίησης ASTER 15/30 και ESSM/SM-2, ή Harpoon και Exocet; Δεν έχει ενταγμένα σε υπηρεσία ευρωπαϊκά και αμερικανικά όπλα τα τελευταία 50 χρόνια; Αυτά είναι που ανεβάζουν τα λειτουργικά κόστη και τα κόστη υποστήριξης;
Πιστεύουμε ότι δεν έχουν καμία βάση όλα αυτά τα πράγματα, με τις “εναλλακτικές” για τις Belharra. Δεν θα έπρεπε καν να τα συζητάμε… Επιμένουμε λοιπόν στην πολιτική των δύο πηγών προμήθειας όπλων και συστημάτων, την οποία πρακτικά έχουμε εγκαταλείψει εδώ και χρόνια. Όπως επιμένουμε και στο ζήτημα της επαύξησης των δυνατοτήτων στρατηγικής κρούσης.
Ελπίδα μας είναι ότι θα πρυτανεύσει η λογική και το εθνικό συμφέρον. Η παρούσα κυβέρνηση έχει άλλωστε δώσει τέτοια δείγματα γραφής…
πηγή
Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου.
Δημοσίευση σχολίου