Η πρόσφατη κρίση στις σχέσεις Λονδίνου-Λευκωσίας, την οποία πυροδότησε η δήλωση του κ. Ντάνκαν και συντήρησε το βρετανικό Υπουργείο Εξωτερικών, δεν είναι κεραυνός εν αιθρία. Η κρίση αυτή δεν είναι θέμα δηλώσεων ή ανακοινώσεων. Είναι μια αναμενόμενη εξέλιξη μιας γεωπολιτικής κατάστασης με βαθιές ρίζες, τα προβλήματα της οποίας η Λευκωσία βάζει εδώ και χρόνια κάτω από το χαλί.
Το ζήτημα αυτό δεν αφορά δημόσιες σχέσεις, εμπορικές σχέσεις, πολιτισμικές ή εκπαιδευτικές σχέσεις, τον τουρισμό, τους Βρετανούς που διαμένουν στην Κύπρο, τους Κύπριους που διαμένουν στη Βρετανία. Είναι ένα βαθύ στρατηγικό ζήτημα το οποίο πρέπει να αντιμετωπιστεί. Και πρέπει να αντιμετωπιστεί συγκροτημένα, με τη λογική των διεθνών σχέσεων, του διεθνούς δικαίου, της διπλωματίας και της πολιτικής. Ενόσω αγνοείται το πρόβλημα αυτό και οι συνέπειές του, όλα τ’ άλλα που αναφέρθηκαν πιο πάνω μπορούν να επηρεαστούν αρνητικά. Κι αυτό δεν χρειάζεται και δεν πρέπει να γίνει.
Με τη στρατιωτική/στρατηγική παρουσία της στην Κύπρο, η Βρετανία είναι μέρος της γεωπολιτικής εξίσωσης στην Ανατολική Μεσόγειο. Στο Λονδίνο, το Υπουργείο Εξωτερικών, αλλά ιδιαίτερα το Υπουργείο Άμυνας της χώρας, θεωρούν πολύ σημαντική τη στρατηγική παρουσία στην Κύπρο. Οι στρατιωτικές βάσεις εξυπηρετούν πολύ σημαντικά συμφέροντα της Βρετανίας στο νησί, τη Μέση Ανατολή, τον Περσικό Κόλπο και την Αφρική.
Η στρατιωτική παρουσία της Βρετανίας στην Κύπρο δεν αφορά μόνο το Λονδίνο και τη Λευκωσία. Αφορά πολλά άλλα κράτη και τα συμφέροντά τους. Το πρόβλημα λοιπόν δεν είναι η παρουσία της Βρετανίας στο νησί, αλλά ο τρόπος αντίληψης και ο τρόπος διαχείρισης της παρουσίας αυτής.
Μέρος της διαχείρισης της στρατιωτικής παρουσίας της Βρετανίας στην Κύπρο είναι και το Κυπριακό. Το Λονδίνο εξετάζει όλες τις πτυχές του Κυπριακού στο πλαίσιο της επιδίωξης για διατήρηση και διαιώνιση των βρετανικών βάσεων στην Κύπρο και των συμφερόντων που αυτές εξυπηρετούν. Δεν υπάρχει κανένα ζήτημα εσωτερικής ή εξωτερικής πτυχής του Κυπριακού που να μην το βλέπουν και να μην το αξιολογούν οι Βρετανοί μέσα από τα συμφέροντά τους.
Η Βρετανία δεν είναι ένα τρίτο μέρος στο Κυπριακό, το οποίο εμφανίζεται περιστασιακά. Είναι ένα από τα βασικότερα μέρη του προβλήματος, καθώς και των πτυχών της πολιτικής, της οικονομίας, της κοινωνίας και των θεσμών της Κύπρου. Αυτό το βλέπουμε στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, στην Ευρωπαϊκή Ένωση, σε όλους του διεθνείς οργανισμούς που συμμετέχει η Κύπρος, αλλά και σε όλες τις πτυχές της καθημερινότητας των Κυπρίων. Ενώ η εξωτερική πτυχή είναι πιο εμφανής και πιο καλά γνωστή, η εσωτερική διάσταση της ανάμιξης της Βρετανίας είναι ίσως λιγότερο εμφανής και λιγότερο γνωστή στην κοινωνία.
Για παράδειγμα, σχεδόν καμία αναδιάρθρωση του δημόσιου τομέα δεν γίνεται χωρίς την ανάμειξη Βρετανών ειδικών. Η Βρετανία, ως κράτος, έχει διαρκή ανάμιξη σε ζητήματα λειτουργίας των κορυφαίων θεσμών, όπως της Δικαιοσύνης, της Αστυνομίας, της Εκπαίδευση, της Δημόσιας Διοίκησης. Αυτό δεν είναι κακό. Το πρόβλημα είναι ότι η κυπριακή πολιτεία και οι θεσμοί της δεν νιώθουν απλώς την ανάγκη να πάρουν γνώμη από άξιους Βρετανούς εμπειρογνώμονες. Έχει δημιουργηθεί μια ασύμμετρη σχέση εξάρτησης η οποία δεν άλλαξε 15 χρόνια μετά την ένταξή της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Το μεγαλύτερο πρόβλημα της Βρετανικής παρουσίας και ανάμειξης στην Κύπρο, βρίσκεται στον τρόπο με τον οποίο υπολογίζει το ρόλο της Τουρκίας στη γεωπολιτική εξίσωση της Ανατολικής Μεσογείου, αλλά και το αντίστροφο. Τον τρόπο δηλαδή με τον οποίο η Τουρκία υπολογίζει τη στρατιωτική/στρατηγική παρουσία της Βρετανίας στην Κύπρο.
Η Βρετανία θεωρεί ότι η Τουρκία έχει ρόλο και δικαιώματα στην Ανατολική Μεσόγειο, καθώς αναγνωρίζει στην Άγκυρα το δικαίωμα που έχει ως «εγγυήτρια δύναμη» στο νησί. Το Λονδίνο δεν θεωρεί ως πρόβλημα την ανάμειξη της Τουρκίας στις εσωτερικές υποθέσεις των Τουρκοκυπρίων. Θεωρεί ότι η Τουρκία μπορεί και πρέπει να έχει ρόλο και στην ασφάλεια της Κύπρου ακόμα και μετά τη λύση του Κυπριακού. Αυτές τις θέσεις της εξέφραζε διαχρονικά αλλά τις διατύπωσε και πιο πρόσφατα. Λίγο μετά το ναυάγιο του Γραν Μοντάνα, για παράδειγμα, η Βρετανία κατέθεσε πρόταση για την ασφάλεια, η οποία προνοούσε εγγυητικό ρόλο για την Τουρκία και παρουσία τουρκικών στρατευμάτων στην Κύπρο και μετά τη λύση του Κυπριακού.
Από την πλευρά της, η Τουρκία θεωρεί την στρατιωτική/στρατηγική παρουσία της Βρετανίας στην Κύπρο ως ένα ζήτημα το οποίο πρέπει να αντιμετωπίζει με μέτρα στρατηγικής εξισορρόπησης. Η Άγκυρα έχει εκφράσει πάρα πολλές φορές την διεκδίκηση της για μόνιμη στρατιωτική/στρατηγική παρουσία στην Κύπρο με αναφορά στην αντίστοιχη βρετανική παρουσία στο νησί. «Δεν μπορούμε να αποχωρήσουμε από την Κύπρο και να χαρίσουμε τον γεωπολιτικό και γεωστρατηγικό έλεγχο του νησιού στη Βρετανία», είναι μια θέση που διατυπώνεται με διάφορους τρόπους από τούρκους αξιωματούχους.
Είναι μέσα σε αυτό το πλαίσιο που η Βρετανία αξιολογεί, εξετάζει και παίρνει θέση για τα ενεργειακά, το ερευνητικό πρόγραμμα της Κυπριακής Δημοκρατίας, τους στόχους της Τουρκίας, τις απαιτήσεις της ηγεσίας των Τουρκοκυπρίων. Για το Λονδίνο, τα ενεργειακά ζητήματα στην Ανατολική Μεσόγειο, δεν είναι ζήτημα ίσων αποστάσεων, διπλωματικών και πολιτικών δηλώσεων. Είναι ένα ζήτημα που εντάσσει στο πλαίσιο των γεωστατικών και γεωπολιτικών της συμφερόντων.
Χωρίς λοιπόν να αντιμετωπιστεί αυτό το ζήτημα, χωρίς να θεωρείται η Βρετανία μέρος του προβλήματος δεν μπορεί να υπάρξει ολοκληρωμένη στρατηγική από μέρους της Κυπριακής Δημοκρατίας για το Κυπριακό και τα προβλήματα που προκαλεί η Τουρκία στο ενεργειακό της πρόγραμμα.
πηγή
Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου.
Δημοσίευση σχολίου