GuidePedia

0

Του Παναγιώτη Χατζηπλή*
Η αμυντική βιομηχανία ήταν ανέκαθεν άρρηκτα συνδεμένη με την μαχητική ικανότητα μιας χώρας. Όμως αποτελεί και πηγή ανάπτυξης τεχνογνωσίας και οικονομικής δραστηριότητας. Οι εφευρέσεις των αεριωθούμενων και των πυραύλων στον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο βρήκαν μετέπειτα εφαρμογή σε ειρηνικές δραστηριότητες στις αερομεταφορές και το διάστημα. Το internet ήταν αποτέλεσμα ερευνών της Αμερικανικής υπηρεσίας DARPA (Defense Advanced Research Projects Agency, δηλ. Υπηρεσία Προηγμένης Έρευνας στην Αμυντικά Προγράμματα) που ξεκίνησαν το 1962.
Βαριά βιομηχανία και Ένοπλες Δυνάμεις των ΗΠΑ έχουν μια πολύ στενή σχέση ώστε να ικανοποιούνται οι μεγάλες ανάγκες εξοπλισμού και οι γεωπολιτικές πολιτικές τους. Η συντονισμένη αυτή δράση χαρακτηρίζεται από τον όρο Military-Industrial Complex (δηλ. Στρατιωτικο-Βιομηχανικό Κύκλωμα). Συχνά δε λαμβάνει και αρνητικές διαστάσεις όταν οι εξοπλισμοί η ακόμα και εχθροπραξίες θεωρούνται αβάσιμες ή μεγάλου κόστους, όπως π.χ. ο πόλεμος στο Ιράκ. Έτσι ο Πρόεδρος Αιζενχάουερ, νικητής Στρατηγός του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου, είχε πει στον αποχαιρετιστήριο λόγο του το 1961: «Ζωτικό στοιχείο για τη διατήρηση της ειρήνης είναι το στρατιωτικό μας υπόβαθρο. Τα όπλα μας πρέπει να είναι ισχυρά, έτοιμα για δράση ώστε κανένας εν δυνάμει επιτιθέμενος να μην μπει στον πειρασμό να διακινδυνεύσει την καταστροφή του». Από την άλλη όμως προειδοποίησε και για υπερβολές: «οι κυβερνητικές επιτροπές, πρέπει να προφυλαχτούν από την απόκτηση αδικαιολόγητης επιρροής, είτε επιδιώκεται είτε όχι, από το Στρατιωτικό-Βιομηχανικό Κύκλωμα».

Άλλο όμως είναι η πολεμοκαπηλία και άλλο η αμυντική αδυναμία που ειδικά στην περιοχή της Ελλάδας δεν επιτρέπεται. Η ανυπαρξία ή αδυναμία της αμυντικής βιομηχανίας οδηγεί σε περιορισμό της μαχητικής ικανότητας και εν τέλει σε υποτέλεια και εξάρτηση. Να σημειώσουμε εδώ ότι η προμήθεια από τρίτους ακόμα κι αν οι εξοπλισμοί είναι υπερσύγχρονοι θέτει μια χώρα σε θέση εξάρτησης. Είναι κάτι που σχετίζεται με τις σφαίρες επιρροής εξάλλου εντός των οποίων προωθούνται και συγκεκριμένα όπλα.

Έτσι όταν η Ρωσία προέβη σε αγορά δυο μεγάλων ελικοπτεροφόρων/αποβατικών πλοίων από την Γαλλία το 2011 η παράδοσή τους μπλοκαρίστηκε και τελικά ματαιώθηκε το 2014 λόγω κυρώσεων για τα γεγονότα στην Ουκρανία. Ενώ όταν η Τουρκία αντιλαμβανόμενη κατά την πρόσφατη εισβολή στο Συριακό θύλακα των Κούρων τα ελαττώματα των Γερμανικών τους τανκς Leopard αναζήτησε επιλογές αναβάθμισης από την Γερμανία αντιμετώπισε αντιρρήσεις. Και για την Ελλάδα όμως έχει αναφερθεί ότι κάποιοι εξοπλισμοί αγοράστηκαν για να υποστηριχτούν διπλωματικές σχέσεις και όχι γιατί χρειαζόντουσαν ή ότι δεν ικανοποιούσαν τις ανάγκες στο καλύτερο βαθμό.

Για αυτούς τους λόγους η αμυντική βιομηχανία θεωρείται στρατηγικός τομέας της οικονομίας και προστατεύεται από τον ανταγωνισμό ακόμα και στα πλαίσια των διεθνών συνθηκών εμπορίου. Έτσι ακόμα και ο παρουσιαζόμενος ως φιλελεύθερος, προοδευτικός και άνθρωπος των αγορών, Γάλλος πρόεδρος Μακρόν, ακύρωσε την πώληση ενός σπουδαίου Γαλλικού ναυπηγείου που βρίσκεται σε οικονομική κρίση, του STX/Saint-Nazaire (αυτό που έφτιαξε τα Ρωσικά ελικοπτεροφόρα) στην ιταλική Fincantieri.

Πραγματικά είναι άξιο απορίας πως κάποιοι που λένε ότι η «βαριά βιομηχανία» της Ελλάδας είναι ο τουρισμός περιμένουν να αμυνθούν σε εξωτερικές απειλές, ειδικά αν υπάρξει και κάποια εμπλοκή στον ανεφοδιασμό ή στην αγορά συστημάτων. Θα πολεμήσουμε με τις ξαπλώστρες και τους φραπέδες της «βαριάς βιομηχανίας»; Αν μη τι άλλο ο εξοπλισμός αποτελεί παράγοντας αποτροπής. Οικονομική ανάπτυξη δεν υπάρχει χωρίς ασφάλεια από εξωτερικούς παράγοντες. Ειδικά για την περιοχή μας που βιώνει συνεχώς αψιμαχίες. Υπάρχουν παμπολλά τέτοια παραδείγματα στην ιστορία. Πολλές αυτοκρατορίες σβήσανε σε περιόδους επιδρομών όπως η Ρωμαϊκή. Αλλά και πολλές κοινότητες επί Τουρκοκρατίας έσβησαν για τον ίδιο λόγο. Παράδειγμα η Μοσχόπολη που από μια ανθηρή οικονομικά πόλη και καταστράφηκε ολοσχερώς από επιδρομές.

Το άρθρο αυτό αποσκοπεί να απαντήσει σε διάφορες απλουστευτικές παραδοχές περί περιττών αμυντικών δαπανών χωρίς να αποτελεί μια αξιολόγηση οπλικών συστημάτων. Όμως αποσκοπεί να αναδείξει την παράπλευρη ωφέλεια που έχει για την οικονομία και την απασχόληση η αμυντική βιομηχανία. Επίσης προορίζεται να απαντήσει και σε όσους πιστεύουν ότι η Ελλάδα δεν μπορεί να παράγει ή δεν παρήγαγε ποτέ.

Ιστορία Ελληνικής Αμυντικής Βιομηχανίας

Η Ελλάδα είχε ανέκαθεν Αμυντική Βιομηχανία, από αρχαιοτάτων χρόνων, η οποία έπαιζε ρόλο στις στρατιωτικές επιτυχίες. Αποτελέσματα αυτής ήταν τα προηγμένα ατσάλινα ξίφη των Σπαρτιατών, οι τριήρεις της Αθήνας (τα λεγόμενα Ξύλινα Τείχη), οι εφευρέσεις του Αρχιμήδη στην πολιορκία των Συρακουσών (το κάτοπτρο και άλλα), το υγρό πυρ του Βυζαντίου. Ακόμα και στην επανάσταση του 1821 και παρά τους περιορισμούς και τα πενιχρά μέσα σημαντική συμβολή είχαν οι μπαρουτόμυλοι της Δημητσάνας και τα καρνάγια των καϊκιών απ’όπου προέκυψαν και τα «σιταροκάραβα βατσέλα» του επαναστατικού στόλου για τα οποία μιλάει ο Κολοκοτρώνης ή τα πυρπολικά, το προϊόν της ευρεσιτεχνίας και ναυτοσύνης των επαναστατών, κάτι σαν τις τορπίλες της εποχής.


Μετά την απελευθέρωση έχουμε παραγωγή εξοπλισμού και σκαφών στο Νεώριο της Σύρου που γύρω του συγκεντρώνεται και η βιομηχανική παραγωγή της εποχής. Επίσης παραγωγή γίνεται στην ΠΥΡΚΑΛ (Α.Ε. Πυριτιδοποιείου και Καλυκοποιείου) που ιδρύθηκε αρχικά το 1874, στην πορεία πέρασε στον Μποδοσάκη απορροφώντας και το Καλυκοποιείο «Αδελφοί Μαλτσινιώτη» (στο εργοστάσιο της οποίας οι Γερμανοί επί κατοχής επισκεύαζαν κινητήρες αεροπλάνων όπου μετά από σαμποτάζ προέβησαν και σε εκτελέσεις) και το «Μηχανοποιείον-Ναυπηγείο του Βασιλειάδη» (στη ομώνυμη ακτή στον Πειραιά). Προπολεμικά παρατηρείται γενικά αλματώδη ανάπτυξη της βιομηχανίας ειδικά μετά την Μικρασιατική Καταστροφή και μαζί ανάπτυξη και της αμυντικής βιομηχανίας.

Κατά την περίοδο αρθρογραφούν υπέρ της βιομηχανίας, υπουργοί της τότε κυβέρνησης Μεταξά, με ψευδώνυμο (Αλέξανδρος Οικονομίδης, Η Ανασύσταση της Αμυντικής Βιομηχανίας είναι βασικός πυλώνας για την Παραγωγική Ανασυγκρότηση αυτού του τόπου, ΙΝ.Ε.Π.Α., Νοέμβριος 2017). Αυτό θεωρείται ότι γίνονταν γιατί συμφέροντα στο εσωτερικό και εξωτερικό δεν επιθυμούσαν την βιομηχανική πρόοδο και τις ανακατατάξεις που θα έφερνε. Θυμίζει κάτι; Αλλά υπήρχε και άγνοια σε μια χώρα που βασίζονταν στην γεωργία. Μετά τον πόλεμο μάλιστα ο συγγραφέας του μνημειώδους έργου για την ανάπτυξη της Ελληνικής βιομηχανίας «Η Βαρειά Βιομηχανία στην Ελλάδα» Δημήτρης Μπάτσης, εκτελείται το 1952 μαζί με τον Μπελογιάννη. Παρότι αριστερός, κάτι που καταγράφεται με αναφορές του στο βιβλίο, ήταν και αστικής καταγωγής των Αθηνών. Το βιβλίο του είναι πρωτοποριακό ως προς την αξιολόγηση των δυνατοτήτων εκβιομηχάνισης και οικονομικής ανάπτυξης και μπροστά από την εποχή του ενώ πολλές από τις προτάσεις του εφαρμόστηκαν μετά.

Πολλοί σχετίζουν την εξόντωσή του με το περιεχόμενο του βιβλίου και την συναφή δράση του.
Η βιομηχανική τάξη αποτέλεσε τον κατά κανόνα φορέα αλλαγών και ανατροπών στην Ευρώπη. Την ασυνέχεια της βιομηχανίας στην Ελλάδα την θεωρώ προσωπικά ως τον λόγο ανυπαρξίας μιας τυπικής αστικής τάξης κατά τα Ευρωπαϊκά πρότυπα που θα σχεδίαζε μια ανεξάρτητη εύρωστη πολιτική και τους μηχανισμούς για βιώσιμη ανάπτυξη. Αυτό που αποκαλείται αστική τάξη στην Ελλάδα είναι κυρίως μια κρατικοδίαιτη υπαλληλική, άρα ετερόφωτη, ομάδα και επιχειρηματικά συμφέροντα που συνδέονται με το Κράτος (κρατικοδίαιτη επιχειρηματικότητα που εκτός της ναυτιλίας δεν έχει σημαντικές επιτυχίες στο εξωτερικό). Αυτή η δομή έχει τις καταβολές της στη μορφή του πρώτου Ελληνικού κράτους. Κατά πολλούς αυτός ήταν και ο σκοπός της δημιουργίας της υδροκέφαλης Αθήνας και του Δημοσίου, ώστε να υπάρχει έλεγχος της οικονομίας και χειραγώγηση. Έτσι, δεδομένου ότι η προέλευση του πλούτου είναι το Κράτος δεν γίνεται κάποια προσπάθεια αυτόνομης ανάπτυξης και προάσπισης της βιομηχανίας που συχνά και ιδίως μετά την είσοδο στην ΕΕ είναι υπό διωγμό. Όμως η μεγάλη οικονομική ανάπτυξη της Ελλάδας και άλλων Ευρωπαϊκών χωρών μεταπολεμικά συνδέθηκε με την άνθηση της βιομηχανίας και ειδικότερα την περίοδο 1960-1980.


Οι θέσεις εργασίας στην βιομηχανία επίσης είναι «ποιοτικές» δηλ. πλήρους απασχόλησης, αφού η απόκτηση εμπειρίας και τεχνογνωσίας είναι το ζητούμενο, και φυσικά υψηλότερων αποδοχών από τον τουρισμό όπου κάποιοι θέλουν να στρέψουν την προσοχή μας. Σύμφωνα με στοιχεία του ΣΕΒ οι μέσες αμοιβές ανά εργαζόμενο στην βιομηχανία είναι €23.500 αλλά μόνο €11.600 στον τουρισμό. Αυτό συμβαίνει γιατί στην βιομηχανία το 70% των εργαζόμενων είναι ειδικευμένοι έναντι 13% στον τουρισμό και το 30% υψηλότερης εκπαίδευσης έναντι μόνο 4% στον τουρισμό... Ενώ λόγω της υψηλότερης προστιθέμενης αξίας των προϊόντων η βιομηχανία αυξάνει και την παραγωγικότητα της οικονομίας κάτι που είναι το ζητούμενο σήμερα.



Τα αναφέρουμε όλα αυτά για να μπορέσουμε να εξηγήσουμε και την σπουδαιότητα της αμυντικής βιομηχανίας γενικότερα και την ελαφρότητας με την οποία αντιμετωπίζεται σε ένα ευρύτερο πλαίσιο κοινωνικοοικονομικών αντιλήψεων.
Κατά την δεκαετία του 1970 και ειδικά με την μεταπολίτευση και μετά την εισβολή στην Κύπρο και την αποχώρηση από το ΝΑΤΟ, έχουμε και μια εντατικοποίηση της αμυντικής παραγωγής με την ίδρυση των ΕΛΒΟ, ΕΒΟ και ΕΑΒ. Η ΕΛΒΟ ιδρύεται το 1972 αρχικά ως θυγατρική της αυστριακής Steyr, με αντικείμενο την κατασκευή φορτηγών, τανκς, και τρακτέρ αλλά αργότερα και τζιπ Mercedes, τα Αμερικανικά Hummer (Humvee), λεωφορεία και άλλα ειδικά οχήματα.


Η ΕΒΟ ιδρύθηκε το 1976 και έχει άρτιες εγκαταστάσεις για την παραγωγή όπλων, πυρομαχικών, ναρκών και άλλων εξαρτημάτων για τον Στρατό. Η ΕΑΒ ιδρύθηκε το 1975 με σκοπό την κατασκευή τμημάτων πολιτικών και στρατιωτικών αεροσκαφών και τη συντήρηση των αεροσκαφών της Πολεμικής Αεροπορίας. Έχει παράγει τμήματα των F16, C-130J Super Hercules, των Airbus κ.α. Επίσης η χημική και φαρμακευτική εταιρία ΧΡΩΠΕΙ που είχε ιδρυθεί το 1883 και ανέπτυξε πολυδιάστατο ερευνητικό έργο και ειδικά επί Σοφιανόπουλου ασχολήθηκε με τον αμυντικό χώρο, σχεδιάζοντας ένα τουφέκι για τον Στρατό το 1974 που δεν επιλέχτηκε, την τορπιλάκατο Hannibal (1968), το προωθητικό υγρό υδραζίνη των βαλλιστικών πυραύλων κ.α.


Και τέλος υπάρχουν και τα Ναυπηγεία (Σκαραμαγκά και Ελευσίνας) που συμβάλλουν με την παραγωγή υποβρυχίων, φρεγατών, τορπιλάκατών, αρματαγωγών και άλλων σκαφών για τις ανάγκες του Πολεμικού Ναυτικού.
Η Ελληνική αμυντική βιομηχανία σήμερα

Αν και δεν γίνεται ευρέως αντιληπτό, υπάρχουν πολλές Ελληνικές εταιρίες στον αμυντικό χώρο ακόμα και σήμερα. Ο ΣΕΚΠΥ (Σύνδεσμος Ελλήνων Κατασκευαστών Αμυντικού Υλικού) που ιδρύθηκε το 1982 έχει φτάσει να περιλαμβάνει 120 εταιρίες όπου απασχολούνται άμεσα 19.500 άτομα και σίγουρα αρκετοί ακόμα έμμεσα σε συνεργαζόμενες εταιρίες και προμηθευτές. Σε αυτούς να προσθέσουμε και το σημαντικό έργο που επιτελείται στη συντήρησή εξοπλισμού σε μονάδες του Στρατού και της Αεροπορίας. Είναι και αυτές μια σημαντική πηγή τεχνογνωσίας.
Τα προϊόντα της αμυντικής βιομηχανίας καλύπτουν ένα ευρύ φάσμα και απαιτούν πολλές τεχνολογίες και υποσυστήματα όπως πυρομαχικά, μηχανές, θωράκιση, ηλεκτρονικά έως λογισμικό ηλεκτρονικού πολέμου για να φτάσουμε στα ολοκληρωμένα όπλα.

Οι εταιρίες εξάγουν επίσης ένα σημαντικό τμήμα της παραγωγής τους. Με στοιχεία 2002, το 28% αυτών εξάγει περισσότερο από το 25% του κύκλου εργασιών τους ενώ το 11% πέραν του 80%! (Πηγή: «Η εμπειρία μου στην Αμυντική Βιομηχανία», Αλέξανδρου Οικονομίδη, 19/02/2014). Πολλές δε έχουν βρει διέξοδο ανάπτυξης σε διεθνείς διαγωνισμούς προμήθειας στρατιωτικού υλικού και χαίρουν σημαντικής αναγνώρισης διεθνώς. Εκτός από τον εξοπλισμό καλύπτουν και άλλες προμήθειες των Ενόπλων Δυνάμεων όπως ιματισμό και άρα προσφέρουν πολυποίκιλα στην οικονομία.

Οι εταιρίες του αμυντικού τομέα είναι επίσης μεγαλύτερες και καλύτερα οργανωμένες σε σχέση με τις άλλες στην Ελλάδα. Αυτό ίσως είναι φυσικό επακόλουθο του ότι συμμετέχουν σε μακροχρόνια προγράμματα και χρειάζεται να περνούν από κρατικούς ελέγχους. Στην βιβλιογραφία αναφέρεται ότι ο κατά μέσο όρο κύκλος εργασιών τους είναι €32 εκατομμύρια έναντι €6 εκατομμύρια για την υπόλοιπο βιομηχανία, με μέσο αριθμός εργαζομένων 376 έναντι 59 και μέσα καθαρά περιουσιακά στοιχεία €38.6 έναντι €6.6 εκατομμύρια. (Ραφαηλίδης, Α. «Τεχνολογική Μάθηση μέσα από Συνεργασίες: μια εφαρμογή στην Ελληνική αμυντική βιομηχανία», Διδακτορική Διατριβή, Πανεπιστήμιο Πατρών, 2002 )

Όμως η αμυντική βιομηχανία δεν απέφυγε τα προβλήματα της βιομηχανίας γενικότερα στην Ελλάδα και παρήκμασε σταδιακά κατά τις δεκαετία του ‘80-90, και σίγουρα με την κρίση των τελευταίων χρόνων και την κατακρήμνιση των επενδύσεων. Σε κάποια στιγμή είχε φτάσει να συζητιέται από την Τρόικα ακόμα και το κλείσιμο των βασικών και ιστορικών μονάδων της ΕΑΣ, ΛΑΡΚΟ, ΕΛΒΟ όπως και πώληση της ΕΑΒ. Ευτυχώς αποφεύχθηκαν. Όμως και τα ναυπηγεία υπολειτουργούν και κινδυνεύουν αν και τώρα συζητιέται επενδυτικό ενδιαφέρον από την ONEX που ήδη έχει αναλάβει αυτό της Σύρου.

Η βιομηχανία παρήκμασε μετά την είσοδο στην ΕΕ, ίσως λόγω των κανονισμών και του ανταγωνισμού εκεί, αν και έγιναν ίσως και άλλα λάθη (τεχνολογικές εξελίξεις, φθηνές εισαγωγές, χαμηλή προστιθέμενη αξία κ.α.). Σήμερα αντιπροσωπεύει μόνο το 8% του ΑΕΠ έναντι 15% στην ΕΕ η οποία έχοντας διαπιστώσει το πρόβλημα έχει βάλλει στόχο ανόδου της συμμετοχής της βιομηχανίας στο 20% του Ευρωπαϊκού ΑΕΠ μέχρι το 2020. Η αντίστοιχη επιδίωξη στην Ελλάδα είναι στο 12% ….

Ένας ειδικότερος λόγος για την παρακμή της αμυντικής βιομηχανίας θεωρείται η έλλειψη συνεργασίας μεταξύ των οικονομικών φορέων και της πολιτείας. Στην Ελλάδα, καθοριστική για την ανάπτυξη της αμυντικής βιομηχανίας, στα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης θεωρήθηκε η σύσταση της Υπηρεσίας Πολεμικής Βιομηχανίας (ΥΠΟΒΙ). Σκοπός της ήταν η προώθηση του ποσοστού εγχώριας παραγωγής των εξοπλιστικών αναγκών. Είχε προϊστάμενο τον εκάστοτε Υπουργό Άμυνας και συμμετοχή των τριών ενόπλων σωμάτων, του ΣΕΒ του ΣΕΚΠΥ, του ΕΟΜΜΕΧ, του υπουργείο Βιομηχανίας. Στα μέσα της δεκαετίας του 1990 καταργήθηκε και αντικαταστάθηκε από την Γενική Διεύθυνση Εξοπλισμών όπου τον αποφασιστικό λόγο τον είχαν όργανα εκτός των Γενικών Επιτελείων ενώ και ο θεσμός των αντισταθμιστικών οφελών που είχε σκοπό την προώθηση της εγχώριας συμμετοχής, καταστρατηγήθηκε.

Επίσης άλλες αίτιες της παρακμής μπορούν να αναζητηθούν και σε σκάνδαλα. Τα τελευταία χρόνια έχουν δε αποκαλυφθεί και επίσημα σε δίκες στην Γερμανία, δωροδοκίες και άλλες παρανομίες από πλευράς προμηθευτών (όπως για τα αντιαεροπορικά συστήματα Asrad της Rheinmetall, τα υποβρύχια 214 της HDW-Ferrostaal, την Siemens και τους πυραύλους Patriot). Κάποιες δίκες είναι και σε εξέλιξη στην Ελλάδα πολλά χρόνια μετά την διάπραξη του αδικήματος..

Ύψος Αμυντικών Δαπανών σε Ελλάδα και Ε.Ε.

Οι Ελληνικές αμυντικές δαπάνες ανέρχονται στο 2,4% του ΑΕΠ, δηλ. $5,8 δισ (ή περίπου €5δις) το 2017. Οι δαπάνες αυξήθηκαν σημαντικά κατά την περίοδο του Ευρώ, όπως και τόσα άλλα και προφανώς αποτελούν μέρος του χρέους πια.


Πάντως και αυτή τη στιγμή οι Ελληνικών αμυντικές δαπάνες ως ποσοστό του ΑΕΠ είναι από τις υψηλότερες στην ΕΕ αλλά στα πλαίσια αυτών που επιτάσσει το ΝΑΤΟ (κατ’ ελάχιστο 2% του ΑΕΠ). Είναι οι άλλες χώρες που υστερούν στην εκπλήρωση των υποχρεώσεών τους το οποίο έχει ξεκινήσει και την γκρίνια από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού. Οι αντίστοιχες δαπάνες της Τουρκίας είναι υπερτριπλάσιες των Ελληνικών και ανήλθαν στα $17.6 δισ αλλά μικρότερο ποσοστό του ΑΕΠ 1.56% (στοιχεία ΝΑΤΟ). Από τις Ελληνικές δαπάνες, το 15% μόνο δίνεται κατά μέσο όρο για εξοπλισμούς (ενώ το ΝΑΤΟ συνιστά το 20%) αφού τα 2/3 των δαπανών διατίθενται για μισθούς και το υπόλοιπο 1/3 μόνο για λειτουργικές δαπάνες (σύμφωνα με απολογιστικά στοιχεία του Υπουργείου Οικονομικών και το ιστολόγιο Ισοζύγιο Στρατιωτικής Ισχύος (Αμυντικές Δαπάνες και Προσωπικό))



Σε σχέση με τις άλλες χώρες της ΕΕ η Ελλάδα έχει μεγάλες αμυντικές δυνάμεις όμως μάλλον έχει και μεγαλύτερες ανάγκες και καλύτερο στρατό…. Έτσι για παράδειγμα η λεγόμενη μικρή Ελλάδα έχει έναν από τους σημαντικότερους πολεμικούς και αεροπορικούς στόλους στην ΕΕ. Η Ελλάδα έχει 13 κύρια πολεμικά πλοία επιφανείας (φρεγάτες), ενώ η Ιταλία 18 (φρεγάτες και αντιτορπιλικά), η Ισπανία 12 (6 φρεγάτες, 6 αντιτορπιλικά), η Γερμανία 15 (10 φρεγάτες και 5 μικρότερες κορβέτες), η Γαλλία 24 (13 αντιτορπιλικά 11 φρεγάτες από τις οποίες οι 5 είναι οι FREMM που συζητήθηκαν για την Ελλάδα) ενώ ανάλογου πληθυσμού αλλά πιο πλούσιες χώρες όπως το Βέλγιο έχουν μόνο 2, όσα και η Ολλανδία! Όσο αφορά αεροπλάνα η Ελλάδα έχει 232 μαχητικά ενώ Γερμανία 220, 209 η Ιταλία, η Ολλανδία 63, η Πολωνία 110, ενώ η Τσεχία και η Ουγγαρία ουσιαστικά μόνο από 12!! (δηλ. οι χώρες που βρίσκονται στα ανατολικά σύνορα της ΕΕ και επιζητούν την προστασία της υστερούν τρομακτικά σε εξοπλισμό….). Σίγουρα ο Ελληνικός Στρατός αποτελεί σημαντικό παράγοντα στην άμυνα της ΕΕ.



Απορούμε πως υποστηρίζεται ότι η ΕΕ αποτελεί εγγύηση για τα σύνορα και πως θα’ρθει η Ευρώπη να τα υπερασπίσει αφού δεν υπάρχει και ενοποιημένος στρατός. Βέβαια υπάρχει το ΝΑΤΟ... Πολύ πρόσφατα όμως μέσα στην αλλαγή των συσχετισμών οι Γαλλία και Γερμανία εμφανίζονται να παίρνουν αποστάσεις από τις ΗΠΑ και να προτείνουν τη δημιουργία Ευρωπαϊκού Στρατού εκτός του ΝΑΤΟ! Αλλά αν γίνει αυτό να δούμε πως θα δημιουργηθεί σύμπνοια με τόση αντιπαλότητα μέσα στην ΕΕ και ποιος θα πληρώσει για τον Στρατό αν δεν πληρώνουν ούτε ότι επιβάλλει το ΝΑΤΟ. Και λίγο πιο απλοϊκά: στις κρίσιμες στιγμές είμαστε σίγουροι ότι τα συμφέροντα της Ελλάδα ευθυγραμμίζονται με αυτά της Γερμανίας; Ότι θα έρθουν να μας υπερασπιστούν; Ή μήπως κατά τον ίδιο τρόπο περιμένουν και αυτοί ότι θα πάμε εμείς να υπερασπιστούμε π.χ. τις Ανατολικές χώρες, πολλές από τις οποίες παίρνουν επικριτικές θέσεις προς την Ελλάδα; Πολλά συζητιούνται επιπόλαια τελικά.

Πάντως αμυντική βιομηχανία αποτελεί μείζονα βιομηχανικό κλάδο και στην ΕΕ με κύκλο εργασιών €97,3 δισ. το 2014, όπου απασχολούνταν 500.000 εργαζόμενοι άμεσα και 1,2 εκατομμύρια έμμεσα ενώ πραγματοποιούνται και σημαντικές εξαγωγές. Η ΕΕ προσπαθεί να την ενισχύσει με προτίμηση των Ευρωπαϊκών εταιριών στις προμήθειες (Κοινοτική Οδηγία 2009/81/ΕΚ) αν και καταργεί την προτίμηση σε εγχώριο επίπεδο. Παρόλα αυτά η υπογραφή της σύμβασης δεν φαίνεται να επηρέασε την εγχώρια παραγωγή καθώς κατά το διάστημα Αύγουστος 2011-Μάρτιος 2013 το 92% το συμβάσεων που υπογράφηκαν από τα κράτη μέλη είχαν ανατεθεί στην εγχώρια βιομηχανία τους ενώ σε αξία συμβάσεων το αντίστοιχο ποσοστό ήταν 97% (Αλέξανδρος Οικονομίδης, Η Ανασύσταση της Αμυντικής Βιομηχανίας είναι βασικός πυλώνας για την Παραγωγική Ανασυγκρότηση αυτού του τόπου, ΙΝ.Ε.Π.Α., Νοέμβριος 2017). Επίσης η ΕΕ προωθεί την συνεργασία στην κοινή προμήθεια και ανάπτυξης συστημάτων μελλοντικά μέσω της Μόνιμης Διαρθρωμένης Συνεργασίας της ΕΕ σε θέματα άμυνας (PESCO).

Η διεθνής αγορά εξοπλισμών και η Ελλάδα

H εξοπλιστική αγορά διεθνώς υπολογίζεται σε $1.7 τρις το 2017. Την περίοδο 2013-2017 οι ΗΠΑ ήταν ο μεγαλύτερος παραγωγός εξοπλισμών διεθνώς και μεγαλύτερος εξαγωγέας (34%) αλλά και η χώρα με τις μεγαλύτερες αμυντικές δαπάνες ακολουθούμενη από την ταχέως εξοπλιζόμενη Κίνα. Η Γερμανία είναι ο 4ος μεγαλύτερος εξαγωγέας όπλων διεθνώς μετά τις ΗΠΑ, Ρωσία, Γαλλία, με 5,8% της παγκόσμιας αγοράς την περίοδο αυτή (στοιχεία SIPRI).


Η Ελλάδα είναι 28ος μεγαλύτερος εισαγωγέων όπλων την περίοδο 2013-2017 δηλ. μέσα στην κρίση, με ποσοστό 1% στη συνολική αγορά από 1.9% και την 14η θέση μεταξύ 2008-2012. Οι αγορές της Ελλάδας την περίοδο αυτή των μνημονίων είναι κυρίως από τη Γερμανία (68%!) και ακολουθούν οι ΗΠΑ (17%) και η Γαλλία (10%). Η Ελλάδα αποτελεί τον 2ο μεγαλύτερο πελάτη της Γερμανίας με το 11% των πωλήσεών της! (Source: Trends in International Arms Transfers, 2017, SIPRI Fact Sheet, March 2018)


Μπορεί η Γερμανία αυτή τη στιγμή επικρατεί ως προμηθευτής όπλων της Ελλάδας δεν ήταν όμως έτσι και στο παρελθόν. Σύμφωνα με κάποια στοιχεία έως το 2002 το μεγαλύτερο μέρος των αγορών πραγματοποιείται από τις ΗΠΑ (35%) και ακολουθούσαν οι Γερμανία και Γαλλία. Δηλαδή βλέπουμε μια στροφή στην εξάρτηση προς την Γερμανία τα τελευταία χρόνια μετά την «κρίση». Μήπως για αυτό η Τρόικα παρόλες τις συζητήσεις δεν πείραξε τα εξοπλιστικά προγράμματα;
Η Γερμανία μπορεί να μην ξοδεύει όσα ζητά το ΝΑΤΟ σε εξοπλισμούς και να έχει άλλες προτεραιότητες αλλά από την άλλη εξάγει εξοπλισμούς στην Ελλάδα και επενδύει στην βιομηχανία και τον πλουτισμό από εξαγωγές προϊόντων. Έτσι το εμπορικό έλλειμα των ΗΠΑ με την ΕΕ είναι $151 δις με την Γερμανία να αποτελεί την χώρα με το μεγαλύτερο πλεόνασμα στην ΕΕ $65 δις). Οι εισαγωγές από την Γερμανία έχουν γίνει τώρα μοχλός πίεσης των ΗΠΑ προς την Γερμανία (απειλώντας την με την επιβολή δασμών) για την εκπλήρωση των υποχρεώσεών της στο ΝΑΤΟ. Δηλαδή «δούναι και λαβείν». Η συζήτηση περί δασμών περιστρέφεται στα αυτοκίνητα τα οποία είναι το μεγαλύτερο μέρος των του εμπορικού ελλείματος των ΗΠΑ και πιθανότατα μεγάλο μέρος αυτού αφορά Γερμανικά αυτοκίνητα τα οποία επωφελούνται από το Ευρώ το οποίο ειδήμονες θεωρούν ότι είναι σε χαμηλότερη ισοτιμία απ’ότι θα ήταν το Μάρκο μιας ανεξάρτητης Γερμανίας.




Να σημειωθεί επί την ευκαιρία ότι η Ελλάδα έχει εμπορικό πλεόνασμα τα τελευταία χρόνια με τις ΗΠΑ το οποίο είναι αξιοθαύμαστο. Έτσι η Ελλάδα και πληροί τις υποχρεώσεις τις προς το ΝΑΤΟ αλλά και πραγματοποιεί σημαντικό εμπόριο με τις ΗΠΑ που ίσως να μπορεί να αναπτυχθεί περαιτέρω και σε επίπεδο επενδύσεων μια που απ’ότι φαίνεται η ΕΕ δεν βοηθά ούτε και αν αυτό μπορεί να συμβάλλει στην αποπληρωμή των χρεών!!!

Nα σημειωθεί ότι ως μέρος του διακανονισμού των δανείων της Γερμανίας μετά τον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο της επιτράπηκε να γίνει εξαγωγική δύναμη ώστε να είναι δυνατή και η αποπληρωμή. Οι πιστώτριες δυνάμεις (Βρετανία, Γαλλία, ΗΠΑ που αποτελούσαν το 41% των εισαγωγών της Γερμανίας εκείνη τη στιγμή) δέχτηκαν ότι η Γερμανία θα μπορούσε να μειώσει τις εισαγωγές της και να παράγει δικά της προϊόντα, αντί να τα εισάγει (Η διαγραφή του γερμανικού χρέους στο Λονδίνο το 1952, Ερικ Τουσεν, TVXS 12 Okt. 2012). Η τελευταία δόση μάλιστα αυτού του διακανονισμού καταβλήθηκε το 2010.

Τι κάνει η Τουρκία στον χώρο της αμυντικής βιομηχανίας

Την ίδια ώρα που η Ελλάδα συνεχίζει την αποβιομηχάνιση επενδύοντας σε ξαπλώστρες και τουρισμό…., η Τουρκία επενδύει στην αμυντική βιομηχανία. Έτσι μπορεί να δημιουργεί και να υποστηρίζει σφαίρες επιρροής στα ανατολικά της. Σημαντική πηγή εσόδων και τεχνογνωσίας για την αμυντική βιομηχανία αποτελούν συναφείς βιομηχανίες όπως αυτή της συναρμολόγησης αυτοκινήτων ή των ηλεκτρονικών συσκευών. Στην Τουρκία συναρμολογούνται Ford, Fiat, Renault, Hyundai και για την Ευρωπαϊκή αγορά, όπου το 2014 κατέλαβε την 6η θέση με 1.200.000 οχήματα. Παράλληλα αναπτύσσονται συνέργειες μεταξύ της εμπορικής και αμυντική τεχνολογίας π.χ. η Οτοκαρ του Ομίλου Κοτς εκτός από την παραγωγή λεωφορείων και άλλων οχημάτων έχει προχωρήσει και σε παραγωγή θωρακισμένων οχημάτων μεταφοράς προσωπικού και τελευταία του εγχωρίου τανκς Altay (που βασίζεται στο ΝοτιοΚορεατικό K2 Black Panther). Η Οτοκαρ να σημειώσουμε ότι ξεκίνησε από συναρμολόγηση λεωφορείων Mercedes την δεκαετία του ‘60, την ίδια εποχή με την Otomarsan (σήμερα Mercedes Turkey) η οποία εξαγόρασε την δεκαετία του ’80 και μετέφερε στην Τουρκία το αντίστοιχο εργοστάσιο της ΒΙΑΜΑΞ στην Ελλάδα που το «έφαγε» φαίνεται ο «εκσυγχρονισμός» της ΕΕ και ο γενικότερος διωγμός της βιομηχανίας την εποχή αυτή.

Συνολικά, η Τουρκία εμφανίζεται τα τελευταία 15 χρόνια, που βρίσκεται ο Ερντογάν στην εξουσία, να έχει δαπανήσει πάνω από $60 δισ. στην ανάπτυξη εγχώριων αμυντικών συστημάτων. Η παραγωγική ικανότητα της φέρεται να ξεπερνάει τα $6 δισ. ετησίως (από $1,3 δισ. το 2002) ενώ ο προϋπολογισμός μόνο για έρευνα και ανάπτυξη οπλικών συστημάτων (R&D) ανέρχεται σε πάνω $1,3 δισ. Επίσης το ποσοστό συμμετοχής της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας από 20% το 2002 έχει αυξηθεί στο 65%. Μερικά από τα όπλα που έχει αναπτύξει περιλαμβάνουν:

- το ελικόπτερο ATAK T129 (μετεξέλιξη του Ιταλικού Agusta A129 Mangusta)
- το μελλοντικό μαχητικό TAI TF-X σε συνεργασία με την Βρετανική BAE που προορίζεται για αντικαταστάτης του F-16 και το εκπαιδευτικό αεροσκάφος TAI Hürkuş ενώ συζητιέται και για συμπαραγωγή του F-35
τα μη επανδρωμένα σκάφη (drones) αναγνώρισης Bayraktar TB2, τα επιθετικά Alpagu, Kargu, Doga και το νεότερο Akinci
- τις φρεγάτες MILGEM (κλάση -ada) 2.400-3.000 τόνων, οκτώ στον αριθμό και του ελαφρού αεροπλανοφόρου σκάφους (ή αποβατικού ελικοπτεροφόρου) Anadolu το οποίο είναι Ισπανικού σχεδιασμού 24-27.000 τόνων (κλάσης Juan Carlos)
- το υποβρύχιο drone Wattozz (σαλάχι) το οποίο μπορεί να έχει κατασκοπευτική αλλά και επιθετική χρήση
- το τροχοφόρο mini drone με πολυβόλο Tarantula, υποστηρικτικό χερσαίων επιχειρήσεων
- το τηλεκατευθυνόμενο πυροβόλο STAMP, τα θωρακισμένα οχήματα μεταφοράς προσωπικού BMC Kirpi, το όχημα μάχης ACV-15, το άρμα μάχη Altay που αναφέραμε, τα στρατιωτικά οχήματα Kobra και Ejder Yalçın, τα οβιδοβόλα T-155 Fırtına, τους εκτοξευτές ρουκετών T-122 Sakarya,
- μια σειρά άλλων όπλων όπως τις βόμβες διάτρησης NEB, τα τυφέκια MPT-76, τα συστήματα ραντάρ SERHAT Havan Tespit Radar Sistemi, τα μετακινούμενα συστήματα ηλεκτρονικού πολέμου KORAL, το αντι-drone όπλο ASELSAN (drone-savar), τους καθοδηγούμενος με laser πυραύλους MAM-L, τις ρουκέτες Cirit, τον αντιαεροπορικό πύραυλο HISAR-A, την κατευθυνόμενη «έξυπνη» βόμβα KGK, όπως και οι «έξυπνες» HGK (τροποποίηση των κοινών MK-84). Επίσης έχουν συμμετοχή στην κατασκευή των τουρκικών δορυφόρων GÖKTÜRK.

Τέλος, πρόσφατα αναφέρθηκε η ανάπτυξη τεχνολογίας αιχμής για ηλεκτρομαγνητικό πυροβόλο, το Sapan (7.5 Mach, 30χλμ ακτίνα) Αναπτύσσεται από την κρατική εταιρεία έρευνας TÜBİTAK. Σημειώνεται ότι μεταξύ άλλων εμπλέκεται και στην ανάπτυξη εγχωρίου ηλεκτρικού αυτοκινήτου στην πλατφόρμα του Σουηδικού Saab 9-2 (NEVS) με συμμετοχή Κινέζικων εταιριών.


Τουρκικές αμυντικές βιομηχανίες όπως οι ASELSAN, TAI, BİTES και ROKETSAN, συγκαταλέγονται μεταξύ των 100 μεγαλύτερων αμυντικών βιομηχανιών στον κόσμο. Παράλληλα η εξαγωγική ικανότητα της Τουρκίας φτάνει τα $2 δισ. ετησίως (από ουσιαστικά τίποτα την δεκαετία του 1990 και μόλις $248 εκατ. το 2002) ενώ άλλα δημοσιεύματα (al-Monitor) ανεβάζουν τις τουρκικές αμυντικές εξαγωγές στα περίπου $12 δισ. τη διετία 2016-2017. Μόνο η Τουρκική αεροδιαστημική βιομηχανία στοχεύει σε εξαγωγές $25δις μέχρι το 2023 σύμφωνα με την Sabah. Άρα συνεισφέρουν και στην οικονομία. Αυτά σχετίζονται όμως και με την δημιουργία σφαιρών επιρροής όπως είπαμε και την στροφή ανατολικά όπου η Τουρκία έχει αρχίσει εξαγωγές και συμπαραγωγές με το Πακιστάν.


Προοπτικές, τρόπος ανάπτυξης και χρηματοδότησης της αμυντικής βιομηχανίας στην Ελλάδα

Τώρα ας έρθουμε στο βασικό ερώτημα της οικονομικής εφικτότητας για την ανάταξη της αμυντικής βιομηχανίας και τα περιθώρια χρηματοδότησης της. Μπορεί η Ελλάδα με τις σημερινές οικονομικές συνθήκες αλλά και εν γένει με βάση τα τεχνολογικά δεδομένα και τα μεγέθη αγοράς της να αναπτύξει αμυντική βιομηχανία; Και μπορεί και επιβάλλεται να το κάνει θα πούμε εμείς. Για λόγους οικονομικούς και αμυντικούς. Στην βιομηχανία θα παραχθεί προστιθέμενη αξία και θα βρουν δουλειά επιστήμονες που φεύγουν στο εξωτερικό. Εκτός από τις ανάγκες των Ελληνικών Δυνάμεων υπάρχει και η κοινή αγορά της Ευρώπης όπου μπορεί να δραστηριοποιηθεί αλλά και στην περιοχή (Ανατολική Μεσόγειο και Μέση Ανατολή).

Και τώρα το βασικό θέμα της χρηματοδότησης. Αυτή θα πούμε ότι είναι κατ’αρχας διαθέσιμη: αποτελείται κατά βάση από τις Ελληνικές αμυντικές δαπάνες του προϋπολογισμού που έτσι κι αλλιώς καταβάλλονται και ως υποχρέωση στο ΝΑΤΟ. Το 2.5% περίπου του ΑΕΠ που είναι οι δαπάνες σήμερα (και κατ’ελάχιστο 2%) ανέρχεται σε €5δις περίπου. Από αυτό το 20% πρέπει να είναι εξοπλισμοί, συνεπώς περίπου €1δις τον χρόνο. Αν από αυτά απαιτηθεί τουλάχιστον το 35% να είναι εγχώρια συμμετοχή τότε δημιουργείται ένα σημαντικό ποσό εσόδων (€350 εκατ. το χρόνο). Και όλα αυτά με το σημερινό χαμηλό ΑΕΠ της κρίσης και χωρίς να υπολογίζονται πωλήσεις σε τρίτους. Στην χρηματοδότηση αυτή θα μπορούσε να συμμετάσχει και ο ιδιωτικός φορέας αν υπάρχουν προοπτικές κερδοφορίας.

Σύμφωνα με τον πρόεδρο του ΣΕΚΠΥ κ. Ροζόλη από το 1980 έως το 2014 έχουν δαπανηθεί για εξοπλισμούς ποσά της τάξης των €35 δισ. Από το 1980 και μετά η ανάπτυξης της βιομηχανίας τροφοδοτήθηκε από την υποχρέωση εγχώριας συμμετοχής σε επίπεδο τουλάχιστον 35% της αξίας (όταν σήμερα στην Τουρκία είναι 65%). Ένα τέτοιο ποσοστό τουλάχιστον θα πρέπει να είναι υποχρεωτικό και στο μέλλον όπως συμβαίνει και αλλού. Επίσης προτείνεται και η επανασύσταση της ΥΠΟΒΙ για καλύτερο συντονισμό.

Τα αμυντικά προγράμματα που μπορούν άμεσα να χρηματοδοτηθούν, κάτι το οποίο μπορεί να γίνει με συμπαραγωγές με τους συμμάχους της Ελλάδας είναι για παράδειγμα:


  • οι νέες φρεγάτες (π.χ. οι FREMM ή άλλο Γαλλικό σχέδιο (Belharra) ή άλλες π.χ. Αμερικανικες;) Το πρόγραμμα αυτό θα ανέλθει στο €2-4 δις για 2-4 σκάφη. Σε αυτό μπορεί και πρέπει να υπάρξει συμμετοχή των Ελληνικών ναυπηγείων
  • η αναβάθμιση των F-16 με την Αμερικανική Lockheed που συζητήθηκε πολύ τον τελευταίο χρόνο και θα τρέξει. Το πρόγραμμα αυτό θα ανέλθει στο €1 δις και θα υπάρχει και εγχώρια συμμετοχής από την ΕΑΒ η οποία προβαίνει και σε 90 προσλήψεις.
  • προγράμματα της ΕΛΒΟ, που αυτή τη στιγμή βρίσκεται δυστυχώς σε αδράνεια περιμένοντας επενδυτή. Αυτά θα μπορούσαν να περιλαμβάνουν την συντήρηση των θωρακισμένων οχημάτων μεταφοράς προσωπικού (ΤΟΜΠ και ΤΟΜΑ) και συμπαραγωγή νέων (περίπου 800 ΤΟΜΠ ΛΕΩΝΙΔΑΣ είχαν παρασκευαστεί εκεί ενώ πρόσφατα προμηθεύτηκε μεταχειρισμένα Μ114 από τις ΗΠΑ). Επίσης όπως υποστηρίζει η διοίκηση της, προγράμματα για την Αίγυπτο και άλλες χώρες της περιοχής. Επίσης θα μπορούσε να συμμετέχει σε παραγωγή οχημάτων για εμπορικές χρήσεις ή στην παραγωγή λεωφορείων των δημόσιων συγκοινωνιών (το πρόγραμμα των ΟΑΣΑ και ΟΑΣΘ αφορά 400 και έως 200 λεωφορεία αντίστοιχα (αξίας €120-200 εκατ περίπου)
  • νέες τεχνολογίες όπως τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη (drones) που χρησιμοποιούν πολύ πλέον οι ΗΠΑ αλλά και η Τουρκία και χρειάζεται να αποκτήσει και η Ελλάδα. Κατασκευάζεται το ΠΗΓΑΣΟΣ από την ΕΑΒ το οποίο δεν επαρκεί.

Επίσης επενδύσεις θα μπορούσαν να γίνει σε νέους τομείς όπως η ασφάλεια στο δίκτυο (cybersecurity) κάτι που έχει αναπτύξει το Ισραήλ δίνοντας παράλληλα και πολύ καλή εμπειρία σε σπουδαστές πληροφορικής για να σταδιοδρομήσουν αργότερα σε επιχειρήσεις (startups). Και φυσικά τα προγράμματα που ήδη τρέχουν ή μπορεί να τρέξουν σε ΕΒΟ, ΠΥΡΚΑΛ και αλλού.


Επίλογος
Ελπίζουμε να καταφέρουμε να προβάλουμε την οικονομική σημασία της αμυντικής βιομηχανίας ειδικά σε αυτή τη στιγμή αλλά και στο μέλλον για την παραγωγή πλούτου, τεχνολογίας και απασχόληση πτυχιούχων και μη. Φυσικά είναι αναντίρρητη και η σημασία της για την άμυνα. Στρατιωτικοί ειδήμονες μπορούν να αναλύσουν καλύτερα τις εξοπλιστικές ανάγκες και να εντοπίσουν τις δυνατότητες εγχώριας παραγωγής. Αυτό είναι σίγουρα πολύ σημαντικό με βάση τις γεωπολιτικές συνθήκες της περιοχής μας, την ανάγκη παραγωγικής ανασυγκρότησης και απασχόλησης αλλά και τις διαγραφόμενες απειλές ….

*Ο Παναγιώτης Χατζηπλής είναι σύμβουλος επιχειρήσεων σε εξαγορές, συγχωνεύσεις, επιχειρηματικό σχεδιασμό και άντληση κεφαλαίων. Έχει εργαστεί στο συμβουλευτικό τμήμα των Deloitte και PriceWaterhouseCoopers στην Ελλάδα και στην Νέα Υόρκη και στην Τράπεζα της Ελλάδος. Είναι απόφοιτος του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου (Μηχανολόγος Μηχανικός) και κάτοχος ΜΒΑ στη Διοίκηση Επιχειρήσεων από το Manchester Business School Αγγλίας. Είναι επίσης πιστοποιημένος χρηματοοικονομικος αναλυτής από το CFA Institute και έχει και πιστοποίηση στα λογιστικά από το ACCA.

πηγή


Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου.

Δημοσίευση σχολίου

 
Top