Τέτοιους καιρούς, αλλά ειδικά τέτοιες ημέρες δεν μπορεί να μην σκεφτεί κανείς τα τραγικά γεγονότα στα Ίμια, αν και περισσότερα από 20 χρόνια μετά πρέπει να ειδωθούν μέσα στο σημερινό πλαίσιο των προκλήσεων, απειλών και εθνικών κινδύνων.
Ο Αμερικανός πρέσβης στην Ελλάδα, μέσα από την χθεσινή συνέντευξή του στο ΣΚΑΙ δεν έκρυψε τους φόβους του για ένα «ατύχημα» στο Αιγαίο.
Από την άλλη η Τουρκία αποδεικνύει καθημερινά στην πράξη ότι δεν διστάζει να υπερασπίσει τα συμφέροντά της με πόλεμο, που αυτή την στιγμή εστιάζεται στη Συρία αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν μπορεί να τον μεταφέρει οπουδήποτε αλλού, ειδικά στο Αιγαίο, την Θράκη ή την Κύπρο. Πολλές φορές τα τελευταία 40 χρόνια έχουμε γράψει για το καθεστώς των «δυόμιση πολέμων», δηλαδή για την δυνατότητα της τουρκικής πολεμικής μηχανής να διεξάγει επιχειρήσεις ταυτόχρονα σε δυο διαφορετικά μέτωπα, ενώ παράλληλα καταστέλλει οποιεσδήποτε απειλές υφίστανται στο εσωτερικό της (και υπάρχουν πολλές).
Ας μην ξεγελιόμαστε λοιπόν με το γεγονός ότι η Άγκυρα διεξάγει πόλεμο στα ανατολικά ή ότι ο Ερντογάν συνεχίζει να ξεκαθαρίζει την τουρκική κρατική δομή (περιλαμβανομένου φυσικά του στρατεύματος) εγκαθιστώντας την απολυταρχία του.
Ο εχθρός βρίσκεται προ των πυλών και οι καιροί είναι πολύ πιο ύποπτοι και επικίνδυνοι από την εποχή των Ιμίων.
Δανειζόμαστε παρακάτω τα λόγια του Υποστρατήγου ε.α. Λάμπρου Τζούμη (πρώην Ταξιάρχου της 88 ΣΔΙ Λήμνου) σε ένα κείμενό του γραμμένο τέτοιες ημέρες το 2016 και που χαιρόμαστε κάθε φορά που τον ακούμε και τον διαβάζουμε:
“Μια ιστορική αναδρομή γεγονότων μεταξύ αυτών και η κρίση των Ιμίων, υπενθυμίζουν ότι η βούληση της Άγκυρας να αλλάξει το status quo της περιοχής, είναι συνεχής και δεδομένη. Η διαφοροποίηση που υπάρχει σ΄ αυτή, σε σχέση με προηγούμενες, είναι ότι η Τουρκία έθεσε επίσημα για πρώτη φορά θέμα εδαφικής διεκδίκησης επί της ελληνικής επικράτειας, με την αμφισβήτηση εθνικού χερσαίου χώρου.
Η προσπάθειά της όμως επί σειρά ετών, είναι να διατηρήσει ψηλά τη στρατιωτική της ικανότητα και να μετουσιώσει την αναθεωρητική της πολιτική σε πράξη, όποτε της δοθεί ευκαιρία. Η ακολουθούμενη τακτική της τουρκικής πλευράς, για την υλοποίηση των στόχων και των επιδιώξεων της, πραγματοποιείται μέσω αλλεπάλληλων κρίσεων ποικίλης μορφής και εντάσεως, με σκοπό τη δημιουργία ενός συνολικού καταλόγου διμερών διαφορών (γκρίζες ζώνες, υφαλοκρηπίδα, FIR, χωρικά ύδατα, κ.λπ). Η συνεχής υποχωρητικότητα και η στρατηγική του κατευνασμού της δικής μας πλευράς, ενθαρρύνει την αδιαλλαξία και εξυπηρετεί την εκπλήρωση επιμέρους τουρκικών επιδιώξεων, οι οποίες μακροχρόνια θα ισοδυναμούν με την επίτευξη του συνόλου των στόχων, που έχει θέσει η γείτονα χώρα.
Κεντρικός άξονας της στρατιωτικής μας στρατηγικής είναι η αποτροπή οποιασδήποτε στρατιωτικής απειλής, σε συνδυασμό με την πολιτική αποκλιμάκωσης των εντάσεων. Η στόχευση αυτή, προϋποθέτει απαραίτητα μια αξιόπιστη αποτρεπτική ικανότητα, η οποία υλοποιείται με τη διατήρηση και επαύξηση της στρατιωτικής ισχύος της χώρας μας. Μια απλή καταγραφή αριθμών στους συντελεστές που συνθέτουν τη στρατιωτική ισχύ, όπως: αριθμός και ποιότητα προσωπικού ενόπλων δυνάμεων, οπλικά συστήματα και μέσα, δομή δυνάμεων, οργάνωση, ετοιμότητα, ηθικό, κ.λπ., δεν είναι δυνατόν να αποτελεί ασφαλή μέθοδο εξαγωγής συμπερασμάτων.
Κάποιοι από τους συντελεστές αυτούς, δεν είναι ποσοτικά μετρήσιμοι ή είναι δυνατόν να μην μπορούν να διατεθούν σε «τόπο και χρόνο». Είναι γεγονός, ότι οι συνεχείς μειώσεις του αμυντικού προϋπολογισμού των τελευταίων ετών, επηρεάζουν τη στρατιωτική ισχύ και απειλούν σε μεγάλο βαθμό το αξιόμαχο των Ε.Δ. Παρ΄ όλα αυτά, με σωστή συντήρηση και εξασφάλιση της αποτελεσματικότητας των υπαρχόντων μέσων (ανταλλακτικά, πυρομαχικά, κ.λπ), οι ένοπλες δυνάμεις είναι σε θέση να εκτελέσουν με τον καλύτερο τρόπο την αποστολή τους. Θεωρώ όμως σκόπιμο να θυμηθούμε τι συνέβη πριν 120 χρόνια περίπου, διότι σύμφωνα με το Θουκυδίδη : «Τα έθνη πρέπει να θυμούνται για να διδάσκονται».
Το 1897 κηρύσσεται από την Οθωμανική αυτοκρατορία εναντίον της Ελλάδας ο πόλεμος των τριάντα ημερών, ως απόρροια της τότε έκβασης του «κρητικού» προβλήματος. Η σημασία του πολέμου αυτού υπήρξε τεράστια, παρότι κατέληξε σε ήττα της Ελλάδας και στην υποβολή της σε διεθνή οικονομικό έλεγχο ύστερα από απαίτηση της Γερμανίας. Η Ελλάδα παρά τη δεδομένη από τετραετίας, κήρυξη πτώχευσης του Χ. Τρικούπη καθώς και των απειλών των μεγάλων δυνάμεων περί επιβολής ναυτικών αποκλεισμών, παρέμεινε σθεναρά ανυποχώρητη στην απόφασή της για ενίσχυση του στρατού, μη φειδόμενη των όποιων οικονομικών συνεπειών. Παράλληλα προχώρησε η αναδιοργάνωση των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων, αλλά και η επαύξηση της εκπαίδευσης με παράλληλο εκσυγχρονισμό των διατιθέμενων μέσων.
Το αποτέλεσμα αυτής της απόφασης ήταν η άριστη προετοιμασία και άμεση ανταπόκρισή της Ελλάδας στους Βαλκανικούς πολέμους το 1912-1913, που κατέληξαν νικηφόρα, με την προσάρτηση της Ηπείρου, της Μακεδονίας, της Κρήτης και το μεγαλύτερο μέρος των νησιών του Αιγαίου.
Ο σημαντικότερος παράγοντας όμως στρατιωτικής ισχύος, από τον οποίο εξαρτάται η αποτελεσματικότητα των οπλικών συστημάτων, είναι το προσωπικό. Από τον ανθρώπινο παράγοντα και τους σχετικούς με αυτό συντελεστές, όπως η ποιότητα και το ηθικό που διαθέτει, εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό η υλοποίηση μιας αξιόπιστης στρατηγικής εθνικής άμυνας.
Η ιστορία έχει αποδείξει, ότι η επιθυμία για ελευθερία ήταν αυτή που έδωσε πάντα τη νίκη στους Έλληνες και όχι η υπεροπλία και η αριθμητική υπεροχή. Αυτό εκφράζεται απόλυτα μέσα από τα λόγια του εθνικού ποιητή Κωστή Παλαμά : «Η μεγαλοσύνη στα έθνη δεν μετριέται με το στρέμμα, αλλά με της καρδιάς το πύρωμα μετριέται και με το αίμα».
Μια ιστορική αναδρομή στην πορεία του Ελληνικού Έθνους, μόνο δέος προκαλεί όταν αναλογίζεται κάποιος τις πράξεις αυτοθυσίας των Ελλήνων σε κρίσιμες ιστορικές στιγμές, που το διακύβευμα ήταν ακόμα και η ίδια η ύπαρξη του ελληνισμού. Έκθαμβος μένει μπροστά στα τεράστια ψυχικά αποθέματα που διαθέταμε οι Έλληνες, όπως : Οι μαχητές στις Θερμοπύλες και στο Μαραθώνα, οι τελευταίοι υπερασπιστές της Πόλης και του Μεσολογγίου, αλλά και σύγχρονοι ήρωες όπως οι μαχητές των οχυρών κατά τη Γερμανική επίθεση το 1941 και οι οπλίτες και αξιωματικοί που πολέμησαν τον Τούρκο εισβολέα στην Κύπρο και υπερασπίστηκαν με απαράμιλλη αυτοθυσία το στρατόπεδο της ΕΛΔΥΚ.
Ο επικεφαλής των ΟΥΚ που ήταν πάνω στα Ίμια αφηγείται : «Να μην κατεβάσουμε τη σημαία, είπαν κάποια από τα παιδιά. Όλοι κλαίγαμε. Ο ένας κράταγε τον άλλον. Με βαριά καρδιά, λίγο πριν αποχωρήσουμε έδωσα παράγγελμα: «Πρ-οσοχή». Είπαμε τον εθνικό ύμνο και στις 8.30 πήραμε τη σημαία και φύγαμε».
Και συνεχίζει ο υποστράτηγος Τζούμης
“Θα πρέπει να γίνει κατανοητό απ΄ όλους, ότι η διατήρηση και επαύξηση της απαιτούμενης στρατιωτικής ισχύος, δεν εξυπηρετεί απλά τα εθνικά μας συμφέροντα, αλλά είναι κρίσιμη για την ίδια την εθνική μας επιβίωση. Γιατί σύμφωνα με τη θεωρία του πολιτικού ρεαλισμού όπως αυτή διατυπώθηκε από το Θουκυδίδη στο διάλογο Αθηναίων – Μηλίων το 416 π.χ. «O ισχυρός επιβάλλει ότι του επιτρέπει η δύναμη του και ο αδύνατος υποχωρεί, όσο του επιβάλλει η αδυναμία του”.
Διατήρηση και επαύξηση στρατιωτικής ισχύος… αποτροπή…
Λέξεις που χάνουν όλο και περισσότερο τη σημασία τους στην σημερινή Ελλάδα όπου η γλώσσα των ταγών της εξουσίας έχει γίνει πιο ξύλινη παρά ποτέ.
Το πλήρες κείμενο του υποστρατήγου ε.α. Λ. Τζούμη μπορεί να βρεθεί ΕΔΩ
Δημοσίευση σχολίου