του Νίκου Μιχαηλίδη
Πρόσφατα, το περιοδικό Foreign Affairs δημοσίευσε μια αποκαλυπτική ανάλυση για τη φυσιογνωμία του τουρκικού κράτους. Παρέθεσε στοιχεία και επιχειρήματα που αφορούν στην κατακόρυφη άνοδο του οργανωμένου εγκλήματος και στις διασυνδέσεις του με το επίσημο κράτος. Προέβη, μάλιστα, και σε έναν πρωτοφανή, για την ιστορία του εντύπου, χαρακτηρισμό: έθεσε ανοιχτά το ερώτημα αν η Τουρκία διολισθαίνει σε καθεστώς κράτους μαφίας που απειλεί την ασφάλεια στην ευρύτερη περιοχή!
Αξίζει βέβαια να τονιστεί ότι οι σχέσεις οργανωμένου εγκλήματος και επίσημου κράτους στην Τουρκία είναι μια παλιά και πολύ γνωστή ιστορία, που πάει πίσω πολλά χρόνια, πολύ πριν την άνοδο Ερντογάν στην εξουσία. Οι κεμαλιστές κυβερνούσαν τη χώρα για δεκαετίες, ασκώντας ωμή βία, κατατρομοκρατώντας την κοινωνία με δεκάδες χιλιάδες δολοφονίες που μένουν ανεξιχνίαστες μέχρι και σήμερα. Είναι κοινό μυστικό ότι η θάλασσα του Μαρμαρά κρύβει μέσα της πολλά άψυχα κορμιά πολιτικών ακτιβιστών…
Ο Ερντογάν ανέλαβε τη διακυβέρνηση το 2002, υποσχόμενος να καταπολεμήσει τις πρακτικές μαφίας και τη διαφθορά του κεμαλικού κράτους. Δυστυχώς, τα πράγματα δεν εξελίχθηκαν με βάση το σενάριο του εκδημοκρατισμού. Σήμερα βλέπουμε μια ανησυχητική τάση επανάληψης των ίδιων αποτρόπαιων βίαιων πρακτικών.
Απειλή για την Ευρώπη
Η εξαφάνιση του όποιου Κράτους Δικαίου στην Τουρκία και η διαρκώς αυξανόμενη εσωτερική ανομία, η αποφυλάκιση στελεχών της μαφίας, η φυλάκιση και εκδίωξη δικαστών που κυνηγούσαν αυτά τα φαινόμενα, σε συνδυασμό με τη γεωγραφική θέση της χώρας, την έχουν μετατρέψει σε μαύρη τρύπα και σε κέντρο λαθρεμπορίου μεταξύ Ευρώπης, Ασίας και Αφρικής. Ο αρθρογράφος εκτιμά ότι η τάση αυτή είναι μη αντιστρέψιμη και πως η παράνομη διακίνηση κεφαλαίων, ναρκωτικών, όπλων και προσφύγων θα ενισχυθεί, δημιουργώντας πολύ μεγαλύτερη απειλή για την ασφάλεια ολόκληρης της Ευρώπης.
Λαμβάνοντας υπόψη και την πρακτική Ερντογάν να απειλεί την ΕΕ με μαζική αποστολή προσφύγων, οι Ευρωπαίοι ηγέτες δεν φαίνεται να διαθέτουν διπλωματικά εργαλεία πίεσης προς το καθεστώς, ώστε να ελέγξει το οργανωμένο έγκλημα και τις πολλαπλές παρενέργειές του. Η ανάλυση αναφέρεται και στις διαρκώς επιδεινούμενες αμερικανοτουρκικές σχέσεις. Η Τουρκία πλέον δεν θα πρέπει να θεωρείται ως αξιόπιστος εταίρος των ΗΠΑ στον αγώνα τους κατά της τρομοκρατίας και του οργανωμένου εγκλήματος.
Ο αρθρογράφος παροτρύνει την αρμόδια κρατική γραφειοκρατία των δυτικών χωρών και τους διαμορφωτές πολιτικής από εδώ και στο εξής να σχεδιάζουν ανάλογα, χωρίς να ελπίζουν ότι στο μέλλον η Τουρκία θα καταστεί ένας συνεργάσιμος εταίρος! Προτείνει, μάλιστα, να αναπτυχθεί πολιτική τέτοια που θα προστατεύει τις ΗΠΑ και τους συμμάχους τους από το ολοένα και περισσότερο διεφθαρμένο τουρκικό κράτος.
Δομικό το πρόβλημα
Για πολλά χρόνια η Τουρκία ήταν ο κακομαθημένος στρατοχωροφύλακας του δυτικού συστήματος ασφαλείας στη Μέση Ανατολή. Αυτό του εξασφάλιζε ασυλία στην άσκηση βίας κατά αντιφρονούντων στο εσωτερικό. Φαίνεται πως πλέον οι ιθύνοντες στις μεγάλες δυτικές πρωτεύουσες συνειδητοποιούν, με μεγάλη καθυστέρηση, αυτό που εμείς ως Ελλάδα γνωρίζουμε εδώ και δεκαετίες λόγω γειτνίασης με αυτό το προβληματικό κράτος. Η εμπειρία της Κύπρου, εξάλλου, εμπλουτίζει αυτή την γνώση.
Όμως, οι δυτικοί αναλυτές και αρμόδιοι για τη χάραξη πολιτικής δεν θα πρέπει να καλλιεργούν στους εαυτούς τους ψευδαισθήσεις ότι η αλλαγή ηγεσίας θα επιφέρει και σοβαρή αλλαγή στη διεθνή συμπεριφορά της Τουρκίας. Το πρόβλημα αυτής της χώρας δεν είναι απλώς πρόβλημα κυβέρνησης και προσώπων. Είναι πρόβλημα βαθύτερο, δομικό. Σχετίζεται με τον τρόπο συγκρότησής της ως εθνικού κράτους το 1923, με την κυρίαρχη αυταρχική κρατική ιδεολογία του, με τη δομική διαφθορά και τον πολυεθνικό του χαρακτήρα.
Ούτε το πολιτικό Ισλάμ ούτε ο κεμαλισμός προτείνουν λύσεις στο πρόβλημα Τουρκία. Η επιμονή στο κράτος δικαίου και στον εκδημοκρατισμό αυτής της χώρας δεν είναι πολυτέλεια, ρομαντισμός και ουτοπία. Είναι αναγκαία προϋπόθεση, προκειμένου να ζήσει η χώρα αυτή τη δική της αληθινή μεταπολίτευση και να καμφθεί ο τουρκοσουνιτικός αποσταθεροποιητικός ηγεμονισμός που απειλεί την ανατολική Μεσόγειο.
Όσον αφορά στις σχέσεις της με τη Δύση, δεν θα πρέπει να λησμονείται ότι η Τουρκία ποτέ δεν υπήρξε ειλικρινής εταίρος της. Παρά τη φιλοδυτική ρητορική και τη ρητορική περί εκσυγχρονισμού των κεμαλιστών, οι πολιτικές ελίτ αυτού του κράτους πάντα αντιμετώπιζαν με καχυποψία και ανταγωνισμό τον δυτικό κόσμο και τις αξίες του. Επιπλέον, η παράδοση του τουρκικού πολιτικού Ισλάμ ποτέ δεν έπαψε να θεωρεί το τουρκικό κράτος ως κληρονόμο και συνεχιστή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Αντιανθρωπιστικό ιδεολογικό μείγμα
Η τουρκική κρατική γραφειοκρατία πάντα ανταγωνιζόταν τη Δύση και ονειρευόταν να γίνει το κέντρο ενός τρίτου παγκόσμιου πόλου. Κι αυτό, παρά το ότι δεν διέθετε τα μέσα για να το πραγματοποιήσει. Αγόραζε, όμως, χρόνο, συμμαχώντας με δυτικά κράτη, καθώς και προστασία έναντι της τότε ΕΣΣΔ. Στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, η Τουρκία φλέρταρε με το ναζιστικό καθεστώς, ενώ άλλοι μάχονταν εναντίον του. Ως επιτήδειος ουδέτερος κήρυξε εκ του ασφαλούς τον πόλεμο στη ναζιστική Γερμανία λίγες μόνο ημέρες πριν τη λήξη του πολέμου και την ήττα του ναζισμού, προσπαθώντας να αποκομίσει οφέλη.
Ανάλογα πράττει η Τουρκία και στο θέμα της καταπολέμησης του διεθνούς τζιχαντισμού την τρέχουσα περίοδο. Αν συνυπολογίσουμε και τη στάση που τηρεί στο θέμα της μεταφοράς της πρεσβείας των ΗΠΑ στην Ιερουσαλήμ, τότε τα πράγματα περιπλέκονται περισσότερο.
Ο πολιτικός κόσμος στην Ελλάδα και στην υπόλοιπη Ευρώπη είναι αναγκαίο να συνειδητοποιήσει ότι και οι δυο όψεις της τουρκικής κρατικής ιδεολογίας (κεμαλισμός και πολιτικό Ισλάμ) συνιστούν ένα βαθύτατα αντιφιλελεύθερο, αντιδυτικό και αντιανθρωπιστικό ιδεολογικό μείγμα. Οι εκφραστές αυτών των ιδεολογιών εδώ και δεκαετίες καταπιέζουν μεγάλα τμήματα του πληθυσμού της μικρασιατικής επικράτειας. Δεν αποτελούν λύση στα τεράστια προβλήματα της χώρας, αλλά μάλλον μέρος του προβλήματος.
Είναι προφανές ότι ζούμε ιστορικές στιγμές στην ανατολική Μεσόγειο. Δεν είναι εύκολο να φανταστούμε ότι οι μεγάλες χώρες του δυτικού συνασπισμού θα εγκαταλείψουν τα εδάφη της Μικράς Ασίας στα χέρια ενός ολοένα και περισσότερο διεφθαρμένου καθεστώτος, αλλά και στην επιρροή ανταγωνιστικών διεθνών δρώντων. Το αδιέξοδο εντείνεται. Η Ελλάδα καλείται να χαράξει μια νέα ορθολογική στρατηγική που θα συνυπολογίζει όλες αυτές τις παραμέτρους και τα πιθανά εναλλακτικά σενάρια.
Δημοσίευση σχολίου