Του Δημήτρη Γ. Απόκη*
Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι τα υψηλά επίπεδα έντασης στη Χερσόνησο της Κορέας, την πλέον στρατικοποιημένη περιοχή του πλανήτη, με αφορμή την επικίνδυνη πολιτική με πυρηνικές και πυραυλικές δοκιμές, από το καθεστώς του παράφρονα ηγέτη του απολυταρχικού καθεστώτος της Πιονγιάνγκ, Κίμ, αποτελούν μια εξαιρετικά επικίνδυνη και απρόβλεπτη κρίση.
Είναι επίσης τραγικό να παρακολουθεί κανείς τις αντιδράσεις στην Ευρώπη αναφορικά με τη σκληρή ρητορική του Αμερικανού Προέδρου, Ντόναλντ Τράμπ, έναντι των απειλών του παράφρονα Κίμ, και η ακόμη πιο καταγέλαστη και προκλητική σύγκριση του Προέδρου Τράμπ, από τα εκφυλισμένα και στερούμενα, πλέον, κάθε ίχνους αξιοπιστίας, διεθνή συστημικά μέσα ενημέρωσης.
Τα ανά την Ευρώπη παιδιά των λουλουδιών και let’s make love and not war (ζούμε σήμερα και τα τελευταία χρόνια τα αποτελέσματα της οκταετούς διακυβέρνησης του δικού τους Yes We Can, Μπαράκ, το κάναμε μπάχαλο το μαγαζί, Ομπάμα), μάλλον θα προτιμούσαν η απάντηση του Προέδρου των ΗΠΑ στον ψυχολογικά ασταθή και επικίνδυνο για τη σταθερότητα μιας πολύ εύφλεκτης περιοχής του πλανήτη να ήταν μια οι αλλεπάλληλες μαραθώνιες συνεδριάσεις του θρυλικού για το στρατηγικό σχεδιασμό του, Eurogroup των γερμανοκατευθυνόμενων Βρυξελλών ή ακόμη χειρότερα του επίσης θρυλικού για την καθαρότητα άποψης και στρατηγικού σχεδιασμού Ευρωπαϊκού Συμβουλίου.
Ευτυχώς, ακόμη και η διαχρονική σούπα που ακούει στο όνομα Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, και παρά την επικίνδυνη και ανεύθυνη, για το ξεφτιλισμένο υπό κατάρρευση διεθνές σύστημα, ρητορική του Προέδρου Τράμπ και της Πρέσβης των ΗΠΑ στον Οργανισμό, Νίκι Χάλεϊ, ψήφισαν ομόφωνα (Κίνα και Ρωσία μαζί) πολύ σκληρές κυρώσεις εναντίον του καθεστώτος της Βόρειας Κορέας.
Κλείνοντας την εισαγωγή, δεν θα μπορούσε να περιμένει κανείς τίποτα διαφορετικό από το σαθρό και ξευτελισμένο σύστημα της στρεβλής παγκοσμιοποίησης, από το να φτάσει στο σημείο να επιδεικνύει κατευνασμό έναντι του παρανοϊκού Κίμ και του δικτατορίσκου (για να μην τον ξεχνάμε και αυτόν) Μαδούρο της Βενεζουέλας, προκειμένου να επιφέρει ακόμη ένα ύπουλο και θρασύδειλο κτύπημα έναντι στη μοναδική σοβαρή απειλή για την επιβίωσή του που ακούει στο όνομα Πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τράμπ.
Ιράν…
Για να επανέλθουμε λοιπόν, σίγουρα η Βόρεια Κορέα είναι μια εξαιρετικά επικίνδυνη περίπτωση, αλλά προς μεγάλη απογοήτευση κάποιων ανεγκέφαλων ακόμη και στην περίπτωση επέμβασης (που θα προκαλέσει ο Κίμ) των ΗΠΑ, τα πράγματα θα εξελιχθούν πολύ πιο ομαλά από ότι ευαγγελίζονται.
Προσωπικά πιστεύω ότι η σοβαρότερη μεσοπρόθεσμα γεωπολιτική κρίση και πιθανή σύγκρουση ακούσια ή εκούσια σιγοβράζει στην κρίσιμη για την γεωστρατηγική σκακιέρα περιοχή του Περσικού Κόλπου και της ευρύτερης Μέσης Ανατολής και έχει να κάνει με το Ιράν. Εκεί το παιχνίδι είναι εξαιρετικά περίπλοκο και σιγοβράζει επικίνδυνα.
Επανεκλογή Ρουχάνι…
Η επανεκλογή για δεύτερη θητεία στην Προεδρία του Ιράν, του Χασάν Ρουχάνι, στις εκλογές του περασμένου Μαΐου, ήταν προς μεγάλη έκπληξη σχετικά με τις προβλέψεις, πολύ εύκολη. Επικράτησε με 57% έναντι 38,55% του Ιμπραχίμ Ραίσι, σε μια εκλογή που η συμμετοχή ξεπέρασε το 70%.
Αυτή η ισχυρή εντολή συνοδεύτηκε από ελπίδες των μεταρρυθμιστών στο Ιράν, αλλά και διεθνώς που πίστεψαν ότι κατά τη δεύτερη θητεία Ρουχάνι θα υπάρξει περαιτέρω φιλελευθεροποίηση και διεύρυνση των ατομικών ελευθεριών, αλλά κυρίως μεγαλύτερη σταθερότητα έτσι ώστε δυτικές εταιρίες να νιώσουν άνετα και να επενδύσουν στο Ιράν.
Παρόλα αυτά η απόφαση της νέας κυβέρνησης στις ΗΠΑ να αναδείξει τα σοβαρά προβλήματα της συμφωνίας για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, αλλά και το πραγματικό πρόσωπο των μη εκλεγμένων, αλλά πανίσχυρων κέντρων εξουσίας στην Τεχεράνη, ο Ανώτατος Θρησκευτικός ηγέτης Χαμενεί, το Επαναστατικό Συμβούλιο, και οι υπηρεσίες ασφαλείας είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα αποτρέψουν μια τέτοια εξέλιξη και θα θέσουν υπό αμφισβήτηση την λογική προσέγγισης και διαλόγου που εφάρμοσε ο Ρουχάνι στη διάρκεια της πρώτης θητείας του. Είναι πολύ πιθανό η δεύτερη θητεία Ρουχάνι να ακολουθήσει τα χνάρια της δεύτερης θητείας του μεταρρυθμιστή Κατάμι το 2001 -2005 που πολεμήθηκε σκληρά από τον Ανώτατο Ηγέτη Χαμενεί και οδήγησε στην ανάδειξη στην προεδρία του σκληροπυρηνικού Αχμαντινεζάντ.
Η μεγαλύτερη επιτυχία του Ρουχάνι στη διάρκεια της πρώτης θητείας του ήταν η υπογραφή της συμφωνίας για τα πυρηνικά μεταξύ της Τεχεράνης και των πέντε κρατών συν της Γερμανίας και της Ευρωπαϊκή Ένωσης. Στην περιοχή ο Ρουχάνι βελτίωσε και τις σχέσεις με τη Σαουδική Αραβία στα πλαίσια του ΟΠΕΚ, που οδήγησε στο να επιτραπεί στο Ιράν να αυξήσει την παραγωγή πετρελαίου και να επιτρέπρεις σε 85.000 προσκυνητές από το Ιράν να ταξιδέψουν στη Μέκκα.
Σε κάθε περίπτωση το μετεκλογικό κλίμα στο Ιράν είναι ευμετάβλητο και επικρατεί ένταση, λόγω της πίεσης από την κυβέρνηση Τράμπ, αλλά κυρίως λόγω της σκληρής κόντρας μεταξύ μεταρρυθμιστών και σκληρών. Οι σκληρή πτέρυγα επιθυμεί να κρατήσει το Ιράν στην πορεία διατήρησης της θρησκευτικής επανάστασης ενώ οι πραγματιστές όπως ο Ρουχάνι, ενδιαφέρονται να επαναφέρουν τη χώρα στη διεθνή κοινότητα.
Η κόντρα αυτή πρόκειται το επόμενο διάστημα να ενταθεί με δεδομένο ότι ήδη έχει ξεκινήσει η κούρσα για τη διαδοχή του Ανώτατου Θρησκευτικού Ηγέτη. Ο Χαμενεί είναι 78 ετών και επέπληξε δημόσια τον Ρουχάνι για το φλερτ του με ξένους επενδυτές και το άνοιγμά του στο δυτικό τρόπο εκπαίδευσης, επισημαίνοντας την παραπομπή σε δίκη και την εξορία του πρώτου Προέδρου της Ισλαμικής Δημοκρατίας, Αμπολχασάν Μπανι – Σάντρ. Ο Ρουχάνι ανθίσταται και κριτικάρει τις αντιδημοκρατικές πρακτικές της διακυβέρνησης του Ιράν, συμπεριλαμβανομένου του ρόλου της Φρουράς της Ισλαμικής Επανάστασης.
ΗΠΑ – Κυβέρνηση Τράμπ…
Ο Πρόεδρος Τράμπ και η κυβέρνησή του με την υποστήριξη του Κογκρέσου, υιοθετούν μια πιο ρεαλιστική, σε σχέση με την παθητική και αγαθή της κυβέρνησης Ομπάμα, στάση έναντι της Τεχεράνης. Η σημερινή κυβέρνηση στην Ουάσιγκτον έχει επιλέξει μια στρατηγική ανάσχεσης του Ιράν στην ευρύτερη Μέση Ανατολή, ιδιαίτερα σε Συρία και Υεμένη.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο έχει αποφασίσει να αφαιρέσει τα οικονομικά οφέλη του Ιράν από την συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα και να υποστηρίξει της Σαουδική Αραβία στη στρατηγική αντιπαράθεση της με την Τεχεράνη ( η κρίση με το Κατάρ είναι ένα καλό παράδειγμα). Κάποια παραδοσιακά σκληρά κέντρα στην Ουάσιγκτον έχουν αρχίσει να επαναφέρουν στο τραπέζι τη μη ρεαλιστική στρατηγική της αλλαγής καθεστώτος στο Ιράν. Παρά το γεγονός ότι ο Αμερικανός Πρόεδρος επικύρωσε τη συμφωνία, όπως προβλέπεται κάθε 90 ημέρες, την έχει χαρακτηρίσει κατ’ εξακολούθηση ανόητη και κόντρα στα συμφέροντα των ΗΠΑ , και έχει δεσμευτεί να την διαλύσει.
Το Κογκρέσο πρόσφατα πέρασε νέες κυρώσεις εναντίον του Ιράν, στοχεύοντας όποιον σχετίζεται με το πυραυλικό πρόγραμμα της Τεχεράνης και παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων από τη Φρουρά της Ισλαμικής Επανάστασης. Ο επικεφαλής των Ενόπλων Δυνάμεων του Ιράν προειδοποίησε ότι αυτές οι κυρώσεις θέτουν σε κίνδυνο τις βάσεις των ΗΠΑ στην ευρύτερη περιοχή. Κάποιοι υποστηρίζουν ότι η σκληρή στάση της κυβέρνησης Τράμπ ενισχύει τη σκληρή πτέρυγα στην Τεχεράνη, αλλά αποτυγχάνουν να αναφέρουν ότι ακόμη και ο συμβιβάσιμος Ομπάμα, αποκαλούνταν από την Τεχεράνη, «Μεγάλος Σατανάς».
Αυτοί που ασκούν έντονη κριτική στη στάση της Ουάσιγκτον υπό την κυβέρνηση Τράμπ, προσπαθούν με επιδέξιο τρόπο να αντιστρέψουν την ωμή πραγματικότητα και να αποδώσουν την επεκτατική στρατηγική του Ιράν στην ευρύτερη Μέση Ανατολή και όχι μόνο, σε αποτέλεσμα της σκληρής στάσης του νέου Αμερικανού Προέδρου και της κυβέρνησής του. Στην ουσία μια ρεαλιστική σκληρή αντιμετώπιση, όχι ένοπλη σύγκρουση, της Τεχεράνης από την Ουάσιγκτον και την υπόλοιπη διεθνή κοινότητα, είναι το κατάλληλο φάρμακο για ένα πιο μετριοπαθές Ιράν με προοπτική επανενσωμάτωσης στο διεθνές σύστημα.
Πραγματικά αυτοί που αποδίδουν το νέο νομοσχέδιο που πέρασε από το Κοινοβούλιο του Ιράν και προβλέπει αύξηση των κονδυλίων (520 εκ. δολάρια) για το πυραυλικό πρόγραμμα και τις δραστηριότητες της Φρουράς της Ισλαμικής Επανάστασης , πρέπει να ζουν σε κόσμο αγγελικά πλασμένο εάν πιστεύουν ότι η συνέχιση της πολιτικής κατευνασμού με οικονομικά οφέλη που ακολούθησε ο Ομπάμα, θα οδηγήσει στο να σταματήσουν τέτοιου είδους προγράμματα.
Ανεκπλήρωτες Οικονομικές Προσδοκίες….
Στις αρχές Ιουλίου το Ιράν, ενέκρινε εικοσαετή συμφωνία μεταξύ ενός Κονσόρτσιουμ εταιριών υπό την ηγεσία της γαλλικής Total SA και της κινεζικής, China National Petroleum Corporation, αξίας 4,8 δις δολαρίων, για την αξιοποίηση και εκμετάλλευση του τεράστιου οικοπέδου φυσικού αερίου, South Pars.
To 50,1% του μεριδίου του σχεδίου έχει η Total, το 30% οι Κινέζοι και το 19,9 % το Ιράν. Πρόκειται για την πρώτη ενεργειακή συμφωνία μετά την άρση των κυρώσεων για το Ιράν, όπως προβλέπεται από την πυρηνική συμφωνία. Η συμφωνία δέχθηκε έντονη κριτική από τη σκληρή πτέρυγα στο εσωτερικό του Ιράν. Ο επικεφαλής της Φρουράς της Ισλαμικής Επανάστασης παραπονέθηκε ότι δεν υπήρξε ενδοκυβερνητική επικοινωνία αναφορικά με τη συμφωνία.
Η Total είναι ένας από τους μεγαλύτερους επενδυτές στο Ιράν πριν τις κυρώσεις και η απόφασή της να επενδύσει αποδόθηκε ως αποτέλεσμα της συμφωνίας για το πυρηνικό πρόγραμμα. Παρόλα αυτά η επένδυση αυτή, αν και βοηθήσει στον εκμοντερνισμό του ενεργειακού τομέα του Ιράν, η επιρροή της στις διεθνείς αγορές θα είναι ασήμαντη, λόγω της υπερπαραγωγής που είχε σαν αποτέλεσμα τη μεγάλη μείωση των τιμών πετρελαίου και αερίου στις αρχές του 2015. Παρά και κάποιες άλλες επενδυτικές συμφωνίες όπως αυτή με την Royal Dutch Shell και την Ιταλική ENI, η δυσκολία της Τεχεράνης να προσελκύσει ξένους επενδυτές, εκεί που περίμενε κανείς να υπάρξει κύμα επενδύσεων μετά την ανακάλυψη του οικοπέδου πετρελαίου Azadegan, του μεγαλύτερου από ανακαλύφθηκε στο Ιράν τα τελευταία τριάντα χρόνια, αποδεικνύει ότι οι μεγάλοι παίκτες είναι διστακτικοί και έχουν τους λόγους τους.
Δυτικές εταιρίες που αρχικά εξέφρασαν ενδιαφέρον για επενδύσεις στο Ιράν χρησιμοποιούν αραβικά κέντρα στον Περσικό Κόλπο, όπως το Ντουμπάϊ και η Ντόχα, ως κόμβους για να εισέρχονται διακριτικά στην Ιρανική αγορά. Παρόλα αυτά η στρατηγική σύγκρουσης της Σαουδικής Αραβίας έναντι της Τεχεράνης και η σκληρή στάση της κυβέρνησης Τράμπ έναντι της πυρηνικής συμφωνίας, τις αναγκάζουν να είναι ιδιαίτερα συγκρατημένες στο να προχωρήσουν σε επενδύσεις. Μη κυβερνητικοί οργανισμοί των ΗΠΑ, όπως το «Ενωμένοι Εναντίον Ενός Πυρηνικού Ιράν», και το «Ίδρυμα Υπεράσπισης των Δημοκρατιών», ασκούν πίεση σε ξένες εταιρίες έτσι ώστε να αποσυρθούν από το Ιράν.
Σαν αποτέλεσμα οι ανεκπλήρωτες οικονομικές προσδοκίες από την πυρηνική συμφωνία δημιουργούν πίεση στο εσωτερικό του Ιράν. Υπάρχει η άποψη ότι αυτό ενισχύει τους σκληρούς οι οποίοι αντιμάχονται τις μεταρρυθμίσεις, αλλά την ίδια στιγμή υπάρχει και η ρεαλιστική άποψη ότι ούτως ή άλλως οι σκληροί είναι αυτοί που ελέγχουν τα πράγματα και την κατεύθυνση του Ιράν και σαν αποτέλεσμα ένα κύμα επενδύσεων που θα ενισχύσει οικονομικά το καθεστώς της Ισλαμικής Επανάστασης στην Τεχεράνη είναι λάθος στρατηγική.
Ο Ρουχάνι αντιμετωπίζει και την πρόκληση να τηρήσει την προεκλογική του υπόσχεση να θέσει τέρμα στις κυρώσεις της Ουάσιγκτον που δεν έχουν να κάνουν με στρατιωτικές δραστηριότητες. Διαπραγματεύσεις μεταξύ της Τεχεράνης και της Financial Action Task Force (FATF), οδήγησαν στη διαμόρφωση από το Ιράν ενός σχεδίου δράσης 12 μηνών, που εάν τηρηθεί η FATF θα συνεχίσει να καλεί για διακοπή των αντίμετρων εναντίον του Ιράν και το εθνικό οικονομικό σύστημα αργά αλλά σταθερά θα ενσωματωθεί στο διεθνές οικονομικό σύστημα.
Για να γίνει όμως κάτι τέτοιο και να υπάρξουν τα οικονομικά οφέλη, θα πρέπει η Τεχεράνη, εκτός από το να μεταρρυθμίσει το τραπεζικό της σύστημα σε εναρμονισμό με τα διεθνή στάνταρ, να τερματίσει κάτι την οικονομική υποστήριξη των συμμαχικών της τρομοκρατικών οργανώσεων στην ευρύτερη Μέση Ανατολή, όπως η Χαμάς και άλλοι, και κάτι τέτοιο δεν διαφαίνεται στον ορίζοντα.
Η τρομοκρατική επίθεση της 7ης Ιουνίου από το Ισλαμικό Κράτος, εναντίον του Κοινοβουλίου και του Μαυσωλείου του Αγιατολάχ Χομεϊνί, στην Τεχεράνη, είναι κάτι που επίσης μπορεί να ενώσει τους μεταρρυθμιστική και τη σκληρή πτέρυγα, αφού αρχικά το Ιράν φάνηκε να αποδίδει την ευθύνη στη Σαουδική Αραβία ως χρηματοδότη του ISIS και κατ’ επέκταση στις ΗΠΑ σύμμαχο του Ριάντ.
Οι δυνάμεις ασφαλείας του Ιράν μπορεί να χρησιμοποιήσουν την επίθεση αυτή από το ISIS, για να ψαλιδίσουν τις κινήσεις του Ρουχάνι προς μια πιο μετριοπαθή στάση. Επίσης, μπορεί να χρησιμοποιηθούν ως δικαιολογία για «αντιτρομοκρατικές» επιχειρήσεις του Ιράν εκτός συνόρων στο Ιράκ και τη Συρία, αυξάνοντας την ένταση με τις ΗΠΑ και τους συμμάχους τους στην περιοχή.
Το Μέλλον…
Ο Ρουχάνι είναι χρήσιμος για τον Ανώτατο Θρησκευτικό Ηγέτη, Χαμενεί, με δεδομένο ότι έχει τη δυνατότητα να κατευνάζει την κοινωνική αναταραχή στο εσωτερικό. Παρόλα αυτά οι σκληροπυρηνικοί θεσμοί στην Τεχεράνη παραμένουν ισχυροί και είναι αστείο να υποστηρίζει κανείς ότι αυτό είναι αποτέλεσμα της πολιτικής της κυβέρνησης Τράμπ να στριμώξει το Ιράν και ότι η συνέχιση μιας πολιτικής παροχών δισεκατομμυρίων, όπως αυτή του Ομπάμα, θα οδηγήσει την Τεχεράνη σε πιο μετριοπαθείς πολιτικές.
Είναι αγαθό και ανόητο να πιστεύει κανείς ότι δίνοντας δισεκατομμύρια στο καθεστώς της Τεχεράνης, θα επικρατήσει ο Ρουχάνι και οι μετριοπαθείς δυνάμεις. Το μόνο που θα γίνει είναι να χρησιμοποιηθούν από αυτούς που πραγματικά ελέγχουν τα πράγματα και την κυβέρνηση και αυτοί είναι οι μουλάδες του Ισλαμικού Θεοκρατικού Καθεστώτος.
Δυστυχώς, για μια ακόμη φορά την άποψη αυτή της Ουάσιγκτον δεν συμμερίζεται η Ευρώπη, και όταν λέμε Ευρώπη μιλάμε για το Βερολίνο που κάνει κουμάντο. Πολλοί υποστηρίζουν ότι μια ευρωπαϊκή στρατηγική οικονομικής και πολιτικής συνεργασίας με το Ιράν, θα δώσει τη δυνατότητα στην Ευρωπαϊκή Ένωση να παίξει διαμεσολαβητικό ρόλο ανάμεσα στο Ιράν, τις ΗΠΑ και τις άλλες Αραβικές χώρες στην περιοχή και ειδικά τη Σαουδική Αραβία.
Αυτή η στρατηγική από την πλευρά της Ευρώπης στερείται ρεαλισμού διότι δίνει μεγάλη πίστη στην ανύπαρκτη ουσιαστικά δύναμη του Ρουχάνι και αρνείται να αντιληφθεί ότι ούτε οι ΗΠΑ, και όχι μόνο Πρόεδρος και η κυβέρνηση Τράμπ αλλά και το Κογκρέσο, πρόκειται να στοιχηματίσουν σε έναν ουσιαστικά αδύναμο Πρόεδρο, όταν είναι απόλυτα ξεκάθαρο ότι τον έλεγχο τον έχουν οι Μουλάδες. Το ίδιο ισχύει και για τη Σαουδική Αραβία και τις υπόλοιπες Αραβικές Χώρες στην περιοχή, οι οποίες έχουν μια στρατηγική αντιπαράθεσης με την Τεχεράνη. Και ας μην ξεχνάμε και τον παράγοντα Ισραήλ, που ποτέ δεν πρόκειται να εμπιστευτεί το Ισλαμικό Ιράν των Μουλάδων.
Για μια ακόμη φορά, κάποιοι στην Ευρώπη φαίνεται να λησμονούν τις καταστροφικές συνέπειες της υποστήριξης της Αραβικής Άνοιξης και που έχει οδηγήσει.
Η λύση με το Ιράν θα έρθει μόνο μέσα από ξεσηκωμό του Ιρανικού λαού εναντίον των Μουλάδων και όχι μέσα από ενίσχυση του καθεστώτος με δισεκατομμύρια.
Με βάση αυτά τα δεδομένα, ο πραγματικός κίνδυνος για μια έκρηξη δεν βρίσκεται, προς απογοήτευση κάποιων ανόητων, στην κρίση με τη Βόρεια Κορέα, αλλά στο Ιράν. Άλλωστε ο παράφρονας της Βόρειας Κορέας άρχισε, μετά τις ξεκάθαρες προειδοποιήσεις του Αμερικανού Προέδρου, να αναμασάει τις απειλές εναντίον του Γκουάμ. Τώρα μένει να δει κανείς τι θα βρουν να λένε αυτοί που έσκιζαν τα ιμάτια τους για την επικίνδυνη ρητορική του Τράμπ. Ποτέ βέβαια δεν πρόκειται να χωνέψουν ότι η μόνη επιτυχημένη στρατηγική σε περιπτώσεις όπως της Βόρειας Κορέας και του Ιράν, είναι “Peace Through Strength.”
*Ο Δημήτρης Γ. Απόκης είναι Διεθνολόγος Απόφοιτος του The Paul H. Nitze School of Advanced International Studies, The Johns Hopkins University και Δημοσιογράφος
Δημοσίευση σχολίου