Ελλάδα – Γερμανία: Δύο διαφορετικοί κόσμοι.
Ο αρθρογράφος της all Street Journal, Stephen Fidler επιχειρεί να αναλύσει τη σύγκρουση των δύο χωρών, την κόντρα που σοβεί τα τελευταία χρόνια, και λόγω της οικονομικής κρίσης.
Όπως αναφέρει το άρθρο, οι Γερμανοί βλέπουν τους εαυτούς τους ως «αρχιτέκτονες» της οικονομικής επιτυχίας πάνω στις στάχτες του Β” Παγκοσμίου Πολέμου μέσω της δικής τους αυτοθυσίας, της σκληρής δουλείας και της προσωπικής τους ευθύνης. Όταν η οικονομία τους άρχισε να βυθίζεται κατά τη δεκαετία του ’90, υλοποίησαν μια σειρά σκληρών μεταρρυθμίσεων που κράτησαν πάνω από μια δεκαετία και απετέλεσαν τη βάση για τη σημερινή οικονομική τους ευρωστία.
Για πολλούς Γερμανούς, υπάρχει εδώ ένα στοιχείο ηθικής. Δηλαδή ότι η αρετή τους επιβραβεύθηκε, όπως θα συνέβαινε και με τους υπόλοιπους, αν ακολουθούσαν το δικό τους παράδειγμα. Η άποψη της Γερμανίας για την Ελλάδα είναι ότι ακολούθησε τον αντίθετο δρόμο της ασωτίας, της εξάρτησης από τα χρέη και της ανευθυνότητας που τους οδήγησε στην οικονομική καταστροφή.
Από την άλλη πλευρά, οι Έλληνες βλέπουν τους εαυτούς τους ως θύματα ξένων παραγόντων από την εποχή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Ο Κέβιν Φέδερστοουν, καθηγητής ελληνικών σπουδών στο London School of Economics, σημειώνει πως υπάρχει «μια διαρκής αίσθηση θυματοποιήσης» εκ γενέσεως του ελληνικού κράτους.
Δεν είμαι μόνο οι Γερμανοί που βλέπουν κάπως έτσι τους Έλληνες, αλλά αυτοί βαρύνονται με τις σκληρές μνήμες από τον Β” Παγκόσμιο Πόλεμο. Ο κ. Φέδερστοουν κάνει λόγο για την άγρια Κατοχή που βίωσαν οι Έλληνες από τους ναζί. Ακόμη και σήμερα υπάρχουν ζώσες μνήμες από εκείνες τις εποχές. Η αίσθηση του θύματος πέρασε στους Έλληνες και στη σημερινή εποχή με την κρίση χρέους που προκλήθηκε στη χώρα τους. Οι κανόνες επιβλήθηκαν από τους ξένους με σκοπό να αποπληρωθούν οι γερμανικές και οι γαλλικές τράπεζες. Αυτή η αφήγηση χειραγωγήθηκε από τον Αλέξη Τσίπρα.
Αυτές οι αφηγήσεις είναι μια πρόκληση. Καμία άλλη χώρα δεν μπορεί να «τρέξει» πρωτογενές πλεόνασμα στο 6%, όπως η Γερμανία. Κάποιες χώρες χρειάζεται να εισάγουν προϊόντα. Επιπροσθέτως η Γερμανία όταν προχώρησε μεταρρυθμίσεις αγνόησε τους κανόνες της Ευρωζώνης, ενώ δεν πρέπει να λησμονείται η ελάφρυνση που δέχθηκε η χώρα το 1953 από τη διαγραφή μέρους των χρεών της – μια χώρα που συναίνεσε σε αυτό ήταν και η Ελλάδα.
Οι Έλληνες από την μεριά τους έχουν να λένε πως από το 1820 έως και σήμερα, οι ξένοι δεν έχουν σταματήσει να επεμβαίνουν στα εσωτερικά τους. Από τον Όθωνα και τους Βρετανούς στον εμφύλιο, μέχρι τον Σιδηρούν Παραπέτασμα και την μετέπειτα είσοδο της Ελλάδα στην τότε ΕΟΚ.
Όπως αναφέρει το άρθρο, όλη αυτή η αφήγηση επιτρέπει στους Έλληνες να απεικονίζουν τους εαυτούς τους ως άμεμπτους. Αυτό έκανε και ο ΣΥΡΙΖΑ, κατά τον Φέδερστοουν. Υπήρξε μια πολιτική ελίτ, μια χούφτα ολιγάρχες που προχώρησαν σε μια συμπαιγνία, ενώ από την άλλη υπήρχε ο λαός που υπέφερε για τις τράπεζες. Αυτή είναι η αφήγηση του ΣΥΡΙΖΑ με την υποσημείωση πως η παραδοσιακή Δεξιά ανήκει στην ελληνική ελίτ και δεν αντιστάθηκε στην ξένη κυριαρχία. Βέβαια, όλα αυτά δεν αναιρούν το γεγονός ότι πολλοί απλοί Έλληνες ωφελήθηκαν από αυτή την κατάσταση που στηρίχθηκε στις πελατειακές σχέσεις και τον νεποτισμό. «Δεν χρειαζόταν μια κρίση για να μάθουμε ότι η Ελλάδα έχει πρόβλημα διαφθοράς», αναφέρει ο Φέδερστοουν και προσθέτει πως επιπτώσεις υπάρχουν και σε πιο μακροπρόθεσμο ορίζοντα. Όπως λέει, οι δημοφιλείς αφηγήσεις μας δίνουν ένα μέρος της αλήθειας και πολλές φορές εμποδίζουν τις λύσεις καθώς απαλλάσσουν κάθε πλευρά από την ανάληψη της ευθύνης. Ο Φέδερστόουν καταλήγει: «Η Ευρώπη εκπροσωπούσε για τους Έλληνες το ιδεαλιστικό όραμα της προόδου, του εκσυγχρονισμού και της βελτίωσης στη διακυβέρνηση. Τώρα, οι Έλληνες δεν αγαπούν την Ευρώπη και φοβούνται τι θα συμβεί εάν εγκαταλείψουν το ευρώ».
πηγή
Δημοσίευση σχολίου