ΒΑΣΙΛΗΣ ΒΙΛΙΑΡΔΟΣ
Με αρκετούς να θεωρούν ότι απειλούμαστε από ένα δεύτερο Καστελλόριζο, ελάχιστοι κατανοούν πως είμαστε σήμερα η μοναδική χώρα στην Ευρώπη που κρατάει ομπρέλα, ενώ βρέχει παντού χρήματα – από την ΕΚΤ, από την Κομισιόν, από τις αγορές κοκ.
Υπάρχουν ασφαλώς ορισμένα ανησυχητικά σημάδια, όσον αφορά τις πρώτες ημέρες της νέας ελληνικής κυβέρνησης – ένα από τα οποία είναι η αυθαίρετη αύξηση των αμοιβών στη ΔΕΗ, εν αγνοία του υπουργείου οικονομικών!
Το γεγονός αυτό αφενός μεν δίνει την εντύπωση πως η κυβέρνηση χάνει τον έλεγχο του κράτους, κάτι που θεωρείται εξαιρετικά ανησυχητικό, αφού θα μπορούσε εύκολα να δημιουργήσει συνθήκες χάους στην Ελλάδα, αφετέρου κυριολεκτικά «δυναμιτίζει» τις διαπραγματεύσεις με τους δανειστές – οι οποίες συνεχίζονται στο επόμενο Euro Group της Δευτέρας, ενώ είναι πάρα πολύ δύσκολες.
Παράλληλα, ορισμένοι αναρωτιούνται μήπως αναβιώνει η κακή πλευρά του συνδικαλιστικού κινήματος στην Ελλάδα, η οποία ήταν ένας από τους λόγους που η πάμπλουτη, πολλαπλά προικισμένη πατρίδα μας οδηγήθηκε στη χρεοκοπία – έχοντας, μεταξύ άλλων, χάσει τόσο την παραγωγικότητα, όσο και την ανταγωνιστικότητα της.
Εάν τυχόν συμβεί κάτι τέτοιο, κυρίως όμως εάν το θεωρήσουν ως δεδομένο τα υπόλοιπα κράτη της Ευρωζώνης, το ΔΝΤ και η Κομισιόν, τότε αρκετοί θεωρούν πως δεν αποκλείεται ένα δεύτερο Καστελλόριζο - όπου ο πρωθυπουργός θα ανακοινώνει την ανεξέλεγκτη χρεοκοπία της χώρας, ενδεχομένως δε την έξοδο της από την Ευρωζώνη.
Συνεχίζοντας, ελπίζουμε πως όλοι συνειδητοποιούν ότι, είμαστε σήμερα η μοναδική χώρα στην Ευρώπη, η οποία κρατάει ομπρέλα, ενώ βρέχει κυριολεκτικά χρήματα – από την ΕΚΤ (QE), από την Κομισιόν (αναπτυξιακό πρόγραμμα 315 δις €), από τις αγορές ομολόγων (τα επιτόκια δανεισμού της Ιρλανδίας, της Ισπανίας κοκ. είναι χαμηλότερα από αυτά των Η.Π.Α.), καθώς επίσης στα διεθνή χρηματιστήρια, τα οποία εγγράφουν συνεχώς νέα υψηλά.
Εάν δε προσθέσουμε σε όλα τα παραπάνω το «μακράν» μεγαλύτερο λάθος της κυβέρνησης μας, την παραίτηση της από την ονομαστική διαγραφή του δημοσίου χρέους (ανάλυση), σε μία εποχή που όλοι τάσσονται υπέρ, ακόμη και πολλά γερμανικά ΜΜΕ (δεν πρέπει να συγχέουμε ποτέ τους γερμανούς με τη σημερινή, πρωσική ηγεσία τους), χωρίς την οποία δεν υπάρχει κανένα μέλλον για την Ελλάδα, τότε η εφιαλτική εικόνα ενός δεύτερου Καστελλόριζου πλησιάζει επικίνδυνα – ευχόμενοι φυσικά να αποφευχθεί, πριν φτάσουμε στα τέλη της προθεσμίας (30 Ιουνίου).
Σε κάθε περίπτωση, μέχρι τότε η Ευρωζώνη θα είναι εντελώς οχυρωμένη, ικανή να αντιμετωπίσει τους «κραδασμούς» της ενδεχόμενης ελληνικής χρεοκοπίας – ενώ οι πιέσεις εξόδου από το ευρώ, παρά το ότι είναι νομικά εντελώς ανυπόστατες, θα αυξηθούν κατακόρυφα, με άγνωστα αποτελέσματα.
.
Ο άξονας Λισαβόνας – Μαδρίτης
Περαιτέρω, σύμφωνα με τους FT (πηγή), η κριτική της Πορτογαλίας, καθώς επίσης της Ισπανίας, εναντίον της ελληνικής κυβέρνησης εντείνεται, ενώ ο πρωθυπουργός μας αναφέρθηκε πρόσφατα σε έναν «ανθελληνικό άξονα» Μαδρίτης-Λισαβόνας.
Παράλληλα, ο υπουργός οικονομικών της Ισπανίας, ο οποίος στοχεύει να ηγηθεί του Euro Group στο μέλλον, δήλωσε σε ελεύθερη απόδοση τα εξής:
«Η Ελλάδα δεν θα εγκαταλείψει την Ευρωζώνη, δεν υπάρχει καμία εναλλακτική λύση στην ευρωπαϊκή αλληλεγγύη«.
Η τοποθέτηση του αυτή έχει ληφθεί από συναδέλφους μας ως μία μεγάλη απειλή – επειδή μεταφράζεται στο ότι, δεν πρόκειται να επιτραπεί στη χώρα μας καμία εναλλακτική λύση, όσον αφορά την πολιτική λιτότητας, εκ μέρους των «Θεσμών».
Βέβαια, εάν η ελληνική κυβέρνηση κατανοούσε την πραγματική εθνική αποστολή της, τη δημιουργία πλούτου αντί τη διαχείριση της φτώχειας και της μιζέριας, την αντιμετώπιση της κρίσης μέσω της ανάπτυξης, καθώς επίσης την επίτευξη δημοσιονομικών πλεονασμάτων με τη βοήθεια της αύξησης του ΑΕΠ, των επενδύσεων, της ζήτησης, των εξαγωγών κοκ., αντί με την αύξηση των φόρων, με τη μείωση των δημοσίων επενδύσεων, με τις φορολογικές επιδρομές κλπ., τότε τα πράγματα θα ήταν διαφορετικά.
Με απλά λόγια, εάν η πολιτική ηγεσία μας κατάφερνε να αναπτύξει εναλλακτικές λύσεις στην πολιτική λιτότητας, παρουσιάζοντας ένα δικό της ρεαλιστικό σχέδιο, το οποίο θα είχε κάποιες πρώτες οικονομικές επιτυχίες, τότε η κατάσταση θα μπορούσε να αντιστραφεί – κάτι που θα ισοδυναμούσε όμως με την πολιτική καταστροφή της ισπανικής κυβέρνησης.
Η αιτία θα ήταν οι Ισπανοί Πολίτες, οι οποίοι τότε θα αναρωτιούνταν γιατί η δική τους κυβέρνηση δεν λειτούργησε ανάλογα, επιλέγοντας να υποταχθεί στις εντολές της Κομισιόν – στην πολιτική λιτότητας, η οποία τους έχει οδηγήσει στην απόγνωση. Εύλογα λοιπόν θα στρεφόταν στο νεαρό κόμμα (Podemos), γυρίζοντας την πλάτη στη σημερινή τους κυβέρνηση – κάτι που θα συνέβαινε και στην Πορτογαλία.
Εάν βέβαια η ελληνική κυβέρνηση αποτύχει, εάν δεν παρουσιάσει κάποιο ρεαλιστικό πρόγραμμα, εάν δεν καταφέρει να ανταπεξέλθει με τις πληρωμές των υποχρεώσεων της χώρας, παρά την «υπεξαίρεση» των χρημάτων των ασφαλιστικών ταμείων, καθώς επίσης εάν υποχρεωθεί να υποκύψει στους εκβιασμούς της Ευρώπης, τότε η ισπανική κυβέρνηση θα θριαμβεύσει – ενώ το νεαρό κόμμα της αντιπολίτευσης θα εξαφανισθεί.
Αυτό που ενώνει λοιπόν την αποτυχημένη ισπανική κυβέρνηση με την επίσης αποτυχημένη πορτογαλική είναι η παροιμία, σύμφωνα με την οποία «εάν κάποιος αποτύχει, τότε πρέπει τουλάχιστον να αποτύχουν και οι άλλοι – έτσι ώστε η δική του αποτυχία να μην γίνεται τόσο εύκολα αντιληπτή». Με δεδομένο δε το ότι, πρόκειται ουσιαστικά για συντηρητικές κυβερνήσεις, καμία δεν θα ήθελε να αποδειχθεί/αποδεχθεί πως μία αριστερή κυβέρνηση είχε καλύτερες λύσεις.
Επειδή τώρα στην πολιτική η διατήρηση της εξουσίας είναι σημαντικότερη από την ευημερία των Πολιτών, ο άξονας που δημιουργείται εναντίον της Ελλάδας θα μπορούσε να κερδίσει τη μάχη – εις βάρος φυσικά όλων των Ευρωπαίων Πολιτών, οι οποίοι θα καταδικάζονταν, άλλοι περισσότερο και άλλοι λιγότερο, στη φτώχεια και στην εξαθλίωση.
.
Επίλογος
Ολοκληρώνοντας υπενθυμίζουμε πως ο Ιάπωνας πρωθυπουργός το 1997 είχε πιστέψει ότι, θα μπορούσε να πετύχει έναν ισοσκελισμένο προϋπολογισμό, ταυτόχρονα με την ανάπτυξη της οικονομίας, μέσω μίας πολιτικής λιτότητας και διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων – με αποτέλεσμα να βυθιστεί η χώρα του στην ύφεση για μία ολόκληρη δεκαετία, παράλληλα με την κατάρρευση του τραπεζιτικού της συστήματος.
Κάτι ανάλογο έχει δυστυχώς υιοθετήσει σήμερα η Ευρώπη, υπό την απολυταρχική ηγεσία της γερμανικής κυβέρνησης – με το ίδιο αποτέλεσμα, όπως ήδη διαπιστώνεται. Ειδικότερα, ο αποπληθωρισμός και η ύφεση ισολογισμών (μείωση των χρεών και δαπανών εκ μέρους του ιδιωτικού τομέα, ανάλυση) θεωρείται μεταφορικά στην οικονομία ως μία «μόλυνση των πνευμόνων» – ενώ τα διαρθρωτικά προβλήματα, τα οποία ασφαλώς υπάρχουν, ως «διαβήτης» (Koo).
Εάν λοιπόν κανείς έχει και τις δύο ασθένειες, τότε προηγείται η γρήγορη θεραπεία της μόλυνσης πνευμόνων – επειδή είναι θανατηφόρα, εάν δεν θεραπευθεί άμεσα, ενώ για το διαβήτη υπάρχει χρόνος. Το πρόβλημα βέβαια είναι το ότι, οι δύο θεραπείες είναι αντίθετες μεταξύ τους, αντικρουόμενες: αφού ο ασθενής με διαβήτη πρέπει να τρώει λιγότερο (πολιτική λιτότητας), ενώ ο ασθενής με μόλυνση πνευμόνων πολύ περισσότερο (αναπτυξιακά και νομισματικά μέτρα), για να μπορέσει να αντισταθεί ο οργανισμός του.
Η Ευρωζώνη, με μοναδική εξαίρεση τη Γερμανία, υποφέρει τόσο από βαριά μόλυνση του πνεύμονα, όσο και από διαβήτη. Η Γερμανία επιβάλλει τη θεραπεία του διαβήτη, αφού αυτή εξυπηρετεί τα δικά της συμφέροντα – κάτι που δυστυχώς έχουν αποδεχθεί όλες οι άλλες χώρες.
Προηγείται όμως η θεραπεία της θανατηφόρας νόσου, όπως πολύ σωστά έχει διαγνώσει η ελληνική κυβέρνηση – η οποία πρέπει και μπορεί να το επιχειρήσει μόνη της, αρκεί να μην «απεμπολήσει» το δικαίωμα της στην ονομαστική διαγραφή χρέους: το μοναδικό φάρμακο δηλαδή που έχει σήμερα στη διάθεση της, για να καταπολεμήσει τη θανατηφόρα αρρώστια.
Αργότερα πρέπει και οφείλει να ασχοληθεί πολύ σοβαρά με το διαβήτη, με τις απαιτούμενες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις δηλαδή της οικονομίας της – χωρίς όμως να επιτρέπει την επιδείνωση της νόσου, όπως συνέβη με την αυθαιρεσία των συνδικαλιστών της ΔΕΗ.
Analyst.gr
πηγή
Δημοσίευση σχολίου