Ένα τεράστιο ψέμα υιοθετήθηκε και εφαρμόστηκε με κατανυκτική ευλάβεια απ’ όλους ανεξαίρετα τους Έλληνες πρωθυπουργούς και τα μέλη των κυβερνήσεων τους από την 16η Ιανουαρίου 1996 και μετά.Η παραίτηση του Ανδρέα Παπανδρέου από την πρωθυπουργία σήμανε την απαρχή της νέας προδοσίας κατά του Ελληνικού λαού, που αίφνης και χωρίς να ερωτηθεί από κανένα, είδε να χάνει όλα τα δικαιώματά του έναντι της Γερμανίας που είχε αποκτήσει νόμιμα δια της συνθήκης των Παρισίων του 1946 ως αντίβαρο της ναζιστικής βαρβαρότητας την οποία υπέστη την περίοδο του 1940-44.
Ο πολιτικός ή το κόμμα, μηδενός εξαιρουμένου, που ακούστηκε στα τελευταία 14 χρόνια να δηλώνει ότι θα «διεκδικήσει» την αποπληρωμή των Γερμανικών οφειλών, δεν ήταν μόνο, εν γνώση του, ψεύτης αλλά και συνεργός στην γενική προσπάθειά του «συστήματος», να αποσιωπηθεί, πάση θυσία, η ύπαρξη μυστικής συμφωνίας από τα μέσα του 2000 μεταξύ των κυβερνήσεων της Ελλάδος και της Γερμανίας.
Αυτόπτες μάρτυρες ισχυρίζονται ότι η συμφωνία υπεγράφη στο Βερολίνο μεταξύ του καγκελαρίου Γκέρχαρντ Σρέντερ και του πρωθυπουργού Κώστα Σημίτη και παρουσία του Αμερικανού Προέδρου Μπίλ Κλίντον (επιθυμία του οποίου ήταν, η Γερμανία να μην βιώσει ξανά, λόγω της αποπληρωμής των πολεμικών αποζημιώσεων, παρόμοιες εμπειρίες και καταστάσεις όπως μετά την λήξη του Α’ Π.Π. ) κατά την διάρκεια της διάσκεψης με θέμα τη «Σύγχρονη διακυβέρνηση στον 21ο αιώνα» (2-3 Ιουνίου 2000). Οι τελευταίες «πινελιές» πάνω στο πλαίσιο και στο τελικό κείμενο του διακρατικού συμφωνητικού μπήκαν στις 29 Μαϊου 2000 και αποτελούσαν προϊόν των εισηγήσεων που έκαναν οι υπουργοί των εξωτερικών, Γιόσκα Φίσαρ και Γεώργιος Παπανδρέου, μετά από διαβουλεύσεις που είχαν στο περιθώριο του ευρωπαϊκού συμβουλίου των ΥΠΕΞ στις Βρυξέλλες.
Στο κείμενο της συμφωνίας, αφού αρχικά γίνεται ιδιαίτερη μνεία στην μακρόχρονη ειρηνική συνύπαρξη, συνεργασία, φιλία και συμμαχία των δύο λαών, που ξεκίνησε αμέσως μετά την λήξη του Β’ Π.Π., αναγνωρίζει η Ελλάς στη Γερμανία ότι της συμπαραστάθηκε και την βοήθησε ενεργά στην διευθέτητηση και στην εξάλειψη όλων των οικονομικών προβλημάτων που είχαν σταθεί εμπόδιο στην είσοδό της στην «ευρωζώνη».
Η Ελλάς δεσμεύεται όπως αποσύρει την απαίτηση της κυβέρνησης του Ανδρέα Παπανδρέου για αποπληρωμή των Γερμανικών οφειλών, όπως αυτή επεδόθη την 14η Νοεμβρίου 1995 στο Γερμανικό ΥΠΕΞ, με «Νότα» του Έλληνα πρέσβυ στο Βερολίνο, Δρ. Μπουρλογιάννη-Τσαγκαρίδη. Η Ελλάς δηλώνει περαιτέρω, ότι κάνει αποδεκτή την «4 συν 2» συμφωνία της ενωμένης Γερμανίας του 1990 με τους νικητές του Β’ Π.Π., ως σύμφωνο ειρήνης, το οποίο την καλύπτει απόλυτα. Ως εκ τούτου, παραιτείται η Ελληνική κυβέρνηση των «τυχόν» δικαιωμάτων της για αποπληρωμή των Γερμανικών πολεμικών αποζημιώσεων και βεβαιώνει ότι αποσύρεται κάθε απαίτηση, επί τούτω, που εκκρεμεί ενώπιον των Ελληνικών ή των διεθνών δικαστηρίων, υποχρεούται δε, όπως στο μέλλον αποτρέπει εν τη γεννέση της, κάθε προσπάθεια, τρίτων, που αποσκοπεί σε στόχους αντίθετους εκείνων στους οποίους αποβλέπει η Ελληνογερμανική κυβερνητική συμφωνία.
Συμφωνήθηκε όπως τηρηθεί απόλυτη μυστικότητα, τόσο ως προς την ύπαρξη και το περιεχόμενο της συμβασης, όσο και στην αποφυγή, πάση θυσία, μιας τυχόν επικύρωσης της από την Βουλή των Ελλήνων και το Bundestag. Αμφότεροι των συμβαλλομένων υποστηρίζουν ότι, βάση του διεθνούς δικαίου, μετά την παρέλευση 20ετίας από τη σύναψή της και εφόσον δεν έχει προηγουμένως καταγγελθεί, νομιμοποιείται η σύμβαση αυτόματα και θεωρείται ως επικυρωθείσα! Προβλέπονται βαριές κυρώσεις για τους παραβάτες των όρων και του πνεύματος που την διέπουν, όπως και αυστηρές ασφαλιστικές δικλείδες για την περίπτωση που υπάρξει καταγγελία της.
Η απόφαση του πολυμελούς πρωτοδικείου της Λιβαδειάς (137/1997), που επεδίκασε αποζημίωση για τα θύματα της ναζιστικής θηριωδίας στο Δίστομο και ο φόβος των Γερμανών, ότι η Ελλάδα θα καταφύγει στα διεθνή δικαστήρια εξ αιτίας της μη αποπληρωμής των πολεμικών αποζημιώσεων, υπήρξαν οι κύριες αιτίες που ανάγκασαν τη Γερμανική διπλωματία να διαφύγει από την αγκύλωση, στην οποία είχε περιέλθει και να δρομολογήσει εναντίον της χώρας την ίδια αποικιοκρατική πολιτική που εφαρμόζει από το 1993 με την Τσεχία και τη Σλοβακία ή από το 1998 με την Ουγγαρία.
Δεν ήρθε η επιφώτιση κάποιων δικαστών εξ ουρανού, όταν άρχισαν ξαφνικά να ερμηνεύουν τους νόμους και το σύνταγμα της χώρας μόνο από τη σκοπιά εκείνη που καλύπτει ολοκληρωτικά τα Γερμανικά και πάει ενάντια στα Ελληνικά συμφέροντα αλλά ούτε ανέλαβαν τυχαία οι απόγονοι των δοσιλόγων, της ναζιστικής κατοχής του 1941-44 , τα ηνία της χώρας.
Πρώτος ο Oskar Lafontaine , υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας, αντέδρασε στο νέο πολιτικό δόγμα, που αν και θύμιζε έντονα 4ο Ράϊχ, υιοθετήθηκε πλήρως από την κυβέρνηση Gerhardt Schröder στην αντιμετώπιση της Ελλάδος, παραιτούμενος τον Μάρτιο του 1999 απ’ όλα τα κυβερνητικά και κομματικά αξιώματά του. Δεν ήταν τυχαίο ότι την θέση του «πήρε» ο αποτυχημένος πρωθυπουργός του Hessen, Hans Eichel, μάλλον εξ αιτίας των στενών σχέσεών του με τον αδελφό του Κώστα Σημίτη, Σπύρο, ο οποίος, επί 16 συνεχή χρόνια, υπήρξε «διευθυντής» των μυστικών υπηρεσιών του ιδίου κρατιδίου για την προστασία του συντάγματος. Η ανάμειξη της τραπέζης Goldman Sachs στην ωραιοποίηση των Ελληνικών δημοσίων ελλειμμάτων δια της μεθόδου του κουκουλώματος, δημιούργησε ναι μεν εκείνες τις «κατάλληλες» παραμέτρους που έδωσαν στην Ελλάδα την δυνατότητα να εισέλθει στην Ευρωζώνη αλλά αυτό οφείλεται αποκλειστικά στις πρωτοβουλίες που πάρθηκαν κατόπιν προτροπής, υπόδειξης και ανάθεσης του Γερμανού υπουργού των Οικονομικών, Hans Eichel. Έτσι φτάσαμε στην απόφαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στο Santa Maria da Feira της 19ης Ιουνίου 2000, η οποία τέθηκε σε ισχύ από την 01η Ιανουαρίου 2001 (είσοδος στο €υρώ). Δεν αποτελεί πλέον μυστικό ο λόγος, εξ αιτίας του οποίου στην θέση του Υπ. των Οικονομικών όλων των μνημονιακών κυβερνήσεων «μπαίνει» πάντα κάποιος από το περιβάλλον (κατ’ υπόδειξη άραγε?) του Κώστα Σημίτη.
Το χρονικό αυτό στηρίζεται πάνω στις μαρτυρίες και στα πρωτόκολλα των συζητήσεων που έγιναν με έναν μεγάλο αριθμό , πρώην και νυν, Γερμανών αξιωματούχων και συνεργατών του πρώην Γερμανού ΥΠΕΞ Joschka Fischer ή των κατά σειρά διατελεσάντων Υπουργών των Οικονομικών Oskar Lafontaine, Hans Eichel, Peer Steinbrück και Wolfgang Schäuble όπως και του πρώην καγκελαρίου Gerhardt Schröder που καταλήγουν εν ολίγοις στο ίδιο συμπέρασμα. Η Ελλάδα παραιτήθηκε των δικαιωμάτων της αναφορικά με τις Γερμανικές αποζημιώσεις προκειμένου να μπει στην Ευρωζώνη.
Η αναφορά του Αλέξη Τσίπρα, στη συνέντευξη τύπου που έδωσε πρόσφατα στην Δ.Ε.Θ, μόνο στην αποπληρωμή του κατοχικού δανείου και όχι των λοιπών πολεμικών αποζημιώσεων, αποτελεί ένδειξη ότι η είδηση για την ύπαρξη της σύμβασης έχει φτάσει ήδη στα αυτιά του και όπως διαφαίνεται, δεν επιδιώκει την καταγγελία της. Αν ληφθεί επίσης στα υπ’ όψην ότι και ο κ. Δένδιας, ως Υπ. Δικαιοσύνης επί κυβερνήσεως Κώστα Καραμανλή, δεν ενοχλήθηκε ποτέ από τους πρώην συναδέλφους του υπουργούς και σημερινούς αντιμνημονιακούς «οπλαρχηγούς», προκειμένου να δώσει τη συγκατάθεσή του στην εκτέλεση της δικαστικής απόφασης που αναφέρεται στις Γερμανικές αποζημιώσεις για τη σφαγή του Διστόμου, οδηγούμεθα δυστυχώς στην διαπίστωση ότι σύσσωμο το πολιτικό σύστημα (πιθανόν εκτός του ΚΚΕ) συνεργάζεται σε κλίμα απόλυτης αρμονίας και από κοινού στο «δούλεμα» του λαού μέχρι να περάσει επιτέλους …. η 20-ετία!
Υπάρχει δε και η πρόβλεψη, στην ίδια σύμβαση, για αποπληρωμή του αναγκαστικού κατοχικού δανείου. Η Ελληνική κυβέρνηση είναι σύμφωνη εκ των προτέρων όπως της καταβληθεί, μετά την 04η Ιουνίου 2020, χρηματικό ποσόν ύψους 2,5 δις. € και μάλιστα σε δέκα ετήσιες και άτοκες δόσεις.
Θα μας χαροποιούσε ιδιαίτερα αν η σημερινή κυβέρνηση ή η επόμενη, που θα προέλθει μετά τις βουλευτικές εκλογές της 25ης Ιανουαρίου 2015, είναι σε θέση να αποδείξει, όπως ορίζουν οι διεθνείς νόμοι, ότι δεν υφίσταται μια τέτοια «μυστική» συμφωνία με τη Γερμανία.
Αποτελεί επιτέλους απαίτηση σύσσωμου του Ελληνικού λαού η πλήρης αποπληρωμή των Γερμανικών πολεμικών αποζημιώσεων όπως αυτές επιδικάστηκαν στο Παρίσι το 1946 καθώς και του αναγκαστικού κατοχικού δανείου Ελλάδα όπως αυτό συμφωνήθηκε στην δανειακή σύμβαση του 1942.
… Αυτή την ιστορία διηγούνται στα πολιτικά και στα δημοσιογραφικά σαλόνια του Βερολίνου, τη συνοδεύουν δε με χαχανητά και έντονα ειρωνικά σχόλια εις βάρος των Ελλήνων οι «φίλοι» μας Γερμανοί. Είναι αποδεικτέα όμως μπροστά σε κάθε Γερμανικό δικαστήριο, όπου τα στοιχεία ή οι αποδείξεις που θα κατατεθούν δεν θα κινδυνεύσουν ποτέ να κριθούν από τους δικαστές μας ως παράνομα και καταχρηστικά.
Αδιάψευστο πάντως παραμένει ακόμη το γεγονός ότι η Ελλάς, εδώ και 68 συνεχή χρόνια, έχει στα χέρια της νόμιμους, έγκυρους και έντοκους τίτλους κατά της Γερμανίας, τους οποίους επιμελώς «αρνείται» να εξαργυρώσει, μη αποδεχόμενη, επί τούτω, την εφαρμογή των διεθνών νόμων για το καλό και την ευημερία του λαού της.
Καιρός λοιπόν οι υπεύθυνοι να αναλάβουν άμεσα πρωτοβουλίες με πράξεις και να μην μείνουν πάλι στα λόγια. Ειδάλλως, θα υπάρξει ρήξη, όπως αυτή ορίζεται από το γράμμα του νόμου….!
Ας μας ενώνει ότι μας χώριζε!
πηγή
Δημοσίευση σχολίου