Όταν η οικονομική κρίση αγκάλιασε την Ευρωζώνη, το 2012, ήταν η Γερμανία που την έσωσε από την οικονομική καταστροφή. Τώρα όμως η Γερμανία είναι αυτή που φρενάρει κάθε κίνηση προς τα μπρος. Φυσικά το 2012 η Γερμανίδα καγκελάριος Μέρκελ έδρασε όταν κατάφερε να πείσει το εσωτερικό της ακροατήριο ότι δεν υπήρχε άλλη λύση.
Του Ντάνιελ Γκρος*
ΠΗΓΗ: http://www.project-syndicate.org/
ΑΠΟΔΟΣΗ ΚΕΙΜΕΝΟΥ: Παντελής Καρύκας
Τελικά όμως η Μέρκελ συμφώνησε για τη δημιουργία μόνιμου μηχανισμού χρηματοδότησης στην Ευρωζώνη και υποστήριξε τη δημιουργία μιας τραπεζικής ένωσης, η οποία δεν έχει ολοκληρωθεί αλλά εξακολουθεί να αντιπροσωπεύει ένα βήμα προς τη δημιουργία ενός οικονομικού συστήματος το οποίο θα ελέγχει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ).
Χάρη στα μέτρα αυτά και τις κινήσεις του επικεφαλής τους ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι, τις οποίες η Γερμανία, ενέκρινε και είχαν σκοπό την καθ’ οιονδήποτε τρόπο διάσωση του ευρώ, η καταιγίδα κόπασε. Τώρα όμως η Ευρωζώνη φαίνεται ανίκανη να ξεφύγει από τον πλήρη σχεδόν αποπληθωρισμό, καθώς η ανάπτυξη είναι μικρή και οι τιμές δεν κινούνται.
Θεωρητικά αυτό δεν θα έπρεπε να έχει συμβεί. Όταν η κρίση χτύπησε, οι οικονομίες της περιφέρειας της Ευρωζώνης δέχτηκαν διπλό πλήγμα από την άνοδο των ασφαλίστρων κινδύνου και από την κατάρρευση της εσωτερικής τους αγοράς. Την ίδια ώρα η γερμανική οικονομία ωφελήθηκε από την επιστροφή κεφαλαίων που εγκατέλειψαν τις χώρες της περιφέρειας. Η αύξηση των γερμανικών επιτοκίων, προσαρμοσμένα στον υπάρχων πληθωρισμό, ήταν αρνητική, προκαλώντας έκρηξη ζήτησης στην εσωτερική αγορά. Είχε υποτεθεί ότι η αύξηση αυτή της ζήτησης θα ενίσχυσε τις εξαγωγές των χωρών της περιφέρειας.
Στην πραγματικότητα η γερμανική οικονομία ελάχιστα αναπτύχθηκε και η πτώση των εμπορικών συναλλαγών απειλεί να την οδηγήσει στη ύφεση. Το υπάρχων πλεόνασμα εξωτερικών συναλλαγών, το οποίο υποτίθεται θα έπρεπε να μειωθεί δραστικά, αυξήθηκε, καθώς η αποταμίευση παρέμεινε σε υψηλά επίπεδα και οι επενδύσεις χαμηλά.
Ένα άλλο πρόβλημα, τουλάχιστον όπως το βλέπουν τα άλλα μέλη της Ευρωζώνης, είναι ότι ο πληθωρισμός στη Γερμανία είναι πολύ χαμηλός. Με τις τιμές στη Γερμανία να αυξάνουν λιγότερο από 1% κατ’ έτος, η περιφέρεια της Ευρωζώνης χρειάζεται πτώση των τιμών προκειμένου να ανακτήσει την ανταγωνιστικότητά της.
Και πράγματι οι επενδύσεις στη Γερμανία πέφτουν, παρά τις ιδανικές συνθήκες που υπάρχουν. Αλλά και οι μεγάλες γερμανικές εταιρείες δεν φαίνονται πρόθυμες να δανειστούν για να επενδύσουν, καθώς δεν αναμένεται οικονομική ανάπτυξη, ο πληθυσμός μειώνεται και η παραγωγικότητα είναι χαμηλή. Η κατανάλωση επίσης παραμένει χαμηλή, παρά τα ευνοϊκά μέτρα που έχει λάβει η γερμανική κυβέρνηση συνασπισμού. Η γερμανική κυβέρνηση θα μπορούσε να επιχειρήσει δημόσιες επενδύσεις, αλλά το συνολικό κέρδος επί του ΑΕΠ δεν θα ξεπερνούσε το 0,4%.
Ο βασικός κίνδυνος από όλα αυτά είναι πολιτικός. Μια αδύναμη γερμανική οικονομία καθιστά τις απαραίτητες διαρθρωτικές προσαρμογές πιο δύσκολες στην περιφέρεια της Ευρωζώνης. Το γεγονός αυτό με την σειρά του τροφοδοτεί την άποψη ότι η ευθύνη βαραίνει τη γερμανική κυβέρνηση, η οποία δείχνει απρόθυμη να λάβει τα αναγκαία μέτρα για να ενισχύσει την εσωτερική κατανάλωση, απαγορεύοντας και τις κυβερνήσεις των χωρών της περιφέρειας να ξοδεύουν περισσότερο και αυτές.
Καθώς η ανεργία παραμένει πεισματικά σε πολύ υψηλό επίπεδο και τα εισοδήματα συρρικνώνονται σε όλη την Ευρωζώνη, ο πειρασμός να κατηγορηθούν οι Γερμανοί μεγαλώνει. Η γερμανική κυβέρνηση, δεν αναγνωρίζει καν ότι υπάρχει πρόβλημα. Καθώς η ανεργία στη Γερμανία βρίσκεται σε ιστορικό χαμηλό, η έλλειψη στην αύξηση της καταναλωτικής ζήτησης, απλώς αγνοείται και η έλλειψη πληθωρισμού θεωρείται σημάδι επιτυχίας της οικονομικής της πολιτικής.
* Ο Ντάνιελ Γκρος είναι διευθυντής του Κέντρου Μελετών Ευρωπαϊκής Πολιτικής στις Βρυξέλλες. Έχει εργαστεί για το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, και υπηρέτησε ως οικονομικός σύμβουλος στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, αλλά και σύμβουλος του Γάλλου πρωθυπουργού και του υπουργού Οικονομικών. Είναι συντάκτης του «Economie Internationale and International Finance».
πηγή
Δημοσίευση σχολίου