του Λάμπρου Καλαρρύτη
Η συζήτηση για το αν μπορεί να προχωρήσει η ευρωπαϊκή πορεία της Τουρκίας και μάλιστα η πλήρης ένταξή της ως κανονικού μέλους της ΕΕ, θα μπορούσε πλέον να είναι αστεία (εξ αρχής ήταν για όσους παρακολουθούν το θέμα), αν δεν ήταν σοβαρές και πάντως χρήζουσες ιδιαίτερης προσοχής οι συνέπειες των όσων γίνονται στο εσωτερικό της. Ο πυρήνας των εξελίξεων, όπως είναι προφανές, δεν είναι η πολιτική και κοινωνική αναταραχή -αυτή, υποκινούμενη ή όχι, είναι σύμπτωμα- αλλά η ισλαμική διολίσθηση του Ταγίπ Ερντογάν, η οποία έχει αλλάξει άρδην τους συσχετισμούς εντός και εκτός της χώρας. Οι αλλαγές σε αμφότερα τα πεδία αφορούν άμεσα την Ελλάδα καθώς επηρεάζουν, ή θα έπρεπε να επηρεάζουν, την πολιτική της. Σε ό,τι αφορά τις εξωτερικές σχέσεις της Τουρκίας, η διατάραξη των σχέσεων με τις ΗΠΑ και η ρήξη με το Ισραήλ είναι οι πιο σημαντικές παράμετροι...
Παράμετροι οι οποίες περιορίζουν και πάντως μεταβάλλουν τις διπλωματικές και γεωπολιτικές επιλογές της γείτονος. Αυτό δεν σημαίνει ότι η Τουρκία πρόκειται να αποστεί από την εθνική της ατζέντα και κυρίως από τις διεκδικήσεις της έναντι της Ελλάδας και της Κύπρου, επηρεάζεται όμως ως ένα βαθμό ο σχεδιασμός της προσπάθειας επίτευξής τους. Δίχως την αμερικανική στήριξη (και μέχρι πρότινος την ισραηλινή, καθόσον Τουρκία – Ισραήλ έχουν υπογράψει από το 1995 συμφωνία στρατηγικής συνεργασίας), η ευχέρειά της να δημιουργεί τετελεσμένα έχει περιοριστεί (αλλά δεν έχει εκλείψει).
Την ενεργειακή συνεργασία Κύπρου – Ισραήλ, η οποία ούτως ή άλλως επηρέασε τις περιφερειακές ισορροπίες, και την προσέγγιση της Ελλάδας με το Ισραήλ (και αυτή με προοπτικές στο ενεργειακό και όχι μόνο πεδίο και με στρατηγική προοπτική) ακολούθησε η ισλαμική εκτράχυνση του Ερντογάν η οποία τροφοδότησε καταλυτικά την καχυποψία των Αμερικανών απέναντι στην Άγκυρα. Όλοι αυτοί οι παράγοντες και κυρίως το γεγονός ότι οι μάσκες έπεσαν και ο Τούρκος πρωθυπουργός αποκάλυψε το πραγματικό σκληρό ισλαμικό του πρόσωπο έχουν συνθέσει ένα νέο τοπίο.
Αν η εικόνα συμπληρωθεί με:
α) τις εξελίξεις στη Συρία, όπου και εκεί η τουρκική εμπλοκή κατέληξε σε φιάσκο ενώ η «Αλ Κάιντα» κυριαρχεί στην «αντιπολίτευση» β) το ναυάγιο στις σχέσεις με την Αίγυπτο η οποία απέρριψε με συνοπτικές διαδικασίες την ηγεμονική φιλοδοξία της Τουρκίας γ) τις αποκαλύψεις για υπόγειες διαδρομές με το Ιράν ενόσω η αντιπαράθεση με τις ΗΠΑ βρισκόταν στο «κόκκινο» δ) και το Κουρδικό, που πάντα «βράζει» παρά τους χειρισμούς Ερντογάν και την ενεργειακή συμφωνία με το ιρακινό Κουρδιστάν, αναδύεται ένα όλο και πιο εμφανές στρατηγικό κενό στην περιοχή για το δυτικό σχεδιασμό.
Τελικά το (κατά φαντασίαν) αμερικανικό μοντέλο για μια Τουρκία που θα συνδυάζει το light Ισλάμ με τη δημοκρατία έχει άδοξο τέλος. Ούτε το Ισλάμ είναι light, ούτε δημοκρατία έχει το έργο.
Η Τουρκία έχει την ιδιαιτερότητα, και την ικανότητα μέχρι τώρα, να διατηρεί αναλλοίωτη την ατζέντα της στην εξωτερική πολιτική, ανεξαρτήτως αναταράξεων στο εσωτερικό της. Ακόμα και στις χειρότερες περιόδους πολιτικής και κοινωνικής έντασης, ρευστότητας και ανατροπών όχι μόνο συνεχίζει την προώθηση των επιδιώξεών της στην εξωτερική πολιτική αλλά έχει σημειώσει και επιτυχίες εις βάρος της χώρας μας και της Μεγαλονήσου. Όμως η σημερινή συγκυρία παραπέμπει σε προθάλαμο ιστορικών αλλαγών οι οποίες θα είναι ασυγχώρητο να περάσουν από μπροστά μας ανεκμετάλλευτες με εμάς παρατηρητές ή, ακόμα χειρότερα, εκ νέου θύματα και «ριγμένους» μιας περιφερειακής διευθέτησης η οποία θα παγιώσει το σκηνικό στην Ανατολική Μεσόγειο για τις επόμενες δεκαετίες. Όπως επανειλημμένως έχει αναφέρει ο «Ε.Τ.», ανοίγει γεωπολιτικό παράθυρο για την Ελλάδα και την Κύπρο το οποίο δεν μπορεί και δεν πρέπει να αγνοηθεί.
Οι καταιγιστικές εξελίξεις στο εσωτερικό πολιτικό σκηνικό της γείτονος επιτείνουν την κατάσταση. Την Τρίτη ο Ταγίπ Ερντογάν επισκέπτεται τις Βρυξέλλες με αφορμή την απόφαση της Ε.Ε., τον περασμένο Οκτώβριο, να αρχίσουν εκ νέου οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις της με την Άγκυρα, οι οποίες είχαν παγώσει εδώ και τρία χρόνια. Ο Τούρκος πρωθυπουργός θα συναντηθεί με τον πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ζοζέ-Μανουέλ Μπαρόζο, με τον επίτροπο, αρμόδιο για θέματα διεύρυνσης, Στέφαν Φούλε, τον πρόεδρο της Ε.Ε. Χέρμαν βαν Ρομπέι, τον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Μάρτιν Σουλτς και τον επίτροπο, αρμόδιο για θέματα εμπορίου, Κάρελ ντε Χουχτ.
Το οξύμωρο είναι ότι η προσπάθεια επανεκκίνησης των ενταξιακών διαπραγματεύσεων συμπίπτει με την αναζωπύρωση της αμφισβήτησης για την ικανότητα της Τουρκίας να ανταποκριθεί σε έναν ευρωπαϊκό οδικό χάρτη. Την έξαρση του σκεπτικισμού τροφοδότησε το αυταρχικό κρεσέντο του Ερντογάν, ο οποίος, προκειμένου να αντιμετωπίσει τις έρευνες για τα σκάνδαλα οι οποίες αγγίζουν τον περίγυρό του, την οικογένειά του και τον ίδιο, εξαπέλυσε άνευ προηγούμενου αντιδημοκρατικές διώξεις κατά της Δικαιοσύνης, φέρνοντας σε δύσκολη θέση ακόμα και τους συνήθεις απολογητές της Τουρκίας στην Ε.Ε.
Ο Ερντογάν διέταξε νέο κύμα μεταθέσεων εισαγγελικών λειτουργών, ματαιώνοντας το δεύτερο κύκλο προσαγωγών 41 υπόπτων που είχε διατάξει η Εισαγγελία της Κωνσταντινούπολης, σε μια ωμή παρέμβαση όπου δεν τηρήθηκαν ούτε τα προσχήματα. Σημειωτέον ότι μεταξύ των προς προσαγωγή υπόπτων ήταν και ο γιος του, Μπιλάλ Ερντογάν. Η δήλωση του Τούρκου υπουργού Δικαιοσύνης, Μπεκίρ Μποζντάγ, κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης της Επιτροπής Δικαιοσύνης της τουρκικής Βουλής, ότι δεν υπήρχε ένταλμα σύλληψης κατά του υιού Ερντογάν, δεν έπεισε πολλούς. «Θέλω να διευκρινίσω ότι δεν υπήρχε ένταλμα σύλληψης ούτε διατάχθηκε η προσαγωγή του Μπιλάλ Ερντογάν. Είναι απίθανο να ανακληθεί μια μη υφιστάμενη απόφαση. Οι ισχυρισμοί ότι έφυγε από τη χώρα ή κρύβεται δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα. Αυτά είναι όλα αναφορές των ΜΜΕ που θέλουν να πλήξουν την κυβέρνηση και τον πρωθυπουργό μας», δήλωσε ο Μποζντάγ…
Ο (γνωστός στη χώρα μας) επίτροπος Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Συμβουλίου της Ευρώπης Νιλς Μούιζνιεκς, αναφέρθηκε με σκληρά λόγια στις εξελίξεις στην Τουρκία: «Ο περιορισμός της ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης θα αποτελέσει μια απειλή για το θεσμό και την απόδοση δικαιοσύνης και θα μειώσει την εμπιστοσύνη του κοινού όχι μόνο στους δικαστικούς θεσμούς αλλά και στο κράτος εν συνόλω. Κάθε πίεση που ασκείται στη Δικαιοσύνη αποτελεί έναν κίνδυνο για την τουρκική δημοκρατία, όποια κι αν είναι τα κίνητρά της. Θεωρώ ότι, προκειμένου η Τουρκία να συνεχίσει να σέβεται τους διεθνείς κανόνες όσον αφορά τα ανθρώπινα δικαιώματα, είναι απαραίτητο να ενισχυθεί η ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης και η αμεροληψία της, όχι να περιοριστεί. Όποια απόφαση κι αν λαμβάνεται από μια “πολιτικοποιημένη” Δικαιοσύνη, θα αντιμετωπίζεται πάντα με έντονη καχυποψία. Η κύρια ανησυχία μου είναι ότι το σχέδιο νόμου στερεί από τη γενική συνέλευση (του δικαστικού σώματος) ορισμένες από τις εξουσίες του και τις μεταφέρει στο υπουργείο Δικαιοσύνης, αντίθετα με τις εισηγήσεις πολλών οργάνων του Συμβουλίου της Ευρώπης στην Τουρκία, περιλαμβανομένου αυτού του οποίου ηγούμαι».
πηγή
Δημοσίευση σχολίου