Ορισμένα γεγονότα μπορούν ασφαλώς να χαρακτηρισθούν ως εντελώς τυχαία, μάλλον συμπωματικά και κακώς παρεξηγήσιμα – όπως, για παράδειγμα, η στυγνή και εν ψυχρώ δολοφονία του άτυχου νέου από μέλος της άκρας δεξιάς, ακριβώς την εβδομάδα των κινητοποιήσεων.
Την εβδομάδα λοιπόν των διαδηλώσεων και των απεργιών των Ελλήνων, εναντίον των παλαιοτέρων, καθώς επίσης των νέων εγκληματικών μέτρων λιτότητας – τα οποία θα επιβληθούν από την Τρόικα που, επίσης συμπωματικά, επισκέπτεται την Ελλάδα αμέσως μετά.
Οφείλει όμως να είναι κανείς φιλύποπτος και να μην αποδέχεται τόσο εύκολα τις συμπτώσεις, ειδικά σε τέτοιες χρονικές περιόδους – πόσο μάλλον όταν ακούει τον πρωθυπουργό να λέει ότι, “υπάρχει ανάγκη για ενότητα κατά του ναζισμού” (ενώ γνωρίζει προφανώς πολύ καλά πως οι Έλληνες, σε αντίθεση με τους Γερμανούς, δεν ήταν ποτέ οπαδοί τέτοιων «σιχαμερών» οργανώσεων).
Από όσα εμείς τουλάχιστον γνωρίζουμε, δεν έχει αναφερθεί ανάλογα, δεν έχει απαιτήσει δηλαδή την ενότητα των Ελλήνων απέναντι στην επίθεση των ξένων «εισβολέων» - παρά το ότι ήταν προεκλογικά αντίθετος στα μέτρα που ήθελαν να επιβάλλουν, αλλάζοντας δυστυχώς τοποθέτηση, όταν κατέλαβε την εξουσία (δεν σεβάστηκε ούτε μία από τις δεκαοκτώ βασικές προεκλογικές του δεσμεύσεις – με τις οποίες «υπεξαίρεσε» την ψήφο των Ελλήνων, όπως αρκετοί άλλοι προκάτοχοι του).
Από την άλλη πλευρά δεν μπορεί κανείς να μην παρατηρήσει πως, μετά την ψυχρή δολοφονία, όποιος τάσσεται υπέρ της πατρίδας του, θεωρείται εθνικιστής - οπότε οπαδός της άκρας δεξιάς και επομένως συνένοχος της στυγνής εκτέλεσης του νεαρού άνδρα. Προφανώς βέβαια, με κριτήριο τη «συλλογική ευθύνη» – η οποία όμως δεν είναι χαρακτηριστικό της Δημοκρατίας αλλά, αντίθετα, των απολυταρχικών πολιτευμάτων.
Οι «πατριώτες» λοιπόν, άρα και αυτοί που αντιτίθενται στην εισβολή του ΔΝΤ και της Γερμανίας, είναι «εν δυνάμει» οπαδοί της συγκεκριμένης εγκληματικής οργάνωσης – εθνικιστές, ρατσιστές, κοινοί εγκληματίες και περιθωριακοί, οπότε είτε πρέπει να διώκονται ποινικά, είτε να πάψουν να «διακατέχονται» από τέτοιου είδους «αγκυλώσεις». Ανεξάρτητα τώρα από τα παραπάνω, τα εξής:
(α) Όταν τα οικονομικά μεγέθη μίας χώρας είναι φυσιολογικά, τότε η πολιτική δεν αντιμετωπίζει σημαντικά προβλήματα, όσον αφορά τη διακυβέρνηση. Εάν τυχόν διαπιστώσει «ανησυχία» στο λαό, «μοιράζει» κάποιες υποσχέσεις και αυξάνει τους μισθούς ή τις συντάξεις – είτε κλιμακώνοντας τους φόρους, είτε δανειζόμενη, αφού δεν έχει δικά της χρήματα. Επομένως, η ανησυχία «αμβλύνεται» και δεν απειλείται η Δημοκρατία, η ησυχία, η τάξη και η ασφάλεια.
(β) Όταν τώρα τα οικονομικά μεγέθη μίας χώρας δεν είναι καθόλου καλά, αλλά διαθέτει ισχύ, τότε εξισορροπεί την αδυναμία της για κοινωνικές παροχές, με την «επίκληση» εξωτερικών εχθρών – τρομοκρατών, εγκληματικών καθεστώτων κοκ., στα οποία κηρύσσει τον πόλεμο. Πρόσφατο παράδειγμα οι Η.Π.Α., οι οποίες έχουν βυθιστεί στη μεγαλύτερη ίσως οικονομική κρίση της ιστορίας τους, με κίνδυνο κατάρρευσης ακόμη και του νομίσματος τους.
(γ) Στην περίπτωση όμως που μία χώρα ευρίσκεται στα πρόθυρα της χρεοκοπίας, έχοντας παραδώσει την εθνική της κυριαρχία και μη διαθέτοντας στρατιωτική ισχύ, τα πράγματα είναι πολύ πιο δύσκολα.
Ειδικότερα, οι πολίτες ενός τέτοιου κράτους παύουν να σέβονται την εξουσία, τοποθετούνται εχθρικά απέναντι της, αναζητούν τους υπευθύνους των δεινών τους, απαιτούν την παραδειγματική τιμωρία τους, διαμαρτύρονται, απεργούν, εξεγείρονται κοκ. – με αποτέλεσμα να απειλείται η σωματική ακεραιότητα των πολιτικών, η Δημοκρατία, η ησυχία, η τάξη και η ασφάλεια.
Ο μοναδικός τρόπος τώρα για να μπορέσει η πολιτική να χειρισθεί τα προβλήματα που δημιουργούνται, είναι η επίκληση εσωτερικών εχθρών – τρομοκρατών, εγκληματικών οργανώσεων κλπ. Με τον τρόπο αυτό αποκτά τη δυνατότητα να «πουλήσει προστασία» και ασφάλεια στους πολίτες, οι οποίοι τότε είναι πρόθυμοι να φορολογηθούν ακόμη περισσότερο – επομένως, να συνεχίσουν να υποφέρουν μη εξεγειρόμενοι.
Φυσικά για να το επιτύχει, «στρατολογεί» όλα τα ΜΜΕ της χώρας της – κάτι όχι και τόσο δύσκολο, αφού διακινδυνεύει και η δική τους εξουσία. Διακινδυνεύει επίσης η ασφάλεια τους, όπως δυστυχώς και η «σωματική ακεραιότητα» των πολιτικών – με δεδομένη τη συμμετοχή των περισσοτέρων στην αντισυνταγματική παράδοση της εθνικής κυριαρχίας στους ξένους εισβολείς.
Ολοκληρώνοντας, επειδή πιστεύουν οι πολίτες πως το τίμημα που απαιτείται από την πολιτική τους ηγεσία, για να συνεχίσουν «να έχουν την ησυχία τους», αξίζει μεγαλύτερες θυσίες εκ μέρους τους, αποδέχονται τη «νέα τάξη πραγμάτων» (την επιβολή δηλαδή των νέων μέτρων λεηλασίας τους και την απολυταρχική ηγεμονία των ξένων «εισβολέων»), πειθαρχούν ξανά, γίνονται υπάκουοι και παύουν εντελώς να διαμαρτύρονται – αιτιολογώντας την όχι και τόσο θαρραλέα συμπεριφορά τους, με την πίστη τους προς τη Δικαιοσύνη και στη Δημοκρατία, η οποία δήθεν απειλείται και πρέπει να προστατευθεί.
πηγή
Δημοσίευση σχολίου